Το όνομα του John Barnett μάλλον δεν λέει πολλά στο ελληνικό κοινό. Η ιστορία του όμως είναι εξόχως σημαντική, αλλά και διδακτική για το πώς λειτουργεί το πολύ μεγάλο κεφάλαιο ακόμα και στην καρδιά του αναπτυγμένου κόσμου, αν το ενοχλήσεις αρκετά.
Τις τελευταίες ημέρες λοιπόν, ολοένα περισσότερο διακινείται στα διεθνή μέσα ενημέρωσης η υπόθεση μιας «βολικής αυτοκτονίας»: αυτής του John Barnett. Ο εν λόγω ήταν εργαζόμενος της Boeing για τριάντα χρόνια, έως ότου παραιτήθηκε το 2017 για λόγους υγείας.
Από το 2010, εργάστηκε ως διευθυντής ποιότητας στο εργοστάσιο του Βόρειου Τσάρλεστον, όπου και κατασκευάζεται το 787 Dreamliner. Το αεροσκάφος αυτό θεωρήθηκε “game- changer” για την Boeing και την υπεροχή της στην αγορά, με στόχο η τελευταία να κυριαρχήσει επί της Airbus. Δυστυχώς για την Boeing και τις επενδύσεις της, είναι η Airbus που φαίνεται να κερδίζει το στοίχημα του ανταγωνισμού, κάτι που σημαίνει ότι κάθε πλήγμα στην Boeing γίνεται ακόμα πιο καίριο. Και κάπου εκεί έρχεται το 2019, ο Barnett να μιλήσει για εργαζομένους υπό πίεση που αναγκάζονται να τοποθετήσουν εξαρτήματα κατώτερης ποιότητας, για σοβαρά προβλήματα με τα συστήματα οξυγόνου, με τη μία στις τέσσερις αναπνευστικές μάσκες εν δυνάμει εκτός λειτουργίας σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, για βιαστική διαδικασία συναρμολόγησης και μειωμένη ασφάλεια στο εργοστάσιο της Νότιας Καρολίνας, για εργαζομένους που δεν τήρησαν τις προβλεπόμενες διαδικασίες, με αποτέλεσμα την εξαφάνιση ελαττωματικών εξαρτημάτων, με εξαρτήματα κατώτερης ποιότητας, τα οποία είχαν αφαιρεθεί ακόμη και από κάδους απορριμμάτων για να μπουν σε αεροπλάνα που κατασκευάζονταν, προκειμένου να αποφευχθούν καθυστερήσεις στη γραμμή παραγωγής. Επιπλέον ο Barnett κατήγγειλε ότι είχε μιλήσει στα αρμόδια στελέχη για όλα τα παραπάνω, αλλά οι προειδοποιήσεις του αγνοήθηκαν.
Η Boeing φυσικά αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες του, ωστόσο το 2017 η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Αεροπορίας (FAA) των ΗΠΑ, εν μέρει τον δικαίωσε. Διαπίστωσε ότι η θέση τουλάχιστον 53 «μη συμμορφούμενων» εξαρτημάτων στο εργοστάσιο ήταν άγνωστη και ότι θεωρούνταν χαμένα, με αποτέλεσμα να διατάξει την Boeing να λάβει διορθωτικά μέτρα. Η ίδια η Boeing παραδέχτηκε ότι το 2017 είχε «εντοπίσει ορισμένες φιάλες οξυγόνου, τις οποίες είχε λάβει από τον προμηθευτή και δεν αναπτύσσονταν σωστά», παρότι αρνήθηκε ότι είχε τοποθετήσει οποιαδήποτε σε αεροσκάφη. Μάλιστα, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ξεκίνησε έρευνα μετά την έκρηξη μιας εξόδου κινδύνου σε πτήση της Alaska Airlines τον Ιανουάριο, η οποία οδήγησε στην προσωρινή καθήλωση ορισμένων αεροσκαφών Boeing 737 Max 9.
Όπως ήταν αναμενόμενο ο Barnett ενεπλάκη σε μακροχρόνια νομική διαμάχη με την εταιρεία. Ο ίδιος κατηγόρησε την Boeing ότι επεδίωκε την εξόντωση της προσωπικότητάς του, ενώ λίγο πριν τη φερόμενη ως αυτοκτονία του είχε πει σε στενή του φίλη ότι θα προσπαθούσαν να του κλείσουν το στόμα και να το κάνουν να φανεί σαν αυτοκτονία. Διόλου τυχαία, το γεγονός ότι υπέφερε από την πίεση που του ασκούσε η Boeing όσο εργαζόταν εκεί προκειμένου να μην αποκαλύψει τα όσα συνέβαιναν, χρησιμοποιείται τώρα, ώστε να φανεί πειστικό το σενάριο της αυτοκτονίας, παρότι όλοι οι οικείοι του υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να σχεδίαζε να αυτοκτονήσει.
Φυσικά, η έρευνα για το αν πρόκειται για αυτοκτονία ή δολοφονία θα συνεχιστεί, ωστόσο κάτι (θα έπρεπε να) λέει το γεγονός ότι ένας whistleblower προέβλεψε με τέτοια ακρίβεια το θάνατό του. Σε μια εταιρεία που είναι υπεύθυνη για την ασφάλεια εκατομμυρίων, με προνομιακές σχέσεις με το βαθύ κράτος των ΗΠΑ και με μονοπωλιακή θέση, οι αποκαλύψεις δεν επιτρέπονται. Και αν κάποιος ενοχλήσει πολύ, κάποιο όπλο μπορεί να εκπυρσοκροτήσει, ώστε από τη μια να κλείσει ένα ενοχλητικό στόμα, από την άλλη να σταλεί ένα χρήσιμο μήνυμα προς κάθε πιθανό μιμητή του.