Οι πολεμόχαρες ιαχές του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, ακόμη και για αποστολή δυνάμεων στην Ουκρανία έχουν ανησυχήσει κατάβαθα τους συμμάχους του. Ακόμη και εκείνους που είναι οι πλέον διαπρύσιοι «σπόνσορες» της εμπόλεμης Ουκρανία, όπως η Ιταλία, και που σήμερα φοβούνται την ανάφλεξη ενός παγκοσμίου πολέμου εξαιτίας της αλλαγής στη στάση του Μακρόν.
Όταν μάλιστα, πριν δύο χρόνια, ακριβώς λίγο προτού η στρατιωτική μηχανή της Ρωσίας βάλει μπροστά για να εισβάλει στην Ουκρανία, ο Γάλλος πρόεδρος ήταν σχεδόν ο μόνος από τους Ευρωπαίους ηγέτες που επιχείρησε να διαδραματίσει έναν μεσολαβητικό ρόλο, προκειμένου να αποτραπεί την ενδεκάτη ώρα η επέμβαση. Κι όταν ακόμη και στις 9 Μαΐου του ίδιου anni terribilis ο Μακρόν εκλιπαρούσε τους Ευρωπαίους ομολόγους του «να μην ταπεινώνουν τη Ρωσία».
Μα ποιοι είναι οι λόγοι, άραγε, που σήμερα η «περιστερά της ειρήνης» Μακρόν έχει μετατραπεί στον πιο εμπαθή και πολεμοκάπηλο «ιέρακα» της Ευρώπης. Πώς είναι δυνατόν εκείνος που πρώτος επικαλείτο τον κίνδυνο μίας παγκόσμιας σύρραξης, σήμερα άφρονα να επιδιώκει να παρασύρει τον κόσμο στον όλεθρο; Είναι αληθής η μεταβολή του ή απλώς ο πάντα υστερόβουλος Μακρόν στοχεύει σε κάτι άλλο;
Η αλήθεια είναι ότι το πολιτεύεσθαι του Μακρόν έχει αποδείξει πως ο Γάλλος πρόεδρος διαρκώς τροποποιεί την τακτική του ανάλογα με τις συνθήκες που δημιουργούνται και τα προβλήματα που έχει να επιλύσει. Και στην περίπτωση της Ουκρανίας, είναι λογικό πως κάποιος εύλογα θα μπορούσε να σκεφθεί κάτι παρόμοιο. Και τούτο γιατί δεν είναι φυσιολογικό, τη στιγμή τούτη ο Μακρόν να ξιφουλκεί. Ιδίως όταν, σιγά σιγά, σχεδόν όλοι στην Ε.Ε. -με εξαίρεση φυσικά τους έχοντες και εδαφικά, συμφέροντα εμπαθείς Πολωνούς, τις Βαλτικές Χώρες και τους λοιπούς αμερικανο-ΝΑΤΟ-φιλους- να αρχίζουν να στοχάζονται την κατάσταση που έχει φέρει στην ήπειρο η αντίθετη στα σχέδιά τους δυναμική του πολέμου στην Ουκρανία. Μία σύρραξη που πέρα από τα μύρια οικονομικά προβλήματα, την ακρίβεια σε καύσιμα και τρόφιμα, έχει οξύνει -κι ιδιαίτερα στη Γαλλία- τα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργεί η ύφεση, με πρώτον πρώτον τον αγροτικό τομέα και την παραγωγή. Όπως διαπιστώσαμε τους περασμένους μήνες, ο αγροτικός κλάδος δεν ξεσηκώθηκε μόνον ενάντια στην ΚΑΠ, αλλά και τις εισαγωγές από την Ουκρανία, που ακριβώς με πρόσχημα τον πόλεμο άνοιξαν οι πύλες για τα μεταλλαγμένα και αμφιβόλου ποιότητας εν σχέσει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα προϊόντα τους. Όταν ο Μακρόν αναγκάσθηκε, υπό την πίεση των αγροτών, να ζητήσει από την Ε.Ε. να πάρει πίσω βασικά μέτρα (που σχετίζονται και με την Ουκρανία), γιατί να σαλπίσει τώρα το πολεμικό εμβατήριο κατά της Ρωσίας.
