Ίσως ένα από τα πιο ιδιαίτερα και πιο συνεκτικά, εννοιολογικά, υφολογικά και συνθετικά, άλμπουμ του κυκλοφόρησε ο συνθέτης (αλλά και συγγραφέας, σεναριογράφος, ενορχηστρωτής) Μάριος Τσάγκαρης. Το Afternoon Stars-The Revival Paradox (που κάποιος μπορεί να ακούσει εδώ), μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως μία απόπειρα να δοθεί μία πλαισίωση στοχαστική στη συνθετική αναζήτηση σε ήχους και διαθέσεις ανιούσας τάξης: δηλ. να φέρει τη σύνθεση πέρα από τη μορφή και ίσως τη διάθεση ή τη συγκίνηση, σε μία ίσως ανοίκεια εντύπωση, που θα αναγκάσει ακόμη και σημειολογικά τον ακροατή να περάσει από την ακοή και στη σκέψη, ή να συνδυάσει και τα δύο μαζί.
Οι τίτλοι των συνθέσεων (Space Inventing Time-Time Shaping Mind-Mind Creating Faith-Faith Illuminating Space) είναι ενδεικτικοί μίας διαδικασίας που αναμφίβολα αποτελεί και έναν θεωρητικό -πέρα από τον μουσικό- στοχασμό. Τόσο ηχητικά, όσο και εννοιολογικά ο Τσάγκαρης επιχειρεί να επινοήσει (και μέσα από την επινόηση τούτη να ανασυνθέσει) μία αύξουσα πορεία της πλανητικής εξέλιξης από τη δημιουργία και στη συνέχεια της πνευματικής πορείας της ανθρωπότητας. Ακόμη κι εάν αυτή πρόκειται για μία καινούργια γέννηση -έπειτα ίσως από την καταστροφή που όλοι οι ειδικοί προβλέπουν.
Ξεκινώντας από την υλικότητα, την εμπειρία, που η απαρχή της αντίληψης και στη συνέχεια της αποτύπωσής της διαμορφώνει όλες εκείνες τις νοητικές διεργασίες που σταδιακά μεταμόρφωσαν τον άνθρωπο από την απόλυτα ζωϊκότητα στο (mutatis mutandis) ορθολογικό ον, που καθόρισε την ιστορία του και την τύχη του περιβάλλοντος χώρου του.
Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί να υπάρχει ένα παράδοξο μέσα σε μία Αναβίωση. Ίσως η απάντηση να βρίσκεται ακριβώς στην ίδια τη φύση του παραδόξου, το οποίο γεννιέται μέσα στο ίδιο το κλειστό του σύστημα, από τα ίδια του τα στοιχεία και τον πεπερασμένο λειτουργικό τους χαρακτήρα.
Με την παραδοχή που αυτή η Αναγέννηση τελείται μέσα στο κλειστό σύνολο της Γης και με συναφή τρόπο και στοιχεία -μιας και οι συνθήκες της και η σύστασή της αυτά επιτρέπουν- τότε πάντοτε η αυτοαναφορά και στη διαδικασία της αναζωογόνησης του ζωτικού χώρου της θα εμπεριέχει a priori τις ίδιες προκείμενες και τα ίδια αποτελέσματα. Τούτη η αναγέννηση σύμφωνα με τον συνθέτη εμπεριέχει ένα δυναμικό παράδοξο μέσα στην ίδια της τη διαδικασία. Είναι η ταυτολογία που ξεκινά και καταλήγει με τον χώρο (Space Inventing Time-Faith Illuminating Space). Μόνο που αυτή η κυκλική κίνηση καταλήγει σε μία επανεφεύρεση, νοητική, του χώρου -κάτι σαν την δημιουργία ενός συνόλου- τον άνθρωπο που δημιουργεί ένα σύνολο με τον χώρο και τον χρόνο, που είναι μέλος του εαυτού του.
H Γη θα αναγεννηθεί, αλλά ακολουθώντας πάλι, νομοτελειακά σχεδόν, την ίδια αιτιακή αλυσίδα που και σήμερα την έφερε ως εδώ: η υλική διαμόρφωση του αρχικού μαγματικού χώρου έφερε την έμβια πραγματικότητα, που εξελίχθηκε στα είδη της φύσης και τελικά στον άνθρωπο, ο οποίος όταν διανοητικά εξελίχθηκε και μπροστά στο άγνωστο πάντα της φύσης αδυνατούσε να αντιληφθεί την ολότητά της, έπλασε μία φύση πέρα από τη φύση και τούτος ο στοχασμός για το υπερφυσικό διέπλασε και την εικόνα (νοητική ή απλά μεταφυσική) για την ύλη και τον χώρο.
Όπως φαίνεται και από τους τίτλους, αλλά και από την συνθετική δομή του άλμπουμ, το παράδοξο τούτο αναπόφευκτα θα συντελείται πάντα στους δύο θεμελιώδεις άξονες, του χρόνου και του χώρου. Αυτές τις δύο περιοχές στις οποίες θεμελιώνεται η εμπειρία και η κατανόηση, η γνωσιολογία και τα όρια του ορθού λόγου, αφού μόνο μέσα στις τούτες δύο συντεταγμένες συμπυκνώνεται η εμπειρία μας και γίνονται αντιληπτά τα φαινόμενα.
Το γεγονός, όπως μας αποκαλύπτει η σύγχρονες φυσικές θεωρίες και η σχετικότητα, πως οι δύο τούτες σταθερές είναι ουσιαστικά ανεξάρτητες, ασυνεχείς και συχνά ασύμβατες μεταξύ τους -κατά βάση διευρύνει αυτό το παράδοξο. Οι αισθητηριακές και μακροσκοπικά νοητικές (σε βιωματικό και εμπειρικό επίπεδο) δυνατότητες του ανθρώπου δεν μπορούνε να αποσπασθούν από την ενότητα και τη συνέχεια του στοιχείου του χώρου και του χρόνου. Τα συναφή θεωρητικά (Αϊνστάιν) και κάθε είδους λογοτεχνικά (πχ Χόφμαν, Μπόρχες, Ρουμπέν Νταρίο, Άζιμοφ, Λόβκραφτ) παραδείγματα μας πιστοποιούν, αναφορικά με τον χρόνο, τον χώρο και την υπέρβασή τους, την ύπαρξη και διαρκή παραγωγή, σχεδόν βιοτικά, παραδόξων. Αυτών που γεννιώνται ακριβώς από τούτη την ασυμβατότητα και ασυγχρονία των δύο αυτών θεμελιωδών συντεταγμένων της εμπειρίας και της αντίληψης. Ιδιαίτερα στη μουσική η διατονική συμπύκνωση της πλοκής και του χρόνου δημιουργεί την ψευδαίσθηση της πλήρους συντέλεσης στον μικρότερο χρόνο, όπως η Αναγέννηση που προτείνει και ο Τσάγκαρης.
Αλλά και εμπειρικά, άμα δούμε τούτα τα δύο στοιχεία, αυτά δουλεύουνε το ένα ενάντια στο άλλο. Παράδειγμα, η αναγέννηση της Φύσης μετά μία καταστροφή. Όπως ακριβώς η κατάσταση που υπαινίσσεται η πλοκή στο συνθετικό έργο του Τσάγκαρη. Το γοργό πέρασμα του χρόνου για την ανάπλαση που αξιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος για να επιζήσει, έρχεται σε αντίθεση με τους αργούς χρόνους και τις δυνατότητες που έχουν στη διάθεσή τους ο χώρος και οι ανάγκες του για προσαρμογή στα νέα δεδομένα των καινούργιων συστημάτων.
