Άρθρο ειδικού συνεργάτη
Πριν από μερικές βδομάδες, στις 10 Ιουλίου, η Γενική Συνέλευση των μετόχων του ομίλου Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα ΑΒΕΕ (ΕΑΣ), με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας, ως βασικών μετόχων του Ελληνικού Δημοσίου, επικύρωσε συμφωνία με την MSM EXPORT SRO, θυγατρική του βιομηχανικού ομίλου Czechoslovak Group (CSG). Η συμφωνία που διαπραγματεύτηκε ο διευθύνων σύμβουλος των ΕΑΣ Νίκος Κωστόπουλος, με την πρόθυμη συναίνεση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αν και προβάλλεται από τους θιασώτες της ως επιτυχημένη συμφωνία εξυγίανσης των ΕΑΣ, θεωρείται από πολλούς ως το συγκαλυμμένο τέλος της εγχώριας κρατικής αμυντικής βιομηχανίας. Η εν λόγω συμφωνία αποτελεί την απόληξη μια σειράς διεργασιών που εκκινούν με τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για την δημιουργία του λεγόμενου κυβερνητικού πάρκου στον Υμηττό και διαπλέκονται με την αλυσίδες τροφοδοσίας της πολεμικής μηχανής της «Δύσης» στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία.
«Μια ιστορία πόνου» και το κυβερνητικό πάρκο στον Υμηττό
Η «ιστορία πόνου» των ΕΑΣ, όπως την αποκάλεσε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας στην ημερίδα DEFEA Conference 2024 του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, εκκινεί το 2004, με την συγχώνευση της κρατικής Ελληνικής Βιομηχανίας Όπλων (ΕΒΟ) με την, τότε κρατικοποιημένη, ιστορική πολεμική βιομηχανία ΠΥΡΚΑΛ. Είναι γεγονός ότι η συγχώνευση είχε τον χαρακτήρα «εξυγίανσης» των δύο κρατικών επιχειρήσεων που αμφότερες έφεραν προβληματικά οικονομικά στοιχεία και η νέα επιχείρηση θα διατηρήσει αυτό το χαρακτηριστικό. Ωστόσο, εκ τότε τα ΕΑΣ αποτέλεσαν τον σταθερό παραγωγό και προμηθευτή των Ένοπλων Δυνάμεων σε πυρομαχικά κάθε διαμετρήματος, ενώ έφεραν και ορισμένες σημαντικές συμπαραγωγές οπλικών συστημάτων, όπως του αντιαεροπορικού πυραύλου IRIS-T.
Την άνοιξη του 2021 ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγειλε το μεγαλεπήβολο σχέδιο για την μετατροπή του κύριου εργοστασιακού συγκροτήματος των ΕΑΣ στον Υμηττό στο «κυβερνητικό πάρκο Ανδρέας Λεντάκης». Το σχέδιο υποσχόταν την πλήρη διατήρηση και μετεγκατάσταση των εργοστασιακών υποδομών στις δύο άλλες εγκαταστάσεις των ΕΑΣ στο Λαύριο και στη Μάνδρα. Οι γραμμές παραγωγής του εργοστασίου είχαν ήδη περιοριστεί σημαντικά από το 2020. Η τάση αυτή αντιστράφηκε μερικώς με την έκρηξη του πολέμου στην Ουκρανία το 2022, η οποία οδήγησε στην ανασύσταση των μονάδων παραγωγής για αρκετούς τύπους πυρομαχικών, όχι όμως και του δυσεύρετου, πλέον, βλήματος των 155 χιλιοστών…
Η κούρσα εξοπλισμών των 155 χιλιοστών
Το βλήμα των 155 χιλιοστών αποτελεί ίσως τον πλέον παραχθέντα τύπο πυρομαχικών στην ανθρώπινη ιστορία. Από την ανάπτυξή του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέχρι τις μέρες μας, υπήρξε η βασική οβίδα πυροβόλου για τους περισσότερους στρατούς του κόσμου (με δεύτερο στην κατάταξη το σοβιετικό βλήμα των 152 χιλιοστών). Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου παραγόταν σε κολοσσιαία μεγέθη: ενδεικτικά, μόνο στην Ελλάδα, η ΠΥΡΚΑΛ ήταν σε θέση να παράγει περίπου 40.000 κομμάτια μηνιαίως.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε την προβληματική συνθήκη που έχει οδηγήσει τις παραγωγικές δυνατότητες της «Δύσης» η πολιτική της «πολεμικής αποβιομηχάνισης» που ακολουθήθηκε από τα τέλη του Ψυχρού Πολέμου. Την στιγμή που ο ουκρανικός στρατός καταναλώνει περίπου 10.000 βλήματα ημερησίως, η συνολική παραγωγή των ΗΠΑ για την ουκρανική βοήθεια αισίως προσεγγίζει τα 30.000 κομμάτια μηνιαία, ενώ στην Ευρώπη η μόνη αξιόλογη παραγωγή προέρχεται από την γερμανική Rheinmetall και δεν αγγίζει καν τα 12.000 κομμάτια το μήνα. Την ίδια στιγμή που η Ρωσία μπορεί να υπολογίζει σε μια μηνιαία παραγωγή 250.000 βλημάτων. Στο πλαίσιο του ξέφρενου επανεξοπλισμού της «γηραιάς ηπείρου», η Κομισιόν εγκαινίασε την Act in Support of Ammunition Production (ASAP), ένα πρόγραμμα για την ενίσχυση της παραγωγής πυρομαχικών με τελικό αποδέκτη την Ουκρανία, ύψους 2.5 δισ. ευρώ και με κύριο στόχο την αύξηση της παραγωγής των βλημάτων των 155 χιλιοστών.
Συμφωνία σκάνδαλο
Επιστρέφοντας στην τύχη των ΕΑΣ, η πρώτη αναφορά που έχουμε για την εν λόγω συμφωνία είναι τον περασμένο Οκτώβρη, μέσα από μια λιτή ανακοίνωση του ΥΠΕΘΑ για συνάντηση που πραγματοποιήθηκε ανάμεσα σε εκπροσώπους του ΓΕΣ, των ΕΑΣ και της MSM EXPORT SRO σχετικά με ένα «τεχνικό μνημόνιο συνεργασίας» των δύο εταιρειών. Η συνάντηση έλαβε χώρα στις 19 Οκτωβρίου, μια μέρα μετά την ανακοίνωση του προγράμματος ASAP από την Κομισιόν και με εμφανή την πρόθεση της διοίκησης των δύο εταιρειών να επωφεληθούν από αυτό.
Το θέμα επανήλθε στην επικαιρότητα την άνοιξη, μετά από διαδοχικές και επίμονες ερωτήσεις από τη μεριά της αντιπολίτευσης γύρω από την τύχη της συμφωνίας. Ενώ επισήμως η κυβέρνηση έκανε λόγω για αξιολόγηση δύο προτάσεων από ξένους οίκους που δεν είχε ολοκληρωθεί, η αντιπολίτευση κατήγγειλε ότι η διοίκηση των ΕΑΣ είχε έμπρακτα δεσμεύσει σε μια από αυτές, καθώς είχε συμπεριλάβει ήδη εκπρόσωπο της MSM στη διοίκηση του γομωτηρίου στο Λαύριο. Υπήρξε μάλιστα και καταγγελία του σωματείου των ΕΑΣ Λαυρίου, η οποία έκανε λόγω για απόπειρες χρηματισμού στελεχών της εταιρείας προς αποδοχή του σχεδίου. Παρά τις αντιδράσεις, η κυβέρνηση διατήρησε γενική σιγή σχετικά με τις λεπτομέρειες και την πορεία των διαπραγματεύσεων.
Μόνο με την αιφνιδιαστική επικύρωση της συμφωνίας έγιναν γνωστές οι λεπτομέρειες της κοινοπραξίας. Με την εμπορική ονομασία COSORTIUM HDS-MSM EXPORT SRO, προβλέπεται κοινοπραξία με στόχο την εκρηκτική γόμωση συνολικά 3.5 εκατ. βλημάτων διαφόρων τύπου, μεταξύ των οποίων 2.5 εκατ. οβίδες των 155 χιλιοστών, η οποία θα λαμβάνει χώρα στο Λαύριο. Αν και τα ΕΑΣ θα συμμετέχουν με ποσοστό 51% και η MSM με 49%, η τσέχικη εταιρεία θα ηγείται της κοινοπραξίας, διορίζοντας τον πρόεδρο και την πλειοψηφία των μελών του υπό ίδρυση ΔΣ, ενώ θα έχει τα ΕΑΣ ως υποκατασκευαστή. Για την επένδυση, η ξένη εταιρεία θα συνεισφέρει με 50 εκατ. ευρώ, ενώ 33 εκατομμύρια θα διοχετευτούν από το πρόγραμμα ASAP. Ο ορίζοντας ολοκλήρωσης του έργου δεν προσδιορίζεται.
Οι παραπάνω όροι αποτελούν από μόνοι τους ένα σκάνδαλο. Τα ΕΑΣ, ενώ διαθέτουν την τεχνική δυνατότητα και εμπειρία για καθετοποιημένη και πλήρη παραγωγή όλων των μερών των βλημάτων, θα περιοριστούν στον ρόλο απλώς της γόμωσης με την εκρηκτική ύλη. Όπως καταγγέλλει η Ομοσπονδία Εργατοϋπαλλήλων Χημικής Βιομηχανίας Ελλάδας, τα έσοδα της εταιρείας θα είναι πενιχρά, καθώς η γόμωση θα έχει προσυμφωνημένη τιμή στα 90 ευρώ, ενώ η τιμή του πλήρες βλήματος προσεγγίζει τα 2.500 ευρώ στην αγορά. Εάν τα ΕΑΣ είχαν δική τους παραγωγή, μέσα στο 2025 θα μπορούσαν να είχαν έσοδα 150 εκατ. ευρώ, έναντι του ποσού των 6,3 εκατ. που θα αποφέρει η τωρινή συμφωνία. Το γεγονός ότι, ενώ η παραγωγή πυρομαχικών βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη ανά την υφήλιο, η διοίκηση των ΕΑΣ και η εγχώρια στρατιωτική και πολιτική ηγεσία προκρίνουν μια συμφωνία που οδηγεί στην απομείωση των παραγωγικών δυνατοτήτων των ΕΑΣ και στην επίτευξη του μικρότερου δυνατού οφέλους, είναι, από επιχειρηματικής άποψης, σκανδαλώδες.
Το δεύτερο σκανδαλώδες στοιχείο έγκειται στο ότι η εν λόγω συμφωνία ουσιαστικά σηματοδοτεί τον παροπλισμό και την ιδιότυπη ιδιωτικοποίηση των ΕΑΣ. Εν όψει της κοινοπραξίας, η συζήτηση για την μετεγκατάσταση της μονάδας του Υμηττού (στην οποία γινόταν η κατασκευή του κορμού των βλημάτων) διακόπηκε. Μάλιστα, ο διαγωνισμός για το κυβερνητικό πάρκο θα προχωρήσει χωρίς να έχει λήξει το ζήτημα της μετεγκατάστασης, με την κυβέρνηση να κάνει λόγω για «αποθήκευση» των παραγωγικών δομών. Φαίνεται ότι η μονάδα παραγωγής του Υμηττού θα καταργηθεί και δεν θα επαναλειτουργήσει, ενώ η μονάδα του Λαυρίου στην πράξη θα λειτουργεί αποκλειστικά μέσα από το πλαίσιο της κοινοπραξίας, η οποία θα τελεί υπό την διοίκηση μιας ξένης, ιδιωτικής, εταιρείας για ακαθόριστο χρονικό διάστημα. Εάν η εν λόγω πρόβλεψη επιβεβαιωθεί, θα έχει συντελεστεί η επί της ουσίας διάλυση και ιδιωτικοποίηση της εταιρείας, κάτι που είχε επιχειρήσει πρώτη φορά η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1990.
Το τρίτο στοιχείο είναι ότι υπονομεύεται ο χαρακτήρας των ΕΑΣ ως μια κρατική αμυντική βιομηχανία που εξυπηρετεί τις ανάγκες των Ένοπλων Δυνάμεων. Στη συμφωνία αναφέρεται ότι σε περίπτωση κρίσης οι παραγγελίες του ΥΠΕΘΑ θα έχουν απόλυτη προτεραιότητα. Η παραπάνω διατύπωση υπονοεί ότι υπό κανονικές συνθήκες ο κύριος όγκος της παραγωγής της κοινοπραξίας δεν θα αφορά τις ανάγκες της άμυνας της χώρας. Λαμβάνοντας υπόψιν το ευρύτερο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προσπάθειας για ανεφοδιασμό της Ουκρανίας, εντός του οποίου απέσπασε και χρηματοδότηση η κοινοπραξία, είναι εύλογη η υπόθεση ότι η συμφωνία θα οδηγήσει στην μετατροπή των ΕΑΣ σε τμήμα της ευρωπαϊκής πολεμικής τροφοδοσίας του ουκρανικού στρατού. Μια ακόμη εμπλοκή της χώρας στην ουκρανική κρίση που υπερβαίνει και ακυρώνει τον χαρακτήρα των ΕΑΣ.
Η εν λόγω συμφωνία αποτελεί μια σκανδαλώδη κίνηση από τη μεριά του ΥΠΕΘΑ και της κυβέρνησης, η οποία γεννά σοβαρά ερωτήματα για τις σκοπιμότητες των συντελεστών της αλλά και για το μέλλον της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.