Νέες ανακαλύψεις από το επιστημονικό κέντρο Χέλμχολτς στο Μόναχο της Γερμανίας αναπτερώνουν τις ελπίδες για τη διάγνωση και τη θεραπεία νευρολογικών παθήσεων, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, η πολλαπλή σκλήρυνση και το εγκεφαλικό.
Το επιστημονικό κέντρο ανακοίνωσε ότι οι νευρολογικές ασθένειες προκαλούν σοβαρές βλάβες λόγω της νευροφλεγμονής που δημιουργείται στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Η διαχείριση αυτής της φλεγμονής αποτελεί σημαντική ιατρική πρόκληση, καθώς ο εγκέφαλος προστατεύεται από το κρανίο και τις μεμβράνες που τον καθιστούν λιγότερο προσβάσιμο σε θεραπευτικές προσεγγίσεις.
Παλαιότερα οι επιστήμονες είχαν καταφέρει να εντοπίσουν «μονοπάτια» τα οποία οδηγούν από τον μυελό των οστών του κρανίου προς τον εγκέφαλο, αλλά τώρα οι επιστήμονες του Κέντρου Χέλμχολτς με επικεφαλής τον καθηγητή Νευροεπιστήμονα Αλί Ερτούρκ, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο του Μονάχου, ανακάλυψαν ότι τα κύτταρα στον μυελό των οστών του κρανίου είναι μοναδικά ως προς τη σύνθεση και την απόκρισή τους στη νόσο.
«Αυτά τα ευρήματα προσφέρουν νέες δυνατότητες για τη διάγνωση και τη θεραπεία νευρολογικών παθήσεων και φέρνουν επανάσταση στην παρακολούθηση της υγείας του εγκεφάλου με τη μη επεμβατική απεικόνιση του κρανίου», αναφέρει το Κέντρο.
Ο Αλί Ερτούρκ εξηγεί ότι οι νέες ανακαλύψεις «ανοίγουν μυριάδα δυνατοτήτων για τη διάγνωση και τη θεραπεία εγκεφαλικών ασθενειών και μπορούν να φέρουν επανάσταση στην κατανόησή μας για τις νευρολογικές παθήσεις». Θα μπορούσαμε έτσι να φτάσουμε «σε πιο αποτελεσματική παρακολούθηση καταστάσεων όπως το Αλτσχάιμερ και το εγκεφαλικό και ενδεχομένως να βοηθήσουμε και στην πρόληψη της εμφάνισης αυτών των ασθενειών, επιτρέποντας την έγκαιρη ανίχνευση» σημειώνει ο επιστήμονας.
«Κοιτάζοντας προς το μέλλον», καταλήγει η ανακοίνωση του Κέντρου Χέλμχολτς, «οι ερευνητές οραματίζονται ότι τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να μεταφραστούν στην κλινική πράξη με τη μη επεμβατική απεικόνιση του κρανίου».
«Ακόμη και χρησιμοποιώντας φορητές συσκευές, θα μπορούμε με πιο προσιτό και πρακτικό τρόπο να παρακολουθούμε την υγεία του εγκεφάλου. Ελπίζουμε ότι αυτή η προσέγγιση θα βελτιώσει σημαντικά τη διάγνωση, την παρακολούθηση και ενδεχομένως ακόμη και τη θεραπεία των νευρολογικών διαταραχών, φέρνοντάς μας ένα βήμα πιο κοντά στην αποτελεσματικότερη διαχείριση αυτών των καταστροφικών καταστάσεων», προσθέτει ο Ερτούρκ.