Στις 29 Δεκεμβρίου του 2023 ο Ρώσος γκραν μετρ και δύο φορές διεκδικητής του τίτλου του παγκόσμιου πρωταθλητή Γιαν Νιπόμνιατσι τουίταρε στο Χ μια εκτέλεση του «Χορού των Ιπποτών» του Σεργκέι Προκόφιεφ. Τα σχόλια από κάτω ποσώς αφορούσαν το μουσικό θέμα από το μπαλέτο Ρωμαίος και Ιουλιέτα, παρόλο που ο μεγάλος συνθέτης ήταν και σκακιστής. Αντίθετα, οι επιδοκιμασίες και αποδοκιμασίες αφορούσαν έναν άλλο χορό που είχε παρουσιαστεί μερικές ώρες πριν.
Λίγες ώρες νωρίτερα, λοιπόν, ο «Νέπο» βρισκόταν αντιμέτωπος στον 7ο γύρο του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Μπλιτς, που διεξήχθη στη Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν, με τον συμπατριώτη και φίλο του Ντανιίλ Ντούμποβ. Οι δύο παίκτες έπαιξαν μια εντυπωσιακή, προσυμφωνημένη παρτίδα, όπου πραγματοποιήθηκαν μόνο κινήσεις των ίππων. Μετά από 13 κινήσεις, και ενώ οι ίπποι ξαναβρέθηκαν στις αρχικές τους θέσεις,συμφωνήθηκε ισοπαλία.Το γεγονός ότι οι ίπποι στα αγγλικά λέγονται ιππότες (knights) επέτρεψε το λογοπαίγνιο με τον «χορό των ιπποτών».
Καταλαβαίνει κανείς ότι προκλήθηκε αναστάτωση. Καταρχάς, η ίδια η Παγκόσμια Ομοσπονδία παρενέβη μέσω του επικεφαλής διαιτητή, Ιβάν Σίροβι. Ο Σίροβι, επικαλούμενος τον κανονισμό της ΦΙΝΤΕ, θεώρησε ότι η προκαθορισμένη φύση της παρτίδας δυσφημεί το άθλημα, και ως εκ τούτου, εφάρμοσε το άρθρο 12, παράγραφος 9, εδάφιο 5, αφαιρώντας και από τους δύο παίκτες τον μισό βαθμό της ισοπαλίας. Οι παίκτες εφεσίβαλαν την απόφαση, αλλά η αρμόδια επιτροπή απέρριψε την έφεσή τους. Ντούμποβ-Νέπο, μηδέν-μηδέν. Και για να γίνει η ειρωνεία του πράγματος ακόμα πιο γλαφυρή, ο Ντούμποβ τερμάτισε το τουρνουά στη δεύτερη θέση…μαντέψτε, μισό βαθμό πίσω από τον νικητή Κάρλσεν (για να απομειώσω λίγο το χτύπημα της μοίρας, ωστόσο, οφείλω να επισημάνω ότι αν ο Ρώσος είχε πάρει αυτόν τον μισό βαθμό στον 7ο γύρο θα είχε διαφορετικές πιθανότητες κλήρωσης στη συνέχεια. Το τουρνουά ήταν ελβετικό, που σημαίνει ότι γύρο τον γύρο παίζουν μεταξύ τους παίκτες ίδιας βαθμολογικής κατηγορίας).
