Tο γεγονός πως οι δυτικές δυνάμεις, με σημαιοφόρο τις ΗΠΑ, σπεύδουν να συγκροτήσουν μία πολυεθνική ναυτική δύναμη, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι επιθέσεις των δυνάμεων των Χούθι σε εμπορικά πλοία που διαπλέουν τις ακτές της Υεμένης, που ακολούθησε την απόφαση των κολοσσών της παγκόσμιας διακομετακομιστικής ναυτιλίας να αποφεύγουν την περιοχή, αποδεικνύει περίτρανα τις τεράστιες παγκόσμιες οικονομικές επιπλοκές που πυροδοτεί και σε άλλες περιοχές η συνεχιζόμενη δυσανάλογη και αιματηρή στρατιωτική επιχείρηση του Ισραήλ στη Γάζα. Και κυρίως για τη συμβολή που μπορεί να έχει στην επικαιροποίηση άλλων τοπικών συγκρούσεων στην περιοχή, που λίγο-πολύ -καίτοι συνεχείς-υπερκαλύπτονταν η σημασία τους.
Γιατί μπορεί οι επιθέσεις των Χούθι να συσχετίζονται περιστασιακά με την αλληλεγγύη προς τον καθημαγμένο παλαιστινιακό λαό, εντούτοις η επιχειρησιακή «αναβάθμιση» των στόχων τους, αποδεικνύει πως οδεύουμε προς ακόμη μία περιφερειακή επέκταση (regionalization) των ενεργών μετώπων, όπως αυτών στην Υεμένη, με κύριο πρωταγωνιστή τη Σαουδική Αραβία.
Η εμφάνιση στο προσκήνιο των Χούθι βάζει σε νέο κίνδυνο τα γενικότερα και στρατιωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Η επιδιωκόμενη σταθερότητα μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου στη Μέση Ανατολή και η απόκρουση της κινεζικής εμπορικής και πολιτικής επέκτασης μπορεί να ανατραπεί. Η Ερυθρά Θάλασσα συνδέεται άμεσα με τη Μεσόγειο και τον Ινδικό Ωκεανό, όπου η Ουάσιγκτον θέλει να υψώσει ένα κρηπίδωμα απέναντι στη διείσδυση του Πεκίνου. Μία κλιμάκωση των επιθέσεων από την Υεμένη, όση ναυτική και στρατιωτική δύναμη συγκεντρώσουν οι ΗΠΑ και δεν θα επαρκέσει να τις αντιμετωπίσει, αλλά κυρίως θα διασπάσει τον στρατηγικό κλοιό που επιδιώκει να σφίξει γύρω από τις κινεζικές πρωτοβουλίες.
Οι επιθέσεις βέβαια των Χούθι ενάντια σε ξένα σκάφη ήταν συχνό φαινόμενο και στη διάρκεια της συστηματικής γενοκτονίας που, με συνενοχή και ανοχή της δυτικής κοινότητας και των οπλικών της συμφερόντων, πραγματοποιούσαν οι δυνάμεις της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων ενάντια στην κυβέρνηση της Υεμένης. Μόνο που προηγουμένως οι Χούθι έβαλαν κατά των πλοίων που επιχειρούσαν διέλευση κοντά στις ακτές τους. Οι τωρινές επιθέσεις με drones και κατά των σκαφών με προορισμό την Ερυθρά Θάλασσα και το Ισραήλ (με αποκορύφωμα το εντυπωσιακό πλήγμα στο νορβηγικό φορτηγό Strinda) αυξάνουν την πίεση, πρωτίστως κατά του Ριάντ. Και τα οικονομικά συμφέροντα της Σαουδικής Αραβίας πλήττονται ιδιαίτερα με τις επιθέσεις αυτές, ενώ παράλληλα οι Χούθι ευελπιστούν πως, σταθμίζοντας τις οικονομικές απώλειες και την αύξηση των ναύλων και των τιμών, οι δυτικοί σε κάποιο βαθμό -δεδομένου ότι τα ναυτοπλοϊκά σχέδια και οι συνθήκες ασφαλείας αλλάζουν στην περιοχή- θα παρέμβουν στο Ριάντ για να συνδιαλλαγεί σε κάποιο βαθμό με την Υεμένη.
Αλλά και το Ισραήλ, που οι συμφωνίες του Αβραάμ με τη Σαουδική Αραβία έχουν παραμείνει σε αναστολή μετά την επιχείρηση στη Γάζα, έχει συμφέρον να υπάρξει μία τέτοια προσέγγιση. Διότι αφ’ ενός μία καταλλαγή της σύγκρουσης Υεμένης-Σαουδικής Αραβίας εξασφαλίζει ότι δεν θα εμπλακεί περισσότερο το Ιράν (σύμμαχος των Χούθι) σε έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων (proxy war). Και αφ’ ετέρου, στοχεύει να επιλύσει ένα πρόβλημα που ήδη αρχίζει να επισκιάζει την ανάγκη της εκδίκησης. Δηλ. το δυσθεώρητο κόστος του πολέμου, που πλέον αρχίζει να αγγίζει κα τις εισαγωγές και τα λιμάνια του, που στραγγίζουν κι αδειάζουν, την ώρα που οι μεγάλες διεθνείς εταιρείες (από την Cosco ίσαμε τη Maersk) αποφεύγουν την περιοχή.
Βέβαια, το Ισραήλ γνωρίζει κάλλιστα πως το Ιράν, καίτοι γνώριζε από την αρχή την πρόθεση των Χούθι να εμπλακούν στη σύρραξη στη Γάζα, δεν έχει και δεν μπορεί να έχει τον έλεγχο των δυνάμεων που υποστηρίζει στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Επίσης έχει επίγνωση της εφεκτικότητας που έχει δείξει εν γένει η Τεχεράνη να διασαλπίσει έναν «ιερό αγώνα» ενάντια στο Τελ Αβίβ, ακριβώς γιατί μία τέτοια εμπλοκή θα έπληττε και τα δικά της συμφέροντα. Εξίσου, οι επιθέσεις των Χούθι αποτελούν έναν κίνδυνο για τα ίδια τα ιρανικά εμπορικά συμφέροντα -μάλιστα σε μία εποχή που οι σχέσεις με τη Σαουδική Αραβία και εν γένει την Αραβική Χερσόνησο διανύουν μία περίοδο αποκατάστασης και συνδιαλλαγής. Όπως το ίδιο συμβαίνει, σε μικρότερο βαθμό και με τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Μία κλιμάκωση των επιθέσεων των Χούθι ενάντια σε εμπορικά πλοία διακυβεύει την όποια προσπάθεια της Τεχεράνης να εξομαλύνει τις εξωτερικές σχέσεις και να προωθήσει τις εξαγωγές της.
Οι Χούθι, πάντοτε διατηρούσαν μία σχέση αυτονομίας με το Ιράν, παρ’ όλο που τους συνδέουν ιδεολογικοί και θρησκευτικοί δεσμοί. Εντούτοις, περισσότερο από στρατιώτες, οι Χούθι συμπεριφέρονταν περισσότερο ως «πειρατές» (κάποιοι στρατηγικοί αναλυτές δε θυμούνται και παρομοιάζουν δε την «πειρατική» αυτή συμπεριφορά τους με την παρόμοια των Ελλήνων ναυτικών στη διάρκεια του Σηκωμού του ‘21 απέναντι στα ξένα πλοία που διέπλεαν το Αιγαίο), που εκμεταλλεύονται τις επιθέσεις αυτές για να προωθήσουν τον σκοπό τους. Για τούτο και τα γεγονότα στη Γάζα αποτελούν -σε αντίθεση με τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο- χρυσή ευκαιρία για τους Χούθι να δώσουν επιτάχυνση στις εξελίξεις που τους αφορούν.
