Προχθές παρακολουθήσαμε το debate των υποψηφίων προέδρων του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ. Η αλήθεια είναι ότι η σύμφυση (ας πούμε) κοινωνίας του θεάματος και πολιτικής αποτελεί παλαιά πλέον υπόθεση, συχνότατα δε με ελαχίστως ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για αυτήν την περίπτωση ως προς την πειστικότητα της όλης διαδικασίας.
Δεν έχει πάρα πολύ μεγάλο νόημα η συζήτηση περί τους ποια ή ποιος εκ των υποψηφίων κέρδισε ή έχασε περισσότερο σε επίπεδο εντυπώσεων μεταξύ όσων παρακολούθησαν αυτήν τη διαδικασία. Παρεμπιπτόντως ωστόσο, η Νάντια Γιαννακοπούλου και η Άννα Διαμαντοπούλου φάνηκε ότι ανήκουν πέραν πάσης αμφιβολίας στη δεύτερη κατηγορία καθότι πολύ δεξιές ακόμα και για το σημερινό ΚΙΝΑΛ ενώ και από κάποιους που ξεκίνησαν με μεγάλη «φόρα» θα περίμενε κανείς καλύτερο «τελείωμα».
Τα σημαντικότερα συμπεράσματα είναι άλλα και δεν είναι η πρώτη φορά που εξάγονται: όσο το ΠΑΣΟΚ θα μονοπωλείται από την πρώην εκσυγχρονιστική και κατόπιν νεοφιλελεύθερη, μνημονική σχολή της εξάρτησης, θα παραμένει καχεκτικό, σκιά του παλιού εαυτού του. Ακόμα και σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, χωρίς κραταιά σοσιαλιστική, ανεξαρτησιακή πλευρά στην οποία να στρατεύονται κοινωνικοί αγωνιστές, δεν μπορεί να υπάρξει. Το ΚΙΝΑΛ του 12% εξακολουθεί να απωθεί το ΠΑΣΟΚ του 44%. Δεν υπάρχει «φρέσκος ιδεολογικός αέρας». Δεν εννοούμε βεβαίως τις γνωστές δεξιές κορώνες που πλασάρονται εδώ και 30 χρόνια ως καινοτόμες ιδέες. Αναφερόμαστε στη σημερινή συζήτηση για έναν κόσμο πολυκεντρικό ή και «αρμονικό», μετά-αμερικανικό, με οικονομία της κοινής ωφέλειας, της κοινωνικής ιδιοκτησίας, με δίχτυ ασφαλείας για όλες και όλους, με ισχυρές κοινότητες, νέες τεχνολογίες προς την κατεύθυνση της ανθρώπινης απελευθέρωσης, θεσμική επανίδρυση του κράτους απέναντι στην εξάρτηση και στην κλεπτοκρατία, μετασχηματισμό των παραγωγικών σχέσεων, παραγωγική ανασυγκρότηση και τόσα πολλά τα οποία θα μπορούσαν και θα έπρεπε να κυριαρχούν στην εσωκομματική διαδικασία. Όλα τα παραπάνω απουσίαζαν επειδή ακριβώς κυριαρχεί η προσέγγιση ότι η πολιτική στρατηγική έρχεται «απ’ έξω» και «από πάνω» καθότι εμείς δεν μπορούμε και δεν πρέπει ως λαός να διαθέτουμε δική μας, διακριτή στρατηγική.
Δεύτερον, η διαδικασία που εισήγαγε ο Γιώργος Παπανδρέου λόγω του μίσους του όπως εικάζουμε προς το ΠΑΣΟΚ, η διαδικασία δηλαδή του μέλους του 2εύρου έφερε την απόλυτη διάλυση και αδιαφάνεια: μαύρο χρήμα και στις εσωτερικές εκλογές, χωρίς κανέναν μάλιστα έλεγχο. Ατάκες αντί για ουσία. Μικρό- κατινιές αντί για παρρησία. Το debate είναι αδιανόητο για ένα σοβαρό έστω σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Οι διαφωνίες συζητώνται μόνο στα όργανα. Το debate δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα κακοστημένο σόου, που μάλιστα περισσότερο καταδεικνύει την προαναφερθείσα ιδεολογική ένδεια, παρά (έστω) τη συγκαλύπτει.
Τρίτον, φάνηκε και στο debate μέσα από συγκεκριμένες υποψηφιότητες, ότι στο ΚΙΝΑΛ ένα σημαντικό μέρος των στελεχών του ελέγχεται όχι απλώς από το σύστημα εξουσίας αλλά απευθείας από το Μέγαρο Μαξίμου. Οι πιθανότητες είναι ότι οι εν λόγω εφεδρείες της ΝΔ θα μείνουν μέσα στο ΚΙΝΑΛ και μετά τις εσωκομματικές εκλογές, όσο θα τις χρειάζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Τέταρτον, όποιος βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο, χάνει ξανά και ξανά. Οι μεγάλοι ηγέτες αναδεικνύονται από τις μεγάλες πολιτικές οι οποίες έχουν στον πυρήνα τους τις λαϊκές ανάγκες. Δε συμβαίνει το αντίστροφο. Όποιες και όποιοι ελπίζουν σε μια τέτοια αντιστροφή είναι είτε ανόητοι, είτε ψεύτες. Το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ είναι παλιό (αρχίζει πριν το 1996, παροξύνεται τότε και κορυφώνεται με τα μνημόνια), ιδεολογικό (έχει εγκαταλείψει τον ανεξαρτησιακό και σοσιαλιστικό του χαρακτήρα), προγραμματικό (δεν καταπιάνεται με μια σειρά από κορυφαία ζητήματα στρατηγικής) και οργανωτικό (δε στρατεύονται κοινωνικοί αγωνιστές και ριζοσπαστικές δυνάμεις). Όποιος νομίζει ότι θα απαντήσει σε αυτά με το «εγώ κερδίζω τον Μητσοτάκη» στην καλύτερη περίπτωση για τον ίδιο θα αποδειχτεί απλώς Μητσοτάκης Νο2. Πιθανότατα θα βρεθεί απλώς στα αζήτητα χωρίς να το καταλάβει.
Ή για να το θέσουμε αλλιώς: σε μια κοινωνία καθημαγμένη από την κρίση, η εμμονική προσήλωση στις πολιτικές που ώθησαν τα 4/5 περίπου της παραταξιακής βάσης να εγκαταλείψουν το τότε ΠΑΣΟΚ είναι αυτοκτονική. Κατά το παλιό σύνθημα (αλλά σε παραφρασμένη εκδοχή), το debate απέδειξε ότι ο λαός θα μπορούσε και να θέλει αλλά το ΠΑΣΟΚ έτσι όπως είναι δεν μπορεί.