Σε έναν τοίχο στα Εξάρχεια, εδώ και χρόνια, ήταν γραμμένη η αφυπνιστική προτροπή: «Φάτε σκατά, κερνάει το κράτος».
Δεν είναι μόνο το περιεχόμενο του κεράσματος που απωθεί. Είναι και το γεγονός ότι στην καθημερινή πρακτική, μας αντιμετωπίζουν κατ’ επανάληψη σαν μύγες. Η μύγα διακρίνεται σε δώδεκα είδη, καταγράφουν οι ειδικοί.
Όμως, ας μείνουμε στην οικιακή, την πλέον κλασική στη χώρα μας, ακόμη κι αν κινδυνεύει να χάσει την οικεία της (ή την έχει ήδη χάσει). Περισσότερες από 10 εκατομμύρια μύγες και μάλιστα -σύμφωνα με τη γνωστή παροιμία – με ξύγκι. Πώς, λοιπόν, σε μια χώρα, οικονομικά ισοπεδωμένη, εδώ και περίπου 14 χρόνια, βγαίνει από τη μύγα ξύγκι;
Μα, ακόμη και από την αύξηση του κατώτατου μισθού!
Μα, ακόμη και από την ακρίβεια!
Σε μια χώρα, όπου δύο στους τρεις φόρους είναι έμμεσοι, όπως ο ΦΠΑ και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, δηλαδή τους πληρώνουν όλοι -φτωχοί και πλούσιοι – είναι αναπόφευκτο τα κρατικά έσοδα μέσω των φόρων αυτού του είδους από 28 δισ. ευρώ να εκτιναχθούν στα 36 δισ. ευρώ μέσα σε τρία χρόνια.
Εξίσου, αναπόφευκτο -αναξιοπαθούσα (;) μύγα- είναι η ημερήσια καθαρή αύξηση του κατώτατου μισθού κατά περίπου 1,5 ευρώ να αποφέρει κέρδη περίπου άνω των 400 εκατομμυρίων ευρώ για τον δημόσιο κορβανά…
Το κέρδος προκύπτει από τρεις διαφορετικές πηγές:
– Αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές κατά 219,6 εκατ. ευρώ, καθώς το 29% των εργαζομένων έχει αποδοχές έως το ύψος του νέου κατώτατου μισθού.
– Αύξηση της φορολόγησης κατά περίπου 200 εκατομμύρια ευρώ, καθώς οι υψηλότερες αποδοχές, χωρίς αλλαγή στο αφορολόγητο, οδηγούν σε υψηλότερη φορολογία εισοδήματος.
– Αυξημένο τεκμαρτό εισόδημα κατά τουλάχιστον 73 εκατομμύρια ευρώ για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, το οποίο υπολογίζεται σε σχέση με τις εκάστοτε κατώτατες αποδοχές.
Και κάπως έτσι, η οικιακή μύγα υφίσταται εισοδηματική… λιποαναρρόφηση.