Η σταθερή επωδός κάθε καλοκαιρινής περιόδου στην ειδησεογραφία και στη ζωή των πολιτών είναι η κατάσταση στα πύρινα δασικά μέτωπα. Όμως η φετινή χρονιά στην Ευρώπη ήταν ιδιαίτερα καταστροφική. Με σύμμαχο την κλιματική αλλαγή, αλλά κυρίως λόγω της αδιαφορίας των κρατικών επιλογών, ο πόλεμος κάθε καλοκαίρι γίνεται δριμύτερος και πάντοτε εκείνος που κερδίζει είναι η φωτιά. Και αυτό γιατί, παρά τις ιερεμιάδες για την κλιματική αλλαγή, εκείνος ο παράγοντας που αλλάζει τις ισορροπίες στη ζυγαριά είναι η όλο και μεγαλύτερη έλλειψη ανθρώπινου, πυροσβεστικού, δυναμικού. Και οι αριθμοί το επιβεβαιώνουν.
Η δεινή εμπειρία και φέτος το αποδεικνύει. Οι ελλείψεις πυροσβεστών, σε πρώτο επίπεδο και χρηματικών πόρων, τόσο σε υλικοτεχνική υποδομή, όσο και για στρατηγικές πρόληψης, στην ουσία είναι τρομακτικές. Η Eurostat με στοιχεία που δημοσίευσε στις 23 Αυγούστου το αποδεικνύει. Το 2023, στις 21 χώρες με διαθέσιμα στοιχεία στην Ε.Ε., υπήρχαν 362.400 επαγγελματίες πυροσβέστες, μόλις 3.200 περισσότεροι από το 2022. Το Πυροσβεστικό Σώμα αντιπροσωπεύει μόλις το 0,18% της συνολικής απασχόλησης στην Ε.Ε.. Οι πυροσβέστες μεταξύ 30 και 49 ετών αποτελούν το 61% του συνόλου του σώματος, ενώ οι ηλικιακή υποομάδα μεταξύ 40 και 44 ετών αριθμεί 65.600 στελέχη και η μεταξύ 35 και 39 ετών 59.100.
Το 2022, κατά τη Eurostat, οι δαπάνες της δημόσιας διοίκησης για «υπηρεσίες πυροπροστασίας» στις 27 χώρες της Ε.Ε. ανήλθαν σε 37,8 δισεκατομμύρια ευρώ, αύξηση 7,8% τοις εκατό σε σύγκριση με το 2021 (35,1 δισεκατομμύρια ευρώ). Ωστόσο, όπως επισημαίνει η ίδια μελέτη, «το μερίδιο των συνολικών δημόσιων δαπανών στην Ε.Ε. που προορίζονται για υπηρεσίες πυροπροστασίας παρέμεινε σταθερό στο 0,5% των συνολικών δαπανών από το 2016 μέχρι σήμερα».
Αυτά τα δεδομένα όμως κρύβουν πίσω τους κάποια άλλα, πολύ πιο ανησυχητικά στοιχεία, που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να έχουν σημάνει συναγερμό σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Γιατί, οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν καλούνται να αντιμετωπίσουν μοναχά την πυρόσβεση, αλλά το έργο τους είναι ζωτικής σημασίας για τη συνδρομή στις πλημμύρες και τ’ άλλα ακραία φαινόμενα που θα έλθουν από το φθινόπωρο. Και τα οποία μοιραία θα είναι ιδιαίτερα έντονα ένεκα της απανθράκωσης των δασών τη θερινή περίοδο. Ή τις ανθρώπινες παρεμβάσεις (τσιμεντοποίηση με κατασκευές, μεγάλα έργα, παρεμβάσεις σε φυσικές κλιτύες, ρέματα κλπ). Ένας συναγερμός που θα έπρεπε να έχει ηχήσει προ πολλού σε 12 κράτη μέλη, όπου οι πυροσβεστικές υπηρεσίες και το προσωπικό μειώθηκαν μεταξύ 2022 και 2023, σύμφωνα με εμπεριστατωμένη μελέτη, που δημοσίευσε το πανευρωπαϊκό συνδικάτο ETUC, αφού εξέτασε τα στοιχεία της Eurostat χωρίς να αρκείται στα επιφανειακά και στρογγυλευμένα στην ποιοτική τους ερμηνεία νούμερα.
Ανάμεσα στις χώρες που έχουν περικόψει πόρους, ενημερώνει η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (ETUC), «είναι αυτές που υπέστησαν τεράστιες δασικές πυρκαγιές το 2023 (και το 2024, προσθέτουμε), όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Κύπρος. Οι περικοπές συνέπεσαν επίσης με τη δεύτερη πιο «καυτή» χρονιά που έχει καταγραφεί στην ευρωπαϊκή ιστορία –σύμφωνα με το Copernicus».
