Με συλλήψεις και εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων επιχείρησε η αστυνομία της Τουρκίας να καταστείλει την πορεία της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Κωνσταντινούπολη και να εμποδίσει διαδηλωτές να φθάσουν στην πλατεία Τάξιμ.
Πλάνα που μεταδόθηκαν από το CNN Türk απαθανάτισαν την επιχείρηση της αστυνομίας και συμπλοκές ανάμεσα σε αστυνομικούς και διαδηλωτές. Οι δυνάμεις ασφαλείας, που αναπτύχθηκαν κατά μεγάλο αριθμό, εμπόδισαν τους διαδηλωτές να κινηθούν προς στην Τάξιμ.
Σύμφωνα με τον υπουργό Εσωτερικών Αλί Γερλίκαγια έγιναν 210 συλλήψεις. Οι αρχές επέβαλαν απαγόρευση διαδηλώσεων στην πλατεία κι απέκλεισαν μεγάλο μέρος του κέντρου της πόλης, επικαλούμενες λόγους ασφαλείας.
Η Διεθνής Αμνηστία χαρακτήρισε «έωλη» την επιχειρηματολογία των αρχών και κάλεσε να αρθεί η απαγόρευση, παραπέμποντας σε πρόσφατη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Στα τέλη του 2023, το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε πως η απαγόρευση των διαδηλώσεων στην Τάξιμ παραβιάσει το δικαίωμα στην ειρηνική συνάθροιση.
Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Εζγκιούρ Εζέλ χαρακτήρισε ντροπή την απαγόρευση, υπενθυμίζοντας πως οι αποφάσεις του ΣΔ είναι δεσμευτικές.
Η πλατεία Τάξιμ, στην καρδιά της Κωνσταντινούπολης, έχει τεράστια συμβολική σημασία για τα συνδικάτα και την αντιπολίτευση, κυρίως εξαιτίας του μακελειού της Πρωτομαγιάς του 1977. Τότε, ελεύθεροι σκοπευτές άνοιξαν πυρ εναντίον των μισού εκατομμυρίου ανθρώπων που βρισκόταν στην πλατεία, σκοτώνοντας δεκάδες.
Η Τάξιμ ήταν εξάλλου επίκεντρο των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων για το πάρκο Γκεζί από το 2013, που προοδευτικά πήραν πελώριες, εθνικές διαστάσεις. Ο τότε πρωθυπουργός και νυν πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τις συνέτριψε με σιδηρά πυγμή· έκτοτε οι αντικυβερνητικές συγκεντρώσεις στην πλατεία απαγορεύονται.