Το πλέον ιδιάζον χαρακτηριστικό του Πάπα της Ρώμης Φραγκίσκου είναι το άνοιγμά του προς τον παγκόσμιο νότο και ανατολή, το οποίο, όμως, μπορεί να περιλάβει ακόμη και χώρες που θεωρούνται ως «μαύρα πρόβατα» από τη «συλλογική Δύση». Κατά αυτόν τον τρόπο, ο θεματοφύλακας της ορθότητας της πίστης στον δυτικό χριστιανισμό αποτελεί, παραδόξως, μία «αιρετική» φωνή στη δυτική διπλωματία, μια φωνή με εξαιρετικό ενδιαφέρον. Αν, πάντως, σκεφτεί κανείς ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία σκέφτεται την επιβίωση και πρωτοκαθεδρία της σε ορίζοντα αιώνων ή και χιλιετιών και όχι δεκαετιών, όπως οι κοσμικές δυνάμεις, τότε η στροφή αυτή του Πάπα προς τη νιότη της ανθρωπότητας μπορεί να αποδειχθεί ως μέρος του θεωρούμενου «αλαθήτου» του.
Εν προκειμένω, είναι εντυπωσιακό ότι ο Πάπας Φραγκίσκος «δημιούργησε», όπως είναι ο τεχνικός όρος (creatio), καρδινάλιο από τη Σερβία, ήτοι τον Αρχιεπίσκοπο Λάντισλαβ Νέμετ, που θεωρείται ως η «φωνή των Βαλκανίων». Γεννημένος το 1956 στη βόρεια Σερβία, σε οικογένεια με ουγγρική καταγωγή, ο Λάντισλαβ Νέμετ είχε υπάρξει ιεραπόστολος στις Φιλιππίνες, ενώ δίδαξε στην Πολωνία, την Κροατία και την Αυστρία, έχοντας εργαστεί στη μόνιμη αποστολή της Αγίας Έδρας στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στη Βιέννη. Το 2008 ο Λάντισλαβ Νέμετ ορίστηκε επίσκοπος στη σερβική πόλη Ζρένιανιν, ενώ το 2022 αρχιεπίσκοπος Βελιγραδίου. Από το 2016 ο Λάντισλαβ Νέμετ προεδρεύει στη διεθνές επισκοπικό συνέδριο των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου που καλύπτει εκτός από τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία και το Μαυροβούνιο. Ο Νέμετ υπηρέτησε την ιδιαίτερη αποστολή να εκπροσωπήσει τους Ρωμαιοκαθολικούς σε μία χώρα όπου αποτελούν μόλις το 5% του πληθυσμού. Επίσης εντυπωσιακή είναι η επιλογή του ποιμένος Ντομινίκ Ματιέ από το Ιράν, αλλά και από την Αλγερία, το Περού και την Ιαπωνία. Οι νέοι καρδινάλιοι «δημιουργούνται», όταν οι παλαιοί υπερβούν τα ογδόντα έτη. Οι καρδινάλιοι είναι συνολικά περί τους 120 και αποτελούν εκλέκτορες του Πάπα, με αποτέλεσμα η ανάδειξη συγκεκριμένων ποιμένων ως καρδιναλίων να εγγυάται μια συνέχιση της εκκλησιαστικής διπλωματίας του Πάπα Φραγκίσκου.
Το σημαντικό είναι εν προκειμένω ότι η Σερβία τίθεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του παπικού θεσμού με έναν τρόπο περισσότερο «δημιουργικό» από το παρελθόν. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι επικεφαλής της Σερβικής Εκκλησίας είναι ο Πατριάρχης Σερβίας Πορφύριος, ο οποίος είχε υπάρξει προηγουμένως επίσκοπος Ζάγκρεμπ, με αποτέλεσμα να έχει συνεργαστεί με τους Ρωμαιοκαθολικούς της πρωτεύουσας της Κροατίας, δημιουργεί μία νέα δυναμική, η οποία δυνητικά θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε μια επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στη Σερβία. Λάβαμε σχετικά συνέντευξη από τον Μπόσκο Μπόγιοβιτς, ομότιμο καθηγητή της École des hautes études en sciences sociales (EHESS) στο Παρίσι με ειδίκευση στη Μεσαιωνική Βυζαντινή και Οθωμανική Ιστορία, καθώς και Διευθυντή Ερευνών στο Ινστιτούτο Βαλκανικών Σπουδών και στη Σερβική Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών. O Μπόσκο Μπόγιοβιτς είναι επίσης καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ειρήνη και την Ανάπτυξη (ECPD) στο Βελιγράδι.