Ακολούθησε καταιγισμός σχολιασμού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στη σκακιστική κοινότητα που έφερε ξανά στο προσκήνιο το «μίσος για την ισοπαλία». Καταρχάς, ο ίδιος ο Νέπο αργότερα εμφάνισε την παρτίδα ως και έναν τρόπο διαμαρτυρίας απέναντι στις προβληματικές κατ’ αυτόν συνθήκες του τουρνουά. Αυτό ωστόσο ας το αφήσουμε εκτός της γενικής θεώρησης του πράγματος. Όσοι και όσες διαβάζετε συχνά αυτή τη στήλη ξέρετε ότι έχω μια εμμονή με αυτόν τον διαχρονικό φόβο των ανθρώπων ότι η ισοπαλία θα διαλύσει το αγαπημένο μας παιχνίδι. Ο φόβος και το συνεπαγόμενο μίσος ωστόσο δεν είναι κάθε φορά της ίδιας τάξης. Πρωταρχικά, εμφανίζεται ως διανοητικός φόβος και διανοητικό μίσος. Σ’ αυτήν την περίπτωση η ισοπαλία προκύπτει από την ίδια την εξέλιξη του παιχνιδιού και των σκακιστών. Η έρευνα, η ανάλυση, η εξερεύνηση των δυνατοτήτων οδηγούν σε όλο και περισσότερες θέσεις ισότητας. Η επαγγελματοποίηση οδηγεί στην παραγωγή ολοένα και περισσότερων τεχνικά καταρτισμένων παικτών που παίζοντας σαν μηχανές «σκοτώνουν» το παιχνίδι. Όσο ανεβαίνουμε προς την κορυφή, τα λάθη μειώνονται και η προοπτική νίκης εξαερώνεται. Παρότι βάσιμος, ο φόβος δείχνει μάλλον πρώιμος. Μπορεί το σκάκι να ρέπει εγγενώς προς την ισοπαλία, αλλά ο τρωτός ανθρώπινος παράγοντας επιτρέπει ακόμα την πιθανότητα λάθους, καθιστώντας, κατά την ταπεινή μου γνώμη, το τέλος του ανθρώπινου σκακιού μια πολύ μελλοντική υπόθεση. Μην ξεχνάμε εξάλλου ότι η χρήση των υπερυπολογιστών από τους κορυφαίους σκακιστές οδηγεί στην αναζήτηση νέων ιδεών, παραμελημένων κινήσεων κ.λπ. Έχουμε ακόμα πολλά να μάθουμε.
Υπάρχει ένας άλλος φόβος για την ισοπαλία που κινητοποιεί ακόμα ισχυρότερο μίσος: πρόκειται για το ηθικό μίσος. Σ’ αυτήν την περίπτωση η ισοπαλία δεν προκύπτει από το παιχνίδι, αλλά από τον παίκτη που για ίδιο, και συχνά ανόσιο, σκοπό παραιτείται από τη διεκδίκηση της νίκης και δίνει πρόωρο τέλοςστη μάχη. Πάνω σ’ αυτή τη βάση θαρρώ κριτικάρονται οι δύο Ρώσοι, γεγονός που πιστεύω πως είναι βαθιά υποκριτικό. Εξηγούμαι. Εμβληματικός πολέμιος των προκαθορισμένων ισοπαλιών ήταν ο μεγάλος Μπόμπι Φίσερ, που κατηγορούσε τους Σοβιετικούς για την πρακτική -και είχε φυσικά δίκιο. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου εύκολο να αποτρέψεις δύο ανθρώπους από το να κάνουν μια συμφωνία. Η ισοπαλία αυτού του τύπου είναι τόσο δομική για το παιχνίδι όσο και ο τρόπος που κινούνται τα κομμάτια. Κατά καιρούς επιβάλλονται όρια για το πότε μια ισοπαλία μέσω συμφωνίας επιτρέπεται. Εκεί το αποτέλεσμα είναι οι παίκτες να βασανίζονται μέχρι να φτάσουν το όριο και να κάνουν ισοπαλία λίγο μετά. Ή, ακόμα χειρότερα, επιλέγουν μια αξιοσέβαστη βαριάντα που οδηγεί σε σίγουρο αδιέξοδο -και εκεί κανένας διαιτητής δεν μπορεί να κάνει κάτι.
Στη Σαμαρκάνδη δεν υπήρχε αυτός ο περιορισμός, με αποτέλεσμα να έχουμε πολλές σύντομες ισοπαλίες, οι οποίες αν και ηθικά κριτικάρονται δεν οδήγησαν σε καμία τιμωρία. Κορυφαίο ίσως παράδειγμα είναι η ισοπαλίατης Κινέζας Λι με τη Ρωσίδα Μπόνταρουκ στον τελευταίο γύρο του Πρωταθλήματος Ράπιντ. Η Λι, νο3 του ταμπλό, και με 250 σχεδόν μονάδες ΕΛΟ παραπάνω, έκανε ισοπαλία τριών κινήσεων με τη φορμαρισμένη Ρωσίδα μόνο και μόνο για να διασφαλίσει την ισοβαθμία στην πρώτη θέση -και μαζί με αυτό την ίση κατανομή του χρηματικού επάθλου. Έτσι όμως επέτρεψε στην Ινδή Κονερού να «πιάσει» και αυτή την πρώτη θέση. Οι κανόνες της ισοβαθμίας, επιτρέποντας μόνο σε δύο σκακίστριες να παίξουν τάι μπρέικ, έδιωξαν την Κινέζα από την κούρσα του χρυσού. Αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης από την Κινέζα προκάλεσε αντίδραση, αλλά φυσικά καμία τιμωρία. Δικαίως αναρωτιέται κανείς πότε προσβάλλεται περισσότερο το άθλημα, από τις χαριτωμενιές των Νέπο και Ντούμποβ ή από τη στυγνή λογική των πεζών σύντομων ισοπαλιών.
Ομολογώ πως η όλη κατάσταση που δημιουργήθηκε πρόσφερε απολαυστικές στιγμές. Μία από αυτές ήταν μια ανάμνηση του ΤιμούρΡατζάμποβ από το τουρνουά του Γκρότινγκεν το 1995. Ο νεαρός τότε Αζέρος δεν συμμετείχε αλλά παρακολουθούσε με τον πατέρα του. Στον τελευταίο γύρο, ο μεγάλος Ανατόλι Κάρποβ χρειαζόταν μόνο μια ισοπαλία απέναντι στον Πέτερ Λέκο για να τερματίσει μόνος πρώτος, ολοκληρώνοντας ένα μεγάλο τουρνουά. Ο πατέρας Ρατζάμποβ εξηγούσε στον μικρό γιο του πώς ο μεγάλος πρωταθλητής θα έμπαινε σε μια δυναμική βαριάντα με τα λευκά, ωθώντας εντέλει τον Ούγγρο στην ισοπαλία. Η πραγματικότητα υπήρξε πιο βάναυση. Ο Κάρποβέπαιξε μία κίνηση, πρότεινε ισοπαλία και η παρτίδα τελείωσε. Δεν ξέρω αν η απογοήτευση ήταν το κυρίαρχο συναίσθημα στην ψυχή του μικρού ή αν το συμβάν αποτέλεσε μια πραγματική αποκάλυψη ότι αν δύο παίκτες θέλουν μπορούν να κάνουν ή μάλλον -με μεγαλύτερη ακρίβεια- να μην κάνουν πράγματα.
Εδώ βρίσκεται κατά τη γνώμη μου ο πυρήνας της περίπτωσης Νέπο-Ντούμποβ: ούτε στον διανοητικό ούτε στον ηθικό, αλλά στον φιλοσοφικό φόβο απέναντι στην ισοπαλία. Αν στον διανοητικό φόβο κυριαρχεί το ίδιο το παιχνίδι και στον ηθικό η κακή προαίρεση του παίκτη, που συναινεί στην ισοπαλία για να αποσπάσει κάποιο όφελος, στον φιλοσοφικό φόβο είναι η ίδια η βούληση που τίθεται στο επίκεντρο. Πώς μπορείς να αναγκάσεις κάποιον να θέλει να κερδίσει; Το σκάκι είναι ένα παιχνίδι ελεύθερης επιλογής μιας ατομικότητας. Αν αυτή για κάποιο λόγο δεν επιθυμεί να πράξει, το σύστημα θα καταρρεύσει.
Χαρακτηριστική περίπτωση στα σκακιστικά χρονικά είναι η παρτίδα του Τόνι Μάιλς εναντίον του Στιούαρτ Ρόιμπεν στο τουρνουά του Λούτον το 1975. Ο Μάιλς με ισοπαλία θα διασφάλιζε την πρώτη θέση, ενώ και ο αντίπαλός του θα πετύχαινε ένα καλό πλασάρισμα. Οι παίκτες έκαναν ισοπαλία σε μηδέν κινήσεις, εκφράζοντας στον διαιτητή απλώς τη βούλησή τους να μην παίξουν. Τιμωρήθηκαν και η παρτίδα έληξε 0-0. Παρόλο που εδώ υπάρχει κέρδος, η πράξη του Μάιλς είναι πρωτίστως φιλοσοφική. Πώς, αναρωτιέται ο Μάιλς, είναι δυνατό να τιμωρούμαστε, στον βαθμό που οι προσυμφωνημένες ισοπαλίες συμβαίνουν; Η υποκρισία του να τις επιτρέπουμε όταν έχουν ωραίο περιτύλιγμα δεν καλύπτει το ίδιο το γεγονός της ύπαρξής τους: συμβαίνουν.
Ο χορός των Ιπποτών του Νέπο και του Ντούμποβ αποτελεί μια υπόμνηση αυτής της συνθήκης. Οι δύο φίλοι γελάνε πριν την παρτίδα, απολαμβάνουν την επαναλαμβανόμενη σκανδαλιά, δύο Ρώσοι που παίζουν λόγω των κυρώσεων για την εισβολή στην Ουκρανία χωρίς τη σημαία τους, μετατρέπουν το σοβαρό τουρνουά σε χαρά του παιχνιδιού. Πριν τρία χρόνια, κατά τη διάρκεια του ματς για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, ο Ντούμποβ είχε βοηθήσει ως «δεύτερος» όχι τον Νέπο, αλλά τον Κάρλσεν. Η στάση του είχε επικριθεί στη Ρωσία, αλλά ο Ντούμποβεπέμενε ότι δεν συνιστά κάποια προσβολή, καθώς στο σκάκι ανταγωνίζονται πρόσωπα και όχι χώρες. «Εκ μέρους της ομάδας, ωστόσο, πρέπει να ευχαριστήσουμε τον Ντούμποβ, γιατί οι μεγαλύτερες ευκαιρίες μου για νίκη σε μεμονωμένα παιχνίδια προέκυψαν μετά από αυτές τις ιδέες που, όπως φαίνεται, μπορούν να αποδοθούν στο έργο του Ντανιίλ», είχε σχολιάσει τότε κάπως δηκτικά ο Νέπο, σημειώνοντας ουσιαστικά ότι γνωρίζοντας ο ίδιος λόγω της προγενέστερης συνεργασίας τους τις ιδέες του Ντούμποβ μόνο βοήθεια προς τον Κάρλσεν δεν ήταν. Ο χορός των ιπποτών απέδειξε ότι καμία σκιά δεν υπάρχει πλέον στη σχέση, γιατί επομένως να μην το δούμε και ως μια ξεκάθαρη επίδειξη φιλίας;
Επιστρέφοντας στη φιλοσοφική διάσταση της θέλησης και της απουσίας της, μαζί με την πράξη που δεν πραγματοποιείται, θα κλείσω με μια λογοτεχνική επισήμανση. Στο πρώτο του μυθιστόρημα, Μέρφυ, ο γνωστός για την αγάπη του στο σκάκι Σάμιουελ Μπέκετ τοποθετεί τον ομώνυμο ήρωα ως νοσηλευτή σε ένα ψυχιατρείο. Εκεί φροντίζει τον κύριο Ένδον «[έ]ναν σχιζοφρενή του πιο αξιαγάπητου είδους». Το μόνο πάθος του κυρίου Ένδον είναι το σκάκι. Ο Μέρφυ παίζει μαζί του, αλλά με μια ιδιομορφία. «Συναντιόντουσαν στη σκακιέρα, αλλά πολύ σπάνια». Η σκακιέρα στηνόταν στο δωμάτιο του Ένδον, αλλά οι κινήσεις γινόταν εν τη απουσία του άλλου -όπως θρυλείται ότι έπαιζε κάποτε ο θρυλικός Ακίμπα Ρουμπινστάιν.
