Ίσως θα έπρεπε να κατηγορηθεί κυρίως για την πρωτοφανή καταστροφή την οποία προκάλεσε στον Αμαζόνιο, έγκλημα το οποίο επηρεάζει όχι μόνον τους ιθαγενείς, όχι μόνον τη Βραζιλία αλλά και ολόκληρο τον πλανήτη.
Ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας, Ζαΐχ Μεσίας Μπολσονάρου, μια από τις πιο επικίνδυνες πολιτικές μορφές της εποχής μας, βρίσκεται πλέον σε εξαιρετικά δυσμενή θέση – προς τέρψη εκατομμυρίων Βραζιλιάνων και της παγκόσμιας Αριστεράς.
Μετά από την εκλογική του ήττα και την άνοδο του Λούλα ντα Σίλβα στην εξουσία, ο Μπολσονάρου αντιμετωπίζει τη μια κατηγορία μετά την άλλη, σε ένα πολιτικό περιβάλλον το οποίο οι αναλυτές στη δική μας πλευρά του Ατλαντικού θα αποκαλούσαν «τοξικό». Πιο σωστή λέξη, όμως, θα ήταν «συγκρουσιακό». Δύο διαφορετικές αντιλήψεις, δύο διαφορετικοί κόσμοι συγκρούονται στη Βραζιλία εδώ και χρόνια (Υπενθυμίζουμε την περίπτωση του Νταβίντ Μιράντα για την οποία έχουμε γράψει εδώ).
Ο Μπολσονάρου ίσως θα έπρεπε να κατηγορηθεί κυρίως για την πρωτοφανή καταστροφή την οποία προκάλεσε στον Αμαζόνιο, έγκλημα το οποίο επηρεάζει όχι μόνον τους ιθαγενείς πληθυσμούς της περιοχής, όχι μόνον τη Βραζιλία αλλά και ολόκληρο τον πλανήτη: έκταση τροπικού δάσους μεγαλύτερη από την επιφάνεια του Βελγίου εξαφανίστηκε κατά τη διακυβέρνησή του. Μια ακόλουθη, εγκληματικού χαρακτήρα, κατηγορία είναι η διαχείριση της πανδημίας. Τα θύματα υπό την προεδρία του αγγίζουν τις 700.000, αριθμός ο οποίος θα ήταν διαφορετικός αν, σύμφωνα με αναλυτές, ο Μπολσονάρου αναγνώριζε εγκαίρως τη σημασία διάθεσης του εμβολίου και δεν παρακινούσε τον λαό του να πίνει χλωροκίνη, η οποία δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Ο Μπολσονάρου όμως κατηγορείται για πιο κοινά εγκλήματα. Η αρχή έγινε αμέσως μετά τις εκλογές. Σε αντίθεση με τις δημοσκοπήσεις, ο Λούλα δεν άφησε πίσω του το συντηρητικό μπλοκ υπό τον Μποσλονάρου με διψήφιο προβάδισμα: αντιθέτως, μετά βίας η διαφορά ανάμεσα στους δύο άγγιξε το 2% και τα 2.000.000 ψήφους. Ήταν φανερό πως η επιστροφή του Λούλα στην εξουσία δεν θα έμενε αναπάντητη. Λίγο που ο Μπολσονάρου μάζεψε όλους τους πρεσβευτές και έβγαλε τις εκλογές διάτρητες, προκειμένου να έχει τη νομιμοποιητική βάση για να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα, λίγο που υποστηρικτές του μπούκαραν στην Μπραζίλια και προσπάθησαν να ανατρέψουν τον Λούλα, το Ανώτατο Εκλογικό Δικαστήριο είπε να δώσει ένα τέλος στη διασάλευση της δημοκρατικής τάξης πραγμάτων: μέχρι το 2030 ο τέως πρόεδρος απαγορεύεται να διεκδικήσει αιρετή θέση.
