Λίγο πριν εισέλθει στην όγδοη δεκαετία από την ημερομηνία της ανεξαρτητοποίησής του -καθώς μέχρι το 1956 υπήρξε βρετανική αποικία και υπό την κατοχή της Αιγύπτου- το Σουδάν βρίσκεται αντιμέτωπο με την τρίτη εμφύλια σύρραξη της σύντομης ιστορίας του. Μίας ιστορίας που, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες περιπτώσεις των κρατών της Αφρικής, μπορεί να ιδωθεί κυρίως ως αποτέλεσμα αιώνων εκμετάλλευσης και αποικιοκρατίας.
Υποκινούμενες φυλετικές διαμάχες, διχοτόμηση της χώρας και απόσχιση του Νότιου Σουδάν το 2011, 15 στρατιωτικά πραξικοπήματα, λαϊκές εξεγέρσεις που πνίγηκαν στο αίμα, καταλήστευση πλουτοπαραγωγικών πηγών, καθεστώτα-εντολοδόχοι Δυτικών κρατών και εταιρειών, συνθήκες ακραίας φτώχειας για τον πληθυσμό -το Σουδάν είναι η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας στη Βόρεια Αφρική με το 32% του πληθυσμού να ζει ήδη από το 2022 κάτω από το εθνικό όριο φτώχειας-, αναλφαβητισμός και αυξημένη παιδική θνησιμότητα και μάλιστα σε μία χώρα που το 42% του πληθυσμού είναι παιδιά κάτω των 14 ετών.
Στο κάδρο μας οφείλουμε να συμπεριλάβουμε πως το Σουδάν, εκτός της ειδικής σημασίας της γεωγραφικής του θέσης καθώς βρέχεται στα ανατολικά από την Ερυθρά Θάλασσα με τα δυτικά του σύνορα να αγγίζουν τη ζώνη του Σαχέλ, παράγει μεγάλες ποσότητες ουρανίου, λιθίου, πλατίνας κλπ ενώ είναι η δέκατη μεγαλύτερη χώρα στην παραγωγή χρυσού στον κόσμο. Σύμφωνα με τη Γενική Διοίκηση Εποπτείας και Ελέγχου Παραγωγικών Εταιρειών, η παραγωγή χρυσού της χώρας το 2022 έφθασε σε επίπεδα ρεκόρ: 18 τόνοι και 637 κιλά ενώ καθόλου εντύπωση δεν προκαλεί , έχοντας κατά νου το μέγεθος του πλιάτσικου στον πλούτο των χωρών της Αφρικής, το γεγονός πως τον επόμενο χρόνο το χρέος της χώρας έφτασε στα επίπεδα-ρεκόρ του 256% του ΑΕΠ.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται ο νέος κύκλος αίματος που ξεκίνησε την 15η Απριλίου 2023 ανάμεσα σε δυνάμεις που πρόσκεινται στον αρχηγό του στρατού Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν κι αυτές του Μοχάμεντ Χαμντάν Ντάγκλο, άλλοτε υπαρχηγού του και επικεφαλής των παραστρατιωτικών των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης, και ο οποίος συνεχίζεται με αμείωτη ένταση.
Η ένοπλη σύρραξη που ξεκίνησε τον περασμένο Απρίλιο έχει στοιχίσει μέχρι στιγμής τη ζωή σε περισσότερους από 14.000 ανθρώπους κι έχει προκαλέσει ανυπολόγιστη ανθρωπιστική καταστροφή. Πάνω από 3,4 εκατ. άνθρωποι έχουν «επείγουσα» ανάγκη για ανθρωπιστική βοήθεια στο Τσαντ, σύμφωνα με τη μη κυβερνητική οργάνωση Δράση κατά της Πείνας (Action contre la faim, ACF), εξαιτίας της μαζικής προσέλευσης προσφύγων από το Σουδάν, ενώ 1,8 εκατ. Σουδανοί έχουν εγκαταλείψει τη χώρα την ίδια στιγμή που 6,7 εκατ. είναι εκτοπισμένοι σε άλλες περιοχές στο εσωτερικό της.
Όπως γίνεται κατανοητό στο Σουδάν δεν αντιμάχονται μόνο οι δύο αντίπαλοι στρατοί που έχουν δημιουργηθεί στο εσωτερικό της χώρας. «Μεγάλες» και «μικρές» δυνάμεις έχουν το βλέμμα και το ενδιαφέρον τους στραμμένο στην «ευαίσθητη» αυτή περιοχή της Αφρικής προσπαθώντας να αποκομίσουν τα δικά τους κέρδη από την κατάσταση της αστάθειας στην οποία βρίσκεται.
Δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ιταλία και άλλες χώρες της Ε.Ε., ούτε μόνο η Κίνα και η Ρωσία οι οποίες προσπαθούν να διεισδύσουν με όλο και πιο αναβαθμισμένο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή εκμεταλλευόμενες ένα νέο κύμα αντιδυτικισμού που φαίνεται να σαρώνει την Αφρική τα τελευταία χρόνια.
Περιφερειακές δυνάμεις όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά, η Σαουδική Αραβία, επιλέγουν να αβαντάρουν άμεσα ή έμμεσα τη μία, την άλλη, καμία ή και τις δύο πλευρές αναμένοντας μία καλύτερη θέση στην κατανομή της πίτας των κερδών από την όποια νέα κατάσταση προκύψει όταν σιγήσει ο ήχος των βομβών και των πυροβολισμών και αρχίσει εκ νέου ο κρότος της ανάπτυξης, δηλαδή της επανεκκίνησης με νέους, πιο εκμεταλλευτικούς όρους, των εξορυκτικών και επενδυτικών δραστηριοτήτων στην περιοχή.
Τα αποτελέσματα της διεθνούς συνόδου για την αντιμετώπιση της κρίσης που βιώνει το Σουδάν
Η ανθρωπιστική και επισιτιστική κρίση που βιώνουν εκατομμύρια άνθρωποι στο Σουδάν ήταν η αφορμή για να πραγματοποιηθεί την προηγούμενη εβδομάδα διεθνής σύνοδος στο Παρίσι με πρωτοβουλία των ηγέτιδων δυνάμεων της ΕΕ και με συμπροεδρεύουσες τη Γαλλία και τη Γερμανία.
Σημαντικό βήμα για τη διοργάνωση της συνόδου ήταν η έκκληση των Ηνωμένων Εθνών να προσφερθούν κεφάλαια προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ένα σχέδιο αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης στο Σουδάν, ενώ μέχρι τη σύνοδο η χρηματοδότηση άγγιξε μόλις το 5% από τα 3,8 δισεκ. ευρώ που είχαν ζητηθεί.
«Πρόκειται για μία σύγκρουση που επιβλήθηκε στον λαό (σ.σ. του Σουδάν) και η οποία παράγει μόνο πένθος και δεινά, προκαλώντας μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο. Υπάρχει ένας τρομακτικός κυνισμός πίσω από αυτό τον πόλεμο» δήλωσε κατά τη διάρκεια των εργασιών της συνόδου ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν.
Στη σύνοδο συμμετείχαν μεταξύ άλλων υπουργοί κυβερνήσεων γειτόνων του Σουδάν (Τσαντ, Λιβύη, Κένυα, Τζιμπουτί, Νότιο Σουδάν, Αίγυπτος, Αιθιοπία), κρατών του Κόλπου (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία) και δυτικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Βρετανία, Νορβηγία), ενώ παρόντες ήταν, εκτός από τον ΟΗΕ, περιφερειακοί οργανισμοί, όπως η Αφρικανική Ένωση, ο Αραβικός Σύνδεσμος και η Διακυβερνητική Αρχή για την Ανάπτυξη (IGAD).
Βάσει των σχετικών ανακοινώσεων, με τις ΗΠΑ να χορηγούν 147 εκατ., τη Βρετανία 110 εκατ., τη Γαλλία 110 εκατ., τη Γερμανία 244 εκατ. και την ΕΕ 350 εκατ. δολάρια, η σύνοδος κατάφερε να συγκεντρώσει περισσότερα από 2 δισ. τα οποία θα δοθούν σε οργανισμούς που θα παράσχουν ανθρωπιστική βοήθεια. Ένα σημαντικό ποσό που όμως δεν κατάφερε να καλύψει ούτε τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού του Σουδάν που πλήττεται, ούτε όμως και τους στόχους που οι διοργανωτές της συνόδου είχαν θέσει.
Η αντιμετώπιση της πρωτοφανούς -και σε μαζική κλίμακα- βαρβαρότητας που βιώνει ο πολύπαθος λαός του Σουδάν και που παίρνει όλο και πιο ανοιχτά τη μορφή μαζικών δολοφονιών αμάχων αλλά και του εκτοπισμού εκατομμυρίων ανθρώπων που βρίσκονται στα όρια του λιμού, είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, ακόμα και περνάει στα «ψιλά γράμματα» των τίτλων ειδήσεων των Δυτικών ΜΜΕ.
Εδώ όμως γεννιέται ταυτόχρονα και ένα εύλογο ερώτημα που αφορά το αν η αντιμετώπιση αυτή μπορεί να έρθει ως αποτέλεσμα της κινητοποίησης κάποιων εκ των κυρίων υπευθύνων για την κατάσταση στο Σουδάν αλλά και ευρύτερα στην Αφρική;
Δεν είναι μόνο η παρουσία συγκεκριμένων δυνάμεων, «μεγαλύτερων» και «μικρότερων», στην εν λόγω σύνοδο που μπορεί να γεννήσει καχυποψία για τις προθέσεις και τις βλέψεις τους. Ειδικά από τη στιγμή που μερικές από αυτές έχουν βάλει το χέρι τους, άμεσα ή έμμεσα, στην εν εξελίξει στρατιωτική σύγκρουση, έχουμε κάθε λόγο να παρακολουθούμε τουλάχιστον αμήχανα την προσπάθειά τους να μας πείσουν πως ενδιαφέρονται για το κλείσιμο των πληγών που οι ίδιες έχουν ανοίξει.
Καχυποψία γεννάει από μόνη της η ευκολία που μπορούν οι συνεχιστές του «Françafrique», οι ίδιοι που σιωπούν -αν δεν συναινούν ανοιχτά- για τη σφαγή στην Παλαιστίνη και που πριμοδοτούν πραξικοπήματα και εμφύλιες διαμάχες από τη Δυτική Αφρική μέχρι την Ανατολική Ευρώπη, να μας συστήνονται εκ νέου, περνώντας μας για Λωτοφάγους και διατρανώνοντάς μας τις «ανθρωπιστικές» τους ανησυχίες.