Παρότι οι ευρωεκλογές απέχουν δύο μήνες, διάστημα τεράστιο για τις πολιτικές διεργασίες, μπορούμε από τώρα να εικάσουμε με αρκετά ισχυρή πιθανολόγηση ότι δεν θα αποτελέσουν από μόνες τους κάποιο ιδιαιτέρως σημαντικό πολιτικό ορόσημο. Αυτό μάλιστα θα είναι πιθανότατα και το πιο σημαντικό συμπέρασμα των ευρωεκλογών σε ό,τι αφορά το πολιτικό σκηνικό.
Μετά την (καταστροφική για την όποια δημοκρατία) επιλογή να μπει ο σταυρός της φαυλότητας και στα ευρωψηφοδέλτια μαζί με πακτωλό μαύρου χρήματος, ένας ατελείωτος εσμός σελέμπριτις αναλαμβάνει για άλλη μια φορά να συνθέσει ένα ελληνικό (λίγο πολύ) τσίρκο στην Ευρωβουλή. Οι αξιολογότεροι υποψήφιοι (όσοι υπάρχουν) θα μείνουν μάλλον στις χαμηλότερες επιδόσεις μπροστά στην αβάσταχτη και ανίκητη δύναμη της ρηχότητας. Δεν είναι όμως αυτό το κύριο θέμα του εν λόγω κειμένου.
Στις ευρωεκλογές θα καταγραφεί μια περαιτέρω φθορά της ΝΔ. Μπορεί να καταγραφεί και σε επίπεδο ποσοστού (το πιθανότερο) ή μόνο σε επίπεδο αριθμού ψήφων, όπως συνέβη στις εκλογές του 2023, οπότε και είχε χάσει περίπου 135.000 ψήφους σε σχέση με το 2019. Η φθορά μάλλον δεν θα είναι τόσο μεγάλη, ώστε να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση, αν και δεν είναι απίθανο να υπάρξει μια μεγάλη διαρροή προς τα δεξιά με αποτέλεσμα η ΝΔ να εισέλθει σε φάση κλονισμού.
Στην πάλαι ποτέ κεντροαριστερά, η ιδεολογική και προγραμματική πενία θα οδηγήσει, όπως όλα δείχνουν, και στην εκλογική μιζέρια. Ο διαγκωνισμός μεταξύ Κασσελάκη και Ανδρουλάκη πάνω στα συντρίμμια της κάποτε ηγεμονικής παράταξης θα οδηγήσει τον έναν από τους δύο σε πανηγυρισμούς για τη 2η θέση, ενώ στην πραγματικότητα πέρα από έναν ολοένα συρρικνούμενο κύκλο γραφειοκρατών, η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία θα μένει αδιάφορη. Αν ορισμένοι πιστεύουν ότι μετά τις ευρωεκλογές θα μετατραπούν σε υποψηφίους πρωθυπουργούς, καλό είναι να το σκεφτούν ξανά.
Έχουμε γράψει ξανά ότι και τα δύο κόμματα επιλέγουν να διαιωνίζουν το ρήγμα που άνοιξαν δια των μνημονίων με την κοινωνική τους βάση, διατρανώνοντας ότι έσωσαν τη χώρα και επομένως υποσχόμενα ότι θα κάνουν μία από τα ίδια όταν βρεθούν σε παρόμοιες συνθήκες. Με αυτά τα δεδομένα πρέπει να ευχαριστούν τον Κυριάκο Μητσοτάκη που με την πολιτική του τα διασώζει έστω σε αυτά τα ποσοστά. Η αδυναμία τους να τοποθετηθούν πάνω στα στρατηγικά επίδικα της εποχής (και του προσεχούς μέλλοντος) με τρόπο ουσιαστικό και διαφορετικό από εκείνον της ΝΔ (δηλαδή της πρεσβείας των ΗΠΑ) θα τα κρατά στην καθήλωση της κοινωνικής τους απήχησης. Αν μάλιστα κληθούν να κυβερνήσουν κάποτε εξαιτίας συγκυριών, θα συντριβούν με τις πολιτικές τις οποίες σήμερα πρεσβεύουν.
Μέχρι τις ευρωεκλογές, δίπλα στην επιφανειακή κομματική στράτευση των στελεχών, οι υπόγειες διεργασίες εντός των κομμάτων (εν γένει και μέσα στα δύο πιο συγκεκριμένα) θα πληθαίνουν. Η δυσαρέσκεια προς τον τρόπο που πολιτεύεται ο Νίκος Ανδρουλάκης (συντηρητικός, φοβικός) και ο Στέφανος Κασσελάκης (στα όρια της γραφικότητας ή και πέραν αυτών συχνά, υπό μορφή τηλεπάστορα) φουντώνει. Τα επιτελεία των δύο κομμάτων είναι ανεπαρκέστατα και βασικά περιορίζονται σε μέτρια ρεπορτάζ των κυβερνητικών αποτυχιών.
Είναι λοιπόν κρίσιμο να συνεχίσει να διαμορφώνεται εναλλακτική ατζέντα και στρατηγική πριν ακόμα τις ευρωεκλογές. Ατζέντα και στρατηγική η οποία θα ξεκινά από τρία σημεία: ότι η Ελλάδα αποτελεί μια ιδιότυπη αποικία χωρίς εθνική, λαϊκή κυριαρχία αλλά και με σοβαρό υπαρξιακό ζήτημα κυρίως λόγω δημογραφικού.
Ότι ο κόσμος αλλάζει εντυπωσιακώς, τόσο στο επίπεδο των διεθνών, όσο και των κοινωνικών σχέσεων (υποχώρηση της «Δύσης» και της ηγεμονίας του καπιταλισμού).
Ότι οι νέες τεχνολογίες εγείρουν πανανθρώπινα ζητήματα σε συνθήκες πλήρους αδιαφάνειας και έλλειψης ρυθμιστικού πλαισίου (πορεία προς τον δια-ανθρωπισμό και μετα-ανθρωπισμό).