Οι προφάσεις που έχουν διατυπωθεί από το προεδρικό περιβάλλον, πως τάχατες τη μεταστροφή επέβαλε η αδιάλλακτη και αλαζονική στάση του Βλαντίμιρ Πούτιν, μάλλον δεν είναι και τόσο πειστικές. Από την πρώτη κιόλας στιγμή, θυμόμαστε τη συνάντησή τους, με τον Μακρόν σε μεγάλη απόσταση από έναν Πούτιν που τον κοίταζε αφ’ υψηλού (σε μια σκηνή που θύμιζε τον ‘Δικτάτορα’ του Τσάπλιν), η κομπαστική στάση του Ρώσου ηγέτη δεν τον εμπόδισε να διακηρύσσει τη διαλλακτικότητα.
Πιο αληθοφανείς ίσως μοιάζει η εξήγηση πως ο οξύθυμος και φιλάρεσκος Μακρόν προσβλήθηκε από τις προσβλητικές δηλώσεις κι απειλές κατά της ζωής του από τον Ρώσο πρωθυπουργό Ντμίτρι Μεντβιέντεφ. Ο χαρακτηρισμός «φοβητσιάρης» (trouillard) που του εκτόξευσε ο Ρώσος μετά την τριμερή Γερμανίας-Γαλλίας-Πολωνίας για το Ουκρανικό και εν όψει της επίσκεψης του Γάλλου στο Κίεβο, είναι πιο πιθανό να έκανε τον Μακρόν να το πάρει προσωπικά και να τον παρακινήσει σε αυτήν την αλλαγή. Μολαταύτα, ούτε και το προσωπικό ressentiment, ούτε και οι θρυλούμενες ρωσικές κυβερνοεπιθέσεις, διαρροές και υποκλοπές, μπορούν να εξηγήσουν ολοκληρωτικά τη μεταβολή του Γάλλου. Και μάλιστα να διακηρύττει πως θα στείλει στρατεύματα στην Οδησσό, όταν μισανοίγει το θέμα της Υπερδνειστερίας και της δημιουργίας ενός νέου μετώπου ανάφλεξης και με πυρηνικές προεκτάσεις.
Η αλήθεια είναι πως τα σχέδια του Μακρόν πάντοτε στρέφονται γύρω από την εξυπηρέτηση της δικής του εικόνας. Δεν είναι τυχαίο που οι δηλώσεις του για το Ουκρανικό συμπίπτουν με την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας του για τις Ευρωεκλογές στο συνέδριο της Λιλ. Τραβώντας το χαρτί της Ουκρανίας, της αποστολής δυνάμεων και τα λοιπά, ο Μακρόν ουσιαστικά στόχο είχε να προκαλέσει τους πολιτικούς αντιπάλους του να πάρουν θέση. Ιδίως το ακροδεξιό RN της, πάντοτε ύποπτης για τις μακρόχρονες σχέσεις της με τον Πούτιν, Μαρίν Λεπέν, το οποίο μέχρι σήμερα έχει τηρήσει μία sotto voce στάση απέναντι στην Ουκρανία. Η πρόκληση, έμμεσο κατηγορώ, του Μακρόν προς το κόμμα της Λεπέν, στόχο έχει να ανασχέσει τον καλπασμό της προς τις Ευρωεκλογές, όπως δείχνουν τα ποσοστά της (30%) στις δημοσκοπήσεις. Εξάλλου, αυτός ήταν ο στόχος που είχαν κάποια άλλα μέτρα του: φερ’ ειπείν, η αχρείαστη συνταγματική κατοχύρωση των αμβλώσεων -όταν ήδη υπάρχει νόμος και λειτουργεί απαρασάλευτα επί χρόνια. Ή οι γενναίες υποχωρήσεις στα αγροτικά αιτήματα. Τώρα και με το Ουκρανικό, ο Μακρόν επιδιώκει να αυξήσει ακόμη περισσότερο την δειλά ανακάμπτουσα δημοτικότητά του.
