ΑΘΗΝΑ
16:43
|
05.11.2024
Η φτώχεια που υπόσχεται ο νέος προϋπολογισμός της κυβέρνησης της Μελόνι, προσομοιάζει στην καταπίεση των Ρωμαίων.
Ιταλία, Χριστούγεννα
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Σαν μία παραβολή των Χριστουγέννων μοιάζει τις φετινές γιορτές η Ιταλία: Το ξύλο που έφαγαν οι μαθητές και φοιτητές λίγο πριν τα Χριστούγεννα όταν απροειδοποίητα θέλησαν να διαδηλώσουν  έξω από τα κυβερνητικά κτίρια  στη Ρώμη ενάντια στην ταξικότητα του σχολείου, την έλλειψη φοιτητικών εστιών και τη μείωση του προϋπολογισμού για την Παιδεία, μοιάζει με τους διωγμούς του Ηρώδη. Η φτώχεια  που υπόσχεται ο νέος προϋπολογισμός της κυβέρνησης της νεοφασίστριας Τζόρτζια Μελόνι, προσομοιάζει στην καταπίεση των Ρωμαίων, ενώ η έξοδος από τον αστικό ιστό λόγω του στεγαστικού κόστους, μοιάζει με την αναζήτηση μίας φάτνης για το φτωχό ζευγάρι του Ευαγγελίου, που ψάχνει καταφύγιο.

Τα φετινά Χριστούγεννα με τα περιορισμένα έξοδα για δώρα και μία μικρή αύξηση (κυρίως για τρόφιμα) σε σχέση με το 2019, είναι μόνον η μία ακμή της πολύπλευρης κρίσης που βιώνει η μεσαία και εργατική τάξη στην Ιταλία. Λίγο πριν το χάραμα του νέου χρόνου, που υπόσχεται νέα λιτότητα μέσω του ελλειμματικού προϋπολογισμού, την επίθεση στο συνταξιοδοτικό, την ακρίβεια στους λογαριασμούς ρεύματος και ενέργειας (που ούτε η παράταση μέχρι τον Ιούλιο των κρατικών επιδοτήσεων μπορεί να θωρακίσει τα νοικοκυριά), την κρίση στην εθνική βιομηχανία, που μαστίζεται από το κλείσιμο ή τη μεταφορά εργοστασίων στο εξωτερικό, δεν είναι μόνον οι φοιτητές (πολλοί εκ των οποίων μένουν και χωρίς υποτροφίες, αδυνατώντας να καλύψουν τα έξοδα σπουδών), που πλήττονται.

Οι λογαριασμοί που ο ταχυδρόμος αφήνει στα γραμματοκιβώτια των Ιταλών ολοένα και πληθαίνουν. Ταυτόχρονα οι συνεχιζόμενες αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, το κόστος της βενζίνης και οι αυξήσεις στα εισιτήρια διαρκείας στα μέσα μαζικής μεταφοράς, μεγαλώνουν με ασταμάτητο ρυθμό το κόστος ζωής. Και μάλιστα αυτή η μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών  πλήττει αδιακρίτως περιοχής και εισοδήματος όλους τους Ιταλούς. Πολλές οικογένειες δεν είναι πλέον σε θέση να αποταμιεύουν και ανατρέχουν σε όσα -κι όσοι- έχουν αποταμιεύσει για να καλύψουν τα παραμικρά καθημερινά έξοδα, καθώς συχνά δεν αρκεί η μείωση των περιττών δαπανών. Ανάλογα, αυξάνεται το ποσοστό των χρεωμένων νοικοκυριών και της τοκογλυφίας, που βρίσκει νέο λαμπρόν πεδίον δόξης. Οι μισθοί στην Ιταλία δεν αυξάνονται και δύσκολα πιάνουν την αναλογία και το ύψος που χρειάζεται για την επαρκή κι άνετη διαβίωση. Απεναντίας γίνονται από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη, και επίσης είναι αυτοί με τη μικρότερη ανταποδοτικότητα, καθώς μειώνονται περισσότερο λόγω του πληθωρισμού και της δημοσιονομικής πίεσης.