Η προεργασία της επίσκεψης του Πάπα Ρώμης στη Σερβία
«Μια πιθανή επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στη Σερβία απασχολεί όλο και περισσότερο τον δημόσιο λόγο», μας λέει ο Μπόσκο Μπόγιοβιτς. «Δεν ξέρουμε, βέβαια, τις λεπτομέρειες. Γνωρίζουμε, όμως, ό,τι θα μπορούσε να αποκληθεί ως προεργασία. Ήδη από τη δεκαετία του 1990, ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς ήθελε να καλέσει τον Πάπα Ρώμης Ιωάννη Παύλο Β΄ και είχε βολιδοσκοπήσει τον τότε Πατριάρχη Σερβίας Παύλο, ο οποίος δεν έδειξε ενθουσιασμό. Είχε υπάρξει μια σκέψη μήπως μια επίσκεψη του Πάπα Ιωάννη Παύλου συνδεόταν με αντίστοιχη επίσκεψη στη Ρωσία, αλλά εντέλει ο Μιλόσεβιτς παραιτήθηκε από την ιδέα. Πολύ πιο κοντά φτάσαμε το 2013, κατά την επέτειο του διατάγματος των Μεδιολάνων περί ανεξιθρησκίας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το οποίο είχε συμφωνηθεί από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και τον Λικίνιο το 313 μ.Χ. Κατά την επέτειο αυτή είχε σημασία όχι μόνο το Μιλάνο (Μεδιόλανα), όπου υπογράφτηκε το διάταγμα που θέσπιζε την παύση διωγμού των χριστιανών και την καθιέρωση της θρησκευτικής ανεκτικότητας, αλλά και η σερβική πόλη Νις, γνωστή και ως Ναϊσσός ή Νίσσα, ως γενέτειρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Τότε είχε προβλεφθεί η επίσκεψη του Πάπα και είχαν προχωρήσει οι προετοιμασίες, όμως την τελευταία στιγμή η επίσκεψη αναβλήθηκε. Την εποχή εκείνη είχα γνωρίσει τον Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο Βελιγραδίου κ. Στάνισλαβ Χότσεβαρ, από τη Σλοβενία, και είχαμε συζητήσει σχετικά. Προπολεμικώς, είχε υπάρξει κονκορδάτο με το Βατικανό, ωστόσο, κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, προκλήθηκαν γεγονότα που κατέστησαν αδύνατη μία επίσκεψη του Πάπα κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες. Το πιο τραγικό είναι η εθνοκάθαρση των Σέρβων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως το Γιασένοβατς».
Το ζήτημα της αγιοκατάταξης του Αλοϊσίου Στέπινατς
Υπενθυμίζεται ότι το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γιασένοβατς υπήρξε ένα στρατόπεδο εξόντωσης που ιδρύθηκε από το φασιστικό Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας κατά τη ναζιστική κατοχή και διοικούνταν από τους Κροάτες φασίστες Ουστάσε. Έχει χαρακτηρισθεί ως «Άουσβιτς των Βαλκανίων», καθώς οι καταγεγραμμένοι φόνοι σε αυτό είναι τουλάχιστον της τάξης των 80 με 100 χιλιάδων (από τους οποίους οι 45 με 52 χιλιάδες είναι Σέρβοι), ενώ ιστορικοί εκτιμούν τα πραγματικά θύματα σε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες. Η μεγάλη πλειονότητα των εξοντωμένων της εθνοκάθαρσης ήταν Σέρβοι, ενώ μεταξύ των θυμάτων υπήρξαν και πολλές χιλιάδες Εβραίων, Ρομά, καθώς και ιερωμένοι και θρησκευτικοί και πολιτικοί αντίπαλοι του φασιστικού κροατικού καθεστώτος.