Οι σύντομες, μαγματικές και συχνά ανεπίκλητες μεταβολές στον χώρο, απαιτούν μία δραστική αλλαγή μέσα στο πλαίσιο της δράσης του νοητικού συστήματος του ανθρώπου. Κάτι που διαρκώς φέρει τις γνωσιακές του δυνατότητες και κυρίως τις νοητικές του παραστάσεις για τη διάρκεια και την ένταση, αντιμέτωπες με ένα παράδοξο, που ταυτόχρονα περιλαμβάνει όλες τις αιτιακές, συμπερασματικές και διατονικές θα προσθέταμε μιας και αναφερόμαστε σε ένα μουσικό έργο, αλληλουχίες. Αλλά ταυτόχρονα και μία άρνησή τους, όχι μόνον σε γνωσιολογικό, αλλά και στην αφηρημένη συστημική σφαίρα. Κάτι που δημιουργεί συνθήκες αβεβαιότητες, κατάρρευσης των θεμελίων της επιστημονικότητας και τελικά υπερβατικής και δεισιδαίμονας εμπιστοσύνης στην ανθρώπινη πεποίθηση και πίστη και σε μια αδοκίμαστη εμπειρικά κι αιτακά αλλά ασύνειδα παραδεκτή πίστη, που καθορίζει : όπως στα βήματα που προτείνει στοχαστικά ο Τσάγκαρης (Mind Creating Faith-Faith Illuminating Space).
Εν μέρει, η νοητική τούτη ανάπλαση που ξεκινά από το μυαλό και ξεπερνά τη νόηση και το σώμα θυμίζει την «κινητήρια προσπάθεια» (l’effort moteur) του Main de Biran. Aυτή τη θεμελιώδη για την αντίληψη του ανθρώπου διαδικασία, που ανάλογα με την κατεύθυνση που της δίνουμε (εσωτερική ή υπερβατική) οδηγεί τη συνείδηση είτε από το «αισθητηριακό σύστημα» προς το «αντιληπτικό», ή -πάντα μέσω του σώματος- από το «υπεροργανικό» βουλησιαρχικό υποκείμενο προς το «στοχαστικό σύστημα». Εκεί όπου το ίδιο το Εγώ λειτουργεί ως βούληση, ως αιτιακή ενέργεια και ως υποκείμενο αίτιο.
Τούτη η στοχαστική κίνηση είναι και η υπεύθυνη για την πορεία που θα χαράξει το υποκείμενο. Κι ιδού που έγκειται το παράδοξο στο Revival προς τον «τρίτο δρόμο». Είναι η υπεραισθητή/μεταφυσική (ή υπερφυσική πείτε) επικράτεια, που παραδόξως το υποκείμενο, θέλοντας να αποσπασθεί από τη «ζωϊκότητά» του κι έλλογα κι εκούσια σπρώχνει τον λογισμό του σε μονοπάτια σκέψης, που ηθελημένα θεωρεί απάτητα κι ασύλληπτα για τη σκέψη και τη θεωρία. Το ερώτημα τούτο, όπως και κάθε τέτοια κίνηση που φέρνει σε άμεση αντιπαράθεση την επιστημολογία με την μεταφυσική, πυροδοτεί πάντοτε την υποψία εάν πρόκειται για μία παραίτηση από την προσπάθεια να εξηγήσουμε τον κόσμο με τον νου κι απλά να αφεθούμε σε μία πίστη ότι το εξωαισθητό -είτε πρόκειται για χρόνο, είτε ακόμη και για τον χώρο- μόνο με μία νοητική (πνευματική στην αφαίρεσή της) διαδικασία μπορεί να γνωσθεί.
Το παράδοξο είναι παράδοξο γιατί οδηγεί σε ένα τέλειο αδιέξοδο, που είναι η ταυτολογία. Και το ερώτημα του Τσάγκαρη πάνω στο παράδοξο της Αναγέννησης είναι ακριβώς εάν η διαδικασία τούτη για να ξεπηδήσει κάτι νέο θα ακολουθήσει το παράδειγμα της πρώτης γένεσης, εάν τα στοιχεία του συνόλου της είναι 1-1 τα ίδια, εάν η δυναμική της δημιουργίας εξαντλώντας τα ίδια στοιχεία με αυτοαναφορικό τρόπο θα περιλαμβάνει ταυτόσημα το ‘αληθές’ και το ‘ψευδές’ χωρίς κανείς να μπορεί να διαχωρίσει ποιό είναι ποιό: όπως ο χώρος που βοηθά να διαμορφωθεί το μυαλό, φωτίζεται κι αναδιαμορφώνεται από τις εικόνες του μυαλού, το οργανικό μοιάζει να εξαρτάται από το ανόργανο.