Το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού που πάσχει παγκοσμίως από σκλήρυνση κατά πλάκας βρίσκεται σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης, επισημαίνει μία νέα μελέτη διεθνούς ομάδας 175 γενετιστών
Οι ερευνητές με επικεφαλής καθηγητές των Πανεπιστημίων του Κέιμπριτζ, της Κοπεγχάγης και της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ, δημιούργησε τη μεγαλύτερη τράπεζα γονιδίων αρχαίων ανθρώπων στον κόσμο, αναλύοντας τα οστά και τα δόντια σχεδόν 5.000 ανθρώπων που ζούσαν στη δυτική Ευρώπη και την Ασία σε ένα εύρος περιόδων, από τη Μεσολιθική και τη Νεολιθική εποχή μέχρι τον Μεσαίωνα. Το παλαιότερο γονιδίωμα προέρχεται από άτομο που έζησε πριν από περίπου 34.000 χρόνια.
Με την αλληλουχία του αρχαίου ανθρώπινου DNA και τη σύγκρισή του με σύγχρονα δείγματα από 400.000 άτομα, τα οποία βρίσκονται καταχωρημένα στη βρετανική ιατρική βάση Biobank, η ερευνητική ομάδα χαρτογράφησε την ιστορική εξάπλωση των γονιδίων και των ασθενειών με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι πληθυσμοί μετανάστευαν. Τα αποτελέσματα δημοσιεύονται σε τέσσερις ερευνητικές εργασίες στο περιοδικό «Nature», παρέχοντας νέα βιολογική κατανόηση συγκεκριμένων διαταραχών.
Μεταξύ άλλων οι ερευνητές διαπίστωσαν τη γεωγραφική εξάπλωση της σκλήρυνσης κατά πλάκας από τις ρίζες της στη Στέπα του Πόντου, μια περιοχή που καλύπτει τμήματα της σημερινής Ουκρανίας, της νοτιοδυτικής Ρωσίας και της περιοχής του δυτικού Καζακστάν. Η μεγάλη μετανάστευση πριν από περίπου 5.000 χρόνια των Γιαμνάγια, κτηνοτρόφων που μετανάστευσαν από τη Στέπα στη βορειοδυτική Ευρώπη, εισήγε γονίδια κινδύνου στον πληθυσμό της βορειοδυτικής Ευρώπης και άφησε «κληρονομιά» τα υψηλότερα ποσοστά σκλήρυνσης κατά πλάκας σήμερα.
Την ίδια ώρα, εντόπισαν ότι τα συγκεκριμένα γονίδια πιθανώς προστάτευαν τους αρχαίους αυτούς πληθυσμούς από το να κολλήσουν μολυσματικές ασθένειες από τα πρόβατα και τα βοοειδή τους, αλλά αύξησαν και τον κίνδυνο εμφάνισης σκλήρυνσης κατά πλάκας.
Επίσης, διαπιστώθηκε ότι τα γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο ασθενειών, όπως το Αλτσχάιμερ και ο διαβήτης τύπου 2, εντοπίστηκαν στους κυνηγούς-συλλέκτες.
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι η μελλοντική ανάλυση θα αποκαλύψει περισσότερα για τους γενετικούς δείκτες του αυτισμού, της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), της σχιζοφρένειας, της διπολικής διαταραχής και της κατάθλιψης.