«Η γενοκτονία που συντελέστηκε κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εναντίον των Σέρβων, των Εβραίων και των Ρομά», υπογραμμίζει ο Μπόσκο Μπόγιοβιτς, «αποτελεί ένα εμπόδιο, καθώς ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ζάγκρεμπ και μετέπειτα καρδινάλιος Αλοΐσιος Στέπινατς είχε συμμαχήσει με το ναζιστικό καθεστώς και είχε προβεί σε καταναγκαστικούς προσηλυτισμούς ορθοδόξων κατά τη διάρκεια αυτής της γενοκτονίας. Μετά τον πόλεμο είχε δικαστεί με θεμελιωμένες κατηγορίες για συνενοχή από το σοσιαλιστικό καθεστώς, το οποίο, όμως, ασκούσε διώξεις και αυτό εναντίον της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο καρδινάλιος Στέπινατς, ωστόσο, έχει αναγνωριστεί ως «beatus», δηλαδή ως «ευλογημένος» [σημείωση: η beatificatio σημαίνει κατά τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ότι ένα πρόσωπο ανήκει στη χορεία του παραδείσου και μπορεί ένας πιστός να τον επικαλείται στην προσευχή του] από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄ το 1998. Η συμμετοχή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη γενοκτονία των Σέρβων, των Εβραίων και των Ρομά έχει σημειωθεί και από το ίδιο το Ισραήλ. Παρεμπιπτόντως, αξίζει να διαβάσει κανείς το έργο Η Γυναίκα από το Ζάγκρεμπ του Φίλιπ Κερ, που αποδίδει το ζοφερό κλίμα της εποχής. Αυτή η κατάταξη του Αλοΐσιου Στέπινατς στους «ευλογημένους» της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, παρά τη συμμαχία του με το φασιστικό καθεστώς, που είχε προβεί σε γενοκτονία, αποτελεί ένα μεγάλο εμπόδιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έχει επισκεφθεί το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γιασένοβατς το 2016, σε μία κίνηση που είχε αποτελέσει έκπληξη. Είχε γίνει δεκτός από τον τοπικό επίσκοπο της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και από τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου Αμφιλόχιο (Ράντοβιτς).
Στη συνέχεια, όμως, ως προς μια περαιτέρω αγιοκατάταξη [canonization, δηλαδή μία αναγνώριση ότι ένα πρόσωπο ανήκει στους αγίους της Εκκλησίας, το οποίο είναι ένα στάδιο πιο πάνω από τους «ευλογημένους»] υπήρξε μια μικτή επιτροπή επικεφαλής της οποίας ήταν ο Αρχιεπίσκοπος του Ζάγκρεμπ καρδινάλιος Γιόσιπ Μπόζανιτς, ενώ συμμετείχε και ο τότε Ορθόδοξος επίσκοπος Ζάγκρεμπ Πορφύριος, ο οποίος σήμερα είναι ο Πατριάρχης της Σερβίας. Οι ιδιαίτερα επιδραστικοί Σέρβοι ιεράρχες μητροπολίτης Μαυροβουνίου Αμφιλόχιος και επίσκοπος Μπάτσκας Ειρηναίος (Μπούλοβιτς) είχαν μεταβεί επανειλημμένως στο Βατικανό και είχαν επιδράσει αρνητικά ως προς την περαιτέρω αγιοκατάταξη του Στέπινατς. Δημιούργησαν και με αυτήν την ευκαιρία καλές σχέσεις με σημερινό Πάπα Φραγκίσκο. Η μικτή επιτροπή εργάστηκε για αρκετά χρόνια στην κατεύθυνση ανταλλαγής πληροφοριών και τελικά δεν υπήρξε συμφωνία. Είχα την ευκαιρία να είμαι μέλος της επιτροπής αυτής. Τελικά η περαιτέρω αγιοκατάταξη του καρδινάλιου Στέπινατς αναβλήθηκε. Αυτή είναι η σημερινή κατάσταση ως προς τα εμπόδια για την επίσκεψη του Πάπα. Το ότι μετά τον Πάπα Ιωάννη Παύλο δεν προχώρησε μια περαιτέρω αγιοκατάταξη του Στέπινατς, αλλά οι σερβικές ανησυχίες έγιναν σεβαστές, αξιολογείται θετικά ως προς τον νυν Πάπα Φραγκίσκο. Παραμένει, βεβαίως, το γεγονός ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν έχει αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Σέρβων, των Εβραίων και των Ρομά κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμη και εντός της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας υπάρχουν φωνές και έργα ιερέων που μιλούν για τον αιματηρό ρόλο των Ρωμαιοκαθολικών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπάρχουν πολλές ιστορικές μαρτυρίες. Και, κυρίως, υπάρχει το ερώτημα αν η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία θα αναγνωρίσει τη γενοκτονία που συντελέστηκε, ως μια μορφή επανόρθωσης.
