Νέο εργασιακό νομοσχέδιο, ενόψει. Κορμό αποτελεί (και πάλι) μια ελπιδοφόρα διακήρυξη: περί προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων. Για άλλη μια φορά, η… κεντρική ιδέα αποτελεί το πρόσχημα, καθώς -σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις- ο πραγματικός λόγος του νομοθετήματος είναι η ταρίχευση των συλλογικών συμβάσεων.
Η σχετική ρύθμιση, μέσω της οποίας έπαιρναν προβάδισμα οι κανονισμοί εργασίας των επιχειρήσεων έναντι των κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων, είχε συμπεριληφθεί στο προσχέδιο του εργασιακού νόμου Χατζηδάκη, αλλά παρέμεινε στο συρτάρι του υπουργού Εργασίας, μέχρι νεωτέρας.
Μπορεί η κυβέρνηση να υποστηρίζει ότι αδυνατεί να επιβάλει με νόμο την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων, όμως δεν φαίνεται να δυσκολεύεται ιδιαίτερα με την… αντικατάστασή τους από εργοδοτικές προβλέψεις.
Κανονισμός Εργασίας είναι η συλλογική ρύθμιση των ατομικών σχέσεων εργασίας μιας επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, η οποία είναι γραπτή, ενιαία, σταθερή και προσαρμοσμένη στις εργασιακές συνθήκες της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και στις άλλες νομικές ρυθμίσεις που υπερισχύουν στην επιχείρηση.
Ο Κανονισμός, συναποφασίζεται από την εργοδοσία σε (συνεργασία) συνεννόηση με το επιχειρησιακό σωματείο (συνήθως είτε αποδυναμωμένο είτε εργοδοτικό) ή απευθείας και μονομερώς από τον εργοδότη (αγαπημένη πρακτική).
Το τι θα ακολουθήσει στην αγορά εργασίας, σε περίπτωση που προωθηθεί τέτοιου είδους διάταξη καθίσταται σαφές από τα στοιχεία των επιστημονικών συνεργατών της ΓΣΕΕ:
- Το 2010, η κάλυψη των εργαζομένων από 79 κλαδικές και όμοιοεπαγγελματικές συμβάσεις, προσέγγιζε το 100%.
- Σήμερα, οι 38 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ που βρίσκονται σε ισχύ, καλύπτουν δυνητικά περίπου 735.000 εργαζόμενους, δηλαδή μόλις το 29% του συνόλου των μισθωτών.
Ωστόσο, το πραγματικό ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ μειώνεται ακόμα περισσότερο, εάν ληφθεί υπόψη ότι από το σύνολο των 38 ΣΣΕ μόνο 5 έχουν κηρυχθεί ως γενικά υποχρεωτικές, δηλαδή ως υποχρεωτικά εφαρμοστέες σε όλους τους εργαζόμενους από το σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου ή του επαγγέλματος.
Επίσης, μόλις 9 από τις 24 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις που υπεγράφησαν το 2022 προβλέπουν αύξηση αποδοχών. Γι’ αυτό η ΓΣΕΕ, με προσφυγή της προς τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας. ζήτησε την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την πλήρη επαναφορά όλων των εργασιακών δικαιωμάτων που αποδομήθηκαν, «πάγωσαν» ή καταργήθηκαν την τελευταία δεκαετία.
Η Συνομοσπονδία Εργατών προειδοποιεί «για τον κίνδυνο αύξησης των ανισοτήτων που απειλούν την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα, αποδυναμώνοντας περαιτέρω τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους σε συνθήκες ελλειμματικής θεσμικής προστασίας. με απορρυθμισμένη την αγορά εργασίας».
Ο Κανονισμός Εργασίας αποτελεί το εσωτερικό δίκαιο κάθε επιχείρησης και καταρτίζεται κατ’ αρχάς αποκλειστικά με την ευθύνη του εργοδότη και δεν απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του προσωπικού, εάν δεν λειτουργεί συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση.
Αντικείμενο των κανονισμών εργασίας αποτελεί η ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων στο στάδιο της εκτέλεσής τους, που αρχίζει με την ένταξη του μισθωτού στην επιχείρηση και λήγει με το τέλος, το οποιοδήποτε τέλος, της εργασιακής σχέσης. Ρυθμίζονται συνήθως θέματα τάξης, όπως οι ώρες έναρξης και λήξης της ημερήσιας εργασίας, η δυνατότητα πραγματοποίησης υπερεργασίας ή υπερωρίας, ο έλεγχος της προσέλευσης και αποχώρησης, η υποχρέωση χρήσης ειδικής στολής κατά την εκτέλεση της εργασίας, η ρύθμιση της συμπεριφοράς των εργαζόμενων μεταξύ τους (διαξιφισμοί, συζητήσεις, κάπνισμα, κ.λπ.) και τέλος το βασικό θέμα της επιβολής των πειθαρχικών ποινών σε συνδυασμό πάντοτε και απαραιτήτως με την καταγραφή των πειθαρχικών αδικημάτων, αφού πειθαρχική ποινή χωρίς την αντιστοίχησή της με πειθαρχικό αδίκημα δε νοείται στο εργατικό μας δίκαιο.
Επίσης στο περιεχόμενο των κανονισμών εργασίας ανήκουν και τα θέματα που αναφέρονται στην οργάνωση της εργασίας μέσα στην επιχείρηση, την εξέλιξη του προσωπικού στην ιεραρχία της επιχείρησης, στην προαγωγική διαδικασία και γενικά στην υπηρεσιακή κατάσταση των εργαζόμενων (τοποθετήσεις, μεταθέσεις, μετατάξεις κ.λπ.) καθώς και θέματα που αναφέρονται στη χορήγηση ορισμένων επιδομάτων οικειοθελώς από τον εργοδότη, όπως τα επιδόματα θέσης, έξοδα παράστασης, αποζημιώσεις εκτός έδρας και γενικά επιδόματα ή αποζημιώσεις που, είτε δεν ρυθμίζονται από τις γενικώς ισχύουσες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας ή της οικείας Σ.Σ.Ε., είτε ρυθμίζονται κατά τρόπο δυσμενέστερο για τους μισθωτούς.