Ο αντί-λαϊκισμός, σε αντίθεση με τον λαϊκισμό που κατά τους κύριους μελετητές του στη Σχολή του Έσσεξ, είναι ένα σημαίνον με «κενή» σημασία και με μηδενικό πολιτικό φορτίο μέχρι να μπολιαστεί με τα κατάλληλα νοήματα, έχει καταλήξει πλέον να λαμβάνει και σαφή σημασία και συμπαγές πολιτικό φορτίο ως όρος.
Ο αντί-λαϊκισμός, λοιπόν, ξεκινώντας ως ένα πολιτικό πρόταγμα που είχε σκοπό να ξεσκεπάσει τις κενές συνδηλώσεις που χρησιμοποιούσαν κατά κόρον οι πολιτικοί όταν απευθύνονταν στις «μάζες», δηλαδή να αποκαλύψει εκείνον τον λαϊκισμό που εμφανιζόταν ως πολιτικό εργαλείο μαζικής πλάνης των λαϊκών συνειδήσεων, κατέληξε από ένα σημείο και μετά να αποστρέφεται κάθε λαϊκή διεκδίκηση, να χλευάζει ή ακόμα και να εναντιώνεται οποιαδήποτε προσπάθεια διέγερσης του λαϊκού αισθήματος. Με άλλα λόγια, ως πολιτικό εργαλείο λόγου στα χέρια του συντηρητισμού, ο αντί-λαϊκισμός μετατράπηκε σε «αντί-λαϊκότητα».
Και, φυσικά, οι θιασώτες του βγάζουν σπυριά όταν ακουστούν τα σημαίνοντα «λαός», «δικαιοσύνη», «ελευθερία», «απεργία», «συνδικαλισμός», «ταξική πάλη» και πάει λέγοντας.
Στις μέρες μας, ο αντί-λαϊκισμός έχει ταυτιστεί τόσο πολύ με την αστική τάξη, τις οικονομικές ελίτ και τον συντηρητισμό, που εν τέλει, να αποτελεί έναν πάγιο απολογητή του καπιταλιστικού συστήματος και των πολιτικών του. Είναι το διαρκές αίτημα της αστικής τάξης να επιστρέψει η πολιτική διαχείριση σε εκείνους που «γνωρίζουν» από πολιτική, είναι η πολιτική μόνο για τους λίγους, για τα τζάκια και τους επιχειρηματίες.
Ο σημερινός αντί-λαϊκισμός είναι, μεταξύ άλλων, και η συνεχής προώθηση της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων ως κάτι το άκρως απαραίτητο για τη διάσωση της οικονομίας και του πλανήτη, της ίδιας πολιτικής που έχει διαλύσει τον δημόσιο τομέα, έχει κατακερματίσει τη δημόσια υγεία και παιδεία και εν τέλει, επέφερε και το δυστύχημα στα Τέμπη.
Οπότε, ναι, καταλαβαίνω γιατί ο κ. Στάθης Καλύβας και οι άλλοι πνευματικοί ταγοί της δεξιάς κόπτονται τόσο πολύ για τον «λαϊκισμό» στη συναυλία στο Καλλιμάρμαρο.
Γιατί αν επιλέξουμε να αναλύσουμε τον πολιτικό λόγο με δίπολα, η δική του πλευρά, η «αντί-λαϊκιστική», είναι ακριβώς εκείνη η πλευρά που θίγεται όταν σημαίνοντα όπως η «Δικαιοσύνη» μετατρέπονται ξανά σε λαϊκά αισθήματα και διεκδικήσεις όπως τότε το 1974, μετά την πτώση της δικτατορίας, που ο κόσμος φώναζε «Δώστε τη Χούντα στον Λαό».
Κάποιος πρέπει να κρατάει τα μπόσικα σε αυτή τη διελκυστίνδα, γιατί ούτε τότε μπορούσε «η Χούντα να δοθεί στον Λαό» από τη στιγμή που θα «κόβονταν» και κεφάλια που δεν γινόταν να κοπούν, ούτε και τώρα μπορεί να έρθει η πολυπόθητη «Δικαιοσύνη» ακριβώς για τους ίδιους λόγους. Γιατί αυτή η «Δικαιοσύνη», όπως και στην πρόσφατη περίπτωση της δίκης της Χρυσής Αυγής, είναι μια πέτρα στη σφεντόνα του λαού που απειλεί να σπάσει το τείχος της αστικής τάξης. Μια κόκκινη σφήνα στον κύκλο της σύγχρονης λευκής τρομοκρατίας.
Φυσικά, αυτοί οι όροι όπως ο «λαϊκισμός» που γυρνούν στο στόμα σαν καραμέλα, δεν απευθύνονται στον κόσμο που ήταν στο Καλλιμάρμαρο, αλλά θέλουν να συσπειρώσουν τον άλλον κόσμο, εκείνον που κλείνει τη μύτη του γιατί τον ενοχλεί η μυρωδιά του συγκεντρωμένου «λαουτζίκου», κάτω από μια κοινή ταυτότητα, εκείνη της «κοινής λογικής» και της ρεαλπολιτίκ. Ο νεοφιλελευθερισμός έτσι είναι, σας αρέσει δεν σας αρέσει, και αυτά συμβαίνουν. Πάμε παρακάτω.
Καταλήγουν, όμως, μιας και μιλάμε για τραγούδια και μουσικές και όχι για συγκεντρώσεις πολιτικών κομμάτων, να ακούγονται όχι μόνο επικίνδυνα, αλλά και φρικωδώς γελοία όσα λέγονται στη δημόσια σφαίρα από τη δεξιά και το ακραίο κέντρο.
Κυρίως, διότι μπροστά σε μια μεγάλη τραγωδία όπως αυτή των Τεμπών, η τόσο έντονη μυρωδιά του θανάτου αν δεν σε κινητοποιεί, οφείλει τουλάχιστον να σε παραλύει εφόσον δεν είσαι ένα ανάλγητο τομάρι, ένας ακόμα κρετίνος που δεν ξέρει πότε να το βουλώσει και να αφήσει τους συγγενείς των θυμάτων να μιλήσουν.
Φυσικά, δεν περιμένουμε τίποτα καλύτερο από εκείνους που δεν ήξεραν από «λαϊκισμούς/ αντί-λαϊκισμούς» σε άλλες τραγωδίες και φρόντισαν να εργαλειοποιήσουν πολιτικά το ανθρώπινο δράμα για να χτίσουν καριέρες και πολιτικές ατζέντες.
Στα Τέμπη, όμως, είναι εμφανές ότι δεν τους παίρνει να εργαλειοποιήσουν κάτι συγκεκριμένο, και έτσι θα έχουμε κρετίνικους παροξυσμούς μέχρι να τελειώσει η δίκη, όποτε αρχίσει, όπως διεξαχθεί, ό, τι αποτελέσματα και να έχει όταν αυτή τελειώσει.
Μιλάμε για την εποχή των τεράτων, αλλά ακόμα δεν έχουμε δει τίποτα.