«Είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει κανείς την παγκοσμιοποίηση και την ροή του κεφαλαίου. Αυτό που μπορεί να κάνει η πολιτική είναι να δημιουργήσει κατάλληλα εργαλεία και κίνητρα, καθώς και να θέσει τους κανόνες, ώστε από τη δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα να μπορούν να ενισχυθούν κοινωνικές προτεραιότητες. Το να υπάρξει ένα άλλο οικονομικό σύστημα χωρίς χρηματιστήρια, τράπεζες κ.λπ. είναι μάλλον στη σφαίρα της ουτοπίας».
- Στέφανος Κασσελάκης, Εθνικός Κήρυκας, 19.5.2023
Ι. Το κλίμα
Η φράση του τίτλου αποδίδεται στον κλιματολόγο Κέβιν Άντερσον, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Ίσως ως παραλλαγή του «δεν έχουμε μπροστά μας πια μη-ριζοσπαστικές επιλογές» της Ναόμι Κλάιν.
Η επιλογή είναι μεταξύ της άμεσης και βαθιάς κοινωνικής αλλαγής ή της αναμονής για λίγο ακόμα για μια χαοτική και βίαιη κοινωνική αλλαγή. Το 2023 το παράθυρο επιλογής κλείνει ταχύτατα.
Η διαπίστωσή του αφορά στη βεβαιότητα πλέον πως το μέλλον επιφυλάσσει ή εξαιρετικά ριζοσπαστικές αναδιαρθρώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας, ή κλιμακούμενες κλιματολογικές και περιβαλλοντικές καταστροφές που θα διαταράξουν τις βασικές προϋποθέσεις ύπαρξης των ανθρώπινων κοινωνιών. Το δεύτερο θα οδηγήσει σε χαοτικές, ριζικές και ραγδαίες αλλαγές στην οργάνωση του παγκόσμιου συστήματος, στην αύξηση συγκρούσεων πυροδοτημένων από μια νέα περίοδο ελλείψεων και σπάνης, ή -το πιθανότερο- και τα δύο μαζί. Η δράση που χρειάζεται -χθες- για να περιοριστεί όσο το δυνατόν ένα όχι πολύ μακρινό μέλλον αβίωτο για την ανθρωπότητα, θα πρέπει να είναι αστραπιαία -ιστορικά μιλώντας- και να ανατρέπει, όχι να συντηρεί τις βασικές παραδοχές αυτού του παγκόσμιου κοινωνικού και οικονομικού συστήματος. To υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα, λένε πλέον και από το IPCC, δεν είναι συμβατό με την κλιματική σταθερότητα, και αυτό περιλαμβάνει διάφορες εκδοχές «πράσινου καπιταλισμού». Και δεν είναι μόνο το ενεργειακό μοντέλο (που απαιτεί την απόλυτη ανατροπή μέσα σε μια-δυο δεκαετίες του τρόπου που ενεργοδοτείται η ανθρωπότητα). Η προσαρμογή στο μεταβαλλόμενο κλίμα θέλει επενδύσεις που θα ανατρέπουν την ιδιωτικοποίηση των υποδομών (η παραφροσύνη της ιδιωτικοποίησης της ενέργειας εν μέσω κλιματικής μετάβασης δείχνει ανάγλυφα πόσο σοβαρά αντιμετωπίζεται η πρόκληση), θέλει εσωτερική συναίνεση και εξισωτισμό, αλλά και αλληλεγγύη με τον αναπτυσσόμενο κόσμο (για τον οποίο θα πρέπει να βρεθεί «χώρος» ανάπτυξης), που να αμφισβητεί το καθεστώς της πνευματικής ιδιοκτησίας, και να απαιτεί να μην επαναληφθεί το προηγούμενο της λεηλασίας των πόρων του υπέρ των επιχειρηματικών κερδών των δυτικών πολυεθνικών. Δεν υπάρχει κανένα σοβαρό δείγμα πολιτικών προς αυτήν την κατεύθυνση, η θεσμική δημόσια συζήτηση και οι ανακοινώσεις στα διάφορα COP, έχουν περισσότερη σχέση με το «πράσινο ξέπλυμα» επίμονα καταστροφικών επιλογών, παρά με την πραγματική αντιμετώπιση μιας υπαρξιακής κρίσης για την ανθρωπότητα. Το ότι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αναλαμβάνουν το ερχόμενο COP28, έκανε μέχρι και τον Πάπα να δυσφορήσει για την εμφανή σύγκρουση συμφερόντων…
Η επιλογή είναι πλέον όχι απλά σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα, αλλά σοσιαλισμός ή κατάρρευση των ανθρώπινων κοινωνιών. Τα επίσημα σχέδια μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, τα σχέδια επιβράδυνσής της, είναι κατά κύριο λόγο προσχήματα διατήρησης της καθεστηκυίας τάξης, υποδυόμενοι πως αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο. Η επίκληση της ατομικής ευθύνης για κάτι που, στην κλίμακά για την οποία μιλάμε, αφορά τον συστημικό τρόπο με τον οποίο δουλεύουν οι κοινωνίες, είναι στρατήγημα επικοινωνιακής και μόνο χρήσης. Δεν υπάρχει τρόπος να μπούμε σε ένα δρόμο μηδενισμού της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου μέσα σε πλαίσια που θα διατηρούν την ηγεμονία της λογικής του κέρδους και που θα επιτρέπουν τη διαιώνιση των σημερινών ανισοτήτων.
Αν παρόλα αυτά, η ριζική οικονομική και κοινωνική μετάβαση που είναι απαραίτητη για την αποφυγή της κατάρρευσης του ανθρώπινου πολιτισμού δεν έρθει, η εναλλακτική -πέραν μιας αλυσίδας όλο και συχνότερων καταστροφών που θα οδηγήσει σε χάος- είναι εξίσου ριζοσπαστική: όπως έχω επισημάνει αλλού, ένας τρόπος για να επιχειρηθεί η προσωρινή διαχείριση της κρίσης ως ευκαιρίας, χωρίς να κινδυνεύσουν τα σημερινά προνόμια αλλά και να διευρυνθούν οι ανισότητες, είναι ένας γενικευμένος οικο-φασισμός: η εγκατάλειψη στην κατάρρευση των οικοσυστημάτων και των υποδομών για τους πολλούς, υπό αυστηρά καθεστώτα καταστολής, ενώ μια μικρή μερίδα του παγκόσμιου πληθυσμού (εικάζει πως) θα προστατεύεται σε ειδικές ζώνες ασφαλείας απομυζώντας όποια κέρδη για όσο υπάρχουν.
Η εκσκαφή των θεμελίων ενός τέτοιου κράτους μόνιμης έκτακτης ανάγκης, οι βασικές του προϋποθέσεις και οι στρατιωτικοποιημένες του υποδομές, θεμελιώνονται εντατικά ήδη στο παρόν.
ΙΙ. Το κράτος εξαίρεσης
Από τον προηγούμενο επινοημένο πόλεμο, εκείνον «κατά της τρομοκρατίας», και αρχής γενομένης από τις ΗΠΑ, έχει στηθεί το συνθλιπτικό σκηνικό, προϊόν μιας άτυπης «ΣΔΙΤ» -αν και τα όρια του κράτους των ΗΠΑ και των ψηφιακών ολιγαρχιών είναι δυσδιάκριτα– που κατήργησε το ιδιωτικό απόρρητο, εξάπλωσε την επιτήρηση, επέτρεψε παρεμβάσεις του κράτους / εταιρειών, σε προσωπικές εκφράσεις και επιλογές, κατασκεύασε εντέλει έναν κατακερματισμένο, παρακολουθούμενο και αστυνομοκρατούμενο κόσμο που στα τέλη του 20ου αιώνα θα θεωρούνταν σενάριο ταινιών δυστοπικής φαντασίας. Τα βιομετρικά στοιχεία σε κάθε δημόσιο έγγραφο, η γενικευμένη επιτήρηση από ιδιωτικές εταιρείες και η καταγραφή και η αρχειοθέτηση της παραμικρής δραστηριότητας στο διαδίκτυο, οι γενικευμένες κρατικές υποκλοπές, αλλά και η κάλυψη του κατοικημένου χώρου σχεδόν παγκοσμίως με μέσα παρακολούθησης και αισθητήρες -και το Ίντερνετ των Πραγμάτων έρχεται να καλύψει κάθε εναπομείνασα τρύπα- έρχονται και συμπληρώνουν τα εργαλεία που ήδη είναι στα χέρια των αρχών ασφαλείας και των μυστικών υπηρεσιών κάθε κράτους. Και δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ: Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, καθώς και μεμονωμένες χώρες έχουν εμπλακεί σε μια προσπάθεια απαγόρευσης της κρυπτογράφησης των ιδιωτικών συνομιλιών στις διάφορες εφαρμογές μηνυμάτων (viber, whatsapp, messenger κτλ). H Europol (που έχει εμπλακεί και σε άλλες καταγγελίες κατάλυσης δικαιωμάτων απόρρητου) ζητά πλήρη πρόσβαση στα δεδομένα από κάθε συζήτηση που θα καταγράφεται. Ήδη της έχει ζητηθεί να σβήσει τα δεδομένα που έχει αποθηκεύσει. Βρισκόμαστε στην αρχή της εποχής της νόμιμης μαζικής και οριζόντιας παρακολούθησης από κρατικές αρχές – κάτι που είναι ήδη πρακτική σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες (οι πρακτικές είναι φυσικά παγκόσμιες), παρά τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Παράλληλα η αστυνομική καταστολή είναι αυξημένη σε παγκόσμιο επίπεδο, με τις ΗΠΑ να βρίσκονται σε κορυφαία θέση στη φονική αυθαιρεσία. Δεν είναι καθόλου προφανές, αν παραμερίσει κανείς την προπαγάνδα, πως οι περισσότερες δυτικές και δυτικοστραφείς μεταδημοκρατίες είναι, πολλώ δε μάλλον πως θα παραμείνουν, πιο «ελεύθερες» καθ’ οιονδήποτε ουσιώδη τρόπο από τα διάφορα -ορθώς ή μη- ονομαζόμενα «αυταρχικά καθεστώτα». Η ηγεμών της Δύσης που αυτοχαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη δημοκρατία στο κόσμο και θεωρεί εαυτόν πρότυπο δημοκρατίας αλλά και κράτους δικαίου, έχει τους περισσότερους έγκλειστους στις φυλακές και σε κάποιου είδους περιορισμό, από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη χώρα στο κόσμο. Η Βρετανία είναι μια παγκόσμια πρωτεύουσα της επιτήρησης. Ο αγγλοσαξωνικός κόσμος προηγήθηκε, αλλά ο ευρωνεοφιλελευθερισμός καταστρέφει, αλλού πιο αργά και αλλού πιο γρήγορα, και τις δημοκρατικές παραδόσεις κρατών της ΕΕ. Η σύγχυση γίνεται μεγαλύτερη καθώς για τη Δύση κάθε κυβέρνηση που δεν πλέει με τα νερά της είναι αυταρχική και της επιβάλλονται καταστροφικές κυρώσεις, ενώ κάθε κυβέρνηση που συμπλέει με την κυριαρχία της είναι -το πολύ- κάποιου είδους «ατελής δημοκρατία», για την οποία η καλύτερη στρατηγική βελτίωσή της είναι η συνέχιση των επαφών και του εμπορίου, αλλά και η μεταφορά εργαλείων επιβολής στον πληθυσμό της.
Δεν είναι τυχαίο πως όλα αυτά συνδυάζονται με τη διαπίστωση της γενικής υποβάθμισης του επιπέδου της δημοκρατίας παγκόσμια.
ΙΙΙ. Ο Πόλεμος
Η άνοδος της Κίνας κυρίως και η δημιουργία των BRICS αμφισβητούν την ηγεμονία των ΗΠΑ. Ύστερα από τον οικονομικό αυτοτραυματισμό της ΕΕ μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που στα πλαίσια των αμερικανικών κυρώσεων έβλαψε τις οικονομίες της περισσότερο από τη ρωσική σε μια πράξη εντυπωσιακής οικονομικής αυτοχειρίας, φαίνεται πως έπεται το τελειωτικό χτύπημα με την συμπόρευση με τις ΗΠΑ στον μεγάλο ψυχρό πόλεμο με την Κίνα, τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ευρώπης. Η όξυνση των αντιθέσεων μεταξύ δύο μεγάλων μπλοκ, οδηγεί ήδη σε μεγαλύτερη στρατιωτικοποίηση και σε διάσπαρτους εσωτερικούς ή διακρατικούς «πολέμους δια αντιπροσώπων» ανά τον κόσμο. Μετά από πολλά χρόνια, η απειλή του παγκόσμιου πυρηνικού ολέθρου επανέρχεται ακόμα πιο επικίνδυνη.
Η τιθάσευση των κοινωνιών σε ένα πολεμικό μονοπάτι απαιτεί τον περαιτέρω περιορισμό του κράτους δικαίου, την επίταση της λογοκρισίας -της μιας ή της άλλης μορφής- την ενίσχυση των «αμυντικών» δαπανών εις βάρος των κοινωνικών, την παραμέληση του περιβαλλοντικού κραχ. Οι προσφυγικές ροές που προκύπτουν και θα προκύπτουν από τα παρεπόμενα των πολέμων θα τροφοδοτούν -στη Δύση- την ακροδεξιά ρητορική που με την σειρά της θα ενισχύει το καθεστώς του «διαρκούς πολέμου», με εθνικιστικές κορώνες. Ο διαρκής πόλεμος είναι ένας εξαιρετικός τρόπος άλλωστε να φιμώνονται οι -προδότες- που καταγγέλλουν όχι μόνο τον ίδιο τον πόλεμο, αλλά και τις παρεπόμενες κακουχίες και την υποβάθμιση της ζωής των πολιτών – είτε λόγω της διατροφικής κρίσης, είτε της ενεργειακής, είτε της κοινωνικής, αλλά και για την διατήρηση φονικών εμπάργκο σε χώρες-στόχους που ξεφεύγουν από τη Δυτική ηγεμονία.
Είναι ξεκάθαρο πως η διατήρηση των χωρών του κόσμου έξω από τους πολέμους ηγεμονίας, θα απαιτεί την οξεία αντιπαράθεση με τον μιλιταρισμό και τον πολεμοκαπηλεία που σιγά-σιγά γίνεται καθεστώς. Ένα καθεστώς το οποίο θα τοποθετείται εκ των πραγμάτων στην ακροδεξιά, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.
IV. Η ακροδεξιά επέλαση
Η πολιτική εικόνα στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια δείχνει την άνοδο μιας αντιδραστικής ακροδεξιάς πολλών ειδών, σχεδόν παντού στην ήπειρο. Είτε εκλέγοντας Προέδρους και πρωθυπουργούς, είτε συμμετέχοντας σε κυβερνητικές συμμαχίες, είτε στηρίζοντας κυβερνήσεις, είτε έχοντας μεγάλη παρουσία στα κοινοβούλια. Από τις μεγάλες χώρες, η Ιταλία βρίσκεται ήδη στα χέρια των «μεταφασιστών» της Μελόνι, η Γαλλία ενδέχεται (;) να έχει τη Λεπέν Πρόεδρο σε μερικά χρόνια, και στη Γερμανία το AfD ανεβαίνει συνεχώς. Το αν και κατά πόσο το ακραίο Κέντρο – του Μακρόν ή του Μητσοτάκη, σε σύμπραξη ή μη με την ακροδεξιά, έχει ποιοτικά διαφορετικά χαρακτηριστικά διακυβέρνησης δεν είναι βέβαια απολύτως ξεκάθαρο.
Στις ΗΠΑ η διακομματική πολεμοκαπηλεία, συναντά την ακροδεξιά κοινωνική και οικονομική ατζέντα των Ρεπουμπλικάνων, ίσως το πιο ανισόρροπο πολιτικό κόμμα της παγκόσμιας ακροδεξιάς, όπου ο φονταμενταλισμός αναμειγνύεται με την κουλτούρα της βίας.