Η μη αναγνώριση του Κοσόβου από το Βατικανό
«Από την άλλη», συνεχίζει ο καθηγητής Μπόσκο Μπόγιοβιτς, «υπάρχει μεγάλη εκτίμηση για το γεγονός ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν έχει αναγνωρίσει το Κόσοβο. Η διπλωματία του Βατικανού είναι εξαιρετικά επιδραστική και από αυτήν την άποψη είναι εξαιρετικά σημαντικό για τη Σερβία ότι το Βατικανό δεν έχει αναγνωρίσει το Κόσοβο. Η διπλωματική αυτή επιλογή δημιουργεί ένα πρόσφορο έδαφος για μια επίσκεψη του Πάπα στη Σερβία. Πολύ σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι ο νυν Πατριάρχης των Σέρβων Πορφύριος είχε διακονήσει ως Επίσκοπος Ζάγκρεμπ στην Κροατία και είχε αναπτύξει μια πολυσχιδή γόνιμη συνεργασία με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Το 2016 δημοσίευσε άλλωστε βιβλίο με τον χαρακτηριστικό τίτλο Zagreb i ja se volimo javno [η αγγλική μετάφραση είναι Zagreb and Me are Openly in Love]. Βεβαίως η σαφής εύνοια του Πατριάρχη των Σέρβων για μια επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στη Σερβία δεν απηχεί μια ομοφωνία των επισκόπων της Συνόδου. Πάντως ο επιδραστικός επίσκοπος Μπάτσκας Ειρηναίος (Μπούλοβιτς) έχει οικοδομήσει μια μακροχρόνια σχέση εμπιστοσύνης με τον Πάπα Φραγκίσκο.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι το Πατριαρχείο Σερβίας τόσο γεωγραφικά όσο και πνευματικά βρίσκεται στη μέση ανάμεσα στη Μόσχα και την Κωνσταντινούπολη, καθώς και στις άλλες αυτοκέφαλες ελληνόφωνες Εκκλησίες. Το 2016 συμμετείχε στην Πανορθόδοξο Σύνοδο της Κρήτης που συνεκάλεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, παρά τη διαφωνία μέρους των επισκόπων. Ο επιδραστικός Μητροπολίτης Μαυροβουνίου Αμφιλόχιος (Ράντοβιτς) είχε τότε ταχθεί υπέρ της συμμετοχής στη Σύνοδο της Κρήτης. Το γεγονός αυτό έγειρε τότε την πλάστιγγα υπέρ της επικοινωνίας της Σερβικής Εκκλησίες με τις ελληνόφωνες Εκκλησίες. Έκτοτε έχει υπάρξει μια ελαφρά μετατόπιση, η οποία δεν αλλάζει τον εγγενώς μεταιχμιακό χαρακτήρα της Σερβικής Εκκλησίας μεταξύ Ρωσίας και Ελληνισμού.
