Σύμφωνα με ανακοίνωση του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), στις 8 Δεκεμβρίου 2023, ολοκληρώθηκε η διαδικασία για την επιλογή του προσώπου που θα καλύψει τη θέση προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Έτσι, δυόμιση ολόκληρα χρόνια (!) από την ανάρτηση στη Διαύγεια, στις 2 Ιουνίου 2021, της σχετικής προκήρυξης για την κάλυψη της θέσης έγινε εφικτό να υλοποιηθεί η διακαής επιθυμία της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη για απομάκρυνση από τη συγκεκριμένη θέση της έως τώρα γενική διευθύντριας, Πολυξένης Αδάμ-Βελένη.
Υπενθυμίζεται ότι η Πολυξένη Αδάμ-Βελένη ήταν το μοναδικό υπηρεσιακό στέλεχος από την σύνθεση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) που είχε ψηφίσει, κατά την μαραθώνια συνεδρίαση που ολοκληρώθηκε τα ξημερώματα της 19ης Δεκεμβρίου 2019, ενάντια στην απόσπαση των μοναδικής αρχαιολογικής και ιστορικής σημασίας αρχαιοτήτων που είχαν εντοπιστεί στα έργα κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης στον σταθμό Βενιζέλου.
Η σθεναρή εκείνη στάση της, όπως επίσης η καταψήφιση από την ίδια του αποχαρακτηρισμού της ΠΥΡΚΑΛ από ιστορικό τόπο, στην σχετική συνεδρίαση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, την είχαν οδηγήσει σε ρήξη με την πολιτική ηγεσία. Η τελευταία, μάλιστα, της είχε προσδώσει τον ειρωνικό χαρακτηρισμό «η κυρία μειοψηφία»…
«Η κυρία μειοψηφία», λοιπόν, με απόφαση της υπουργού Λίνας Μενδώνη, απομακρύνθηκε από το ΚΑΣ τον Μάρτιο του 2020, μαζί με την Γενική Διευθύντρια Αναστηλώσεων, Μουσείων και Τεχνικών Έργων, με πρόσχημα διάταξη που ενσωματώθηκε τότε στον νόμο για το επιτελικό κράτος, σύμφωνα με την οποία οι υπηρεσιακοί παράγοντες που φέρουν την τελική υπογραφή απόφασης δεν μπορούν να συμμετέχουν σε γνωμοδοτικά όργανα.
Λίγο αργότερα, εξάλλου, τον Μάιο του 2020, η Λίνα Μενδώνη, με μια αιφνιδιαστική της απόφαση, αντικατέστησε από τη σύνθεση του ΚΑΣ και τον δεύτερο από τους δύο ανθρώπους που αντιστάθηκαν με την ψήφο τους στην απόφαση απόσπασης των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου, τον καθηγητή Δομοστατικής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο στο τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Βλάση Κουμούση.
Αντιθέτως, η Ολυμπία Βικάτου, που μέχρι σήμερα ήταν προϊσταμένη της Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδας και αναλαμβάνει τώρα Γενική Διευθύντρια στη θέση της Πολυξένης Βελένη, στην κρίσιμη εκείνη συνεδρίαση του ΚΑΣ είχε ταχθεί υπέρ της απόσπασης των αρχαιοτήτων.
Πρόσφατα μάλιστα, λίγο πριν από τις τελευταίες εκλογές στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), η Ολυμπία Βικάτου, μαζί με οκτώ ακόμη προϊσταμένους Εφορειών Αρχαιοτήτων, δημοσιοποίησαν επιστολή αποχώρησής τους από τον ΣΕΑ, στην οποία επί της ουσίας αναπαρήγαν τις αιτιάσεις της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη για την υποτιθέμενη εκτός καταστατικών σκοπών χρησιμοποίηση του παραχωρηθέντος στον ΣΕΑ κτιρίου της Ερμού 134-136.
Στην επιστολή τους εκείνη οι εννέα, ταυτιζόμενοι πλήρως με την γραμμή Μενδώνη, κατηγορούσαν τον ΣΕΑ πως «έχει παύσει να λειτουργεί ως συνδικαλιστικό όργανο των υπηρετούντων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία μελών του, έχει μετατραπεί σε εργαλείο κομματικών τακτικισμών και επιδίδεται σε δράσεις που υπαγορεύονται αποκλειστικά από τις πολιτικές εμμονές των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του».
Η κίνηση εκείνη της Ολυμπίας Βικάτου και των οκτώ συναδέλφων της, που ανήκουν στην μειοψηφική εντός του κλάδου «φιλοΜενδωνική» τάση, ερμηνεύτηκε από πολλούς ως μια ακόμη άκομψη προσπάθεια παρέμβασης της πολιτικής ηγεσίας στα εσωτερικά του ΣΕΑ και επηρεασμού των μελών του εν όψει των αρχαιρεσιών του συλλόγου. Μια προσπάθεια που αποδείχθηκε τελικά άνευ ουσίας, αφού τα εκλογικά αποτελέσματα ήταν κόλαφος για την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού.
Η τοποθέτηση της Ολυμπίας Βικάτου στην θέση της προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς εκτιμάται πως σηματοδοτεί μια νέα περίοδο, καθώς θα είναι η πρώτη φορά που στην θέση αυτή βρίσκεται πρόσωπο που όχι μόνο δεν είναι μέλος του συλλογικού σώματος των αρχαιολόγων, αλλά επιπλέον έχει ταχθεί ανοιχτά εναντίον του.
Για την ιστορία, ας σημειώσουμε πως η Πολυξένη Αδάμ-Βελένη είχε θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για την θέση και, μάλιστα, πρώτευσε στον κατάλογο των μετρήσιμων αντικειμενικών προσόντων που απαιτούσε εκ του νόμου η συγκεκριμένη θέση.
Βρέθηκε, όμως, δεύτερη μετά από την προφορική «συνέντευξη» στην ειδική επιτροπή που είχε συσταθεί για την υλοποίηση της κρίσης, όπου φαίνεται πως η κ. Βικάτου διέπρεψε.