Η περιγραφή είναι αποκαλυπτική:
Έτσι λοιπόν το παιχνίδι συνεχιζόταν, μέχρι που το βράδυ τους έβρισκε περίπου ισόπαλους, όπως ήταν στην αρχή του παιχνιδιού. Αυτό μάλλον δεν οφειλόταν και τόσο στο ότι ήταν ισάξιοι αντίπαλοι ή στις δυσμενείς συνθήκες του παιχνιδιού τους όσο στις άκρως φαβιανές μεθόδους που υιοθετούσαν. Το πόσο λίγο ασχολούνταν πραγματικά με το ζήτημα μπορούμε να το κρίνουμε από το γεγονός ότι μερικές φορές, ύστερα από οχτώ-εννιά ώρες αυτού του ανταρτοπόλεμου κανείς απ’ τους δύο παίκτες δεν είχε χάσει έστω ένα πιόνι ούτε και είχε απειλήσει τον βασιλιά του αντιπάλου του. Αυτό ευχαριστούσε τον Μέρφυ επειδή συνιστούσε έκφραση της συγγένειάς του με τον κύριο Ένδον και τον έκανε ακόμα πιο διστακτικό να επιτεθεί απ’ όσο ήταν εκ φύσεως. (Σάμιουελ Μπέκετ, Μέρφυ, μτφρ. Ελεάννα Πανάγου, Ύψιλον, 2020, σ. 170-171.)
Λίγο αργότερα ο Μπέκετ θα παραθέσει και μία από αυτές τις τρελές παρτίδες του Μέρφυ με τον Ένδον, που διεξήχθη με την ταυτόχρονη παρουσία των δύο αντιπάλων στη σκακιέρα και που οδήγησε στην ήττα και την τρέλα του Μέρφυ. Αξίζει να προσεχθεί πως αυτή η παρτίδα έχει στην αρχή της πολλές ομοιότητες με την αντίστοιχη των Νέπο και Ντούμποβ. Μετά την 9η κίνηση του λευκού και αφού οι ίπποι κάνουν έναν χορό επιστρέφουν στην αρχική τους θέση. Η διαφορά είναι ότι στην μπεκετική παρτίδα έχουν κουνηθεί πριν επιστρέψουν στη θέση τους και οι πύργοι, ενώ η αρχική κίνηση του λευκού είναι του πιονιού του βασιλιά (ε4). Ως γνωστόν οι κινήσεις των πιονιών δεν έχουν επιστροφή και αυτή την αρχική κίνηση σχολιάζει ο Μπέκετ ως «Το πρωταρχικό αίτιο όλων των μεταγενέστερων δυσκολιών των λευκών». Ο Μέρφυ παραδίδεται στο Ένδον του γιατί έπαιξε με το αναπόδραστο της κίνησης προς τα μπρος. Ο Νέπο και ο Ντούμποβ, πιο έμπειροι σκακιστές, δεν παραβίασαν αυτή τη συνθήκη, και με τον κυκλικό χορό των ίππων τους εκμηδένισαν τον χρόνο.
Για αυτή την μπεκετική εσάνς αξίζουν τουλάχιστον την επιείκειά μας θαρρώ.