Την τελευταία μέρα του Αυγούστου έληγε η θητεία του Γενικού Εισαγγελέα Όσκαρ Τσιντσιλά, του ανθρώπου που ανέλαβε το αξιοζήλευτο αξίωμα του ανώτατου δικαστικού λειτουργού της χώρας πίσω στο 2013. Στα κυρίαρχα ΜΜΕ, ο Τσιντσιλά περιγραφόταν ως ο ιδανικός υπηρέτης του νόμου, ως ο άτεγκτος φύλακας της τάξης σε μια χώρα βυθισμένη στην βία των καρτέλ ναρκωτικών, του οργανωμένου εγκλήματος και των χιλιάδων διεφθαρμένων αξιωματούχων και δημόσιων λειτουργών. Άνθρωπος που αφιερώνεται στο έργο του και όχι στις δημόσιες σχέσεις, με πολλές πράξεις και λίγα λόγια. Προς επίρρωση όλων των παραπάνω, ο Όσκαρ Τσιντσιλά γρήγορα κέρδισε την εμπιστοσύνη και την συνεργασία της αμερικανικής κυβέρνησης, που όπως επαναλαμβάνουν μονότονα τα ίδια ΜΜΕ, πάντα σχεδιάζει τις ενέργειες της με βάση την διεθνή νομιμότητα και το δημόσιο συμφέρον.
Αυτό ήταν το προφίλ που εξασφάλισε στον 41χρονο δικηγόρο από την Santa Rosa de Copán την ανάληψη μιας τόσο νευραλγικής θέσης στο δικαστικό σώμα της Ονδούρας το 2013, όταν η χώρα τελούσε υπό την εξουσία της νεοφιλελεύθερης και αυταρχικής κυβέρνησης του Porfirio Lobo Soso. Αποκλειστική αποστολή όλων των κυβερνήσεων που διαδέχτηκαν τον τελευταίο δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρο Μανουέλ Σελάγια, ήταν η αναχαίτιση της πορείας της Ονδούρας προς το στρατόπεδο των προοδευτικών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής και η αναίρεση των όποιων μεταρρυθμίσεων είχε προλάβει να εφαρμόσει προς όφελος της φτωχής κοινωνικής πλειοψηφίας. Από την θέση του Γενικού Εισαγγελέα, ο Όσκαρ Τσιντσιλά ήταν υπεύθυνος για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, την δίωξη των καρτέλ ναρκωτικών και την αδειοδότηση (ή μη) των μεγάλων εξορυκτικών προτζεκτ που αυξήθηκαν δραματικά μετά την ανατροπή του Σελάγια το 2009.
Η κρισιμότητα της παρουσίας ενός ανθρώπου που υπηρετούσε την ντόπια και διεθνή ολιγαρχία σε μια τόσο νευραλγική θέση του κρατικού μηχανισμού ίσως εξηγεί την μάχη που ήταν διατεθειμένη να δώσει η δεξιά αντιπολίτευση για να τον κρατήσει στην θέση του, ακόμα και μετά το πέρας της νόμιμης θητείας του. Το Κογκρέσο είχε διορία μέχρι τις 31 Αυγούστου να χρίσει τον διάδοχο του Τσιντσιλά, μια διαδικασία που απαιτεί την συναίνεση των ⅔ του σώματος. Η Σιομάρα Κάστρο και το κυβερνών Libre είχαν αντικειμενικά μια δύσκολη αποστολή καθώς έπρεπε να πείσουν περίπου 50 βουλευτές της κεντρώας και δεξιάς αντιπολίτευσης να υποστηρίξουν έναν υποψήφιο της επιλογής τους. Κοινοβουλευτικές διαδικασίες που απαιτούν τέτοιο εύρος συγκλίσεων είναι δοκιμασία για κάθε κυβέρνηση στην Ονδούρα, πόσο μάλλον για το Libre και την Κάστρο που φιλοδοξούν να εκφράσουν τα συμφέροντα των αποκλεισμένων της χώρας κόντρα σε ένα πολιτικό σύστημα που δουλεύει για δεκαετίες προς όφελος μιας μικρής, ασύδοτης οικονομικής ελίτ. Η δεξιά άδραξε την ευκαιρία, δεν αποδέχτηκε κανένα από τα πρόσωπα που πρότεινε η κυβέρνηση και οδήγησε τις διαδικασίες σε αδιέξοδο. Το Κογκρέσο ανέστειλε τις διαδικασίες ανάδειξης νέου Γενικού Εισαγγελέα δίνοντας χώρο σε παρασκηνιακές επαφές που μπορούν να αμβλύνουν τις αντιθέσεις μεταξύ των κομμάτων μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Η φορολογική μεταρρύθμιση στο επίκεντρο
Η όξυνση που επέλεξε η αντιπολίτευση έχει τις ρίζες της και σε μια άλλη, παράλληλη εξέλιξη με την υπόθεση του Γενικού Εισαγγελέα. Η κυβέρνηση Κάστρο, υλοποιώντας μια από τις βασικές της προεκλογικές δεσμεύσεις, φέρνει στο Κογκρέσο προς ψήφιση νομοσχέδιο που αυξάνει σημαντικά τα ποσοστά φορολογίας των πιο εύπορων πολιτών της χώρας και των μεγάλων επιχειρήσεων. Η COHEP, η συλλογική έκφραση των επιχειρηματικών συμφερόντων της Ονδούρας, αντιτίθεται σφόδρα στο νομοσχέδιο και επιχειρεί να το μπλοκάρει με κάθε τρόπο.
