Το νέο κίνημα, οι αντιδράσεις και οι βίαιες συγκρούσεις στα αμερικανικά πανεπιστήμια ενάντια στη Γενοκτονία στη Γάζα, που πολλοί βιάζονται να το παρομοιάσουν με το κίνημα διαμαρτυρίας του ‘68 για το Βιετνάμ, ξυπνά στον πρόεδρο Μπάιντεν τους εφιάλτες μίας επανάληψης της εκλογικής αποτυχίας των Δημοκρατικών εκείνη τη χρονιά. Τότε που η σφοδρότητα των γεγονότων που συνόδευσαν την φοιτητική και νεολαιΐστικη εξέγερση, έστρεψαν τη μεσαία τάξη στον συντηρητισμό και άνοιξαν διάπλατα τον δρόμο για την συντριπτική εκλογή του Ρίτσαρντ Νίξον στην προεδρία.
Σήμερα, ο φόβος είναι μήπως η νέα φοιτητική εξέγερση και το ρήγμα που θα δημιουργήσει στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, με παράλληλη πατριωτική συσπείρωση της μεσαίας τάξης, των φανατισμένων μισαλλόδοξων στους Ρεπουμπλικανούς, με τη συνεργασία του ισραηλινού λόμπι (που σκορπίζει αφειδώς χρήματα εναντίον δημοκρατικών υποψηφίων), ανοίξει διάπλατα τον δρόμο για μία επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Αυτοί οι παραλληλισμοί ανάμεσα στο 2024 και το 1968 είναι δυσοίωνοι, όχι μόνον όσον αφορά τις σημερινές ειδικές συνθήκες. Η πιο επίφοβη επανάληψη των όσων είχαν συμβεί τότε, αφορά όχι μόνον τη νίκη το ’68 -και μόλις λίγο τον θρίαμβο του Λίντον Τζόνσον τέσσερα χρόνια πριν-αλλά το ό,τι επακολούθησε. Η εξέγερση του ‘68 όχι μόνο έγειρε την πλάστιγγα υπέρ του Ρίτσαρντ Νίξον τον Νοέμβριο, αλλά σηματοδότησε συνάμα έναν μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό της εθνικής πολιτικής σε μία πιο συντηρητική κατεύθυνση. Οι εικόνες αταξίας στις πανεπιστημιουπόλεις και στους δρόμους είχαν ως συνέπεια να σπάσει ο συνασπισμός κοινωνίας-διανοουμένων που είχε επιτευχθεί με το New Deal και απομάκρυνε για πάντα τους πιο μετριοπαθείς συντηρητικούς και κεντρώους ψηφοφόρους από το Δημοκρατικό Κόμμα, επιταχύνοντας την κοινωνική ενσωμάτωση και επανευθυγράμμιση μεγάλου μέρους του αμερικανικού εκλογικού σώματος και τους μέχρι σήμερα ισχύοντες πολιτισμικούς και πολιτικούς διαχωρισμούς: αστικά κέντρα-ύπαιθρος, θρησκεία-φιλελευθερισμός, διανοούμενοι-εργαζόμενοι κλπ. Το σοκ του ‘68 είχε ως συνέπεια οι Ρεπουμπλικανοί να κρατήσουν τον Λευκό Οίκο για 16 από τα επόμενα 20 χρόνια. Πράγματι, η πολιτική των τελευταίων έξι δεκαετιών διαμορφώθηκε από τους διαχωρισμούς που οξύνθηκαν εκείνη τη χρονιά.
Επιπλέον, στους παραλληλισμούς αυτούς διακυβεύονται και άλλα, πιο «υπαρξιακά» στοιχεία: οι σκηνές βίας που εκτυλίχθηκαν για την απομάκρυνση των διαδηλωτών από το Παν/μιο Κολούμπια επί ενός δημοκρατικού προέδρου μάλιστα, μπορεί να προανακρούσει τον ιδιαίτερος κίνδυνο της αστυνόμευσης υπό έναν πρόεδρο που στηρίζει ό,τι ανελεύθερο και μισαλλόδοξο μπορεί να εκφρασθεί στην κοινωνία και τη διοίκηση ενός κράτους. Ήδη, αρκετοί Ρεπουμπλικανοί έχουν βγει στο προσκήνιο ζητώντας να αυστηροποιηθούν οι κυρώσεις ενάντια στις βίαιες διαδηλώσεις. Αξιώνουν δε από τη Βουλή να εγκρίνει νόμο που θα αποκλείει όσους εμπλέκονται από την ομοσπονδιακή βοήθεια για την πληρωμή των σχολικών διδάκτρων. Πράγμα που δημιουργεί αμηχανία στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, που βρίσκονται εγκλωβισμένοι ανάμεσα στην ανάγκη να μην χαθούν ψήφοι από αριστερά και της διατήρησης των ψήφων των κεντρώων. Η ερώτηση του Ρεπουμπλικανού γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο είναι εμβληματική: «Πού είναι ο πρόεδρός μας;».
Οι δραματικές σκηνές για την εκκένωση του κτιρίου της διεύθυνσης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια που είχε καταληφθεί από αντι-ισραηλινούς ακτιβιστές, μάλιστα ξύπνησε κι άλλες μνήμες και παραλληλισμούς. Τότε που 56 χρόνια πριν σημειώθηκε μια από τις πιο βίαιες συγκρούσεις μεταξύ αστυνομίας και διαδηλωτών στην ίδια πανεπιστημιούπολη, όταν στα 1968 οι ακτιβιστές κατέλαβαν πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις, διαμαρτυρόμενοι ενάντια στη σύνδεση του πανεπιστημίου με τη στρατιωτική έρευνα και στα σχέδιά του να χτίσει ένα ξεχωριστό γυμναστήριο σε μια γειτονιά κυρίως μαύρων. Ένα αίτημα που επανέρχεται και σήμερα, ενάντια στη στρατιωτική συνεργασία αμερικανικών ιδρυμάτων με την ισραηλινή στρατιωτική βιομηχανία. Μία κατάληψη που έληξε βίαια με παρέμβαση της αστυνομίας, με εκατοντάδες συλλήψεις, δεκάδες τραυματίες κι έναν αστυνομικό ανάπηρο. Εικόνες που τραυμάτισαν το συλλογικό ασυνείδητο.
Σήμερα, κατ’ αναλογίαν με τότε, για την υπερσυντηρητική πτέρυγα η φιλο-παλαιστινιακή εξέγερση απλώς στεριώνει την πεποίθηση που έχει διαμορφώσει για τις «ελίτ», μέσα στις οποίες συγκαταλέγει και τα «πλουσιόπαιδα» των κολεγίων που εξεγείρονται με τα λεφτά του μπαμπά. Βλέπουν κι αυτοί στα πανεπιστήμια μία αντανάκλαση του εξορθολογισμού και των ιεραρχικών σχέσεων κι εξουσιών στην αμερικανική κοινωνία -όμως υπό το πρίσμα του ακροδεξιού μηδενισμού και αρνητικής ιδεολογίας.
Ιδίως όταν στις παρούσες διαδηλώσεις και καταλήψεις, το πάντοτε ετερόκλητο δυναμικό τους αποτελείται όχι μόνον από νεολαίους που ανήκουν σε διαφορετικές οικονομικές τάξεις, αλλά και από μειονότητες, εθνικές και φυλετικές ομάδες (μαύροι, λατίνοι, ξένοι, LGTB+, φεμινίστριες), που παραδοσιακά τις τελευταίες δεκαετίες συνιστούν στόχους των συντηρητικών/ακροδεξιών κύκλων στο πλαίσιο του κηρυγμένου τους πολέμου κατά της woke κουλτούρας, που κατ’ αυτούς υπονομεύει την αμερικανική κυριαρχία.
Είναι φυσιολογικό, ο μέσος συντηρητικός Αμερικανός, ο κάτοικος της υπαίθρου και ο φανατικός χριστιανός, να εθελοτυφλεί μπροστά στην αδυσώπητη πραγματικότητα του ελεγχόμενου πανεπιστημιακού συστήματος, βλέποντας μόνον μία -και τη λιγότερο επικρατούσα- ακμή της δομής και της λειτουργίας του στο σύστημα. Βλέπει το πανεπιστήμιο μόνον ως εκκολαπτήριο ανατρεπτικών ιδεών και διεκδικήσεων που υποσκάπτουν τα θεμέλια και παραδόσεις του αμερικανικού έθνους. Κι όχι ως αντανάκλαση και εργαστήριο αναπαραγωγής της ιεραρχίας, των εξουσιών και ως στρατώνας και γυμναστήριο της ελεύθερης αγοράς και των επιταγών της. Δεν αντιλαμβάνεται τη δομή και το εγκύκλιο πρόγραμμά του ως γραμμή συγκρότησης του αμοραλιστικού και κυνικού πνεύματος της αδηφάγου αγοράς και των πολυεθνικών. Δεν αντιλαμβάνεται πως μέσα στα πανεπιστήμια, ως μεταβατικού θεσμού, καταρτίζονται οι συνειδήσεις στο μοντέλο παραγωγής και συμπεριφοράς στην εξορθολογισμένη κοινωνία και τον καταμερισμό εργασίας, μέσα από τη διάχυση και ταυτόχρονα προλεταριοποίηση της διανοητικής εργασίας και των πτυχίων, την πειθαρχία και τον εκφοβισμό, την εντατικοποίηση και τον αλλοτριωμένο υποκειμενισμό, που ο ανταγωνισμός και το κυνήγι της τρυφηλότητας και του καταναλωτισμού επιβάλλουν ως αποδεκτά ηθικά μέτρα.
Εκείνο που ιδιαίτερα ανησυχεί τον Μπάιντεν, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, είναι ο αντίκτυπος που αυτή η ρήξη στα αμερικανικά πανεπιστήμια. Προκειμένου να αμβλύνει το ρήγμα που πάει να δημιουργηθεί με την φοιτητική κοινότητα και τη ριζοσπαστική πτέρυγα, ο Μπάιντεν εντείνει τις πρωτοβουλίες για να ρυθμισθούν τα φοιτητικά δάνεια, ανακοινώνοντας μέτρα ύψους 6,1 δισεκ. δολαρίων. Έπειτα από την ηχηρή αποτυχία του το περασμένο καλοκαίρι να επιλύσει και νομοθετικά το μεγάλο τούτο κοινωνικό πρόβλημα, που υποθηκεύει το μέλλον εκατοντάδων χιλιάδων μελλοντικών αποφοίτων και εργατικού δυναμικού της χώρας, ο Μπάιντεν προσπαθεί μέσω κυβερνητικών προγραμμάτων να προσφέρει μια ανακούφιση -έστω και στις πιο δυσμενείς περιπτώσεις. Το θέμα τούτο είναι άλλωστε και μία από τις διαρκείς εστίες ανάφλεξης εκείνης της κοινωνικής θρυαλλίδας που μπορεί να του στοιχίσει την ώρα της ψήφου, καθώς θα απομακρύνει ή θα μεταστρέψει πολλούς liberal φοιτητές ή θα τους αποθαρρύνει να ψηφίσουν την κρίσιμη στιγμή.
Επιπλέον, μία διάσπαση του μετώπου της δημοκρατικής υποστήριξης στον Μπάιντεν θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο την ήδη ασθμαίνουσα κι αβέβαιη συγκέντρωση των 270 εκλεκτόρων στο Συνέδριο για να εξασφαλίσει το χρίσμα. Στην παρούσα διαδικασία δεν υπάρχει κάποιος νέος Μπέρνι Σάντερς για να αποσυρθεί και να διακηρύξει την υποστήριξή του στον Μπάιντεν και να σαλπίσει τον κίνδυνο για μία επανεκλογή του Τραμπ. Τα έργα και οι ημέρες του Μπάιντεν και κυρίως οι αστοχίες κι αβελτηρίες του στην περίοδο της πανδημίας, στην Ουκρανία, τώρα στη Γάζα, ο κίνδυνος μίας παγκόσμιας σύρραξης ως αποτέλεσμα της οικονομικο-στρατηγικής πολιτικής του, η αποτυχία του στην οικονομία και τον πληθωρισμό, η αποκαρδίωση και η καχυποψία για την αποτελεσματικότητά του που έχουν καλλιεργηθεί την περασμένη 4ετία, δεν μπορούν να βρουν αντίβαρο στο εκ των δεξιών κίνδυνο.
Το πρόβλημα όμως παραμένει: η προσωρινή εξέγερση των φοιτητών δεν μπορεί ν’ αφυπνίσει παραδομένη στον υποκειμενισμό, τη χειραγωγούμενη, αλλοτριωμένη και μυθοποιημένη καθημερινότητά της, μεσαία τάξη. Η αφύπνιση από την αβουλία απεναντίας πραγματώνεται με την αντίστροφη φορά. Είναι οι υπερσυντηρητικοί και εβραϊκοί κύκλοι εκείνοι που κατορθώνουν να συσπειρώσουν περισσότερες μάζες του πληθυσμού. Με τις συνήθεις πατριωτικές επικλήσεις (αστερόεσσα εναντίον παλαιστινιακής σημαίας), με τους γνωστούς μύθους (πχ, οι φιλο-παλαστίνιοι φοιτητές διαμαρτύρονται με καλυμμένα πρόσωπα, οι φιλο-ισραηλινοί φανερά), επιτυγχάνουν μία πλήρη ταύτιση κι ενόψει προεδρικών εκλογών των δολοφονικών αποβλέψεων του Νετανιάχου και του σιωνιστικού προγράμματος για την εκδίωξη των Παλαιστινίων από τη «Γη της Χαναάν» με την “ενότητα” και τη νέα «Γη της Επαγγελίας» που είναι για την ψευδή συνείδηση των μαζών της χώρας οι ΗΠΑ.
Η εβδομάδα που πέρασε χαρακτηρίσθηκε από την έμπρακτη και την έμμεση αντίδραση, τόσο από την πλευρά των ακαδημαϊκών αρχών και των αστυνομικών δυνάμεων, όσο και από την πλευρά των «καθωσπρέπει» και «ιδεολόγων» φοιτητών, που αποκρούουν τα συνθήματα και τις ιδεολογίες που προβάλλουν όσοι διαμαρτύρονται. Πολλά πανεπιστήμια, ύστερα από εβδομάδες αμηχανίας για την αποτυχία να καταπνιγούν προληπτικά οι όποιες αντιδράσεις (βλέπε προγραφές και δημοσιεύσεις ονομάτων και φωτογραφιών , συκοφαντήσεις για «αντισημιτισμό», διώξεις με άλλες αιτίες -υπόθεση Γκέι) , επικαλούμενη τη διατάραξη ησυχίας και περιπτώσεις επιθέσεων ενάντια σε Εβραίους φοιτητές (χωρίς να προβάλλεται ότι πάμπολλοι Εβραίοι φοιτητές συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις κατά του Ισραήλ) αποφάσισαν να αποκαταστήσουν τη «νομιμότητα». Επιπλέον , πέρα από τη βίαια καταστολή, οι πανεπιστημιακές και αστυνομικές αρχές επιδόθηκαν στη γνωστή διασπορά κινδυνολογικών ειδήσεων. Τονίζοντας πως οι μισοί από τους συλληφθέντες στις βίαιες παρεμβάσεις στις πανεπιστημιουπόλεις της Κολούμπια, του City College και του NYU δεν είναι φοιτητές πανεπιστημίου (άλλωστε αυτός είναι ο στόχος μίας κινητοποίησης: να συσπειρώσει κοινωνικά στρώματα πέρα από τους φοιτητές και να απλώσει τη διαμαρτυρία), υπαινίχθηκαν πως το κίνημα υποκινείται από σκοτεινές δυνάμεις και φονταμενταλιστικές οργανώσεις. Σε πολλά από τα πανεπιστήμια όπου δεν μπήκε η αστυνομία οι διαδηλωτές συμφώνησαν να παραμείνουν σε ειδικούς χώρους και να μην παρεμποδίσουν την τακτική διεξαγωγή μαθημάτων και εξετάσεων, ενώ σε πολλά ιδρύματα επιβάλλονται κυρώσεις στα πιο «ενοχλητικά στοιχεία».
Μάλιστα, η «ανοχή» που υποτίθεται ότι επιδεικνύουν πιο φιλελεύθερες διοικήσεις παν/μιων σε αυτά τα «έκτροπα» από αριστερές ομάδες, τα οποία δεν θα γίνονταν δεκτά από «άλλες (φανατικές) ομάδες», έγινε επιχείρημα σε πολλούς υπερσυντηρητικούς Ρεπουμπλικάνους ηγέτες, όπως ο επικεφαλής τους στη Βουλή, Μάικ Τζόνσον, που κατηγόρησε ευθέως τις αρχές του Παν/μιου Κολούμπια, όταν πήγε να επισκεφθεί την πανεπιστημιούπολη του μετά τα επεισόδια.
Φυσικά, τούτη η εργαλειοποίηση των συγκρούσεων, σαν εκτροπή από τις αμερικανικές «πατριωτικο-δημοκρατικές» ιδέες, ενσαρκώνεται και υπερπροβάλλεται μέσα από τις αντι-διαδηλώσεις που πραγματοποιούν οι «ευπρεπείς» φοιτητές: στην πανεπιστημιούπολη του Πανεπιστημίου του Σικάγο μια ομάδα φοιτητών διαδήλωσε κυματίζοντας αμερικανικές σημαίες και τραγουδώντας τον εθνικό ύμνο, στο State University της Λουιζιάνα η ομάδα φοιτητών που τραγούδησε τον εθνικό ύμνο ξεπερνούσε αριθμητικά τους φιλοπαλαιστίνιους διαδηλωτές, στο Μισισιπή και την Αλαμπάμα οι φοιτητές της αδελφότητας έφυγαν φωνάζοντας «ΗΠΑ, ΗΠΑ, ΗΠΑ!». που διαμαρτυρήθηκαν. Οι φοιτητές της αδελφότητας ΠΚΦ (Pi Kappa Phi), που είχαν υπερασπιστεί την αμερικανική σημαία ενάντια σε ένα πλήθος που σκόπευε να την αντικαταστήσει με μια παλαιστινιακή στο North Carolina State University, άνοιξαν σελίδα υποστήριξής τους, μέσω της πύλης GoFoundMe, συγκεντρώνοντας 500.000 δολάρια σε δωρεές. Όπως ανακοίνωσαν με αυτά τα χρήματα θα διοργανώσουν τη μεγαλύτερη πατριωτική γιορτή που μπορεί να θυμηθεί στην πολιτεία τους. Και φυσικά, το κίνημα διαμαρτυρίας ανησύχησε και κινητοποίησε και το ισχυρό εβραϊκό λόμπι, που ανέλαβε (επιπλέον) δράση, προκειμένου τα πανεπιστήμια να αποτινάξουν το ‘μίασμα’ των αντι-ισραηλινών διαμαρτυριών.
Από τους πρώτους που του έκαναν μία δωρεά 10.000 δολ. ήταν ο δισεκατομμυριούχος από τη Νέα Υόρκη εβραϊκής καταγωγής, ιδρυτής και διαχειριστής ορισμένων ιδιαίτερα επιτυχημένων hedge funds και πρόσφατα ιδιαίτερα ενεργός στο X (πρώην Twitter) Μπιλ Άκμαν. Ο ίδιος ήταν κι ένας από τους μεγάλους δωρητές και χορηγούς που ανέστειλαν τη χρηματοδότηση και τις δωρεές σε πανεπιστήμια που δεν καταδίκασαν τον «αντισημιτισμό» των διαδηλωτών. Επίσης ο ίδιος έχει χρηματοδοτήσει αφειδώς φιλο-ισραηλινές πρωτοβουλίες: όπως αυτή μιας ομάδας φοιτητών από το Πανεπιστήμιο George Washington που έστησε, ακριβώς μπροστά στην περιοχή που κατέλαβαν οι φιλοπαλαιστίνιοι διαδηλωτές, γιγαντιαίες οθόνες στις οποίες προβάλλονταν αδιάκοπα οι ωμότητες της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου. Οι πιέσεις που ασκούνται από τον Άκμαν και άλλους δεν περιορίζονται μόνον στην οικονομική πλευρά: η πρώην πρύτανης του Χάρβαρντ Κλοντίν Γκέι, το έμαθε με αλγεινό τρόπο. Αναγκάστηκε να παραιτηθεί, μεταξύ άλλων λόγων, υποκύπτοντας στις αμφιλεγόμενες κατηγορίες για λογοκλοπή σε άρθρα και στη διδακτορική της διατριβή. Εκείνοι, που χάρις στη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης το εντόπισαν, ήταν μία ομάδα που χρηματοδοτήθηκε από τον ίδιο χρηματοδοτήθηκε από τον ίδιο τον Άκμαν, ενάντια στον οποίο είχαν ξεσηκωθεί διαμαρτυρίες.
Φυσικά κινητοποιώντας και τον αργυρώνητο στα λόμπι Τύπο, που με δημοσιεύματα -εν είδει εκκλήσεων- προς τον Μπάιντεν να διαφυλάξει την αμερικανική «φιλελεύθερη» ταυτότητα (liberalism) από τον υφέρποντα νεο-αντισημιτισμό. Των ‘αριστερών’ δηλαδή, γιατί οι υπερσυντηρητικοί κύκλοι, υπό την παντοδύναμη επήρεια των Ευαγγελιστών ( που κηρύσσουν ότι το κράτος του Ισραήλ, με βάση την εσχατολογική τους αντίληψη, πρέπει να είναι απελευθερωμένο από τους άπιστους (μουσουλμάνους εννοείται) ενόψει της Ημέρας της Κρίσης) υπερασπίζονται την αμερικανική ταυτότητα έτσι όπως έχει σφυρηλατηθεί μέσα στους δύο αιώνες και της ζωής του έθνους από την λευκή και wasp κυριαρχία. Και όπως είναι φυσικό, πάλι οι ψήφοι των χριστιανών θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την προεδρική εκλογή και με δεδομένη την πολιτική διάσπαση του δημοκρατικού στρατοπέδου, το πού θα γείρουν (μιας και ο Μπάιντεν ακολουθεί φιλο-ισραηλινή στάση) θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και την εκλογική αναμέτρηση.