Πάντως όσο το πολιτικό δίλημμα παραμένει η νεοφιλελεύθερη μεταδημοκρατία-τεχνοκρατία εναντίον ενός λαϊκότροπου ακροδεξιού νεοφιλελεύθερου αυταρχισμού, θα κερδίζει έδαφος ο δεύτερος.
Στη Λατινική Αμερική μια πιο ρωμαλέα από ότι σε άλλες ηπείρους αριστερά, έχει να αντιμετωπίσει πλέον όχι την κεντροδεξιά αλλά την πιο μαύρη ακροδεξιά σαν πολιτικό αντίπαλο, σε όλο και περισσότερες χώρες. Το επεισόδιο με τον Μπολσονάρου στη Βραζιλία είναι ενδεικτικό και για το πώς διατάσσονται οι κοινωνικές δυνάμεις γύρω από τον πιο αντιδραστικό κοινωνικό αταβισμό. Η Ινδία κυβερνάται πρακτικά από ένα ιθαγενή Ινδικό φασισμό. Η τάση είναι παγκόσμια. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις του καπιταλισμού έχουν ενισχύσει τον εθνικισμό και την μισαλλοδοξία, και οι εκπρόσωποί της πολιτικά δεν έχουν -όπως γνωρίζουμε καλά στην Ελλάδα- τον παραμικρό δισταγμό να συμπλεύσουν με τα νεοφιλελεύθερα κόμματα
Η φενάκη της «κανονικότητας»
Η λίστα των κρίσεων -κάποιοι θα έλεγαν: των εκφάνσεων τς καπιταλιστικής κρίσης- είναι μακρά. Και σε κάθε της υποστασιοποίηση το σχήμα που προκύπτει είναι ξεκάθαρο: ο πλανήτης βρίσκεται σε πορεία πέραν των φυσικών ορίων που τον καθιστούν βιώσιμο για τον άνθρωπο, η φιλελεύθερη αστική δημοκρατία όπως τη γνωρίζαμε πνέει τα λοίσθια είτε λόγω της αποστασιοποίησης των πολιτών και της σαρωτικής διάχυσης της προπαγάνδας, είτε λόγω της μεταφοράς εξουσιών -έστω και τυπικών- από τη σφαίρα της λαϊκής συναπόφασης στη σφαίρα της τεχνοκρατικής διαχείρισης, είτε λόγω ενός νέου καθεστώτος πολλαπλών μορφών βίας που αγκαλιάζουν τον πλανήτη και αγκαλιάζονται από ολοένα και μεγαλύτερο μέρος των -πολλών και ποικίλων- χαμένων των προηγούμενων περιόδων. Η «νέα κανονικότητα» είναι η κανονικότητα μιας διαρκούς διολίσθησης, οικονομικής, δημοκρατικής και κοινωνικής, εν μέσω πολλαπλών επισφαλειών. Αν αναγνωρίζει κανείς την Ελλάδα στα παραπάνω, μπορεί να «παρηγορηθεί» πως ανάλογες με τις δικές μας τροχιές ζουν -τουλάχιστον- οι περισσότερες δυτικές και όχι μόνο κοινωνίες. Ο τίτλος του άρθρου λοιπόν είναι κάπως παραπλανητικός: δεν υπάρχουν πλέον ούτε μη-ριζοσπαστικά παρόντα, στο δε μέλλον απλά θα κριθεί ο χαρακτήρας του αναγκαστικού και προδιαγεγραμμένου ριζοσπαστικού μετασχηματισμού του παγκόσμιου συστήματος. Για να παραφράσω τον νέο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ: Το να συνεχίσει να υπάρχει επί μακρόν αυτό το οικονομικό σύστημα με χρηματιστήρια, τράπεζες κ.λπ. είναι μάλλον στη σφαίρα της ουτοπίας. Το ερώτημα για την αριστερά είναι πώς θα δώσει τη μάχη για τον χαρακτήρα της εν εξελίξει μετάβασης. Πώς θα οχυρωθεί απέναντι σε ένα εκμηδενιστικό, ένοπλο μέλλον;