Την ώρα που στον τόπο μας συζητούμε, ακόμη με τρόπο αφηρημένο, τον κίνδυνο μιας επικείμενης λειψυδρίας, στην Ιταλία και ιδίως από το Κέντρο της και περισσότερο στον Νότο η ξηρασία βρίσκεται ήδη εκεί. Μάλιστα εν μέσω του καύσωνα «Χάροντα» που πυρπολεί τη χώρα, η κατάσταση της λειψυδρίας έχει φέρει στα όριά της τα υδάτινα διαθέσιμα και την αντοχή του πληθυσμού.
Η Καλαβρία έχει κηρυχθεί σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης από τον κυβερνήτη Ρομπέρτο Οκιούτο, με το πόσιμο νερό να μεταφέρεται με υδροφόρα πλοία και διανέμεται με το δελτίο. Κυρίως στην περιοχή του Κρότωνα η κατάσταση είναι απελπιστική και πλέον σχεδιάζεται να τοποθετούν δημόσιες δεξαμενές νερού για να τροφοδοτείται ο πληθυσμός. Στην Απουλία σε 3 εβδομάδες δεν θα υπάρχουν ποτιστικά διαθέσιμα για τα χωράφια. Στη Σικελία, ακόμη χειρότερα: πολλές πόλεις εφαρμόζουν εκτεταμένες και κυλιόμενες διακοπές στην παροχή. Στον Ακράγαντα, οι κάτοικοι ξυπνούν από τις 6 για να καθίσουν στην ουρά για να γεμίσουν πλαστικά ντεπόζιτα με νερό: την ίδια στιγμή οι κακοσυντηρημένοι αγωγοί τρυπάνε και χάνονται πολύτιμα αποθέματα για την ύδρευση των κατοίκων. Ιδιαίτερα στην επαρχία της Γέλας, σιτοβολώνα και οπωρώνα της Ιταλίας, κινδυνεύει η σπορά και φυσικά η παραγωγή ολάκερης της χρονιάς.
Η κατάσταση είναι τόσο απελπιστική, που ο κόσμος έχει αρχίσει να παραλογίζεται. Στην Καλαβρία η κοινή γνώμη ξεσηκώθηκε έπειτα από δημοσίευμα που ανέφερε πως τα 1.200 μ3 πόσιμου νερού που μετέφερε το σκάφος του ναυτικού «Τιτσίνο» στον Ακράγαντα της Σικελίας προερχόταν από δικά της αποθέματα. Η τοπική εταιρεία διαχείρισης και η πολιτική προστασία διέψευσαν τη φήμη, όμως το περιστατικό είναι ενδεικτικό του παροξυσμού και ανταγωνισμού που δημιουργεί μία τέτοια έκτακτη κατάσταση. Στη δε Σικελία, μέσα στην ταραχή που γεννά ο κίνδυνος έπεσε κι η ιδέα να αδειάσουν από τα ψάρια τις λίμνες της μεγαλονήσου και να μεταγγισθεί το νερό τους στα αρδευτικά κανάλια και τους αγωγούς ύδρευσης στις πόλεις!
Αλλά και στο Κέντρο, ακόμη και στον Βορρά, η κατάσταση δεν είναι καλύτερη: η στάθμη στον ζωοδότη για την αγροτική παραγωγή ποταμό Πάδο, που διατρέχει όλη την εύφορη πεδιάδα από τη Λομβαρδία ίσαμε το Βένετο, έχει κατέλθει ανησυχητικά. Από το 2022 τα καμπανάκια ηχούν μια και η στάθμη έχει κατέλθει σχεδόν στο ένα τρίτο. Στην Τοσκάνη, παρότι η περιοχή έχει πλημμυρίσει, ο υδροφόρος ορίζοντας είτε έχει ταπεινωθεί, είτε είναι ακατάλληλος λόγω κυρίως της υπερεκμετάλλευσης των λατομείων στην περίφημη Καρράρα, ενώ η ρύπανση των υδάτων στα ποτάμια και τις πηγές οφείλεται στη μαρμαρόσκονη, της οποίας οι υπεδάφιες συγκεντρώσεις παρεμποδίζουν τη ροή του νερού. Επιπλέον η μεγάλη χρήση νερού στην κοπή και στη μεταφορά των τεράστιων όγκων μαρμάρου καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες ζωτικών αποθεμάτων, που σήμερα στις συνθήκες ακραίου καύσωνα λείπουν από τον πληθυσμό (και τους τουρίστες).
Η απελπιστική κατάσταση αποκαλύπτει την αδιαφορία του ιταλικού κράτους (όπως και πολλών άλλων στη Μεσόγειο, μεταξύ εκείνων και της Ελλάδας) για τη συντήρηση και τις δημόσιες επενδύσεις στον τομέα της ύδρευσης και της περιβαλλοντικής προστασίας φυσικά, η οποία συνδέεται άμεσα με τη διατήρηση κι εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα. Η Ιταλία είναι η χώρα με τη φθηνότερη τιμή νερού, την ώρα που είναι τρίτη (μετά την Ελλάδα και την Ιρλανδία) στην κατανάλωση. Μάλιστα σε μία χρονιά, όπου η Ρώμη διψάει πραγματικά, ενώ στον Βορρά ακόμη κι εν μέσω καύσωνα πέφτει χαλάζι κι έχει πλημμύρες – οι οποίες καταστρέφουν τις υδατοδεξαμενές και τους ταμιευτήρες- τα υδρικά αποθέματα κατεβαίνουν επικίνδυνα. Και το χειρότερο είναι πως στην Ιταλία κυριολεκτικά πετάνε το νερό: περίπου 3,4 εκατ. μ3 (το ένα τρίτο από τα 8 εκατ. μ3, σχεδό των αποθεμάτων) χάνονται από το δίκτυο, λόγω της κακής συντήρησης.
Το παράδειγμα της Σικελίας είναι ακόμη πιο χαρακτηριστικό: ενώ υπάρχει το φράγμα της Τρινιτά, που υποτίθεται ότι θα μπορούσε να τροφοδοτεί με νερό 8.000 εκτάρια καλλιεργήσιμων εδαφών, είναι αναγκασμένο να ρίχνει το νερό που συγκεντρώνεται στη θάλασσα, γιατί ενώ έχει κατασκευασθεί πριν 60 χρόνια, ουδέποτε έχει δοκιμασθεί κι έχει παραμένει ανενεργό!
Αλλά και όσον αφορά τα άλλα μέτρα που υποτίθεται ότι θα αντιμετώπιζαν το πρόβλημα της λειψυδρίας και της ερημοποίησης, όπως οι αφαλατώσεις στη Σικελία μοιάζει να μη λειτουργούν. Η πιο εντυπωσιακή περίπτωση είναι αυτή του Πόρτο Εμπέντοκλε: η εγκατάσταση της αφαλάτωσης νερού, που κόστισε 6 εκατομμύρια ευρώ και άνοιξε το 2007 και θα μπορούσε να διαθέσει 100 λίτρα πόσιμου νερού ανά δευτερόλεπτο στο δίκτυο ύδρευσης, ίσο με 3 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως, παραμένει κλειστή από το 2012. Αιτία: το υψηλό κόστος διαχείρισης. Μόνο που τώρα τα έξοδα που πρέπει να αντιμετωπισθούν, λόγω της έκτακτης ανάγκης που αντιμετωπίζει η Σικελία, είναι πολύ περισσότερα.
Πλέον η κατάσταση στην Ιταλία ήδη δείχνει πως τα όρια του κινδύνου έχουν πλέον ξεπερασθεί. Τα φαινόμενα που συνοδεύουν την κλιματική κρίση έχουν πολλαπλασιασθεί. Η μειωμένες πτώσεις υετού και χιονοπτώσεων στις Άλπεις και τα Απέννινα, στερεύουν τις πηγές και τα ποτάμια. Οι παρατεταμένοι καύσωνες, με τους καυτούς ανέμους, συνθέτουν το φαινόμενο του σφουγγαριού, που παγιδεύει από την ατμόσφαιρα την υγρασία που σχηματίζεται από την εξαέρωση των επιφανειακών υδάτων και τα οποία κανονικά θα επέστρεφαν με τη μορφή βροχής στο έδαφος.