Απέναντι της στέκεται ο Μάρλον Οτσόα, επικεφαλής της Υπηρεσίας Είσπραξης Εσόδων, του οργανισμού που είναι υπεύθυνος για την συλλογή των φόρων από πολίτες και επιχειρήσεις. Ο Οτσόα, έχοντας στα χέρια του επίσημα κρατικά στοιχεία, καταγγέλλει τις δέκα πλουσιότερες οικογένειες της Ονδούρας ότι έχουν στήσει ένα εκτεταμένο δίκτυο διαφθοράς εντός του κρατικού μηχανισμού ώστε να φοροδιαφεύγουν συστηματικά ζημιώνοντας το κράτος με απώλειες εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Στο τελευταίο επεισόδιο αυτής της διένεξης, με φόντο την διαπάλη γύρω από το νέο νομοσχέδιο, ο Μάρλον Οτσόα αποφάσισε να καταθέσει τα στοιχεία που – κατά τον ίδιο – αποδεικνύουν τον χρηματισμό κρατικών υπαλλήλων και την φοροδιαφυγή των δέκα αυτών οικογενειών. Για να το κάνει αυτό, κατέφτασε στο αρμόδιο υπουργείο με φορτηγό, μέσα στο οποίο υπήρχαν οι δεκάδες χιλιάδες φάκελοι με τα εν λόγω στοιχεία. Κατά την έξοδο του μάλιστα, κατήγγειλε και την ύπαρξη σχεδίου δολοφονίας του από αυτές τις δέκα οικογένειες.
Η Κάστρο πάντως, διακρίνοντας τις προσπάθειες καθαίρεσης της, έκανε αυτό που ξέρει ότι μπορεί να την προστατέψει πιο αποτελεσματικά από κάθε θεσμική θωράκιση της κυβέρνησης της. Κάλεσε τους υποστηρικτές της να κινητοποιηθούν, καταγγέλλοντας στην διεθνή κοινότητα την νέα απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον της. Χιλιάδες διαδηλωτές πλημμύρισαν την Τεγουσιγάλπα στέλνοντας βροντερό μήνυμα αποφασιστικότητας προς τις δυνάμεις που προσπαθούν να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση για πολλοστή φορά τους τελευταίους 21 μήνες.
Τίτλοι τέλους για τον Όσκαρ Τσιντσιλά
Όσο για τον πρώην Γενικό Εισαγγελέα, επέλεξε να αποχωρήσει από την χώρα με προορισμό την Νικαράγουα όπου πρόκειται να αναλάβει την προεδρία του Δικαστηρίου της Κεντρικής Αμερικής, θέση στην οποία εξελέγη το 2017 αλλά δεν ανέλαβε μέχρι την λήξη της θητείας του στην Γενική Εισαγγελία. Η άρνηση του να αιτιολογήσει δημόσια τα πραγματικά κίνητρα της φυγής του έδωσαν χώρο σε φήμες και εικασίες που απλώθηκαν ταχύτατα σε όλη την χώρα, ειδικά αν ληφθεί υπόψη η απόφαση της κυβέρνησης να διερευνήσει ενδεχόμενες παραβάσεις καθήκοντος κατά την θητεία του. Στην όλη υπόθεση πρέπει να συνυπολογιστεί και η εμπλοκή του ονόματος του στην δίκη του πρώην προέδρου της Ονδούρας στις ΗΠΑ. Σε ένα από τα χιλιάδες έγγραφα της δικογραφίας εναντίον του Ορλάντο Ερνάντες, φέρεται να του αποδίδεται η φράση «βάλαμε τον Τσιντσιλά στη Γενική Εισαγγελία για να μας προστατέψει». Πάντως, εάν η πρόθεση του πολυσυζητημένου δικαστικού ήταν να αποφύγει ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες στην χώρα του, η Νικαράγουα, υπό την ηγεσία του πρώην αντάρτη των Σαντινίστας Ντανιέλ Ορτέγκα δεν θα έπρεπε να συγκαταλέγεται στους πιο ασφαλείς προορισμούς του.
Σε κάθε περίπτωση, η αποχώρηση του Όσκαρ Τσιντσιλά είναι μια μικρή ανάσα για την κυβέρνηση αλλά και τα αντι-εξορυκτικά κινήματα της χώρας.. Κόντρα στις αγιογραφίες των κυρίαρχων ΜΜΕ για τον Τσιντσιλά, ορθώνονται οι αφηγήσεις των περιβαλλοντικών ακτιβιστών και των δικηγόρων τους.
Σύμφωνα με αυτές, πάνω από 100 κοινωνικοί αγωνιστές δολοφονήθηκαν κατά την θητεία του, δεκάδες παράνομες άδειες εξόρυξης εκδόθηκαν για χάρη μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και εκατοντάδες άνθρωποι διώχθηκαν επειδή επιχείρησαν να αντισταθούν στις παράνομες και βλαβερές δραστηριότητες των εξορυκτικών κολοσσών που εκμεταλλεύονται τα ορυκτά αποθέματα της Ονδούρας. Ο Όσκαρ Τσιντσιλά δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα γρανάζι που διευκόλυνε και νομιμοποιούσε το εξορυκτικό μοντέλο που αδειάζει την χώρα από τον ορυκτό της πλούτο και γεμίζει τις τσέπες μιας μικρής πολιτικοοικονομικής ελίτ.