Πριν κάποιο καιρό είχαμε γράψει ένα άρθρο σχετικώς με τα σενάρια στο Χόλιγουντ αλλά και στο εσωτερικό της κοινωνίας των ΗΠΑ περί εμφυλίου πολέμου. Βεβαίως η απόπειρα δολοφονίας κατά του Ντόναλντ Τραμπ δεν ξεκίνησε τον εμφύλιο των ΗΠΑ 2.0, ούτε πιθανώς θα τον πυροδοτούσε ακόμα και αν είχε πετύχει τον σκοπό της. Οι εμφύλιοι πόλεμοι είναι γεγονότα πολύ πιο συστηματικά και διαρκή ακόμα και από έντονες εκρήξεις βίας. Οι ΗΠΑ έχουν μια μακρά ιστορία πολιτικών δολοφονιών, πολλές εκ των οποίων ακολουθήθηκαν από εκρήξεις βίας, χωρίς να πυροδοτείται ένας νέος εμφύλιος πόλεμος. Έστω κι έτσι όμως, όλες και όλοι καταλαβαίνουν ότι κάτι είναι διαφορετικό σήμερα στις ΗΠΑ.
Η σύγκρουση Τραμπ-Μπάιντεν εξελίσσεται μέσα σε ένα περιβάλλον παγκοσμίου πολέμου και εντυπωσιακής υποχώρησης της ισχύος των ΗΠΑ. Από μόνες τους αυτές οι συνθήκες προσδίδουν άλλη σημασία τόσο στην ίδια την ίδια την πολιτική αντιπαράθεση, όσο και στην απόπειρα δολοφονίας. Πάντα οι εσωτερικές εξελίξεις στις ΗΠΑ επηρεάζουν τα διεθνή πράγματα αλλά σήμερα αφορούν δύο θερμά επιμέρους μέτωπα ενός σπονδυλωτού παγκοσμίου πολέμου. Είναι πολλές οι δυνάμεις μέσα και στις ίδιες τις ΗΠΑ που κατανοούν ότι διακυβεύονται σε αυτές τις εκλογές πολύ περισσότερα από τα συνήθη στο πλαίσιο του δικομματικού και πολύ συχνά κατ’ ουσίαν μονοκομματικού παιχνιδιού της Ουάσιγκτον.
Επιπλέον, το γεγονός ότι την ηγεσία των ΗΠΑ τη διεκδικούν οι Τραμπ και Μπάιντεν, δύο υποψήφιοι οι οποίοι υπό παλαιότερες συνθήκες δε θα συμμετείχαν στην «κούρσα» ή τουλάχιστον δε θα συμμετείχαν στην τωρινή τους κατάσταση σε καμία περίπτωση και για διαφορετικούς λόγους, αποδεικνύει ακόμα περισσότερο την κρίση της ισχύος των ΗΠΑ, την εσωτερίκευση αυτής ενώ ταυτοχρόνως την επιτείνει. Ο Μπάιντεν είναι επιθυμητός από το σύστημα εξουσίας αλλά άρρωστος. Σε άλλη περίπτωση θα ήταν ιδεώδης. Ο Τραμπ εξελίσσεται σε εφιάλτη για ένα μέρος του συστήματος εξουσίας επειδή είναι απρόβλεπτος και λόγω των διακηρύξεών του περί της στάσης του ως προς τη Ρωσία. Ο ρόλος του βαθέος κράτους των ΗΠΑ ταυτοχρόνως μοιάζει να ενισχύεται και να αποδυναμώνεται. Τα προβλήματα υγείας του νυν προέδρου, όπως και η διαχείριση των τελευταίων ημερών της θητείας του προηγουμένου και ίσως επομένου προέδρου έστρεψαν τους προβολείς πάνω σε ένα τμήμα της πολύ υψηλής γραφειοκρατίας των ΗΠΑ όπως και (σε μικρότερο βαθμό) στα αντίστοιχα λόμπι εξουσίας, ως συνδιαχειριστές της εξουσίας. Την ίδια στιγμή, παρά την προφανή τους επιθυμία (και πάλι για διαφορετικούς λόγους) να ξεμπερδεύουν και με τους δύο πλέον έχει σταθεί αδύνατο να το πετύχουν.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, έχουμε δει διεθνώς μια σειρά από απόπειρες δολοφονίας, φυλακίσεις, εκστρατείες «ακύρωσης» εναντίον πολιτικών προσώπων τα οποία αντιπαθεί το βαθύ κράτος των ΗΠΑ, αλλά και προσφάτως απανωτές δηλώσεις από πολύ σκοτεινά πρόσωπα τύπου Βικτόριας Νούλαντ περί του ότι ο Τραμπ δε θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ. Φυσικά μπορεί να πρόκειται απλώς για πολιτικές εκτιμήσεις, ωστόσο αναπτύσσεται ένα μοτίβο (απόπειρας) εξόντωσης με διαφόρους τρόπους, διαφορετικών μεταξύ τους αλλά ενοχλητικών κυρίως ως προς το ζήτημα του πολέμου με τη Ρωσία, πολιτικών προσώπων.
Από εδώ και πέρα, ο Τραμπ λογικά θα αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική. Η φωτογραφία αμέσως μετά την επίθεση (βγαλμένη από χολιγουντιανό blockbuster) ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν το συμβάν τα ΜΜΕ που διάκεινται θετικά προς τους Δημοκρατικούς (για αρκετή ώρα η είδηση ήταν ότι ακούστηκαν ήχοι και ο Τραμπ «έπεσε» στη σκηνή) τα λάθη της μυστικής υπηρεσίας, το γεγονός ότι ο εκτελεστής σκοτώθηκε αμέσως μετά με αποτέλεσμα φυσικά να μην μπορεί να μιλήσει, μια σειρά από ανόητες δηλώσεις πολιτικών των Δημοκρατικών περί στημένης απόπειρας, το γεγονός ότι ο Τραμπ πράγματι για καιρό περιγράφεται από την ηγεσία των Δημοκρατικών ως μια υπαρξιακή απειλή για τη δημοκρατία στις ΗΠΑ, «δουλεύουν» υπέρ της υποψηφιότητάς του. Αν μάλιστα ο ίδιος ο Τραμπ δε γίνει ακόμα πιο διχαστικός από ό,τι είναι (παγίδα στην οποία μέχρι τώρα φαίνεται να μην πέφτει) θα έχει λογικά πολλούς εκλογικούς καρπούς να δρέψει τόσο από την εναντίον του απόπειρα, όσο και από το προηγηθέν debate.
Το ζήτημα όμως είναι βαθύτερο: πέραν αυτής της απόπειρας, φαίνεται ότι υπάρχουν δυνάμεις πολύ καλά θεμελιωμένες στο κράτος των ΗΠΑ, οι οποίες θεωρούν απλώς αδιανόητο να ορκιστεί ο Τραμπ και να θέσει σε κίνδυνο την πολιτική των ΗΠΑ ως προς τη Ρωσία. Προφανώς θεωρούν ότι ακόμα και από λάθος μπορεί να ακυρώσει σε μεγάλο βαθμό την πολεμική προσπάθεια, επομένως δε ίσως και να εκτροχιάσει την (ιδιαιτέρως προσοδοφόρα) πολεμική προετοιμασία του ΝΑΤΟ. Την ίδια στιγμή, ένα μεγάλο μέρος των οπαδών του Τραμπ είναι απολύτως βέβαιο ότι δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα δίκαιης ήττας του εκλεκτού τους. Αυτό είναι περίπου το πολιτικό εποικοδόμημα βαθιά συγκρουσιακών καταστάσεων μέσα στις ΗΠΑ, στο οποίο προστίθενται μια σειρά από μεγάλα οικονομικά συμφέροντα τα οποία διατάσσονται προς τη μία ή την άλλη πλευρά για ευεξήγητους ιδιοτελείς λόγους.
Υπάρχει όμως και το βαθύτερο οικονομικό και κοινωνικό θεμέλιο της προαναφερθείσας συγκρουσιακής πορείας στο εποικοδόμημα. Η κοινωνία στις ΗΠΑ καθίσταται ολοένα πιο άνιση και συγκρουσιακή. Σε ένα πολύ ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό τους άρθρο, οι Jaehee Choi και James Galbraith, το 2020 έγραφαν: «Η αυξανόμενη οικονομική ανισότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες συνδέεται στενά με την υψηλή συγκέντρωση ιδιοκτησίας περιουσιακών στοιχείων κεφαλαίου, ιδίως εταιρικών μετοχών και ακινήτων, και με τις αυξήσεις της τιμής αυτών των περιουσιακών στοιχείων τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτά με τη σειρά τους συνδέονται στενά με τον διαρθρωτικό μετασχηματισμό της οικονομίας σε διάστημα 50 ετών, ιδιαίτερα την παρακμή της συνδικαλιστικής οργάνωσης στη μεταποίηση στις μεσοδυτικές πολιτείες και την άνοδο της χρηματοδότησης στην ανατολική ακτή και του τομέα της τεχνολογίας -κυρίως της πληροφορικής και της αεροδιαστημικής- στη Δύση. Σε εθνικό επίπεδο, αυτή η διαδικασία είχε δύο κύριες επιπτώσεις στην αμερικανική πολιτική ζωή. Το ένα είναι η άνοδος των ολιγαρχών και των καθορισμένων πρακτόρων τους, ειδικά στο Δημοκρατικό Κόμμα, αρχικά στην εποχή Κλίντον… Πολύ λιγότερο προφανής ήταν η επίδραση του νέου μοτίβου ανισοτήτων στο αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών.»
Οι ανισότητες, ιδίως από ένα επίπεδο και μετά δεν αποτελούν παράγοντα μιας κάποιας πικρίας ή πολύ περισσότερο κίνητρο για πιο αποτελεσματικές ιδέες όπως οι νεοφιλελεύθεροι προσπαθούσαν να μας πείσουν αλλά έναν από τους βασικότερους παράγοντες διάλυσης της κοινωνικής συνοχής και του πολιτικού πλαισίου. Με τέτοιες ανισότητες όπως αυτές των ΗΠΑ και όχι μόνο, δεν υπάρχει κανενός είδους δημοκρατία. Η κοινωνία στις ΗΠΑ (και όχι μόνο εκεί) καθίσταται μια κοινωνία ολοένα πιο ασταθής εσωτερικώς, την ίδια στιγμή κατά την οποία οι ΗΠΑ διεξάγουν τον σπονδυλωτό παγκόσμιο πόλεμο και η ισχύς του συρρικνώνεται. Όχι, δεν είναι ένας δεύτερος εμφύλιος πόλεμος το πιθανότερο σενάριο ακόμα. Αλλά μια περαιτέρω, δομική, στρατηγικού χαρακτήρα αστάθεια μέσα στις ΗΠΑ εξελίσσεται ήδη. Ο Τραμπ δείχνει να είναι προς το παρόν ο κερδισμένος από αυτήν. Αλλά το τμήμα του συστήματος εξουσίας που δεν τον ανέχεται θα εμφανίσει μάλλον και άλλα χαρτιά. Σε κάθε περίπτωση, αν υπάρξει δεύτερη θητεία Τραμπ, ίσως να είναι οι διαψευσμένες προσδοκίες εκείνες που θα αποτελέσουν καταλύτη τεκτονικών μεταβολών.