Πώς θα σας φαινόταν αν αύριο δεν υπήρχαν η Πάτρα και ο Βόλος, ή τα Ιωάννινα – δηλαδή η τρίτη και η έβδομη, ή η όγδοη μεγαλύτερη πόλη-δήμος της Ελλάδας;
Αυτό συνέβη μεταξύ 2015 και 2022 από πλευράς δημογραφικού φυσικού ισοζυγίου, δηλαδή της διαφοράς μεταξύ γεννήσεων και θανάτων, καθώς ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά περίπου 350 χιλιάδες ανθρώπους.
Τονίζεται ο όρος φυσικό ισοζύγιο γιατί τρεις είναι οι δημογραφικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη μεταβολή του πληθυσμού: οι γεννήσεις, οι θάνατοι και η μετανάστευση. Δηλαδή ο πληθυσμός εξαρτάται από δύο ισοζύγια: το φυσικό (γεννήσεις-θάνατοι) και το μεταναστευτικό (είσοδοι-έξοδοι).
Πιο συγκεκριμένα, για τα έτη 2015-2022 η εξέλιξη του αρνητικού φυσικού ισοζυγίου είχε ως εξής:
2015: -29,336
2016: -25,890
2017: -35,942
2018: -33,851
2019: -41,198
2020: -46,261
2021: -58,577
2022: -64,260
Δηλαδή μεταξύ των ετών 2015-2022 είχαμε 355.315 περισσότερους θανάτους απ’ ό,τι γεννήσεις.
Ειδικότερα, μεταξύ των ετών 2015 και 2018 πέθαναν 150.019 περισσότεροι συνάνθρωποι μας από αυτούς που γεννήθηκαν στη χώρα, ενώ μεταξύ 2019 και 2022 ο φυσικός πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε κατά περίπου 210.296 συμπολίτες μας.
Μάλιστα το 2022 ήταν το χειρότερο έτος στην ιστορία του ελληνικού κράτους (από τότε που έχουμε στη διάθεσή μας στοιχεία, δηλαδή από το 1932), καθώς όπως φαίνεται παραπάνω, με βάση τα στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η Ελληνική Στατιστική Αρχή, το 2022 το φυσικό ισοζύγιο ήταν αρνητικό κατά 64.260 ανθρώπους, δηλαδή μόνο πέρυσι χάθηκε μια πόλη του μεγέθους της Κομοτηνής, της Καβάλας ή της Λαμίας (αναφερόμαστε πάντοτε σε επίπεδο δήμου).
Η πρώτη φορά μεταπολεμικά που ο πληθυσμός της χώρας άρχισε να μειώνεται, τόσο από πλευράς φυσικού όσο και μεταναστευτικού ισοζυγίου ήταν το 2011, αν και ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 η πορεία ήταν οριακή: σε αυτό το χρονικό διάστημα η πτώση των γεννήσεων ανακόπτεται προσωρινά, ενώ οι θάνατοι συνεχίζουν να αυξάνονται απρόσκοπτα, με αποτέλεσμα το φυσικό ισοζύγιο να αφήνει ένα μικρό μόνον θετικό πλεόνασμα στην περίοδο αυτή: «οι γεννήσεις σταθεροποιούνται γύρω από τις 100 χιλ. την δεκαετία του 1990 και αυξάνονται ελαφρώς την επόμενη οκταετία φθάνοντας τις 118 χιλ. την διετία 2008-09 ως επίπτωση της ωρίμανσης του ημερολογίου της τεκνογονίας» (Βύρων Κοτζαμάνης, Οι Δημογραφικές εξελίξεις στην Ελλάδα).
Θυμίζουμε ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας κατά την απογραφή του 2021 εκτιμήθηκε σε 10.482.487 άτομα (η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία σε δημοσίευμά της το 2022 εκτίμησε τον αριθμό σε 10,604 εκατομμύρια μόνιμους κατοίκους), που σημαίνει ότι η μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας κατά τη δεκαετία 2011 – 2021, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το φυσικό όσο και το μεταναστευτικό ισοζύγιο, ήταν περίπου 480 χιλιάδες, που σημαίνει με τη σειρά του ότι η Ελλάδα από το 2011 μέχρι σήμερα έχασε πληθυσμό που αναλογεί περίπου στους δήμους της Πάτρας, της Λάρισας και των Χανίων, ή στους δήμους της Θεσσαλονίκης, των Τρικάλων και της Ξάνθης, ενώ σε επίπεδο περιφέρειας η αναλογία από πλευράς απωλειών είναι κάτι περισσότερο από τις περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας και Ιονίων Νήσων, ή Βόρειου Αιγαίου, ή κάτι λιγότερο από την περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, με βάση την απογραφή του 2021.
Υ.Γ: Πληροφορούμαι ότι αναμένονται με αγωνία τα άμεσα και έμμεσα οφέλη από την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, η οποία αποτελεί «εγγύηση για νέα πορεία» στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Αμήν, ή καλύτερα: O tempora, o mores.