Τη Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου στο Παρίσι, στη σύσκεψη των αρχηγών κρατών για την αναζήτηση πρόσθετων τρόπων στήριξης της Ουκρανίας, ο πρόεδρος Μακρόν ξιφούλκησε με έντονα πολεμόχαρο τρόπο. Αφού διακήρυξε ότι «…θα πράξουμε οτιδήποτε χρειάζεται για να μην μπορέσει η Ρωσία να κερδίσει τον πόλεμο…», άφησε να εννοηθεί ότι μπορεί να εμπλακεί ο γαλλικός στρατός στις επιχειρήσεις κατά της Ρωσίας – «αν η κατάσταση το επιβάλει». Η δε «κατάσταση» πιθανότατα πολύ σύντομα θα το «επιβάλλει» καθότι οι τύχες του πολέμου δεν φαίνεται να ευνοούν τον στρατό του Ζελένσκι και των συμμάχων του.
Οι δηλώσεις του Μακρόν προκάλεσαν κατ’ αρχή ένα κύμα αμηχανίας, ίσως και πανικού, στους δυτικούς του εταίρους. Αρκετοί από αυτούς, συμπεριλαμβανομένου και του Κυριάκου Μητσοτάκη, έσπευσαν να προσδιορίσουν ότι δεν σκοπεύουν να εμπλακούν άμεσα με στρατιωτικές δυνάμεις στον πόλεμο. Η υπενθύμιση από την πλευρά της Μόσχας ότι υπάρχουν και πυρηνικά όπλα στη μέση, ενέτεινε αμηχανία και πανικό.
Προκάλεσαν όμως και κάτι πιο σημαντικό. Η τυχόν αποστολή γαλλικών στρατευμάτων στο μέτωπο της Ουκρανίας – ή ακόμα εκείνο το νέο που πιθανολογείται ότι μπορεί να ανοίξει στην Μολδαβία-Τρανσδνειστερία, ισοδυναμεί με κήρυξη πολέμου. Στο γαλλικό πολιτικό σκηνικό βρέθηκαν ελάχιστοι -γερουσιαστές ανάμεσά τους- να υπενθυμίσουν ότι, σύμφωνα με το σύνταγμα της Γαλλικής Δημοκρατίας οι αποφάσεις για κήρυξη πολέμου οφείλουν να έχουν την έγκριση του κοινοβουλίου. Ο κος Μακρόν προφανώς δεν ασχολήθηκε με αυτού του είδους τις λεπτομέρειες.
Τα πιο σημαντικά ακολούθησαν. Η προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας διευκρίνισε ότι η πρωτοβουλία του Μακρόν νομιμοποιείται από τη Διμερή Συμφωνία Ασφαλείας που υπέγραψε η Γαλλία με την Ουκρανία στην διάρκεια της επίσκεψης του κου Ζελένσκι στο Παρίσι, στις 16 Φεβρουαρίου. Η διεθνής αυτή διπλωματική συμφωνία επιτρέπει στον Πρόεδρο να αναλάβει πρωτοβουλίες χωρίς να ακολουθήσει το γράμμα -ή και το πνεύμα του συντάγματος. Οι διεθνείς συμβατικές υποχρεώσεις έχουν ισχύ μεγαλύτερη του συντάγματος – κάτι που γνωρίζουν οι λαοί ως παθόντες στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες ευρωπαϊκές ή μη. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να εξηγηθεί η περιοδεία του κου Ζελένσκι στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες: απλά απασφάλισε κάποιες περιοριστικές δικλείδες.
Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία των συνταγματικών όρων και λειτουργιών ο Πρόεδρος μιας πυρηνικής δύναμης, όπως είναι η Γαλλία, μπορεί να σύρει την χώρα του σε πόλεμο ενάντια σε μια άλλη πυρηνική δύναμη, όπως είναι η Ρωσία, απλά και μόνο με δική του απόφαση, χωρίς να δώσει λογαριασμό ούτε στον γαλλικό λαό, ούτε στους -στη βάση μιας αστικής δημοκρατίας- εκλεγμένους εκπροσώπους του. Οι «υπήκοοί» του απλά θα κληθούν να πληρώσουν τον -πιθανά πυρηνικό- λογαριασμό. Να υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά στην επιστροφή της απολυταρχίας του Παλαιού Καθεστώτος από την πίσω, συνταγματική, πόρτα; Σε άλλες όμως εποχές οι ηγεμόνες κινδύνευαν να χάσουν το κεφάλι τους με κάτι τέτοια….
Μετά από αυτήν τη βαθυστόχαστη ερμηνεία των όρων του γαλλικού -«δημοκρατικού»- πολιτεύματος, η συνταγματική παράκαμψη που επιχειρεί η ημετέρα κυβέρνηση για να εκπληρώσει το περί των ιδιωτικών πανεπιστημίων όραμά της, μοιάζει απλή παρωνυχίδα. Θα μπορούσε να παρατηρήσει όμως κανείς ότι η ακύρωση των συμβάσεων που δένουν την αστική εξουσία απέναντι στον λαό, γενικεύεται στην δυτική πλευρά της ανθρωπότητας. Μια πλευρά η οποία βλέπει «ολοκληρωτισμούς» παντού αλλού εκτός από τον δικό της καθρέπτη. Είναι συμπτωματικό μάλλον ότι η νέα αυτή άποψη περί πολιτεύματος συνδέεται σχεδόν πάντα, είτε με εξωφρενικές παραχωρήσεις υπέρ των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, είτε με διάθεση εισαγωγής του πολέμου ως κεντρικό στοιχείο της πολιτικής.
Τώρα, εάν παρατηρήσει κανείς, ότι η αποστολή ελληνικής φρεγάτας στον Ινδικό Ωκεανό, ενάντια σε ένα κράτος της εκεί περιοχής, έχει στοιχεία κήρυξης πολέμου και θα όφειλε να ενημερωθεί τόσο ο λαός, όσο και οι νόμιμοι -σε αστικό πλαίσιο «δημοκρατίας» εκπρόσωποί του στο κοινοβούλιο, μάλλον θα εισέπραττε χλεύη και αδιαφορία. Στην Δύση, στην οποία έχουμε όνειρο να μοιάσουμε, ο εκεί ηγεμόνας έχει το δικαίωμα να προκαλέσει πυρηνικό ολοκαύτωμα επειδή έτσι του αρέσει. Μπροστά σε τέτοιο παράδειγμα ποιος θα έκανε ζήτημα την εμπλοκή της χώρας μας σε πόλεμο με τους Ανσαραλλάχ;
Να μην είμαστε υπερβολικοί, ούτε γραφικοί επίσης…