Η Μόσχα είναι έτοιμη για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για το ζήτημα της Ουκρανίας, οι οποίες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα όλων των χωρών που εμπλέκονται στη σύγκρουση που διαρκεί περισσότερο από δύο χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, δήλωσε σήμερα Τετάρτη ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν.
Μιλώντας σε συνέντευξή του στο Κινεζικό Πρακτορείο Ειδήσεων Xinhua ενόψει της επίσκεψής του στην Κίνα, ο Ρώσος πρόεδρος εξέφρασε την απογοήτευσή του για την έλλειψη υποστήριξης από τη Δύση σε πρωτοβουλίες που θα στοχεύουν στην ισορροπημένη αντιμετώπιση των απαιτήσεων όλων των πλευρών και επαίνεσε την εποικοδομητική -όπως τη χαρακτήρισε- πρόταση της Κίνας, τονίζοντας τις δυνατότητες του σχεδίου του Πεκίνου να δημιουργήσει τα θεμέλια για μια πολιτική και διπλωματική ειρηνευτική διαδικασία.
«Δυστυχώς, ούτε η Ουκρανία ούτε οι δυτικοί προστάτες της υποστηρίζουν αυτές τις πρωτοβουλίες. Δεν είναι έτοιμοι για έναν ισότιμο, ειλικρινή και ανοιχτό διάλογο που θα βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό και την εκτίμηση των συμφερόντων του άλλου. Παραμένουν απρόθυμοι να συζητήσουν τις υποκείμενες αιτίες και την προέλευση της παγκόσμιας κρίσης, που εκδηλώθηκε, μεταξύ άλλων, στη δραματική κατάσταση γύρω από την Ουκρανία», τόνισε ο Πούτιν προσθέτοντας πως «οι σημερινοί παγκόσμιοι κραδασμοί προκλήθηκαν ακριβώς από τις πολιτικές της Δύσης τις προηγούμενες δεκαετίες».
Οι δυτικές ελίτ απεργάζονται σχέδια για να «τιμωρήσουν» τη Μόσχα, να την απομονώσουν και να την αποδυναμώσουν, προμηθεύοντας τις αρχές του Κιέβου με χρήματα και όπλα και επιβάλλοντας μονομερείς παράνομες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ανέφερε ο Πούτιν, σημειώνοντας ότι ο αριθμός των περιοριστικών μέτρων κατά της Ρωσίας ξεπέρασε τις 16.000.
«Απειλούν να διαμελίσουν τη χώρα μας. Προσπαθούν παράνομα να οικειοποιηθούν τα περιουσιακά μας στοιχεία στο εξωτερικό. Κλείνουν τα μάτια στην αναζωπύρωση του ναζισμού και στις τρομοκρατικές επιθέσεις που χρηματοδοτούνται από την Ουκρανία στην επικράτειά μας», τόνισε και υποστήριξε ότι παρόλα αυτά η Ρωσία επιδιώκει «μια συνολική, βιώσιμη και δίκαιη διευθέτηση αυτής της σύγκρουσης με ειρηνικά μέσα».
«Είμαστε ανοιχτοί σε διάλογο για την Ουκρανία, αλλά τέτοιες διαπραγματεύσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα όλων των χωρών που εμπλέκονται στη σύγκρουση, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας», υπογράμμισε και τόνισε ότι το κύριο πρόβλημα είναι η αξιοπιστία των εγγυήσεων αφού υποτίθεται ότι παρέχονται από «κράτη των οποίων οι κυβερνώντες κύκλοι επιδιώκουν να υποκαταστήσουν την παγκόσμια τάξη που βασίζεται στο διεθνές δίκαιο με μια τάξη βασισμένη σε δικούς τους κανόνες».
«Η Ρωσία ήταν έτοιμη για διαπραγματεύσεις… Αλλά αντί να υπογράψει την ειρηνευτική συμφωνία, η ουκρανική πλευρά ανακοίνωσε ξαφνικά τη διακοπή των διαπραγματεύσεων», ανέφερε ο Ρώσος πρόεδρος σχετικά με τις συναντήσεις της Κωνσταντινούπολης, υπογραμμίζοντας ότι Ουκρανοί αξιωματούχοι αιτιολόγησαν τη στάση τους υποστηρίζοντας πως οι δυτικοί σύμμαχοι τούς είχαν συστήσει να συνεχίσουν τις εχθροπραξίες.
Όσον αφορά τη ρωσο-κινεζική συνεργασία, ο Ρώσος πρόεδρος, ανέφερε στη συνέντευξή του ότι οι προσωπικές του σχέσεις με τον Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εταιρικής σχέσης μεταξύ των δύο χωρών.
«Το διμερές εμπόριο έχει ανθίσει, με σημαντική αύξηση στον κύκλο εργασιών και ουσιαστική οικονομική συνεργασία. Τα σχέδια για περαιτέρω συνεργασία στους τομείς της βιομηχανίας, της τεχνολογίας και του πολιτισμού σηματοδοτούν ένα πολλά υποσχόμενο μέλλον» τόνισε, προσθέτοντας ότι καθώς η παγκόσμια δυναμική εξελίσσεται, η Ρωσία και η Κίνα στέκονται ενωμένες στη δέσμευσή τους για την προώθηση της ειρήνης, της σταθερότητας και της αμοιβαίας ευημερίας μέσω της διπλωματικής δέσμευσης, των πολιτιστικών ανταλλαγών και της πολυμερούς συνεργασίας, μεταξύ άλλων σε διεθνείς οργανισμούς και ενώσεις όπως το οικονομικό μπλοκ BRICS και ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης.