Όσοι είχαμε την τύχη να προλάβουμε εν ζωή ανθρώπους περασμένων γενεών και μάλιστα του εμφυλίου και του μετεμφυλιακού (παρά-)κράτους της δεξιάς είχαμε ακούσει πολλές φορές για τους διαβόητους «Μάυδες», δηλαδή τα μέλη του σώματος Μ.Α.Υ. (Μονάδες Ασφάλειας Υπαίθρου). Οι «Μάυδες» λοιπόν δεν ήταν παρά μία ένοπλη παραστρατιωτική οργάνωση υπό τις διαταγές του ΓΕΣ, η οποία συγκροτήθηκε εν μέσω εμφυλίου πολέμου ως τμήμα και ως συνέχεια της «λευκής» τρομοκρατίας των δοσιλόγων η οποία προηγήθηκε του εμφυλίου πολέμου και που τον ακολούθησε. Οι εν λόγω παρακρατικοί, με διάφορα σχήματα και μορφές συνέχισαν τη δράση τους και στα χρόνια του μετεμφυλιακού (παρά-)κράτους της δεξιάς, τρομοκρατώντας, βιαιοπραγώντας, λεηλατώντας και χαλκεύοντας την ψήφο του κόσμου της υπαίθρου. Πολύ πριν να γίνει γνωστή στο πανελλήνιο η οργάνωση «Καρφίτσα» λόγω της δολοφονίας Λαμπράκη, οι «Μάυδες» έκαναν αυτές τις δουλειές στην ελληνική επαρχία.
Η ελληνική παρακρατική (ακρο-)δεξιά αποτελεί ένα ειδικό φαινόμενο. Παρότι ένα μεγάλο μέρος της είχε προσωπική εμπλοκή με τον δοσιλογισμό, ο ντόπιος εσμός παρακρατικών δεν ήταν κατά βάση ζυμωμένοι ναζιστές. Σε ό,τι αφορούσε τις δυνάμεις που παρατάσσονταν στο πεδίο ήταν κατά βάση λούμπεν στοιχεία, ενώ η καθοδήγησή τους τμήμα του βαθέος (παρά-)κράτους το οποίο είχε (και έχει) ως αποστολή (εξ ου και είχε ιδεολογικοποιήσει) τη διατήρηση της Ελλάδας υπό την πατρωνία του αγγλοσαξονικού κόσμου. Με άλλα λόγια, το βαθύ ελληνικό ακροδεξιό παρακράτος και τα στρώματα που το υπηρετούν αποτελούν την άμεση συνέχεια και τη σημερινή εκδοχή του ραγιαδισμού. Της πεποίθησης ότι το ελληνικό έθνος είναι αδύναμο, ότι το ελληνικό κράτος είναι καταδικασμένο να υπηρετεί ξένους αφεντάδες, είτε γιατί δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητο, είτε (πολύ πιο «ρεαλιστικώς» μιλώντας) είναι εξαιρετικώς επικερδές για τους ίδιους να υπηρετεί τους ξένους. Ο ελληνικός «παρακρατισμός», ως η κυρίαρχη και διαχρονική όχι απλώς ακροδεξιά αλλά πυρηνική δεξιά πολέμησε κάθε δημοκρατική εξέλιξη, κάθε πατριωτική δύναμη με λύσσα. Ο δε φανατικός του αντικομμουνισμός προέκυψε επειδή σε μια δεδομένη στιγμή ήταν οι κομμουνιστές ο πυρήνας της διεκδίκησης σε μαζική κλίμακα μιας βαθιάς δημοκρατίας (της λαοκρατίας) του κοινωνικού μετασχηματισμού και του πατριωτισμού.
Ο παρακρατισμός, την αντικομμουνιστική και αντιπατριωτική του αποστολή, την υλοποίησε επιτυχώς μόνο ως όργανο των ξένων. Η υλοποίηση αυτής της αποστολής έδωσε την εξουσία με απόλυτο τρόπο στις εν λόγω δυνάμεις, οι οποίες τελικώς σχεδίασαν και υλοποίησαν την προδοσία της Κύπρου, με σταθμούς τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, την αποστασία, τη χούντα, το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου στην Κύπρο, την προδοσία μπροστά στον Αττίλα Ι και μπροστά στον Αττίλα ΙΙ. Αυτή η διπλή προδοσία ήταν που απαξίωσε πλήρως στα λαϊκά στρώματα τον παρακρατισμό και τις συνένοχες δομές.
Ατυχώς πολλοί νόμιζαν ότι οι δημοκρατικές κατακτήσεις της μεταπολίτευσης θα τελείωναν μια για πάντα τον παρακρατισμό. Έκαναν λάθος. Το παρακράτος υποχώρησε αλλά δεν εξαφανίστηκε ποτέ. Ο παρακρατισμός (ο συνδυασμός παρακρατικών υλικών δομών και «ιδεολογικών» του πεποιθήσεων) δε θα μπορούσε να εξαφανιστεί χωρίς την εξαφάνιση του κυρίαρχου μοντέλου αφού είναι το πιο αποτελεσματικό μέσο ελέγχου που διαθέτει το τελευταίο στα δύσκολα.
Άρκεσε η οικονομική κρίση και τα καταστροφικά μνημόνια προκειμένου να αναβιώσει και να φουντώσει ο φασισμός-ναζισμός στη χώρα μας, του οποίου οι μικροί πυρήνες είχαν επιβιώσει ως τμήματα του παρακρατισμού. Η διάχυση δε, του φασισμού-ναζισμού δε σταμάτησε (όπως και ήταν αναμενόμενο) με την καταδίκη μελών της Χρυσής Αυγής, ακολούθως της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Αντιθέτως: η διάχυσή του και η διάβρωση του φρονήματος μέρους του πληθυσμού επεκτάθηκε τόσο ώστε η νέα αποδεδειγμένη ναζιστική δολοφονία, αυτή του Μιχάλη Κατσούρη και η πιθανολογούμενη ως έχουσα ρατσιστικά κίνητρα δολοφονία Πακιστανού εργάτη από τέσσερις Έλληνες, ουδόλως συγκίνησαν ως τέτοιες (δηλαδή ως ναζιστικές δολοφονίες) την κοινή γνώμη. Αναλύσαμε άλλωστε σε προηγούμενο άρθρο μας το φαινόμενο της «μαύρης διεθνούς» και της προσχώρησης του ελληνικού πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου σε αυτήν, το οποίο όπως όλη η Δύση φουντώνει και θωπεύει συνειδητώς το φασισμό στην ήπειρό μας.
Αυτό το οποίο εν προκειμένω μας απασχολεί είναι πώς ο συνδυασμός εγκατάλειψης και πυροδότησης φαινομένων τύπου Μάυδων στον Έβρο μας οδηγούν σε μια προσπάθεια να αποκτήσει ο παρακρατισμός κοινωνικό έρεισμα. Στον Έβρο οι πυρκαγιές εξελίσσονται επί 10 ημέρες. Θα σταματήσουν από τις βροχές ή αφού δε θα βρίσκουν τίποτε άλλο να κάψουν. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις βασίζονται εν πολλοίς στην έμπρακτη αλληλεγγύη των ντόπιων οι οποίοι τις προμηθεύουν με την αναγκαία βοήθεια. Η αποτυχία του κρατικού μηχανισμού είναι τόσο εξωφρενική ώστε δεν καταγράφεται πια ως είδηση. Αυτή η συνθήκη θα έπρεπε να έχει οδηγήσει σε μαζικές και μαχητικές συγκεντρώσεις εναντίον της κυβέρνησης. Προς τέρψη και ανακούφισή της όμως, ένας απίθανος τύπος που εξελέγη βουλευτής της Ελληνικής Λύσης, μαζί με ομοϊδεάτες του οι οποίοι δρουν όπως οι παλιοί «μάυδες» (με βία και τρομοκρατία στο όνομα της εθνικοφροσύνης) ξεκίνησαν τη διασπορά είτε εντελώς ανυπόστατων είτε και απολύτως γελοίων φημών. Την ώρα που η κυβερνητική προπαγάνδα περί αποτελεσματικότητας κατέρρεε ήρθαν να της προσφέρουν χείρα βοηθείας με ιστορίες για «υβριδικούς πολέμους». Μάλιστα, όπως όλοι οι εξ Έβρου γνωρίζουμε, αρκετοί εκ των «εθνικοφρόνων» που κατοικοεδρεύουν στο ποτάμι για διαφόρους λόγους, πολύ συχνά ανταλλάσσουν τις «Θερμοπύλες» που δήθεν φυλάνε, με επικερδέστατο και ολίγον τι σκοτεινό εμπόριο με τον «προαιώνιο εχθρό» (ή μάλλον τον πρώην προαιώνιο εχθρό καθότι ο νέος είναι η Ρωσία).
Το «κυνήγι μεταναστών» στον Έβρο από περίπολα ύποπτα ως προς την ποινική τους δραστηριότητα και απολύτως διαυγή ως προς τον παρακρατισμό τους ή και τον ανοιχτό νεοναζισμό τους αποτελεί μια προσπάθεια να αποκτήσουν λαϊκό έρεισμα νέου τύπου «Μάυδες». Είναι δε, απολύτως ενταγμένοι στον καθεστωτικό σχεδιασμό διαμόρφωσης αφενός συμπληρωματικής, εσωτερικής καταστολής, αφετέρου ενός διπόλου δεξιάς-ακροδεξιάς, χωρίς ποτέ να αναιρείται η βασική κοινή συνισταμένη της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος που είναι η αμερικανοκρατία. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η πλειοψηφία του ελληνικού πολιτικού συστήματος δεν έχει να πει τίποτα για τις περιβόητες, «σωτήριες» αμερικανικές βάσεις, οι οποίες όμως δεν κούνησαν ούτε το δάχτυλό τους για να βοηθήσουν τον Έβρο. Ούτε είναι τυχαίο ότι για όλους αυτούς (από «κεντροαριστερούς», έως ακροδεξιούς) το βασικό κράτος-πρότυπο είναι το Ισραήλ. Ρατσιστικό, αμερικανικό προτεκτοράτο, με ισχυρή λομπίστικη παρουσία στην Ουάσιγκτον, στρατοκρατούμενο, εκφασιζόμενο, απολαμβάνοντας μιντιακή ασυλία στη Δύση αποτελεί το πρότυπο (και) του ελληνικού παρακρατισμού. Ό,τι βλέπουν να υφίστανται οι Παλαιστίνιοι, αυτό θέλουν να επιβάλλουν όχι μόνο στους μετανάστες οι δικοί μας αλλά και στους πολιτικούς και κοινωνικούς του αντιπάλους. Τον ολοκληρωτικό, εκφασισμό του Ισραήλ επιδιώκει και το δικό μας καθεστώς προκειμένου να διασφαλίζει τα προνόμιά του. Αλλά για να πείσουν το λαό να δεχτεί τέτοιο γύψο χρειάζονται «έπη» και «νίκες», απέναντι σε εύκολους ή και ανύπαρκτους αντιπάλους. Εξ ου και οι νέοι Μάυδες ενθαρρύνονται από το σύστημα εξουσίας.
Κάπως έτσι, ο Έβρος δυστυχώς μετατράπηκε σε ακτινογραφία του πυρήνα του συστήματος εξουσίας: ξένες πρεσβείες για τα «μεγάλα», παρακρατισμός, με ποινικά και λούμπεν στοιχεία για τα «μικρά» και κυβερνήσεις στην υπηρεσία των ολιγαρχών και του παρασιτισμού στο ενδιάμεσο, για να κάνει τον τροχονόμο της λεηλασίας, με το αζημίωτο βεβαίως.
Διαβάστε επίσης: