Δικαστής της Νέας Υόρκης έκρινε τον Ντόναλντ Τραμπ και τους ενήλικους γιους του ένοχους για απάτη και ακύρωσε την επιχειρηματική πιστοποίηση του Οργανισμού Τραμπ, λέγοντας ότι οι Τραμπ παρείχαν ψευδείς οικονομικές καταστάσεις για περίπου μια δεκαετία, διογκώνοντας την περιουσία τους προκειμένου να πετύχουν ευνοϊκότερο δανεισμό.
Η απόφαση του δικαστή Άρθουρ Ένγκορον του πολιτειακού δικαστηρίου της Νέας Υόρκης συνιστά πλήγμα για τον Τραμπ, περιορίζοντας εν πολλοίς την προγραμματισμένη για τις 2 Οκτωβρίου δίκη στον ορισμό της αποζημίωσης που θα κληθούν να καταβάλουν οι κατηγορούμενοι στην υπόθεση.
Ο δικαστής Ένγκορον επέβαλε επίσης κυρώσεις στους συνηγόρους υπεράσπισης επειδή συνέβαλαν στη «θορυβώδη» στάση των πελατών τους και διατύπωσαν «εξωφρενικά» νομικά επιχειρήματα.
Η γενική εισαγγελέας Λετίσια Τζέιμς κατέθεσε αγωγή σε βάρος του Ρεπουμπλικάνου μεγιστάνα τον Σεπτέμβριο του 2022, κατηγορώντας τον ίδιο, τα ενήλικα τέκνα του και τον Οργανισμό Τραμπ ότι ψεύδονταν επί μια δεκαετία σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ευνοϊκότερους όρους τραπεζικών δανείων και ασφάλισης.
Η γενική εισαγγελέας ζήτησε αποζημίωση 250 εκατομμυρίων δολαρίων, απαγόρευση στους Τραμπ να υπηρετήσουν ως αξιωματούχοι μιας επιχείρησης στη Νέα Υόρκη και να σταματήσει η εταιρεία να εμπλέκεται σε επιχειρηματικές συναλλαγές για πέντε χρόνια.
Όπως ανέφερε, ο Τραμπ διόγκωσε την περιουσία του κατά 2,23 δισεκ. δολάρια – και σε μια περίπτωση κατά 3,6 δισεκ. δολάρια – στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που δόθηκαν σε τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρίες.
Ο Ντόναλντ Τραμπ προσέφυγε εκ νέου στο εφετείο, κατηγορώντας Ένγκορον και Τζέιμς ότι αγνόησαν την ετυμηγορία για περιορισμό της αγωγής. Τις επόμενες ημέρες αναμένεται η απόφαση του εφετείου για αυτό το αίτημα.
Παρά τις δικαστικές περιπέτειες που αντιμετωπίζει, ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίζεται ως φαβορί για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024.