ΑΘΗΝΑ
11:35
|
15.11.2024
Στην πρώτη δημοσιονομική παρέμβαση της Μελόνι προέχει το όφελος και το συμφέρον των πλουσιοτέρων τάξεων, ενώ μειώνεται το κοινωνικό κράτος.
Τζόρτζια Μελόνι, Ο πρώτος ουσιαστικά δικός της προϋπολογισμός
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ενώ στη γειτονική Ισπανία η κοινωνία έχει να περιμένει από την κυβέρνησή της μία δέσμη από κοινωνικά μέτρα για να αντιμετωπιστούν οι επερχόμενες δυσκολίες στο 2024, ενώ στη βαδίζουσα προς εκλογάς Πορτογαλία ήδη εξαγγέλθηκε αύξηση μισθών για τους ίδιους λόγους, στην Ιταλία οι εργαζόμενοι και τα μεσαία στρώματα το μόνο βέβαιο που έχουν στα χέρια τους είναι ο ελλειμματικός προϋπολογισμός της νεοφασιστικής κυβέρνησης της Τζόρτζια Μελόνι. Ο πρώτος ουσιαστικά δικός της προϋπολογισμός, μιας και ο προηγούμενους ήδη είχε συνταχθεί από τον δοτό προκάτοχό της Μάριο Ντράγκι και υπό πραγματικές συνθήκες -μιας και λήγουν οι εύνοιες που ίσχυσαν στην περίοδο της πανδημίας και μετά- δηλοί εύγλωττα τις προτεραιότητες μίας κυβέρνησης που αδιαφορεί για τους αδύναμους, έχοντας ως στόχο να υπηρετήσει το ντόπιο κεφάλαιο και τα ευρωατλαντικά οικονομικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα.

Η Ιταλία είναι μία χώρα, για την οποία οι προβλέψεις δίνουν μία αναιμική ανάπτυξη 0,7% για το 2024, έπειτα από μία πτώση του ΑΕΠ στο 2023 και με υποχρέωση να μειώνει κατά 1% το ισοζύγιο χρέους/ΑΕΠ βάσει του νέου συμφώνου σταθερότητας, ώστε να κρατά τη σχέση του στο 1,5% και όχι στο 3% που ίσχυε έως τώρα. Παρά ταύτα η κυβέρνησή της υπόσχεται πως θα αυξήσει στο 2% τις αμυντικές δαπάνες για να στηρίξει τον αμερικανικό πόλεμο στην Ουκρανία και να αναδιαρθρώσει τα σχέδια του Σχεδίου Ανάκαμψης ακόμη περισσότερο υπέρ των ιδιωτικών επιχειρήσεων, ενώ μειώνει τις δαπάνες για Υγεία και Παιδεία ή κάνει διαχωρισμούς στη χρηματοδότηση σε «πλούσιες» και «φτωχές» Περιφέρειες. Δεν μπορείς να μη χαρακτηρίσεις ταξική τη δημοσιονομική και κοινωνική πολιτική της Μελόνι.

Την ώρα μάλιστα που στη χώρα διαπιστώνεται μία ταχύτατη αποβιομηχάνιση. Μόνο μέσα στον Δεκέμβριο που πέρασε, ένας μακρύς κατάλογος από βιομηχανίες, εταιρείες κάθε τομέα -μέχρι και το Ινστιτούτο Γκαίτε- ανακοίνωσαν απολύσεις, που συνδέονται είτε με κλείσιμο της επιχείρησης, είτε αναδιάρθρωσής της, ακόμη και μεταφοράς της δραστηριότητάς της στο εξωτερικό. Εάν αθροίσει κανείς τον αριθμό των εργαζομένων που μένουν χωρίς δουλειά, μόνο βάσει του καταλόγου αυτού, χιλιάδες άνθρωποι μένουν στον δρόμο. Και μάλιστα χωρίς καμία εγγυημένη εξασφάλιση, μιας και ήδη από την προηγούμενη «μεταρρύθμιση» της Μελόνι, το κατώτατο εγγυημένο κοινωνικό επίδομα (Reddito di Cittadinanza) έχει καταργηθεί (αφήνοντας σε αβεβαιότητα 900.000 οικογένειες) και η ένταξη στο ταμείο ανεργίας έχει αυστηροποιηθεί, με μειωμένο χρόνο επιδότησης και έχοντας συνδεθεί με επιβεβλημένη αποδοχή οποιασδήποτε εργασίας από την πρώτη κιόλας προσφορά.

Αλλά και η ίδια η πολιτική της Μελόνι για τη βιομηχανία και τις επιχειρήσεις, τα κίνητρα και οι διευκολύνσεις για τις εξαγωγές, για την επένδυση στον Νότο και τις συνδρομές για περιπτώσεις δυσλειτουργίας της αγοράς (άρθρα 52, 53 και 55) ουσιαστικά δεν βοηθούν την ανάκαμψη ενός κλάδου, που υφίσταται τη «ληστρική» επιδρομή των ξένων εταιρειών, που καρπώνονται την κρατική αρωγή, κερδοσκοπούν και φεύγουν αφήνοντας στο κράτος την ευθύνη για αποζημιώσεις κλπ (βλέπε την περίπτωση της ILVA). Αλλά και οι παρεμβάσεις σε τομείς, όπως η ενέργεια, διέπονται από τόσες κατακερματισμένες δράσεις, που ουσιαστικά δεν ελέγχεται τίποτα. Τη στιγμή μάλιστα που από το νέο έτος καταργείται η στήριξη στα νοικοκυριά για την ενέργεια και το ρεύμα. Παράλληλα, η κυβέρνηση Μελόνι δρομολογεί την παραχώρηση σε ιδιώτες όσου μικρού ποσοστού απομένει στο κράτος σε μεγάλες εταιρείες και τράπεζες (Enel, ITA Airways, Monte dei Paschi di Sienna)

Παρά τα ζοφερά τούτα στοιχεία, η κυβέρνηση Μελόνι -σε απόλυτη συνέχεια με τις προηγούμενες κυβερνήσεις- ετοιμάζεται να εφαρμόσει έναν δημοσιονομικό ελιγμό υπό το πρόσημο της λιτότητας, πλήρως συμμορφούμενη στον ρόλο που της έχει τάξει η Ε.Ε.. Το υπερκρατικό δηλαδή όργανο εκείνο που κάποτε η Μελόνι όμνυε πως θα καταργήσει και σήμερα επιδιώκει να αλώσει, συμμαχώντας με τη φιλελεύθερη δεξιά και έχοντας συμμάχους τους φυγόκεντρους εθνικιστές και λαϊκιστές.

Με μόνη εγγυητική επιστολή εκείνη των Αμερικανών, για τους οποίους έχει αναλάβει τον ρόλο του τοποτηρητή σε Ευρώπη, Μεσόγειο, ίσαμε τον Ειρηνικό. Η Ιταλία προσποιείται πως έχει επιτύχει σε όλα τα σχέδια για την ανάκαμψη για την επταετία, που συμπυκνώνονται στις περιώνυμες «μεταρρυθμίσεις». Ωστόσο οι «περιπέτειες» για την εκταμίευση της τέταρτης δόσης διέψευσαν την παραμυθένια εικόνα. Οι νέες συνθήκες στο Σύμφωνο Σταθερότητας σημαίνουν στην πράξη ότι η Ιταλία θα πρέπει να καταγράψει πρωτογενή πλεονάσματα και να αυξήσει φόρους με ακόμη υψηλότερο ρυθμό από αυτό που έχει ήδη καταγραφεί τα τελευταία 15 χρόνια (με συνακόλουθη επιβράδυνση της οικονομίας).

Και φυσικά για να επιτευχθούν τα πλεονάσματα και να καρπωθούν τον πακτωλό του Ταμείου Ανάκαμψης οι κεφαλαιούχοι, θα κληθούν να πληρώσουν τον λογαριασμό οι λιγότερο ευνοημένοι. Και πρώτα απ’ όλα οι συνταξιούχοι. Για το 2024 η συνταξιοδοτική λιτότητα, που έχει ήδη επισφραγιστεί από το 2023, ενισχύεται ακόμη περισσότερο, με ακόμη πιο δρακόντεια περικοπή του ποσοστού τιμαριθμικής αναπροσαρμογής για τα ανώτερα κλιμάκια στις συντάξεις. Για όσες είναι ίσες ή μεγαλύτερες από περίπου 2.100 ευρώ μεικτά το μήνα (περίπου 1.600 ευρώ καθαρά), δεν αναγνωρίζεται πλήρης τιμαριθμική αναπροσαρμογή στη δυναμική των τιμών, αλλά μειώνονται τα  ποσοστά. Ένα μέτρο άκρως τιμωρητικό, χωρίς καμία άλλη δικαιολογία εκτός από την επιθυμία να θυσιαστούν οι απολαβές των συνταξιούχων στο όνομα της δημοσιονομικής λιτότητας, αλλά και η ίδια τους η ποιότητα ζωής, καθώς το διανεμητικό πρόγραμμα ανατρέπεται στην περίοδου τούτη του υψηλότατου πληθωρισμού. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί βλέπουν σε αυτήν την κίνηση ένα βήμα προς την ιδιωτικοποίηση του συνταξιοδοτικού, αφού η παρούσα μεταρρύθμιση είναι δεινότερη ακόμη και από τον επάρατο «νόμο Φορνέρο».

Αναλογικά δυσχεραίνεται και η πρόσβαση στη σύνταξη, ακόμη και με τη φόρμουλα της ποσόστωσης  103 (62 έτη + 41 έτη εισφορών). Πλέον θα υπάρξει επανυπολογισμός του τμήματος της σύνταξης που εξακολουθεί να συνδέεται με τον υπολογισμό του μισθού, βάσει του συστήματος συνεισφοράς (πράγμα που θα οδηγήσει σε δραστικές μειώσεις). Επίσης, οι συντάξεις δεν μπορούν επ’ ουδενί να υπερβαίνουν τα 2.272 ευρώ μεικτά (παλαιότερα ήταν 2.800) ή περίπου τα 1.700 ευρώ καθαρά. Αναβολές στον χρόνο για τη λήψη της σύνταξης, ανακαθορισμός του ορίου συνταξιοδότησης για τις γυναίκες (από 60 σε 61 ετών), αλλά επίσης και αυστηρά κριτήρια επιλογής για περιορισμένες περιπτώσεις. Επιπλέον, υπάρχει ακόμη μεγαλύτερη αυστηροποίηση για τις πρόωρες συντάξεις, στην οποία πρόσβαση θα έχουν μόνον οι «ανταποδοτικοί» εργαζόμενοι. Υπάρχει άλλη μια δραστική αυστηροποίηση, αυτή τη φορά των απαιτήσεων πρόσβασης στη λεγόμενη ανταποδοτική μόνο πρόωρη σύνταξη (64 έτη + 20 εισφορές), δηλαδή προορίζονται για «καθαρά ανταποδοτικούς» εργαζόμενους και μόνον εάν το αναμενόμενο ποσό της σύνταξης είναι τουλάχιστον το τριπλάσιο της μεικτής κατώτατης (πριν ήταν 2,8) και μάλιστα δεν μπορεί να υπερβαίνει το πενταπλάσιο αυτής μέχρι το 67ο έτος. Επίσης τιμωρητικό μέτρο για τα κατώτατα κλιμάκια εργαζομένων, που δεν μπορούν κατ’ ουδένα τρόπο να πιάσουν αυτά τα κριτήρια.

Αντίθετα, η φορολογική μεταρρύθμιση που ενέκρινε η κυβέρνηση Μελόνι είναι καθαρά ετεροβαρής όσον αφορά τα μεγάλα εισοδήματα. H θρυλούμενη περικοπή των εισφορών για το 2024 αφορούν εισοδήματα έως 35.000 ευρώ. Είναι γνωστό πως οι πόροι αυτοί, δεν αποτελούν πραγματικές αυξήσεις για τον εργαζόμενο και μεσοπρόθεσμα καταλήγουν άμεσα στα κέρδη των εταιρειών. Για το μέλλον, οι συντελεστές του φόρου περιουσίας θα μειωθούν από 4 σε 3 (μία τέτοια  μείωση πάντοτε σημαίνει μικρότερη σύνδεση φόρου με το εισόδημα, που πάντοτε ευνοεί τους πλουσιότερους), ενώ διευρύνονται οι  ευνοϊκές μεταχειρίσεις για το εισόδημα εκτός εργασίας (κατ’ αποκοπήν φόρος και συντελεστές κλπ). Επιπλέον, με ανέκδοτο μοιάζει ο τρόπος και τα κριτήρια της φορολόγησης στα υπερκέρδη για τις τράπεζες κι εταιρείες ενέργειας (ενώ θα μπορούσε να έχει εφαρμοσθεί επί των αποθεματικών τους).

Την ίδια ώρα δεν επεκτείνεται και στον δημόσιο τομέα η εποχική και ευέλικτη εργασία, μέσα από συμβάσεις έργου και ορισμένου χρόνου, υπό τη μορφή «μαθητείας και κατάρτισης» -μέτρο που συνδέεται άμεσα και με τις προϋποθέσεις του Σχεδίου Ανάκαμψης. Παράλληλα όμως οι συμβάσεις στον δημόσιο τομέα έχουν λήξει από τις 31 Δεκεμβρίου 2021 και, ως εκ τούτου, οι μισθοί των εργαζομένων εξακολουθούν να είναι αυτοί που είχαν καθοριστεί τότε, ενόψει του τότε πληθωρισμού που μείωσε σημαντικά την ήδη πενιχρή αγοραστική δύναμη των δημοσίων εργαζομένων. Στον προϋπολογισμό διατίθενται  3 δισεκατομμύρια για το 2024 και 5 για το 2025. Πόροι εντελώς ανεπαρκείς. Αντιμέτωποι με έναν πληθωρισμό που έφθασε σχεδόν το 18% την τελευταία τριετία, οι δημόσιοι υπάλληλοι θα χρειαστούν τουλάχιστον 31 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, οι επιτυχόντες στον αντίστοιχο ΑΣΕΠ απαρνούνται θέσεις κι εγκαταλείπουν δουλειές, λόγω του μεγάλου κόστους διαβίωσης. Με επακόλουθο την ανεπαρκή λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών.

Κάτι που διαπιστώνεται στον άλλο δημόσιο τομέα που έχει κυριολεκτικά καταστραφεί: την Υγεία. Οι πενιχρές αυξήσεις στον προϋπολογισμό (3 δισεκ. για το 2024, 4 δισεκατομμύρια για το 2025 και 4,2 δισεκατομμύρια για το 2026), προορίζονται κατά κύριο λόγο για την ανανέωση συμβάσεων προσωπικού, αφήνοντας πολύ λίγους πόρους για άλλες προτεραιότητες. Δεν υπάρχει έκτακτο σχέδιο για νέες προσλήψεις (λείπουν 30 χιλιάδες γιατροί και 250 χιλιάδες νοσηλευτές) που είναι απαραίτητες για να επανεκκινήσει η δημόσια Υγεία, που μετά τη νόσο Covid αποδεκατίσθηκε. Η μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης σε πραγματικούς όρους δεν καλύπτει τις αυξήσεις που συνδέονται με τον πληθωρισμό και μεταφράζεται σε λιγότερα μηχανήματα, λιγότερα φάρμακα, επιδείνωση της υπηρεσίας. Επιβεβαιώνονται επίσης οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης την τριετία 2024-2026, με μείωση της αναλογίας δαπανών υγειονομικής περίθαλψης/ΑΕΠ, που πέφτει στο 6,1% το 2026 (πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ στη Γερμανία και τη Γαλλία είναι στο 10%).