Όπως συμβαίνει και στα τροπικά κλίματα, όταν αυτό το «ατμοσφαιρικό σφουγγάρι» κορεσθεί, το νερό χύνεται όλο μαζί στο έδαφος μέσα από καταρρακτώδεις βροχές, το νερό των οποίων μόλις κατ’ ελάχιστον απορροφάται από το άνυδρο και «μπετονοποιημένο» από την ξηρασία, σκληρό, έδαφος. Αντί δηλ. να είναι ευεργετικός τούτος ο μεγάλος όγκος νερού, απεναντίας χάνεται και κυρίως προκαλεί μεγάλες καταστροφές τις οποίες το άνυδρο έδαφος δεν μπορεί να συγκρατήσει, εκτός από ένα ελάχιστο μέρος, και τις οποίες προκαλούν τεράστιες ζημιές, όπως είδαμε στις πρόσφατες πλημμύρες στις Μάρκε και την Εμίλια Ρομάνια.
Αυτά τα ξηρά, αδιαπέραστα εδάφη και οι υψηλές θερμοκρασίες σημαίνουν επίσης ότι μόνο το 13% των βροχοπτώσεων συμβάλλει στην αναπλήρωση του υδροφόρου ορίζοντα. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, καθώς οι ανανεώσιμες πηγές νερού αναμένεται να μειωθούν περαιτέρω κατά 40% έως το 2100, με τις μέγιστες μειώσεις, έως και 90%, να αναμένονται στη νότια Ιταλία. Και πραγματικά, οι σημερινές υδρικές έκτακτες καταστάσεις στη χώρα σημειώνονται σε εκείνες τις περιοχές (πχ Ακράγαντας) που την τελευταία διετία έχουν πέσει οι λιγότερες βροχές.
Και φυσικά στις πρώτες αιτίες για τη λειψυδρία θα πρέπει να προστεθεί η μεγάλη τσιμεντοποίηση του εδάφους και η μείωση του πράσινου ή ελεύθερου εδάφους: οι επενδύσεις και στην Ιταλία αφορούν σε μεγάλο μέρος τα «μεγάλα έργα» και τις κατασκευές, την ανοικοδόμηση κλπ. Έργα που καταλαμβάνουν μεγάλες εκτάσεις, οι οποίες καθίστανται ακατάλληλες για την αποθήκευση υπόγειων υδάτων και επιπλέον οι θεμελιώσεις κι αποστραγγίσεις τους καταστρέφουν και τους υδροφόρους ορίζοντες. Ή συμβάλλουν στην μόλυνση των υδάτων, λόγω των υλικών κατασκευής και τη μακρά περίοδο ζωής τους.
Σε αυτό φυσικά συμβάλλει και το κακοσυντηρημένο κι ανεπαρκές δίκτυο ύδρευσης. Η έλλειψη δημοσίων επενδύσεων, όπως παντού αλλού και σε αυτόν τον τομέα, προς όφελος των ιδιωτικοποιήσεων και του κέρδους των επιχειρηματιών, η σχετιζόμενη με τις εκχωρήσεις και τους δημόσιους διαγωνισμούς διαφθορά έχουν οδηγήσει στην τωρινή απελπιστική κατάσταση. Μία κατάσταση από την οποία συνήθως βγαίνει κερδισμένος πάλι ο ιδιωτικός τομέας: γιατί η κακή συντήρηση του δικτύου για άλλη μία φορά θα χρησιμεύσει ως αφορμή για ιδιωτικοποιήσεις, υποδομών και της ίδιας της διαχείρισης του νερού, αύξησης της τιμής του και παραγωγή νέων κοινωνικών ανισοτήτων.
Ιδιαίτερα τώρα, που η ακροδεξιά κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι προχώρησε στην κοινωνική και διοικητική διαίρεση της Ιταλίας, με τη «διαφοροποιημένη αυτονομία» των Περιφερειών, οι δυνατότητες που θα έχουν οι τοπικές διοικήσεις να ιδιωτικοποιήσουν το σύστημα ύδρευσης, να αποκόψουν από την τροφοδοσία γειτονικές περιοχές και να διατιμήσουν όσο θέλουν το δημόσιο τούτο αγαθό, ενισχύονται. Η λειψυδρία έτσι μέλλει να γίνει ο προάγγελος της περαιτέρω ιδιωτικοποίησης των δημόσιων αγαθών και της διεύρυνσης του χάσματος «πλούσιων και φτωχών» για τις περιοχές και τους πολίτες της Ιταλίας.