Οι ελίτ της χώρας, μετά από δεκαετίες κεντροαριστερών κυβερνήσεων θεωρούσαν πως είχαν ξεφορτωθεί τον ενοχλητικό Λούλα – είχαν μάλιστα φροντίσει να τον στείλουν στη φυλακή, με στημένο κατηγορητήριο διαφθοράς. Η μηχανορραφία απεκαλύφθη, ο Λούλα αποφυλακίστηκε, τώρα είναι σειρά του Μπολσονάρου να βρεθεί πίσω από τα σίδερα (με πραγματικές κιόλας κατηγορίες). Θεωρείται βέβαιο από το περιβάλλον του ακροδεξιού τέως προέδρου πως σύντομα θα οδηγηθεί στη φυλακή για το σκάνδαλο των κοσμημάτων, ή όπως είναι γνωστό στη Βραζιλία «O Caso das Joias».
Ο αυτοδιαφημιζόμενος ως «αδιάφθορος» και «άνθρωπος του νόμου και της τάξης» πολιτικός, φέρεται να προσπάθησε να μεταφέρει αδήλωτα εντός της Βραζιλίας, διαμαντένια σκουλαρίκια αξίας 3 εκατομμυρίων ευρώ. Τα κοσμήματα ήταν δώρο στην Πρώτη Κυρία της Βραζιλίας από τη Σαουδική Αραβία – δώρο εξαιρετικά γενναιόδωρο θα έλεγε κάποιος, το οποίο βέβαια δεν κρύβει κάποιο αντάλλαγμα από πίσω, αλλά είναι απλά ενδεικτικό μιας κάποιας κιμπαροσύνης του αποστολέα. Οι τελωνειακές αρχές έκαναν τη δουλειά τους και κατέσχεσαν τα κοσμήματα, αλλά ο Μπολσονάρου μέσω συνεργατών του, προσπάθησε να τα πάρει πίσω. Η ιστορία αυτή οδήγησε σε μια σειρά αποκαλύψεων όπου διαφαίνεται πως ο Μάουρο Σίντ (Mauro Cid), στρατιωτικός και συνεργάτης του πρώην προέδρου, λειτουργούσε ως μεσάζοντας καθώς προωθούσε ακριβά κρατικά δώρα στο εξωτερικό (π.χ. ένα αμφιβόλου αισθητικής, άλλα όχι αξίας διαμαντένιο Rolex), τα πουλούσε στις ΗΠΑ και φούσκωνε τον τραπεζικό λογαριασμό του πατέρα του εκεί.
Ο Μάουρο Σίντ, ο οποίος έχει ήδη συλληφθεί για ένα άλλο σκάνδαλο (σχετικά με το πιστοποιητικό εμβολιασμού του Μπολσονάρου), φαίνεται πως είναι διαθέσιμος να συνεργαστεί με τις ανακριτικές αρχές. Σε αντίθεση με τον ακροδεξιό πολιτικό, ο οποίος επικαλέστηκε το δικαίωμα του να μείνει σιωπηλός, ο Σίντ πέρασε ώρες με τον ανακριτή, μοιράζοντας απλόχερα πληροφορίες, ονόματα και γεγονότα (τσάμπα η στρατιωτική του εκπαίδευση). Αποτέλεσμα; Θεωρείται βέβαιη πια η σύλληψη του πρώην προέδρου, έστω και για τον μπανάλ αυτό λόγο της διαφθοράς. Το τέρας θα πάει να κάνει παρέα με τις κατσαρίδες, όπως αποκαλούσε ο Μπολσονάρου του φυλακισμένους στο παρελθόν, δήλωση η οποία μάλλον δεν θα τον κάνει δημοφιλή με τους συγκρατούμενούς του.
Τέλος καλό, όλα καλά;
Προφανώς όχι. Ο προοδευτικός κόσμος και η Αριστερά δεν είναι απελπιστικά μπερδεμένη μόνο στη χώρα μας. Χωρίς διάθεση πεσιμισμού, παντού όπου πέφτει βαριά η σκιά του νεοφιλελευθερισμού, κάπως ή κάτι μπερδέψαμε στην πορεία.