Και τα στοιχεία είναι αδιάψευστα. Στην Ιταλία η δύναμη του ΠΣ μειώθηκε από 41.444 πυροσβέστες το 2022 σε 37.200 το 2023, επομένως 4.240 λιγότεροι (-10,2 τοις εκατό). Στην χιλιοκατεστραμμένη Ελλάδα, που φέτος είδε πάλι να κατακαίγεται η Αττική, το 2022 υπηρετούσαν 18.741 πυροσβέστες και το 2023 16.200 , δηλ 2.540 λιγότεροι (-13,5%). Την ίδια στιγμή ο αριθμός των αστυνομικών ανέρχεται σε 55.000 (27.000 μόνο στην Αττική (η παρένθεση κρίνεται αναγκαία διότι πρόσφατα η ΕΛ.ΑΣ. με υπεροψία ανήρτησε δημοσίευση για να υπερασπισθεί τις ύβρεις στελέχους της προς ευρωβουλευτή, που αμετροεπώς του απάντησε, παρουσιάζοντας στελέχη της να εφαρμόζουν την αναποτελεσματική κι ολετήρια για το φυσικό περιβάλλον και την άμυνά του μέθοδο της «εκκένωσης» πυρόπληκτων περιοχών, στερώντας εθελοντικά χέρια, παρουσιάζοντάς την ως σωτήρια).
Η Γερμανία από την πλευρά της, καίτοι δεν κινδυνεύει τόσο από δασικές πυρκαγιές, πρέπει ωστόσο να διαχειριστεί μια τεράστια περιοχή που κινδυνεύει όλο και περισσότερο από τις πλημμύρες, που οφείλονται στον υποβιβασμό του φυσικού εδάφους από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις και την αλλαγή κλίματος: κι εκεί όμως καταγράφεται μείωση δυνάμεων από 64.869 σε 61.700, (-3.170 στελέχη ή -4,8%), όταν όμως κατά βάση η πυροσβεστική της δύναμη βασίζεται στον εθελοντισμό. Κατ’ αυτό και η Κύπρος μείωσε το εργατικό δυναμικό της κατά 28,6%, η Ολλανδία κατά 18,3%, η Σουηδία κατά 21,4%, η Λιθουανία έως και 50%. Την ίδια στιγμή και με πρόσχημα τον πόλεμο της Ουκρανίας πολλές από αυτές τις χώρες αυξάνουν δυσθεώρητα τις στρατιωτικές δαπάνες τους.
Η μόνη χώρα που αύξησε κατά 5.000 το προσωπικό της, ιδίως μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2021, είναι η Ισπανία, στην οποία η τεράστια πυρκαγιά στη Μάλαγα πάλι κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Ωστόσο και η Ισπανία θα μπορούσε να είχε καλύτερα αποτελέσματα εάν δεν αύξανε κατά 20% τις αμυντικές δαπάνες, που επέβαλαν η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ.
Στην Ιταλία, οι υπεύθυνοι φορείς κραυγάζουν διαρκώς πως χρειάζονται τουλάχιστον 4.000 περισσότεροι πυροσβέστες. Από αυτούς 500 μόνο απαιτούνται στην πρωτεύουσα, καθώς όσοι βρίσκονται εκεί εργάζονται διαρκώς σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, κινδυνεύουν και χάνουν τη ζωή τους και φυσικά, σωματικά, δεν αντέχουν άλλο, όπως φάνηκε στη Ρώμη μετά την τελευταία σοβαρή πυρκαγιά στις 21 Αυγούστου. Κάτι που και προσωπικά καταγράψαμε στις πυρκαγιές στην Αττική για το ρεπορτάζ μας για λογαριασμό της ιταλικής RAI: όπου οι κατάκοποι τοπικοί πυροσβέστες στη Νέα Μάκρη, που μετά 48 ώρες περίμεναν την αλλαγή βάρδιας. Και μας έδειχναν το πυροσβεστικό όχημα που θα έπρεπε να έχει αποσυρθεί τουλάχιστον πριν 10 χρόνια. Ή οι εποχικοί πυροσβέστες, οι οποίοι ενώ διακινδυνεύουν στην πρώτη γραμμή, περιμένουν έξι έως εννέα χρόνια μπας και προσληφθούν και για πολλούς μήνες -κατά τους οποίους όμως είναι βάσιμα αναγκαίοι με δεδομένα τα σημερινά κλιματικά δεδομένα και την επικινδυνότητά τους- περιμένουν στην ανεργία.
Όπως προσδιορίζει το ETUC, «ο αριθμός των πυροσβεστών έχει μειωθεί για δεύτερη συνεχή χρονιά στη Γερμανία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και τη Σουηδία». Μία κατάσταση που αναμένεται ότι θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο, δεδομένου ότι στην περασμένη εαρινή σύνοδο της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης εγκρίθηκε και ανανεώθηκε η πολιτική των συγκρατημένων δημοσιονομικών και της λιτότητας -όχι όμως στα εξοπλιστικά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε πρόσφατα ότι θα ανοίξει μια «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος» για το ένα τέταρτο των κρατών μελών, η οποία μέλλει να τα ωθήσει σε περαιτέρω περικοπές δαπανών ή τους απαγορεύει σύμφωνα με την οδηγία να επενδύσουν περαιτέρω σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική στέγαση, σημειώνει στην έκθεσή της η ETUC. Για την Πανευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων Αλλά για την Συνομοσπονδία «η Ε.Ε. πρέπει να επενδύσει σε μια δίκαιη μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία, η οποία θα διασφάλιζε την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, δημιουργώντας παράλληλα ποιοτικές θέσεις εργασίας και χρηματοδοτώντας επαρκώς τις δημόσιες υπηρεσίες». Φωνές βοώντος εν τη ερήμω, όπως πάντα σε μία Ε.Ε., για την οποία η κατανάλωση, ο ανταγωνισμός και η «αποδοτικότητα» είναι κανόνες και για τις δημόσιες υπηρεσίες και για την οποία τα ζητήματα -όπως και αυτά που άπτονται της καθημερινής ζωής-είναι θέματα «τεχνικά» και όχι πολιτικά και κοινωνικά.
Βέβαια, η μείωση του εργατικού δυναμικού των πυροσβεστών εν μέσω της κλιματικής κρίσης αποτελεί πράξη «ανεύθυνη», παρατηρεί η γενική γραμματέας της ETUC Έσθερ Λιντς. Υπογραμμίζει δε πως οι περικοπές τούτες σε γενικές γραμμές θέτουν σε κίνδυνο «την ασφάλεια των πολιτών, το περιβάλλον και τους υπόλοιπους πυροσβέστες, οι οποίοι τώρα θα πρέπει να αντιμετωπίζουν συχνότερα και σοβαρές πυρκαγιές με λιγότερους πόρους και λιγότερη ανάπαυση».
Κι όπως παρατηρείται στην έκθεση, υπάρχει μία λογική αντίφαση στις διακηρύξεις της ΕΕ που αφ’ ενός ισχυρίζεται πως είναι αφοσιωμένη στην προστασία της Ευρώπης από τον αυξανόμενο κίνδυνο πυρκαγιών, την ώρα που ωθούν τις χώρες -ιδίως όσες κινδυνεύουν περισσότερο- σε μέτρα λιτότητας που αφήνουν τις δημόσιες υπηρεσίες με έλλειψη προσωπικού.
Όπως δε σχολιάζει ο γγ της EPSU (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσίων Υπαλλήλων) Γιαν Βίλεμ Γκούντριαν, του οποίου η ένωση είχε αναδείξει το πρόβλημα από το 2023, «σήμερα οι πυροσβέστες πρέπει να αντιμετωπίσουν τις δασικές πυρκαγιές ακόμη και τον χειμώνα, όπως συμβαίνει στη Σουηδία. Κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί». Όπως επισήμανε η πρόσφατη αύξηση των πυρκαγιών και των πλημμυρών στην Ευρώπη δεν είναι μία απλή φυσική καταστροφή, αλλά είναι μία κατάσταση ανθρωπογενής. «Κι όμως οι κυβερνήσεις, επιλέγοντας να μειώσουν τους εργαζομένους, εκθέτουν και τους εναπομείναντες πυροσβέστες σε ακόμη μεγαλύτερους ψυχοκοινωνικούς κινδύνους».
Οι προειδοποιήσεις, τόσο της ETUC, όσο και της άλλης μελέτης της EPSU ή όποιες επιστολές προς επιτρόπους και να απευθύνονται, μοιάζει να μην εισακούονται. Οι περικοπές δαπανών θα στερήσουν μάλλον και για τις επόμενες χρονιές από υλικοτεχνική υποδομή και προσωπικό τα ΠΣ της Ευρώπης, τα οποία θα καλούνται κατά την αποστολική ρήση «εν ριπή οφθαλμού εν τη εσχάτη σάλπιγγι», να περισώσουν ό,τι απέμεινε από τα δάση και τις περιουσίες των ανθρώπων, διακινδυνεύοντας όλο και περισσότερο τη ζωή τους.