Και τα χειρότερα δεν είναι μόνον αυτά. Στη χειρότερη μοίρα βρίσκονται εκείνοι που στο παρελθόν, πιστεύοντας στο όνειρο μίας μελλοντικής ευημερίας αγόρασαν σπίτι με δάνειο και βρίσκονται αντιμέτωποι με το πρόβλημα της αύξησης των επιτοκίων των στεγαστικών επιτοκίων. Αλλά και εκείνοι που δεν έχουν το δικό τους σπίτι -και δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε στεγαστικό δάνειο- δεν βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα. Επειδή, αυτοί πρέπει να αντιμετωπίσουν τιμές στα ενοίκια που  έχουν αρχίσει να εκτοξεύονται στα ύψη και σε ποσά που πάρα πολλές οικογένειες δεν είναι σε  θέση να αντιμετωπίσουν. Κατά μέσο όρο σε όλη την Ιταλία, από το 2015 έως σήμερα οι τιμές στα ενοίκια αυξήθηκαν σχεδόν κατά 40%. Στο Μιλάνο μάλιστα, που κατέχει τα σκήπτρα στην ακρίβεια της στέγης στην Ιταλία, οι οικογένειες κατά μέσο όρο χρειάζονται πάνω από 2.000 ευρώ το μήνα για να μπορέσουν να αντέξουν τη στέγαση σε ένα διαμέρισμα 100 τετραγωνικών μέτρων σε μια αστική περιοχή ή στο κέντρο.

Η κατάσταση στην πρωτεύουσα της Λομβαρδίας είναι μεν ενδεικτική, αλλά δεν αποτελεί μία εξαίρεση. Ακόμη και σε πιο «μεσαίες» πόλεις, όπως η Μπολόνια, που αποτελεί την κατ’ εξοχήν πανεπιστημιούπολη στη χώρα, η κατάσταση δεν είναι πιο μενετή. Ενώ θεωρητικά, ένα σπίτι για να συντηρείται θα πρέπει να ξοδεύει το 30% του μισθού σε ενοίκιο, τούτος ο παράγοντας στην εξίσωση της επιβίωσης έχει σχεδόν διπλασιασθεί. Τα ίδια και χειρότερα στη Φλωρεντία κι αλλού. Σε πάρα πολλές πόλεις της Ιταλία, τα ενοίκια έχουν γίνει πια δυσβάσταχτα ακόμη και για τη λεγόμενη «μεσαία τάξη», ακόμη και για οικογένειες με δύο εργαζόμενα μέλη. Ήδη σε πολλές περιοχές της χώρας -ακόμη και σε όποιες δεν τις μαστίζει η κρίση στην εργασία- καταγράφεται μία «έξοδος» από το άστυ προς αναζήτηση τόπων με λιγότερο δυσβάστακτα ενοίκια. Με κίνδυνο όπως τονίζουν ειδικοί τα κέντρα των αστικών κέντρων προοδευτικά να μείνουν να «κατοικούνται μόνον από ηλικιωμένους και πλούσιους». Μάλιστα στην αντίστοιχη έκθεση που συνέταξε ο καθηγητής του Πολυτεχνείου στο Μιλάνο Μάσιμο Μπρικόκολι και το Παρατηρητήριο για την Προσβάσιμη (affordable) Κατοικία (OCA) ο τίτλος είναι ενδεικτικός «Δεν είναι πόλη για όσους εργάζονται». Υπογραμμίζοντας, δε πως στη μητρόπολη της Λομβαρδίας οι συνθήκες εργασίας δεν αρκούν στους ανθρώπους να ζήσουν στο κέντρο της κι ο κίνδυνος -όχι μόνο για τις φτωχές, αλλά και τις οικογένειες της μεσαίας τάξης- να «απελαθούν» θέλοντας και μη από τον αστικό της ιστό και να μετακινηθούν στη hinterland, την ενδοχώρα της Λομβαρδίας, είναι πλέον ορατός. Ένα φαινόμενο που έχει ξεκινήσει και δεν αφορά, όπως τονίζει ο ίδιος, μόνο το Μιλάνο, αλλά και άλλα ελκυστικά αστικά κέντρα (Νάπολη, Τορίνο, Παλέρμο, Γένοβα). Από το ίδιο φαινόμενο πλήττονται και τα μικρά τουριστικά θέρετρα, όπου όσοι εργάζονται σε αυτές τις πόλεις δυσκολεύονται να νοικιάσουν διαμέρισμα.

Όπως προκύπτει, το ριπίδι των επαγγελματικών και ταξικών θα λέγαμε κατηγοριών που υφίστανται την πίεση των ενοικίων και αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εξόδου από το άστυ, είναι πολύ πλατύ. Δεν είναι μόνον οι απαραίτητοι για τη ζωή της πόλης εργαζόμενοι, πχ νοσηλευτές και μεταφορείς και συνήθως θεωρείται πως έχουν χαμηλότερα εισοδήματα, αλλά και επαγγέλματα όπως δάσκαλοι, πανεπιστημιακοί ερευνητές, νοσοκομειακοί γιατροί, άλλοι «γνωσιακοί εργαζόμενοι» ή στελέχη της δημόσιας διοίκησης, που αλλάζουν υπηρεσία. Είναι χαρακτηριστικό πως και η αλλαγή των συμβάσεων εργασίας, που διευκολύνουν την ευελιξία και τα συμβόλαια ορισμένου χρόνου, συμβάλλει στην αβεβαιότητα για τη χρονική συνέχεια και την χρηματική επάρκεια των εισοδημάτων, που αποθαρρύνουν κάποιον να μισθώσει ένα ακριβό διαμέρισμα στο κέντρο ή την περιφέρεια. Πολύ περισσότερο να αποτολμήσει να συνάψει δάνειο για την απόκτηση ενός σπιτιού.

Εξάλλου και, όσον αφορά τις εκμισθώσεις ακινήτων, οι βραχυχρόνιες συμβάσεις (συνήθως 4+4 χρόνια σε συμβάσεις που είναι σε ετήσια βάση) δεν προσφέρουν την εξασφάλιση στους ενοικιαστές που χρειάζονται για να παραμείνουν, αλλά και να ψάξουν για δουλειά στις μεγάλες πόλεις. Οι συμβάσεις αυτές δίνουν τη δυνατότητα στον ιδιοκτήτη να αυξήσει το ενοίκιο ή διευκολύνει τις εξώσεις, καθιστώντας δύσκολη την απόφαση σε ένα ζευγάρι να φαντασθεί ότι θα μεγαλώσει οικογένεια στην πόλη. Σε πολύ δυσκολότερη σχέση είναι οι άγαμοι που οικονομικά δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν με έναν ανεπαρκή μισθό στα βασικά τους έξοδα, που δεν επιμερίζονται.

Έτσι δεν φτάνει μόνον η ακρίβεια και οι χαμηλοί μισθοί που οδηγούν τους Ιταλούς στην εκπτώχευση και την εξαθλίωση.  Η πλειονότητα όσων Ιταλών νοικιάζουν διαμερίσματα σε μεγάλα κέντρα επενδύουν ένα ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από το 30% εισοδήματός τους. Μάλιστα, το ύψος των ενοικίων σε πολλές περιπτώσεις είναι μεγαλύτερο από τις δόσεις ενός στεγαστικού δανείου: έρευνα της εταιρείας  Nomisma έδειξε  η καταβολή του στεγαστικού δανείου είναι 20% χαμηλότερη από το μηνιαίο κόστος ενοικίου, όταν το 2012 τα στεγαστικά δάνεια ήταν κατά 13% υψηλότερα από τα ενοίκια. Για πολλούς η εναλλακτική της αγοράς ενός διαμερίσματος όμως παραμένει ένα άπιαστο όνειρο. Γιατί με τον αχαλίνωτο πληθωρισμό, τους ανιόντες  λογαριασμούς και τα υψηλά ενοίκια, οι Ιταλοί -όσοι έχουν- στραγγίζουν τις εναπομείνασες αποταμιεύσεις τους.

Βαθμιαία και εκείνοι όμως ολισθαίνουν προς την περιοχή του αποκλεισμού. Η κατοικία έχει αρχίσει να γίνεται στην Ιταλία μία κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, της οποίας η πραγματική αιτία είναι η κερδοσκοπία και η αμέλεια να υπάρξει έλεγχος σε μία αγορά στέγης κι ενοικίων, που κανείς δεν θέλει να αγγίξει παρά τον καλπασμό της.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Αλβανική τσαμουριά και λεβαντίνοι Έλληνες: Η ιταλική προπαγάνδα για την εισβολή του ’40

H επιχείρηση για την κατάκτηση της Ελλάδας το 1940 θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα τακτικά και στρατιωτικά λάθη του φασίστα δικτάτορα της Ιταλίας Μπενίτο Μουσολίνι.
ΣΥΝΑΦΗ

Προεδρικές Εκλογές 2025: Οι Ηνωμένες Πολιτείες στις κάλπες

Φοροδιαφεύγει το Netflix; Έφοδος στα γραφεία του σε Παρίσι και Άμστερνταμ

Βελιγράδι: Συνάντηση Δένδια-Βούτσιτς σε εγκάρδιο κλίμα αμυντικής συνεργασίας

Αμείωτες συνεχίζονται οι ισραηλινές σφαγές στην κεντρική και βόρεια Λωρίδα της Γάζας

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα