ΑΘΗΝΑ
07:00
|
22.11.2024
Στο όνομα μιας κατ’ επίφαση περισσότερης δημοκρατίας τσιμεντώνουν το ακριβώς αντίστροφο.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η επικαιρότητα της σεζόν των εκπτώσεων προέδρων «εκλεγμένων από τη βάση», και η επικείμενη «εκλογή από τη βάση» της εκάστοτε επόμενης απολιτίκ προσωπικότητας, μας θυμίζει το βδέλυγμα της ερημώσεως εστώς εν τόπω κοινοβουλευτικοδημοκρατικώ: την «άμεση εκλογή προέδρου κόμματος από τη βάση», αυτόν τον κακοήθη καρκίνο που εξαπλώνεται σε όλο και περισσότερα κοινοβουλευτικά κόμματα στο παρ’ ημίν ηγαπημένο καίτοι θλιβερό προτεκτοράτο. Πρόκειται για τον ακρογωνιαίο λίθο μιας σειράς μέτρων, τρόπων, τάσεων και προτάσεων, που στο όνομα μιας κατ’ επίφαση περισσότερης δημοκρατίας τσιμεντώνουν το ακριβώς αντίστροφο: τη λιγότερη δημοκρατία, την έκπτωση και αντικατάσταση όσων λίγων τρόπων έμμεσης έστω, αντιπροσωπευτικής έστω, κοινοβουλευτικής έστω, δημοκρατίας μας -ξαναλέμε, στο όνομα της πούρας δημοκρατίας.

Αφού μιλάμε για τη «βάση», ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: αυτό δεν είναι μία πίπα, ceci n’est pas une pipe. «Βάση» δεν είναι όσοι τυγχάνουν εγγεγραμμένοι, ενεργοί, στελέχη όποιας διαβάθμισης τελοσπάντων, για κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα. Στις εν θέματι διαδικασίες, «βάση» του κόμματος είναι ό,τι ανεμοσκόρπισμα συγκροτηθεί επιτελεστικά χωρίς κανένα απολύτως προαπαιτούμενο την ημέρα της ψηφοφορίας, συνήθως Κυριακή, με αντίτιμο ένα δίευρω, ένα πεντάευρω, κ.ο.κ. Φυσικά, οι ad hoc εκλογείς ηγεσίας κοινοβουλευτικού κόμματος δηλώνουν εγγράφως (σε παραλλαγές διατύπωσης) πως πιστεύουν μόνο σε αυτό το κόμμα και σε κανένα άλλο, άρα ότι η συμμετοχή τους είναι αποκλειστική άλλων κομμάτων: exclusive. Πέραν του προφανούς, ότι δηλαδή αν θέλουμε το πιστεύουμε, πρόκειται και για κακό γούστο, αφού απηχεί μια εποχή που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί: εκείνη, την ψυχροπολεμική, στην οποία η συμμετοχή σε ένα πολιτικό κόμμα (!) είχε μια ιερότητα και αποκλειστικότητα, όχι απλώς ένα πολιτικό πρόγραμμα για το επόμενο πολιτικό τέρμινο, αλλά ένα ιδεολογικό, αξιακό, και εν τέλει μεταφυσικό σύνολο. Αφορούσε ένα συνολικό και λεπτομερές όραμα για την κοινωνία, οπότε εξ ορισμού το να αλλάξει κάποιος κόμμα ήταν τελεσίδικο τεκμήριο ανεμοδούρας: πώς είναι δυνατόν ένας έντιμος και συγκροτημένος άνθρωπος να αλλάξει μια πλήρη και ολιστική Weltanschauung για μιαν άλλη; Φυσικά, όποιος ισχυριστεί κάτι αντίστοιχο σήμερα για τα παρ’ ημίν κόμματα είναι απλώς γελοίος, με μοναδική εξαίρεση το ΚΚΕ, το οποίο έχει τελειοποιήσει τη δομή και λειτουργία της πολιτικής αίρεσης.

«Βάση» του κοινοβουλευτικού κόμματος στην άμεση εκλογή αρχηγού είναι, λοιπόν, ένα μεγαλειώδες «ανοίξαμε και σας περιμένουμε, ελάτε την Κυριακή». Όποιος μπορεί, όποιος θέλει, δεχόμαστε τον λόγο σας ότι δεν είστε απ’ αλλού. Και εγένετο «βάση».

Εδώ ερχόμαστε στην αντίφαση ανάμεσα στις αρχές του οσοδήποτε ατελούς αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού και στη συνήθη αντίληψη περί τάσεων «αμεσοδημοκρατίας». Με αριστοτελικούς όρους, είναι σαφές ότι οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σύστημα είναι εξ ορισμού ολιγαρχικό και όχι δημοκρατικό (μια ματιά στα Πολιτικά του Σταγειρίτη επαρκεί), μάλιστα η αντιπροσωπευτικότητα του κοινοβουλευτισμού επελέγη στη νεωτερικότητα ακριβώς ώστε να μη γίνουμε μούτι από την πολλή αμεσοδημοκρατία, κατά τα αριστοκρατικά κρατούντα της εποχής. Εν πάση περιπτώσει όμως, αυτή η τάξη πραγμάτων έχει κάποιες τροχιοδρομήσεις, και όταν επικαλείσαι περισσότερη δημοκρατία για να ακυρώσεις τα όποια δημοκρατικά ψήγματα επιβιώνουν σε αυτήν, τότε κάτι κάνεις λάθος.

Και εξηγούμαι. Στην κοινοβουλευτική συναστρία, τα κόμματα υποτίθεται πως προτείνουν μια -διαφορετική αναμετάξυ τους- πολιτική. Αυτήν την αποφασίζουν εσωτερικά, μεταξύ εκουσίως ενδιαφερομένων προς τούτο, και κατόπιν την προτείνουν στο σύνολο, ως διαφορετική των άλλων και επάλληλων προτάσεων. Προφανώς, αυτό προϋποθέτει μια εσωτερική διεργασία ανθρώπων που θέλουν να προτείνουν αυτόν το δρόμο κι όχι άλλον -έναντι των δρόμων των άλλων, είτε στη μικρή κλίματα είτε στη μεγάλη. Δηλαδή, ως συλλογικοί οργανισμοί, τα κόμματα έρχονται και προτείνουν στην κοινωνία, στους πολίτες, στο εκλογικό σώμα έναν δρόμο που έχουν ετοιμάσει, κατ’ ελπίδα διαφορετικό από τον δρόμο που προτείνουν τα άλλα κόμματα.

Νομίζω πως δε χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση ως προς το γιατί αυτή η βασική αρχή απλώς εξανεμίζεται με την «εκλογή προέδρου από τη (στιγμιαία επιτελεστική) βάση». Το «ανοίξαμε και σας περιμένουμε» σημαίνει ότι ολόκληρη η λογική πάνω στην οποία εδράζεται η όποια τέλος πάντων ιδέα του «κοινοβουλευτικού κόμματος» τινάζεται στον αέρα. Αν ο οποιοσδήποτε μπορεί να έχει ψήφο για τον επικεφαλής του εκάστοτε κόμματος -φτάνει να ξυπνήσει μια Κυριακή, να πάει σε μια κάλπη, να πληρώσει ένα ευτελές ποσό εγγραφής και και να δηλώσει το ψεύδος ότι δεν έχει μάτια για άλλον πολιτικό σχηματισμό- ολόκληρη η προεργασία που προϋποτίθεται ώστε τα κόμματα να προτείνουν διαφορετικές πολιτικές απλώς εξανεμίζεται. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην υποπερίπτωση όπου οι άνθρωποι ενός… άλλου κόμματος θα στηθούν για να εκλέξουν τον αρχηγό των αντιπάλων τους (όπου, και πάλι, ο αήθης είναι βέβαια αυτός που ανοίγει μια τέτοια διαδικασία, και όχι όσοι υπογράφουν ένα λευκό ψεύδος για να συμμετάσχουν σε αυτήν, ως προσεκλήθησαν). Θα μπορούσα να το εξηγήσω περαιτέρω, αλλά αφ’ ενός θα κουράσω όσους το έπιασαν ήδη, αφ’ ετέρου αξίζει όσοι δεν το έχουν πιάσει να το σκεφτούν λίγο.