Μη λησμονούμε πως και το 2022 ο Μακρόν είχε πάρει την λευκή σημαία του διαμεσολαβητή γιατί μπροστά του είχε τις κρίσιμες προεδρικές εκλογές, αλλάζοντας τα δεδομένα -γιατί οι ψηφοφόροι σε περιόδους κρίσεις προτιμούν τον απερχόμενο υποψήφιο. Τώρα προβάρει, έστω και μετριάζοντας τους τόνους στην τηλεοπτική συνέντευξή του που ακολούθησε στην κρατική τηλεόραση TF1, τη στρατιωτική στολή του Βοναπάρτη, έτοιμου να ξαναεισηλάσει στη Ρωσία, προσβλέποντας όμως σε μία επικράτηση στις ευρωεκλογές, εις βάρος της αμηχανίας της ακροδεξιάς αντιπάλου του και δευτερευόντως των αντιδράσεων της αριστεράς του France Insoumise του Μελανσόν και «καπελώνοντας» τις άλλες δεξιές παρατάξεις.
Είναι τούτες οι Ευρωεκλογές άλλωστε στις οποίες προσβλέπει ο Μακρόν και για άλλο έναν λόγο. Είναι ίσως η στερνή του ευκαιρία, εάν το κόμμα του και η ευρωομάδα του πάνε καλά στην ευρωκάλπη, να αναδειχθεί κι αυτός ως ο αναντίρρητος ηγέτης στην Ε.Ε.. Το Ουκρανικό και η ταπείνωση της φιλειρηνικής του πολιτικής, υπήρξε η αφορμή να παραμερισθεί ηγετικά ο Γάλλος ηγέτης και να αναδειχθούν άλλοι, φιλοαμερικανοί και πλειοδότες στον πόλεμο πολιτικοί, όπως η Ιταλίδα ακροδεξιά πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι ή ο Πολωνός ομόλογός της Μοραβιέτσκι. Η πρωτοβουλία του Μακρόν να ζητήσει αυτό που δεν έχουν τολμήσει έως σήμερα μήτε και οι πιο εθελόδουλοι σύμμαχοι των Αμερικανών, αλλά ούτε και η Ουάσιγκτον -την απευθείας εμπλοκή στρατευμάτων κατά της Ρωσίας- ανασύρει τον Γάλλο πρόεδρο στην επιφάνεια και στη δημοσιότητα. Στις ευρωεκλογές το διακύβευμα είναι η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων, που παραδοσιακά αφαιρούν ψήφους από την παραδοσιακή δεξιά. Το ακραίο κέντρο του Μακρόν ευελπιστεί σε μία υποχώρηση του ΕΛΚ, που σε συνδυασμό με μία δικη του επιτυχία απέναντι στη Λεπέν και μείωση των ευρω-ποσοστών της, θα φέρει τη δική του παράταξη σε πλεονεκτική θέση για συνεργασία στα όργανα της Ε.Ε.. Και φυσικά σε μεγαλύτερο ρόλο για εκείνον.
Τη στιγμή που η γονατισμένη οικονομικά από τον πόλεμο στην Ουκρανία πάλαι ποτέ ηγέτιδα δύναμη στην ΕΕ Γερμανία και κυρίως η ηγετική ανυπαρξία του καγκελάριου Όλαφ Σολτς είναι ορατή, ο Μακρόν βλέπει έναν επιπλέον λόγο να εφορμήσει στο προσκήνιο. Όταν το ενδεχόμενο εμπλοκής ευρωπαϊκών στρατευμάτων στη Γερμανία συζητείται off the record μεταξύ στρατηγών, ο Μακρόν δείχνει πως στη Γαλλία είναι ο ίδιος ο πρόεδρος που το θέτει ανοικτά και τολμηρά. Ο Μακρόν φέρει στο προσκήνιο τη γνωστή γαλλο-γερμανική διαφωνία για την Ουκρανία και το κάνει υπέρ του. Σε έναν βαθμό υπενθυμίζει τους ιστορικούς δεσμούς που είχε η Γερμανία, πρώτα με την τσαρική Ρωσία, αλλά και πιο πρόσφατα με τις οικονομικές κι ενεργειακές σχέσεις της με τον Πούτιν. Ενώ η Γαλλία, από την εποχή του Βοναπάρτη, τον Κριμαϊκό Πόλεμο και τη συνδρομή στην Ουκρανία στον ρωσικό εμφύλιο πόλεμο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, πάντα ήταν στη σωστή πλευρά της Ιστορίας απέναντι στη Μόσχα. Τη στιγμή που, μετά δύο χρόνια που συζητείται το θέμα, ούτε τα αμερικανικά F-15, αλλά ούτε και τα γαλλικά Mirage 2000, δεν έχουν φθάσει ποτέ στην Ουκρανία, όταν τα γερμανικά Leopard χαθήκαν εν μία νυκτί σχεδόν από τους ρωσικούς πυραύλους, η πρόταση του Μακρόν που δεν περιορίζεται μόνον σε υλική ενίσχυση του πολέμου, αλλά και στην έμψυχη εμπλοκή, επιχειρεί να αναδείξει πως ο Γάλλος πρόεδρος διαθέτει πυγμή εκεί που δεν την έχουν οι «διάττοντες αστέρες» του ευρωπαϊκού πολιτικού στερεώματος.
Φυσικά ο Μακρόν ποντάρει και σε ένα άλλο δεδομένο, που άλλωστε μπορεί να το βάλει ως πρωταρχικό στόχο του. Η γαλλική αμυντική βιομηχανία (χάρις και στην ελληνική γενναιοδωρία και την Ουκρανία) έχει περάσει στη δεύτερη θέση παγκοσμίως μετά τους Αμερικανούς, προσπερνώντας την αντίστοιχη γερμανική και τη ρωσική σε παραγωγή κι εξαγωγές. Ευκαιρια για τον Μακρόν -και τα στρατιωτικοβιομηχανικά συμφέροντα που εξυπηρετεί- να προβάλλει σε ευρωπαϊκό, αλλά και σε ΝΑΤΟϊκό επίπεδο ως η μεγάλη και υπέρτερη δύναμη στην ήπειρο. Αυτή που θα αναλαμβάνει την πρωτοκαθεδρία στις αποφάσεις και στη δράση. Όπως έκανε παλιά και στις περιπτώσεις της Λιβύης ή της Συρίας, για να μην προσθέσουμε και την Αφρική, με τα γνωστά «επιτυχή» αποτελέσματα για την Ευρώπη, τις χώρες αυτές και τον κόσμο γενικά. Η διαιώνιση και στρατιωτική αναβάθμιση του πολέμου στην Ουκρανία εγγυάται και μία ποιοτική αναβάθμιση του ηγετικού ρόλου του ίδιου του Γάλλου προέδρου. Ενώ και ανοίγει ακόμη περισσότερες προοπτικές για παραγωγή και ανάπτυξη της γαλλικής στρατιωτικής βιομηχανίας, όταν η αδυναμία παραγωγής υλικού στην ΕΕ έχει επηρεάσει τις στρατιωτικές εξελίξεις στο πεδίο των μαχών, γέρνοντας την πλάστιγγα υπέρ της Μόσχας.
Η «εισβολή» γαλλικού στρατιωτικού εξοπλισμού, όχι μόνον δίνει στην ασθμαίνουσα βιομηχανία κι οικονομία της χώρας το μόνο φιλί ζωής που μοιάζει πιθανό, αλλά προσδίδει ηγετικό γόητρο στον πρόεδρό της. Για να μην πούμε ότι με αυτόν τον τρόπο παίρνει και μία άτυπη ρεβάνς από τις ΗΠΑ που τον εξευτέλισαν με την ακύρωση της στρατιωτικής συμφωνίας με την Αυστραλία πριν κάποια χρόνια!
Όχι, ο Μακρόν είναι πολύ υπολογιστής και πραγματιστής (και φυσικά καιροσκόπος) για να του αποδοθούν «ευγενή» κίνητρα για την αλλαγή του. Εάν η Λεπέν δε σηκώσει το γάντι στο Ουκρανικό, ο Μακρόν θα έχει διπλό όφελος. Μία ταπείνωση της ακροδεξιάς στις ευρωεκλογές και μία αύξηση του δικού του γοήτρου, μία επάνοδός του στην ηγετική βαθμίδα της Ε.Ε. και παγκοσμίως.