Μη λησμονούμε πως επί πολλούς μήνες, οι Χούθι και η Σαουδική Αραβία έχουν εμπλακεί σε έναν διάλογο για την εκεχειρία στην Υεμένη. Εξόν από ασήμαντες αψιμαχίες στη μεθόριο μέχρι σήμερα καμία σημαντική επίθεση από το έδαφος της Υεμένης δεν έχει πραγματοποιηθεί εναντίον της Σαουδικής Αραβίας -ούτε και μετά την 7η Οκτωβρίου. Οι τωρινές επιθετικές κινήσεις των ανταρτών αποτελούν μία υπενθύμιση στο Ριάντ πως διαρκώς ελλοχεύει ο κίνδυνος για να αναζωπυρωθεί το μέτωπο της Υεμένης. Κίνδυνος που μπορεί να επεκταθεί εάν εμπλακεί παράλληλα και το Ιράν, όπως στις περιπτώσεις της Aramco το 2019 και τις επιθέσεις στο Αμπού Ντάμπι το 2022, που ανάγκασαν τη Σαουδική Αραβία να προσεγγίσει την Τεχεράνη -ιδίως βλέποντας τη στρατιωτική απραξία των ΗΠΑ στα Στενά.
Εν ολίγοις, αυτό που συμβαίνει πλέον στο Στενό Μπαμπ ελ Μαντέμπ δεν μπορεί να θεωρηθεί πως συνδέεται άμεσα με το Παλαιστινιακό, αλλά σαφώς αποτελεί μία εξέλιξή του. Εμπλέκει δε άμεσα πλέον και τη Σαουδική Αραβία, που καλείται πλέον να πάρει και μία σαφή στάση απέναντι στο Ισραήλ και απέναντι στην Υεμένη και απέναντι στη δυτική κοινότητα και τα κοινά συμφέροντά τους.
Η διπλωματική πτυχή του Παλαιστινιακού σε περίπτωση που κλιμακωθεί η ένταση στην Ερυθρά Θάλασσα και την Υεμένη, θα περιπλακεί ακόμη περισσότερο. Κι όπως δείχνουν τα πράγματα όχι μόνον στον στρατιωτικό τομέα. Εκείνο που αρχίζει να ανησυχεί περισσότερο τους δυτικούς είναι οι οικονομικές συνέπειες που και σήμερα, αλλά και μακροπρόθεσμα -εάν δεν σταματήσει σύντομα η σύρραξη στη Γάζα και εμπλακεί περισσότερο κι η Υεμένη- θα υπάρξουν περιφερειακά και παγκόσμια. Ξέχωρα δε το γεγονός πως σε περίπτωση διπλωματικής και στρατιωτικής δυσπραγίας, μπορεί πάντοτε να αναδυθεί και πάλι ο κινεζικος παράγοντας. Καθώς το Πεκίνο είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου από τα στενά του Χορμούζ, μία μεσολάβησή της, με ανταλλάγματα σε λιμάνια, χερσαίες διαδρομές κλπ, θα μπορούσε να αφαιρέσει κύρος και ισχύ από τις ΗΠΑ, που τόσο πάσχισαν με τις συμφωνίες του Αβραάμ να επαναφέρουν στη Μέση Ανατολή.
Ξέχωρα από την καθυστέρηση σε πολλά από τα σχέδια για να αναπτυχθούν δια μέσου του Ισραήλ τα νέα ενεργειακά δίκτυα προς την Ευρώπη, η αλλαγή των σχεδίων πλεύσης των διεθνών μεταφορικών θα σημάνει μία σημαντική αύξηση του κόστους των προϊόντων και κατά συνέπεια του πληθωρισμού. Κυρίως στην ευρωπαϊκή ήπειρο, η οποία είναι ιδιαίτερα εξαρτώμενη από τις μεταφορές από και προς την Ασία. Η απόφαση της MSC να αλλάξει ρότα και να διαπλέουν τα φορτηγά της το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδος στη Νότιο Αφρική, αντί για το Σουέζ, αυξάνοντας κατά 11 ημέρες το ταξίδι, συνεπιφέρει και κολοσσιαίες αυξήσεις στο κόστος των ναύλων και των τελικών τιμών στα προϊόντα.