Στη Βραζιλία σήμερα υπάρχει κόσμος που αγόρασε σαμπάνιες, για να γιορτάσει την επικείμενη φυλάκιση του Μπολσονάρου. Πράγμα μεν λογικό από τη μια, ανησυχητικό δε από την άλλη. Όπως ακριβώς και σε άλλες χώρες, φαίνεται από μεγάλη μερίδα του προοδευτικού κόσμου μια στάση αναμονής. Ένα «θα λογαριαστούμε αργότερα» αιωρείται ως απάντηση στις ακροδεξιές πολιτικές, μια γκρίνια για την αστική δικαιοσύνη η οποία επιτρέπει τέτοιες συμπεριφορές και πανηγυρισμοί, όταν «επιτέλους κάνει τη δουλειά της». Με τον Τραμπ, τον Μπολσονάρου, τον Κασιδιάρη φυλακή, όλα καλά, όλα λαμπρά. Νικήσαμε.
Το πρόβλημα είναι πως ο προοδευτικός κόσμος, η Αριστερά, δεν θέλει να κοιτάξει κατάματα τις γενεσιουργούς αιτίες της πολιτικής εκτόξευσης των εκτρωμάτων αυτών. Όλα τα πολιτικά φιντάνια τα οποία προαναφέρθηκαν δεν είναι παρά πολιτικοί εκφραστές: αν όχι αυτοί, κάποιοι θα τους διαδεχθούν όσο τα προβλήματα είναι εκεί αναπάντητα, όσο οι φαβέλες, η «ζώνη της σκουριάς», οι υποβαθμισμένες συνοικίες των Αθηνών νιώθουν πως δεν ακούγονται.
Παρά τη νίκη του Λούλα, ο κόσμος που οδήγησε τον Μπολσονάρου στην εξουσία πριν χρόνια είναι ακόμη εκεί. Οι μάζες των εξαθλιωμένων δεν στήριξαν τόσο μαζικά όσο αναμενόταν την ατζέντα του Λούλα, θεωρώντας λανθασμένα πως ο Μπολσονάρου θα δώσει ευκαιρίες για προκοπή και σταθερότητα (αν αυτό κάτι σας θυμίζει, είναι που ζείτε σε μια όμορφη χώρα της Μεσογείου). Ο Μπολσονάρου έχει ακόμη ως συμμάχους τις ελίτ της Βραζιλίας, του πλούσιου μικροαστικού Νότου και της διαρκώς αυξανόμενης ισχύος Προτεσταντικής Εκκλησίας, ακόμη και της λαοφιλούς Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου της Βραζιλίας, τη μάλλον μόνη αληθινή θρησκεία του λαού αυτού.
Η φυλάκιση του Μπολσονάρου δεν θα μείνει αναπάντητη από τους υποστηρικτές του, οι οποίοι θα εντείνουν την κριτική στην κυβέρνηση Λούλα, ειδικά μετά τα τελευταία γεωπολιτικά ανοιγματά της στους BRICS. Τα αποτελέσματα της αριστερής κυβέρνησης πρέπει να είναι γρήγορα, αλλά η βιώσιμη ανάπτυξη την οποία ευαγγελίζεται δεν φημίζεται για τις θεαματικές της ταχύτητες. Και αν όχι ο Μπολσονάρου, κάποιος θα βρεθεί να καλύψει τη δυσαρέσκεια και να επιβάλλει σφιχτότερο γύψο στη χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Είναι κομβικής σημασίας η παγκόσμια Αριστερά να μην ξεχάσει πως οι αγώνες για τα δικαιώματα της κοινωνικής πλειοψηφίας δεν είναι δικαστικοί και ούτε και πρωτίστως εκλογικοί. Όσο το ξεχνά αυτό, τόσο θα βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση και θα θυμώνει με την κοινωνία, η οποία δεν αντιλαμβάνεται το δίκαιο των θέσεών της και άρα είναι άξια της μοίρας της (#τι_ψηφίσατε_ρε_μαλάκες).
Άλλωστε, αν περιμένουμε την αστική δικαιοσύνη να αντικαταστήσει τους αγώνες στους δρόμους και τους χώρους εργασίας, με λίγα λόγια να κάνει τη δουλειά μας, ας το κλείσουμε το μαγαζί.