Αλλά το πρόσχημα της και καλά αμεσοδημοκρατίας ενάντια σε ό,τι ψήγματα δημοκρατικής επιλογής παραμένουν δεν τελειώνει εκεί. Επί παραδείγματι, ο νεωστί έκπτωτος πρόεδρος κόμματος «από τον οποίο δεν έχουμε ξεμπερδέψει» (φεύ! alas!), σύμφωνα με κύκλους κύκλων κυκλόθεν κύκλω, είχε προτείνει πριν σταλεί στον κάλαθο των ευχρήστων («πραξικοπηματικά», όπως λένε οι οπαδοί του: γιατί πού ακούστηκε πολιτικό κόμμα να έχει αυτόβουλα όργανα με δικαιώματα και υποχρεώσεις, στο ολοκληρωτικής έμπνευσης νεφέλωμα της αδιαμεσολάβητης επαφής με τις μάζες) «όλοι οι βουλευτές & ευρωβουλευτές να επιλέγονται από τα μέλη και τους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ: μια ‘επανάσταση των μελών’, όλη η δύναμη στη βάση». Ακούγεται πολύ ευχάριστο. Και είναι η κόλαση η ίδια. «Υποψήφιοι κόμματος» σημαίνει: αυτούς προτείνει ένας συγκροτημένος πολιτικός σχηματισμός για να εκπροσωπήσουν και προωθήσουν το πολιτικό του στίγμα και πρόγραμμα. «Όλοι να επιλέγονται από [διαδικτυακές λίστες όπου η ηγεσία ρίχνει τη γραμμή της στις χιλιάδες των μελών και γαία πυρί μιχθήτω]» σημαίνει: οι υποψήφιοι προκύπτουν, με αυτή τη σειρά, από (α) τη δυναμική της εύνοιας της αρχηγικής ομάδας, (β) τη γενική αναγνωρισιμότητα, (γ) τα λεφτά και τα συμφέροντα, (δ) την αλφαβητική σειρά στο εσωκομματικό ψηφοδέλτιο. Προκειμένου να προκύψει μια λίστα υποψηφίων που στις πραγματικές εκλογές θα υπακούει στις ίδιες προϋποθέσεις, αλλά με αντίστροφη σειρά: (α) αλφαβητική, (β) οικονομικών πόρων και συμφερόντων που στηρίζουν, (γ) γενικής αναγνωρισιμότητας -το (β) και το (γ) ισοψηφούν-, και τέλος (α) αρχηγική εύνοια, διότι ποιος νοιάζεται στο ευρύ κοινό για το ποιον θέλει ο εκάστοτε Κασσελάκης δίπλα του, μια μελέτη της σταυροδοσίας των τελευταίων ευρωεκλογών θα σας πείσει.

Και αφού τα λέμε όλα στο καλό και φιλόξενο μέσο, να πούμε και τούτο: άλλη αντιδημοκρατική φρίκη είναι η αυτονόητη πρόκριση της σταυροδοσίας έναντι της λίστας στις γενικές εκλογές, ως δήθεν «δημοκρατικότερης». Η σταυροδοσία έχει μόνο την επίφαση της δημοκρατικότητας: τάχα μου «επιλέγεις πρόσωπα» (φυσικά, από αυτά που έχει προεπιλέξει το κόμμα που θα ψηφίσεις), «ελευθερία, ψηφίζεις όποιον θέλεις!». Στην πράξη, υπάρχει ένας διαγκωνισμός πρωτίστως οικονομικών πόρων των υποψηφίων, και συνήθως επίσης διασυνδέσεων, deals, δυνατοτήτων προβολής, ενίοτε ρητής υποδούλωσης σε συμφέροντα (π.χ., στη ΝΔ στη Χ εκλογική περιφέρεια οι τάδε υποψήφιοι είναι του δείνα ολιγάρχη κλπ.), σε τεράστιες πολυεδρικές περιφέρειες που προφανώς δεν υπάρχει δυνατότητα αδιαμεσολάβητης επαφής με τους πολίτες. Είναι πάρα πολύ προβληματικό, είναι σαφώς υπονόμευση της δημοκρατικότητας εν τέλει, ενώ αυτοπαρουσιάζεται ως κατ’ εξοχήν δημοκρατικό. Και εν πάση περιπτώσει, δεν επιλέγεις «πρόσωπα» γενικώς κι αορίστως, ούτως ή άλλως επιλέγεις από πρόσωπα που έχει προαποφασίσει ένα κόμμα, όμως δε σε ενοχλεί διότι έχεις… επιλογές, κατ’ επίνοια. Η λίστα ως εναλλακτική σημαίνει αμφίπλευρη επιλογή: αφ’ ης στιγμής διαλέγεις ούτως ή άλλως ένα κόμμα, εκ των πραγμάτων διαλέγεις και τους υποψηφίους που αυτό έχει ορίσει, με ή χωρίς λίστα (στη δεύτερη περίπτωση, χωρίς τα φρικώδη προβλήματα της λίστας, στην πρώτη περίπτωση απλώς χάνεται το «από» τους υποψηφίους του κόμματος και γίνεται «τους» υποψηφίους του κόμματος) -και αμφίπλευρη, διότι εάν δεν εγκρίνεις τους υποψηφίους/τα πρόσωπα ενός κόμματος σε μια λίστα, μήπως θα ήταν καλό να επανεξετάσεις την κομματική επιλογή σου; Το δεύτερο ατονεί στην περίπτωση της σταυροδοσίας, γιατί σκέφτεσαι «ωραία, σε γενικές γραμμές με το τάδε κόμμα συμφωνώ και θα το ψηφίσω, μπορεί να μην μου αρέσει ο Χ αλλά εγώ ούτως ή άλλως θα σταυρώσω τον Ψ, άρα μια χαρά, έχω δύναμη!». Μολαταύτα, στην πράξη και πλην ελαχίστων εξαιρέσεων ό,τι και να σταυρώσεις τελικά θα βγει ή ο ευπορώτερος, ή ο διαπλεκόμενος και «συνεννοημένος», ή η τηλεπερσόνα και μεθαύριο ο ΤικΤόκερ. Με ό,τι όλο αυτό συνεπάγεται υπό την επίφαση της… ενδυναμωμένης δημοκρατικότητας του σταυρού (τι σταυρό σηκώνουμε…). Κατά ειρωνικό τρόπο, η λίστα -εάν γινόταν μόνιμο σύστημα-  ενδυναμώνει την επιλογή προσώπων έναντι της σταυροδοσίας (!), διότι αίφνης σκέφτεσαι δυο και τρεις φορές τι κόμμα θα ψηφίσεις εάν δεν εγκρίνεις τους προς εκλογή υποψηφίους του. Κοινώς, κόντρα στην ψευδαίσθηση της δημοκρατικής επιλογής που δίνει η σταυροδοσία, η εκλογική λίστα αναδεικνύει την de facto μονάδα του κοινοβουλευτισμού: το κόμμα, το οποίο με τη λίστα του διαλαλεί «αυτή η στάνη, αυτό το γάλα βγάζει». Και αν το γάλα αυτό δεν μας αρέσει, έχουμε χρέος να μην επιλέξουμε αυτό το κόμμα -την ίδια ώρα που η σταυροδοσία μας ενσωματώνει στην ψευδαίσθηση ότι «επιλέγουμε» (ενώ θα βγει ο πολυπαραγοντικά ισχυρός, είτε με πόρους είτε με συμφέροντα είτε με εύνοιες είτε με αλφαβητική σειρά, όσο κι αν εμάς μας ξινίζει και σταυρώνουμε τάχα μου «άλλη επιλογή»). Αυτά με τη λίστα λοιπόν.

Τώρα, για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας δεδομένης της αφορμής αυτού του σημειώματος, δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ, να πούμε και δυο λόγια. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε ως ένα κόμμα-ομπρέλα της ανανεωτικής αριστεράς, του ευρωκομμουνισμού, και οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, κλπ. κλπ., περιστρεφόμενος δερβισικά πέριξ του 3% (όπερ καθ’ όλα έντιμο καθ’ αυτό). Η κρίση το έστειλε στα εκλογικά ουράνια, και οι άνθρωποί του φαίνεται πως φαντάστηκαν ότι χωρίς να αλλάξουν πρώτα τη χώρα, πέπρωται να καταστούν για πάντα ο ένας πόλος ενός νέου δικομματισμού, κληρονομώντας τη θέση του κάποτε ΠΑΣΟΚ. Στο πλαίσιο αυτού του εγχειρήματος «κυβερνησιμότητας», ό,τι έκανε κάποτε τον ΣΥΡΙΖΑ, ΣΥΡΙΖΑ (καλό ή κακό, συναρπαστικό ή αδιάφορο, πολιτικά ευφυές ή όχι, κ.ο.κ.) έπεσε στο έδαφος με τον τρόπο των φυλλοβόλων δέντρων, κι έμεινε μόνο η ουδόλως αυτοεκπληρούμενη προφητεία ενός κάπως πιο προοδευτικού «ώριμου φρούτου» στο πλαίσιο μιας αιώνιας δικομματικής εναλλαγής. Δεν πήγε καλά αυτό, όπως γνωρίζουμε ήδη και μάλλον τελεσιδίκως. Οπότε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μείνει κυριολεκτικά με τον μουτζούρη στο χέρι: ούτε προϋποθέσεις πολιτικής, προγράμματος, στελεχών κατ’ εξοχήν, κοινωνικών και «συμφεροντικών» συσχετισμών, και λαϊκών αναγκών έχει ώστε να μπορεί να τσιμεντώσει μια θέση διαρκούς παρτενέρ δικομματισμού, ούτε έχει διατηρήσει τα στοιχεία που θα του έδιναν λόγο μόνιμης εκλογικής ύπαρξης σε οποιοδήποτε ποσοστό, μικρού έστω πλην όμως αιώνια κοινοβουλευτικού κόμματος, Έπαιξε κι έχασε. Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόσχιση σε ξεχωριστό κόμμα μιας κοινοβουλευτικής ομάδας δέκα (10!) υπουργών 2015-19, ενίοτε προσωπικά αξιοσυμπάθητων (de gustibus), και δύο μειονοτικών βουλευτών, πήρε 2,45% στις εκλογές και σήμερα 1% στις δημοσκοπήσεις. Η κυβερνητική θητεία μοιάζει να μέθυσε τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ, και τώρα βρίσκεται απ’ όπου κι αν ζει το δράμα- σε ένα hangover που δε φαίνεται να τελειώνει ποτέ. Το σήριαλ του αδιαμεσολάβητου απολιτίκ τουρίστα με το εμφανές πρόβλημα επαφής με την πολιτική πραγματικότητα απλώς προεξέτεινε και παρόξυνε τάσεις, ελλείμματα και δομές που υπήρχαν ήδη εκεί, σχεδόν αναπόδραστα, απλώς θα έπαιρναν ίσως κάπως περισσότερο χρόνο να εκπτυχθούν αν δεν παρεμβαλλόταν αυτό το flamboyant ride του τελευταίου έτους, δηλαδή αυτό το εισιτήριο προσωρινής παντοδυναμίας ενός Μητσοτάκη που την καταβρίσκει.

Αυτά όμως είναι παρεκβάσεις από το θέμα. Και το θέμα είναι: προσοχή σε όποιες υποσχέσεις «πλέριας δημοκρατίας» τελικά καταλήγουν να αφαιρούν εμπράκτως τα τελευταία ψήγματα δημοκρατικής επιλογής που κουτσά στραβά τέλος πάντων υποτίθεται πως διατηρούμε. Και, όπου βλέπετε «εκλογή προέδρου από την (επιτελεστική) βάση» σε οποιοδήποτε κόμμα, οσοδήποτε κοντινό σας ή μακρινό σας, να πηγαίνετε να ψηφίζετε, έτσι για σπάσιμο. Η πρωτοβουλία σας θα καταδεικνύει στην πράξη την υποκρισία και το αντιπολιτικό αδιέξοδο κάθε κομματικού σχηματισμού που αποφασίζει να προχωρήσει σε αυτό το βαθύτατα αντιδημοκρατικό μέτρο. Τρέλα πουλάτε; Μετά χαράς.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Ακυρώθηκε, λόγω χιονοθύελλας, το 10% των πτήσεων στο Παρίσι

Βραζιλία: Κατηγορίες για απόπειρα δολοφονίας του προέδρου Λούλα στον προκάτοχό του Ζαΐρ Μπολσονάρου

Κόντρα Δήμου Αθηναίων και υπουργείου Πολιτισμού για το βρώμικο σιντριβάνι στο Σύνταγμα

Σε αποχώρηση αναγκάστηκε ο Ματ Γκάετς-Δεν θα γίνει υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα