Για όποιον παρακολουθεί τις εξελίξεις στην Παλαιστίνη, καθίσταται κάθε μέρα ολοένα περισσότερο φανερό ότι η ηγεσία του Ισραήλ, τόσο ο ίδιος ο Νετανιάχου όσο και το ευρύτερο καθεστώς απαρτχάιντ, είναι απίστευτα φοβισμένη. Φοβούνται τον πόλεμο και τρέμουν την ανακωχή.
Στις 7 Οκτωβρίου μια ταυτόχρονη επίθεση και από τη Χεζμπολάχ θα οδηγούσε, όπως όλα δείχνουν, σε συνολική κατάρρευση των γραμμών του ισραηλινού στρατού. Η εμπιστοσύνη των Ισραηλινών στην αεροπορία τους και στα συστήματα προηγμένων τεχνολογιών διαμόρφωσε έναν στρατό-συμμορία, ικανό να δολοφονεί παιδιά, αλλά ανίκανο να σταθεί απέναντι σε μια αιφνιδιαστική (ή και όχι τόσο αιφνιδιαστική) επίθεση ακόμα και από μη κρατικούς δρώντες. Η μαζική επιστράτευση, η οποία ακολούθησε, κάθε άλλο παρά βελτίωσε αυτήν την κατάσταση. Οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις έχουν χάσει συνολικώς εκατοντάδες από τα μέλη τους και έχουν χιλιάδες τραυματίες. Ιδίως στα σύνορα με τον Λίβανο είναι μάλλον άγνωστο τι ακριβώς κάνουν και γιατί σκοτώνονται, αλλά και στη Γάζα είχαμε μέχρι και λιποταξίες από επίλεκτες μονάδες.
Η γενική (ή σχεδόν γενική) επιστράτευση εφέδρων από ένοπλες δυνάμεις που πιάστηκαν στον ύπνο, συνήθως σε βάθος χρόνου προσθέτει φόβο και πανικό παρά ανακουφίζει. Μέχρι σήμερα δε, την ένταση του πολέμου την αυξομειώνουν οι εχθροί του Ισραήλ και όχι το ίδιο. Για να το θέσουμε πιο καθαρά: με δύο (ή και τρία πλέον) αμερικανικά αεροπλανοφόρα στην περιοχή, τις αντιαεροπορικές άμυνες της Σαουδικής Αραβίας, τη συνέργεια της Αιγύπτου (έστω εν μέρει), το Ισραήλ αδυνατεί να καταβάλλει τις οργανώσεις της παλαιστινιακής αντίστασης και τη Χεζμπολάχ, η οποία πολεμά ακόμα με το ένα χέρι δεμένο. Δεν είναι να απορεί κανείς γιατί το Ισραήλ και η ηγεσία του φοβούνται τον πόλεμο.
Αν όμως φοβάται τον πόλεμο, το κατεστημένο του απαρτχάιντ τρέμει την ειρήνη ή (για να το θέσουμε καλύτερα) μια μακρόχρονη ανακωχή. Ο πρώτος λόγος είναι το ρήγμα στο εσωτερικό της ισραηλινής κοινωνίας. Η 7η Οκτωβρίου ένωσε την ισραηλινή κοινωνία για πολύ λιγότερο από όσο θα περίμεναν οι εγκέφαλοι της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ. Φυσικά, η ήδη κυρίαρχη, εκφασισμένη ισραηλινή ακροδεξιά διατηρεί το πάνω χέρι. Αλλά το αίτημα για διαφορετικό χειρισμό της υπόθεσης των ομήρων, ως προς εκείνον που ακολούθησε η κυβέρνηση Νετανιάχου (η οποία ευθύνεται για το θάνατο αρκετών εξ αυτών) άνοιξε το εν λόγω ρήγμα. Ο ήδη θεωρούμενος ως τυχοδιώκτης από ένα μεγάλο μέρος των Ισραηλινών Νετανιάχου απέδειξε ότι προτιμά να σκοτώσει Ισραηλινούς κρατουμένους της αντίστασης παρά να προβεί εγκαίρως στην απελευθέρωση Παλαιστινίων γυναικών, παιδιών και άλλων πολιτικών κρατουμένων.
Έπειτα, το πολεμικό συμβούλιο της κυβέρνησης του Ισραήλ, κάθε άλλο παρά ενωμένο είναι. Οι διαφωνίες δεν αφορούν μόνο τακτικά ζητήματα, αλλά και στρατηγικά. Οι στόχοι του «πολέμου» (εντός εισαγωγικών η λέξη καθώς ο πόλεμος μαίνεται στην πραγματικότητα εδώ και δεκαετίες εξαιτίας της κατοχής) είναι ασαφείς και οι διαφωνίες έντονες. Θα γίνει πολεμική εκστρατεία και εναντίον της Χεζμπολάχ ή όχι; Θα καταληφθεί η Γάζα (τουλάχιστον θα γίνει απόπειρα να καταληφθεί) ή όχι; Πίσω από αυτές τις διαφωνίες κρύβονται ζητήματα διαφορετικών προσεγγίσεων στρατηγικού χαρακτήρα (ο σιωνιστικός «μεγαλοϊδεατισμός» για παράδειγμα), αλλά και εντελώς μικροπολιτικής φύσης: πώς θα κατορθώσει ο φίλος τόσων Ελλήνων πρωθυπουργών «Μπίμπι» να γλυτώσει τη φυλακή; Και αν φύγει ο «Μπίμπι» από την ηγεσία του Ισραήλ, ποιος θα τον διαδεχθεί από τη συμμορία των φασιστών που κυβερνά μαζί του, με τι συνέπειες;
Επιπλέον, η προσωρινή κατάπαυση του πυρός αποτέλεσε μια καταστροφή για τις δημόσιες σχέσεις του Ισραήλ έτσι όπως εξελίχθηκε: από τη μια οι κρατούμενοι της αντίστασης δεν είχαν καμία μορφή κακοποίησης να αναφέρουν έως και σήμερα. Μάλιστα κάποιες και κάποιοι εξ αυτών έδειξαν έως και συμπάθεια για τους Παλαιστινίους. Αντιθέτως, οι απελευθερωθέντες πολιτικοί κρατούμενοι του απαρτχάιντ καταθέτουν φριχτές καταστάσεις και βασανιστήρια στις ισραηλινές φυλακές. Όσο και αν το ολιγοπώλιο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης προσπαθεί να πνίξει τη διάδοση τέτοιων μαρτυριών, δεν το καταφέρνει. Πενήντα μέρες μετά, οι προσπάθειες λίγων αφελών και πολλών δολίων να καταστήσουν αντιδημοφιλή την αντίσταση και συμπαθητικό το απαρτχάιντ, έχουν πέσει στο κενό. Οι γενοκτονικές πολιτικές του Ισραήλ προκάλεσαν πρωτοφανείς αντιδράσεις ακόμα και μέσα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Με άλλα λόγια, όσο επικίνδυνος και αν είναι ο πόλεμος για το Ισραήλ (και είναι πάρα πολύ), όπως όλοι οι φασίστες, αυτό που σκέφτεται η ισραηλινή ηγεσία είναι πρωτίστως η δική της προσωπική επιβίωση. Αυτή περνάει μέσα από περισσότερο πόλεμο. Εξ ου και βλέπουμε τις συγκρούσεις να ξεκινούν εκ νέου. Δεν είναι καν το ζήτημα του Ισραήλ. Είναι το πώς η δράκα που το κυβερνά (με συνενοχή της πλειοψηφίας των Ισραηλινών) θα επιβιώσει.