Επειδή χθες, το αφιέρωμα του MEGA, ήταν σχεδόν αδιάφορο, μια κοπέλα ντυμένη στα λευκά, που χορεύει ήπια σε έναν κάμπο, το γεγονός περιγράφεται πάλι ήπια σχεδόν αποστασιοποιημένα λες και συνέβη πριν είκοσι χρόνια, με πολλά σχόλια πάλι ήπια και πολλά -μέχρι για τον Απόλλωνα που κυνήγησε στα Τέμπη τον Πύθωνα- από τη δημοσιογράφο και επειδή, «τον ρυθμό», τον κράτησε η κυρία Καρυστιανού, αλλά και οι άλλοι γονείς -αυτούς αλλοίμονο δεν μπορούσαν να τους αποφύγουν-οι τελευταίοι δε, έκαναν πολύ καλά σχόλια, εφάμιλλα με της παιδιάτρου, θα προσπαθήσω ως επαγγελματίας της επικοινωνίας, να ερμηνεύσω σε δύο γραμμές, «γιατί το MEGA, έκανε αυτή την εκπομπή -που- είναι -του- συστήματος»;
Όταν το ελεγχόμενο μιντιακό σύστημα, βλέπει μαζί με τους σπόνσορές του, πως το όποιο θέμα, όσο και αν κάνουν πως δεν υπάρχει ή δεν ξεχνιέται, προσπαθούν να έλθουν στην ίδια συχνότητα με αυτήν της κοινής γνώμης έκοντες άκοντες -ήγουν την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενοι- ΑΚΡΙΒΩΣ, όπως έκαναν χθες: μια ήπια προσέγγιση του θέματος και ας μην γελιόμαστε, δεν έπιασαν το MEGA «τα δημοκρατιλίκια του», καρτέλ είναι, θα μπορούσε να το παίξει οποιοδήποτε από τα κανάλια του τηλεκοντρόλ, που βρίσκονται στα κουμπιά 1,2,3,4,5,6,7,8.
Αλλά, θα δείτε, πιο ‘κει δεν έχει. Πιο ‘κει, θα δαγκώσουν το χέρι που τους ταΐζει και αυτό με τη σειρά του, τσαντισμένο, θα τους ρίξει σφαλιάρα.
Ο σκοπός της χθεσινής εκπομπής, ήταν το σύστημα να (κατα)δείξει, πως (συν)αισθάνεται την κοινή γνώμη και ενδεικτικά, όσο πατάει η γάτα, να δείξει ότι εν πάση περιπτώσει, δεν ήταν «ενός ανδρός το λάθος», αλλά περισσότερων ποιων και πόσων, ούτε που το ακούμπησε.
Απλώς, ήθελε να λειάνει (το σύστημα) τις εντυπώσεις, παίρνοντας επάνω του και άλλες «ευθύνες».
Είναι σαν αυτό που ακούμε και από τους πολιτικούς, που όταν δεν μπορούν να κάνουν κάτι άλλο, όντες με την πλάτη στον τοίχο και «παίρνουν την πολιτική ευθύνη», αλλά πού την πάνε δεν μας λένε, αφού μόλις ξομολογήθηκαν, η άλλη μέρα, είναι απλώς Τρίτη.
Καιρός όμως, φέρνει τα λάχανα…
Ακούγοντας χθες και άλλους συγγενείς των θυμάτων, επιβεβαίωσα τις υποψίες μου, πως αυτή τη φορά «δεν θα την βγάλουν καθαρή».
Οι εν λόγω συγγενείς, δεν είναι μια ομάδα ευάλωτη όπως για παράδειγμα οι μετανάστες, ούτε διαμαρτύρονται γιατί δεν τους αρέσει ένα κοινό κοινωνικό πρόβλημα, όπως σε όλους μας. Είναι άνθρωποι της «διπλανής πόρτας μας» και όχι μια ομάδα που ανήκει στον κοινωνικό πάτο και κάπου μακριά από εμάς.
Συνεπώς, ο «χάρτης» της ανθρωπογεωγραφίας τους, δεν είναι ατάκτως ερριμμένος, όπως σε άλλα κοινωνικά άδικα κοινωνικής φύσεως, αλλά συμπαγής, με κοινό παρανομαστή τον άφατο πόνο, που εύκολα ένας οποιοσδήποτε γονιός -και όχι μόνο- μπορεί να συμμεριστεί και να ταυτιστεί. Επίσης, η πλειονότητα των συγγενών εκφράζεται με επιχειρήματα και σοφία, χωρίς καμία απολύτως υφέρπουσα συνδιαλλαγή και ιδιοτέλεια, παρά ζητώντας το αυτονόητο και κανείς δεν μπορεί -φαντάζομαι ήδη κάποιους- να τους αναχαιτίσει ή να τους ειρωνευτεί ή να τους καταλογίσει πολιτική ατζέντα ή χρηματισμό.
Θα είναι και το τέλος αυτού του κάποιου.
Για αυτό, πιστεύω, ότι θα συνεχίσουν ακάθεκτοι έως το τέλος κι ας προσπαθήσει το σύστημα να τους προσεταιριστεί ή να τους «μαλακώσει» γιατί είναι αδύνατον. Και είναι αδύνατον, γιατί δεν ζητούν εμπράγματα ανταλλάγματα, παρά τη δικαίωση των ψυχών των ανθρώπων που έχασαν.