«Είναι βεβαίως καθοριστική», συνεχίζει ο καθηγητής Μπόσκοβιτς, «το γεγονός ότι η σερβική κοινή γνώμη είναι φιλορωσική, ενώ μετά το 1999 υπάρχει αντιδυτικισμός στην κοινωνία λόγω των πολλών χιλιάδων νεκρών από μία εγκληματική δολοφονική επίθεση του ΝΑΤΟ, η οποία δεν είχε την έγκριση των Ηνωμένων Εθνών. Στο Κόσοβο οι Σέρβοι βρίσκονται σε μια κατάσταση απαρτχάιντ. Ζουν σε ένα γκέτο. Το Κόσσοβο είναι μια νατοϊκή δημιουργία ύστερα από έναν παράνομο πόλεμο. Η μαφία επικρατεί πλέον σε αυτό το μέρος της Ευρώπης με την ανοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι χαρακτηριστικά όσα περιγράφονται στο έργο Η Ευρώπη πέθανε στην Πρίστινα, [L’Europe est morte à Prishtina] που έγραψε ο αξιωματικός Jacques Hogard, ο οποίος περιγράφει συνταρακτικά γεγονότα που έζησε από κοντά από την πλευρά της συλλογικής Δύσης. Επιπλέον, το 2004 συνέβη ένα πραγματικό πογκρόμ με πυρπολήσεις εκκλησιών και καταστροφές νεκροταφείων, ενώ από το 1999 στο Κόσοβο βρίσκεται μια από τις μεγαλύτερες βάσεις του ΝΑΤΟ, το στρατόπεδο Μπόνστιλ. Για τη Σερβία είναι ιδιαιτέρως σημαντικό ότι το Κόσοβο δεν έχει αναγνωριστεί από ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Σλοβακία, η Ισπανία, η Ελλάδα, η Ρουμανία και η Κύπρος, καθώς και το Βατικανό. Σε αυτό οφείλεται κατ’ εξοχήν το θετικό κλίμα για μια επίσκεψη του Πάπα Ρώμης στη Σερβίας.
Βεβαίως η αναγνώριση του Κοσόβου από τις υπόλοιπες δυτικές χώρες άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για ό,τι συμβαίνει σήμερα στο ουκρανικό ζήτημα. Με μια πολύ σημαντική διαφορά: Στο Κόσσοβο δεν υπήρξε ποτέ δημοψήφισμα, όπως υπήρξε στην Κριμαία, στο Ντονμπάς και αλλού. Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι το Κόσοβο αποτελεί μία εξαίρεση, επειδή είναι ιδιαίτερη περίπτωση. Όμως δεν υπάρχουν εξαιρέσεις στη διπλωματία. Μια υποτιθέμενη μονομερώς εξαίρεση δημιουργεί οπωσδήποτε προηγούμενα. Και το προηγούμενο του Κοσόβου έχει ενθαρρύνει κάθε αυτονομισμό στον πλανήτη, δυναμιτίζοντας τη μέχρι τότε διεθνή τάξη. Στην Ιστορία κάθε γεγονός μπορεί να επηρεάσει ένα άλλο, να διευκολύνει, να ενθαρρύνει παρόμοια γεγονότα. Βεβαίως, η κατάσταση στο Ουκρανικό έχει ομοιότητες και διασυνδέσεις με το τι συμβαίνει στα Δυτικά Βαλκάνια. Λ.χ. είναι χαρακτηριστικό ότι και στο Μαυροβούνιο έχει υπάρξει κυβερνητική προσπάθεια να κατασκευαστεί ανεξάρτητη εκκλησία, η οποία ήταν πολύ μειοψηφική και απέτυχε. Και στο Μαυροβούνιο υπήρξε προσπάθεια κατασκευής έθνους κατά τη σοσιαλιστική περίοδο. Σε εκκλησιαστικό επίπεδο είναι κομβικό το γεγονός ότι ο Πατριάρχης Σερβίας έχει το Πετς του Κοσσυφοπεδίου στον τίτλο του, ενώ ο Μητροπολίτης Μαυροβουνίου είναι έξαρχος του Πετς. Το ανατολικό Κόσοβο ανήκε στο Μαυροβούνιο, όταν το Μαυροβούνιο ήταν ανεξάρτητο πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», τόνισε ο καθηγητής Μπόσκο Μπόγιοβιτς.