Η εικόνα του Γιάννη Αντετοκούνμπο να αρμενίζει πάνω στο Σηκουάνα, κρατώντας την ελληνική σημαία στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού αποτελεί σίγουρα μια ιστορική στιγμή. Δίχως να θέλουμε να φέρουμε σε δεύτερη μοίρα την Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, που και αυτή αναμφίβολα αποτελεί παράδειγμα αγωνίστριας της ζωής, ο συμβολισμός που έχει η εικόνα του Ελληνο-νιγηριανού μετανάστη ως σημαιοφόρου στην πιο σημαντική αθλητική εκδήλωση του πλανήτη είναι μοναδικός.
Για όλα τα άτομα μεταναστευτικής καταγωγής αυτή η στιγμή είχε μια ιδιαίτερη βαρύτητα. Τι υπάρχει όμως πέρα από τον συμβολισμό; Θα θέλαμε να γράψουμε πως η κίνηση αυτή έδωσε μια αίσθηση αποδοχής από μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας προς τους μετανάστες. Θα θέλαμε να γράψουμε πως μέσω αυτής νιώθουν να δικαιώνονται οι αγώνες και οι θυσίες των γονιών μας και ημών. Θα θέλαμε να γράψουμε πως αυτή η ορατότητα θα σημάνει καλύτερες μέρες, με λιγότερο ρατσισμό. Δυστυχώς όμως σε μεγάλο βαθμό η κίνηση αυτή, που ελπίζουμε να φέρει πράγματι όλα τα παραπάνω, είναι κατ’ ουσία επικοινωνιακή. Δυστυχώς, παραμένει μέρος του κυρίαρχου αφηγήματος και όχι κάποια μορφή αμφισβήτησής του. Και εξηγούμε.
Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο αποτελεί ένα φαινόμενο στο παγκόσμιο μπάσκετ. Το trade name, η εμπορική του αξία και η ισχύς που έχει το όνομα Αντετοκούνμπο στο παγκόσμιο κοινό τον καθιστά ένα από τα πιο εξαγώγιμα προϊόντα της Ελλάδας. Άλλωστε πολύ πριν γίνει σημαιοφόρος της ολυμπιακής αποστολής, είχε γίνει το πρόσωπο της Aegean Airlines, του εθνικού αερομεταφορέα. Να σημειώσουμε δε πως όλα τα παραπάνω τα κατάφερε μόνος του ή μάλλον μαζί με την οικογένειά του και με μηδαμινή στήριξη από επίσημους φορείς, πολιτεία κλπ. -ίσως αυτό να είναι ένα ακόμα κοινό που μοιράζεται με την Αντιγόνη Ντρισμπιώτη. Συνεπώς το να χριστεί σημαιοφόρος ίσως να ήταν και μονόδρομος, αν κανείς λάβει υπόψη τα οφέλη μιας τέτοιας κίνησης για τη χώρα και το trade name Greece.
Ο Γιάννης όμως είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Ένας μετανάστης που κατάφερε το ακατόρθωτο. Η χρυσή ιστορία του καπιταλισμού που λέει πως όλα γίνονται, άμα έχεις θέληση κ.ο.κ. Αυτό είναι το κλασικό τυράκι που πρέπει να υπάρχει για να μπορεί όλο αυτό το σύστημα να επιβιώνει. Ποιες είναι όμως οι συνθήκες; Πόσοι Αντετοκούνμπο δεν τα κατάφεραν για χίλιους δύο λόγους; Ποιος είναι ο κανόνας για τους εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που ζουν σήμερα στην Ελλάδα;
Πόσο έχει βελτιωθεί αυτή πίσω από την κουρτίνα του σημαιοφόρου Γιάννη; Τι συμβαίνει με τους πρόσφυγες που πνίγονται στις ακτές μας ή κλείνονται σε καμπς; Είναι η σημερινή Ελλάδα πιο ανεκτική; Δυστυχώς με τρια ακροδεξιά κόμματα στο κοινοβούλιο, με νομοθεσίες που καθιστούν δυσκολότερη στην απόκτηση και μικρότερη σε διάρκεια την άδεια παραμονής, με ρατσιστικές διατάξεις στη συνταξιοδότηση και δυσκολότερη απόκτηση ιθαγένειας (εκτός αν παίζεις καλό μπάσκετ) και μια σειρά από άλλα παρόμοια η επίσημη πολιτεία μπορεί να δέχεται τους Αντετοκούνμπο στη γιορτή για τα 50 χρόνια δημοκρατίας αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να υπάρξουν όσο το δυνατό λιγότεροι νέοι Αντετοκούνμπο. Και δυστυχώς το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Οι ευρωεκλογές άλλωστε το έδειξαν με ξεκάθαρο τρόπο.
Προφανώς και δε θέλουμε να μειώσουμε τον άθλο του Γιάννη και της οικογένειάς του. Ίσα ίσα αποτελούν πρότυπο με τη συμπεριφορά και την ταπεινότητά τους. Επίσης μας προκαλεί τεράστια χαρά που ακροδεξιοί σαν τον Άδωνι Γεωργιάδη που, όντας αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, φώναζε για τον «Ακενοτούνμπο», ή τον Μιχαλολιάκο της Χρυσής Αυγής που ως γνήσιος Ναζί τον παρομοίαζε με χιμπατζή που πηδάει ψηλά έχουν να βλέπουν αυτόν, τον μαύρο, ως μπαϊρακτάρη (βλ. σημαιοφόρο) της ελληνικής αποστολής. Ούτε έχουμε ξεχάσει τα δεκάδες περιστατικά σε σχολεία με παιδιά μετανάστες να γίνονται θύματα ρατσιστών, γιατί ήταν σημαιοφόροι ή έστω έπρεπε να είναι διότι κάποια δυστυχώς δεν έγιναν ποτέ (λέγε με Οδυσσέα Τσενάι). Άλλα όσο χαρά και να προκαλούν τα παραπάνω, δεν μπορεί να υπάρξει ταύτιση διότι το άστρο του Γιάννη λάμπει πλέον τόσο ψηλά που φαντάζει εξίσου μακρινό σε ντόπιους και μετανάστες.
Αυτό που μένει είναι μια κρυφή ελπίδα και ένας υπαρκτός φόβος.