Μέσα στη νέα χρονιά, όπως υπόσχεται η κυβέρνηση, θα ξεκινήσει και η «διαφοροποιημένη αυτονομία» των πλούσιων επαρχιών, όπως θέλει και ο κυβερνητικός εταίρος Ματέο Σαλβίνι. Με αυτό το μέτρο δημιουργούνται επαρχίες δύο ταχυτήτων, καθώς οι πλουσιότερες Περιφέρειες θα μπορούν να παρακρατούν μεγαλύτερο μερίδιο από τα δημοσιονομικά περισσεύματά τους (τη διαφορά ανάμεσα στους φόρους στις οικονομικές δραστηριότητες στην επικράτειά τους και τις δημόσιες δαπάνες τους). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η αναδιανεμητική λειτουργία του φορολογικού αποδυναμώνεται και πλέον καταργείται στην πράξη η ισότητα στις βασικές υπηρεσίες και την ποιότητα που χαίρεται κάθε Ιταλός ανεξαρτήτως περιοχής που ζει.

Αλλά τι γίνεται με τις υποτιθέμενες ελπίδες για ανάκαμψη, που υπόσχεται το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ( PNRR); Στη σύνταξη του προϋπολογισμού manu directori της Ε.Ε., περιλήφθηκε η αναγκαστική αναθεώρησή του, ως τμήμα του γενικότερου δημοσιονομικού ελιγμού. Απλώς τα 20 δισεκ. των πόρων του διατίθενται κυρίως σε προεπιλεγμένες εταιρείες (12 δισεκ. ευρώ στα συνήθη κίνητρα και τις χαριστικές συμβάσεις, 5 δισεκ. σε εταιρείες του ενεργειακού τομέα) και μόνο λίγα ψίχουλα μένουν για επενδύσεις σε κοινωνικά μέτρα (750 εκατ. για την Υγεία). Τα μόνα νέα μέτρα σε αυτήν την αναθεώρηση είναι μια απλή αναχρηματοδότηση σε παρεμβάσεις που έχουν ήδη ξεκινήσει. Όλες δε οι παρεμβάσεις είναι σύμφωνες με τη γραμμή που ακολουθούσε η ιταλική κυβερνητική πολιτική τις περασμένες 10ετίες, με έμφαση πάντα στη λιτότητα.

Μόνο που η παρούσα, πρώτη δημοσιονομική παρέμβαση της Μελόνι αναδεικνύεται μέσα από την πάγια στάση των φασιστικών παραδειγμάτων, που συμμαχούν ανερυθρίαστα με την άρχουσα τάξη. Προέχει το όφελος και το συμφέρον των πλουσιοτέρων τάξεων, ενώ μειώνεται το κοινωνικό κράτος και οι πόροι που διατίθενται για την Παιδεία, την Υγεία και τη στήριξη των χαμηλών εισοδημάτων. Μόνο που η εκχώρηση των κλειδιών του κράτους στο κεφάλαιο, συνοδεύεται με την εκκωφαντική προπαγάνδα για την αυτάρκεια και την καθαρότητα του κράτους, η παραχώρηση του πλούτου του σε ιδιώτες βαφτίζεται ευημερία και δύναμη για όλους. Μεγαλοστομίες που βρίσκουν κάρπιμο έδαφος στην «ψευδή συνείδηση» που θεριεύει μέσα στα κοινωνικά στρώματα που βλέπουν στον νεοφασισμό τον δρόμο για το κλέος του έθνους.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ο Τραμπ επιταχύνει τη λύση Ντράγκι κατά του «αργού θανάτου» της Ε.Ε.

H εκλογή Τραμπ αναγκάζει τους «27» να επισπεύσουν τις κινήσεις αφύπνισης από τον «δογματικό ύπνο» της πλήρους υποταγής της οικονομίας τους στις αμερικανικές στρατηγικές πρωτοβουλίες.
ΣΥΝΑΦΗ

Η Ουκρανία εγκαταλείπει θέσεις στην πόλη Κουράχοβο λόγω έλλειψης εφεδρειών

10 νεκροί από φωτιά σε οίκο ευγηρίας στην Ισπανία

Ισραήλ: Η γενική εισαγγελέας ζητά επανεξέταση της θέσης του Μπεν-Γκβιρ ως Υπουργό

Σεισμός 4,9 Ρίχτερ στην Τουρκία

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα