Το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα που εξακολουθεί και σήμερα να κυριαρχεί στον πλανήτη είναι μια εξελιγμένη, γενικευμένη, διευρυμένη και παγκοσμιοποιημένη μορφή εκείνου που επικρατούσε στον δυτικό καπιταλισμό κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, και που βασιζόταν σε τελική ανάλυση στο laissez faire και στα νεοκλασικά οικονομικά δόγματα.
Η προηγούμενη μορφή αυτού του είδους καπιταλισμού ήταν που προκάλεσε τις δύο μεγάλες οικονομικές κρίσεις (1873 και 1929), τους δύο παγκόσμιους πολέμους, τη Ρωσική Επανάσταση και την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία. Δεν πρέπει να εκπλήσσει επομένως ότι η κυριαρχία του ίδιου, διευρυμένου και παγκοσμιοποιημένου μοντέλου, ιδίως μετά το 1980 και το 1990, έχει ήδη προκαλέσει την παγκόσμια οικονομική κρίση στο περιβάλλον της οποίας ζούμε μετά το 2008. Ούτε ότι μας έχει φέρει στα πρόθυρα ενός παγκόσμιου πολέμου που θα είχε ήδη ξεκινήσει, αν δεν υπήρχαν τα πυρηνικά όπλα.
Αυτό το μοντέλο επιταχύνει επίσης την πορεία μας προς ένα κλιματικό και ευρύτερα περιβαλλοντικό ολοκαύτωμα. Στο τέλος τέλος, μια τέτοια τροπή των πραγμάτων είναι απολύτως φυσιολογική, στον βαθμό που η βασική αξία που διέπει τη «νεοκλασική» και τη «νεοφιλελεύθερη» οικονομία είναι ο «ανεμπόδιστος» ανταγωνισμός -και στην πραγματικότητα ο θανάσιμος αγώνας- όλων εναντίον όλων. Ένας παγκόσμιος πόλεμος ή ένας πόλεμος ενάντια στο φυσικό μας περιβάλλον δεν είναι τίποτε άλλο παρά το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αναζήτησης της απόλυτης εξουσίας (κυριαρχίας) και μιας πάντα επιταχυνόμενης -με κάθε μέσο- συσσώρευσης του Κεφαλαίου, που χαρακτηρίζει τη θεμελιώδη λειτουργία του κοινωνικού συστήματος. Εδώ συναντιούνται η οικονομία, η γεωπολιτική, η οικολογία και ο πολιτισμός.
1980-90: Ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού και του νεοσυντηρητισμού
Μετά τη νίκη επί του Ναζισμού, το 1945, δημιουργήθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο οι συνθήκες που επέτρεψαν και επέβαλαν την επανεπιβεβαίωση και διεύρυνση των αρχών του New Deal στις ΗΠΑ, την εγκαθίδρυση ενός σοσιαλδημοκρατικού συμβιβασμού μεταξύ Εργασίας και Κεφαλαίου στην Ευρώπη και την ανάδυση πιο ανεξάρτητων καθεστώτων στην Κίνα και σε πολλές πρώην αποικίες. Σημαντικά στοιχεία σχεδιασμού εισέδυσαν στην οικονομική πολιτική των δυτικών κρατών, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Αυτή η μεταπολεμική ισορροπία και τα κοινωνικά κεκτημένα της αμφισβητήθηκε με την αντεπίθεση του Μεγάλου Κεφαλαίου, με αιχμή τους Νεοφιλελεύθερους υπό την ηγεσία του Ρόναλντ Ρέιγκαν και της Μάργκαρετ Θάτσερ μετά το 1980, ενώ είχε αμφισβητηθεί προηγουμένως και στον παγκόσμιο Νότο (τρίτο κόσμο) με την νέο-αποικιοκρατία. Τη δεκαετία του 1980 βλέπουμε να επιβάλλεται ένα νέο οικονομικό μοντέλο, το οποίο κωδικοποιείται στη συναίνεση της Ουάσιγκτον. Η κατάρρευση, αν όχι η αυτοκτονία του σοβιετικού γραφειοκρατικού καθεστώτος μεταξύ 1989 και 1991, προς μια ριζοσπαστική νεοκαπιταλιστική, νεοφιλελεύθερη και «κλεπτοκρατική» κατεύθυνση, αποτελεί παγκόσμιο θρίαμβο του νέου κυρίαρχου παραδείγματος. Βασικοί διεθνείς θεσμοί όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και ο ΠΟΕ μεταρρυθμίζονται σύμφωνα με το νέο οικονομικό μοντέλο. Όλοι οι περιορισμοί στη δράση του χρηματιστικού κεφαλαίου, που επιβλήθηκαν μετά την κρίση του 1929, καταργούνται. Η Ευρώπη υιοθετεί τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, με την οποία ο νεοφιλελευθερισμός αναγνωρίζεται ως βασική συνταγματική αρχή του νέου ευρωπαϊκού sui generis «υπερκράτους». Η Συνθήκη αυτή επισημοποιεί επίσης την απόλυτη εξουσία του ΝΑΤΟ επί της εξωτερικής και στρατιωτικής πολιτικής της Ε.Ε.. Η άνοδος των Νεοσυντηρητικών, η κατάρρευση ολόκληρης της διεθνούς δομής του ελέγχου των εξοπλισμών, η συνεχής επέκταση του ΝΑΤΟ και οι πόλεμοι στη Γιουγκοσλαβία και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή δεν είναι παρά το γεωπολιτικό επακόλουθο αυτής της μαζικής μετατόπισης του συσχετισμού δύναμης και μεταξύ Κεφαλαίου και Εργασίας, και μεταξύ κυρίαρχων και κυριαρχούμενων υπό εκμετάλλευση εθνών.
Όπως ήδη είπαμε και όπως μας διδάσκει το ιστορικό παρελθόν, πρέπει σε τελική ανάλυση να αναζητήσουμε στον θρίαμβο αυτού του μοντέλου τον βαθύτερο λόγο για τον οποίο βρισκόμαστε και πάλι στα πρόθυρα ενός Τρίτου, του τελευταίου αν συμβεί, Παγκόσμιου Πολέμου. Μια οικονομική και κοινωνική οργάνωση βασισμένη στον πόλεμο εναντίον όλων σε όλα τα επίπεδα, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει και στους πολέμους μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, ή στους πολέμους σήμερα του «αυτοκρατορικού κέντρου» εναντίον όλων των άλλων.
Η ενσωμάτωση του πρώην «σοσιαλιστικού» μπλοκ στον παγκόσμιο καπιταλισμό υπήρξε η στιγμή του θριάμβου για το νέο μοντέλο και το θεμέλιο για τη διεκδίκηση μιας παγκόσμιας κυριαρχίας του Χρηματιστικού Κεφαλαίου και της «συλλογικής Δύσης», ενός «μονοπολικού» συστήματος, αν και, ευθύς εξ αρχής, τρεις σημαντικές εξαιρέσεις στην εικόνα, η σημασία των οποίων έχει γίνει σήμερα προφανής:
Πρώτον, η Ρωσία διατήρησε εν μέρει ορισμένους από τους μηχανισμούς και τα μέσα ανεξαρτησίας του σοβιετικού κράτους, που γεννήθηκε από μια αντικαπιταλιστική, σοσιαλιστική επανάσταση και, μαζί με αυτούς, ένα πυρηνικό οπλοστάσιο που εξασφαλίζει στρατηγική ισοτιμία με τις ΗΠΑ.
Δεύτερον, στην Κίνα, παρά την εκτεταμένη χρήση ξένων κεφαλαίων και τις πολύ μεγάλες παραχωρήσεις στον καπιταλισμό, το καθεστώς διατήρησε το βαθμό ανεξαρτησίας που κληρονόμησε από την επανάσταση του 1949. Η Κίνα παραμένει μια μη καπιταλιστική χώρα με μια σχεδιασμένη οικονομία, αν και δεν κατευθύνεται με διοικητικές αλλά με μεθόδους της αγοράς και αρνείται να υποκύψει στην οικονομική παγκοσμιοποίηση, δηλαδή στην παγκόσμια δύναμη της διεθνούς οικονομίας.
Τρίτον, οι μαζικές στρατιωτικές επεμβάσεις της Δύσης στην ευρύτερη Μέση Ανατολή μετέτρεψαν ένα μεγάλο μέρος της σε ζώνη ερειπίων, αλλά δεν μπόρεσαν ούτε να καταστείλουν τις δυνάμεις αντίστασης στην περιοχή, ούτε να την εντάξουν κάπως ομαλά στην περιφέρεια της Δύσης.
Στο επόμενο άρθρο: Η στιγμή της κρίσης
—
* Το άρθρο περιλαμβάνει τα κύρια σημεία μιας ομιλίας του συγγραφέα στο Ακαδημαϊκό Οικονομικό Φόρουμ της Μόσχας τον Ιούνιο του 2023.