ΑΘΗΝΑ
10:25
|
01.11.2024
Οι σχέσεις με τη δικαιοσύνη και πολύ περισσότερο ο έλεγχός της είναι εξαιρετικά σημαντικός για τη Μελόνι και το πολιτικό της μέλλον.
Σκίτσο του Paolo Calleri, Γερμανία
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η κατάρρευση εν μία νυκτί του  προπαγανδιστικού «Αλβανικού Έπους» της νεοφασίστριας πρωθυπουργού της Ιταλίας Τζόρτζιας Μελόνι για το προσφυγικό και τα κέντρα κράτησης στην Αλβανία, έχει κλιμακώσει την ακήρυκτη αντιπαράθεσή της με τη δικαιοσύνη της χώρας. Απόλυτη ένδειξη αυτού του πολέμου αποτελεί η αναγκαιότητα της παρέμβασης  του προέδρου της χώρας Σέρτζο Ματαρέλα, προκειμένου να κατευνάσει τη φρενίτιδα που έχει καταλάβει δύο από τα κύρια θεσμικά όργανα της Ιταλίας.

Μία αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει από την ημέρα κιόλας που ανέλαβε καθήκοντα η Μελόνι και με τις «μεταρρυθμιστικές» κινήσεις της στη δικαιοσύνη έδειξε πως στόχος της είναι η κατάργηση της αυτονομίας του δικαστικού σώματος. Ενδεικτικό της έντασης αυτής είναι πως επί 11 μήνες εξακολουθεί να χηρεύει η θέση ενός μέλους του Συνταγματικού Δικαστηρίου, παρά τον επείγοντα χαρακτήρα της πλήρωσής του.

Οι σχέσεις με τη δικαιοσύνη και πολύ περισσότερο ο έλεγχός της είναι εξαιρετικά σημαντικός για τη Μελόνι και το πολιτικό της μέλλον. Πέρα από το μεταναστευτικό, κύριο επίδικο για την προσάρτηση της δικαστικής εξουσίας στην εκτελεστική και νομοθετική είναι και τα θέματα που αφορούν την παντοκρατορία της νεοφασιστικής κυβέρνησης: η πρωθυπουργοποίηση του καθεστώτος (premierato), η ευρύτερα ταξική «διαφοροποιημένη αυτονομία» των επαρχιών, ο νόμος 1660 για την ασφάλεια που εγκαθιδρύει και νομιμοποιεί την «αστυνομικοποίηση του κράτους», η κατάργηση βασικών εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων(αμβλώσεις, νόμοι για την «οικογένεια», διακρίσεις για την LGTB+ κοινότητα κλπ).

Το επεισόδιο της Αλβανίας πλήττει ίσως το κύριο προπαγανδιστικό χαρτί της Μελόνι για να πείσει την κοινωνία πως χρειάζεται τούτο το ιδιαίτερο κράτος εξαίρεσης για να ευημερήσει η κοινωνία. Την ώρα που η κυβέρνησή της ενέκρινε έναν υφεσιακό προϋπολογισμό λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων όσου εθνικού πλούτου (του νερού συμπεριλαμβανομένου)  κι υπηρεσιών της απομένουν, καταργώντας παράλληλα κάθε επιδοματική πολιτική στα φτωχοποιημένα στρώματα που παράγει η οικονομική πολιτική της, η κυβέρνηση Μελόνι θέλει να παρουσιάσει ως επιτυχίες την ισχνή συμπαράσταση των οίκων αξιολόγησης και την ασήμαντη αναβάθμισή της για την πρόβλεψη μίας αναιμικής ανάπτυξης 1% το 2024-25.

Οι θριαμβολογίες για το μεταναστευτικό επέπρωτο να καλύψουν την ουσιαστική ανεπάρκεια της κυβέρνησης, σε όλα τα μέτωπα. Ακόμη και στο Μεσανατολικό, όπου η ισραηλινή ωμότητα, οι εδαφικές και πολιτικο-στρατιωτικές σκοπιμότητες του εβραϊκού κράτους  και η εκδικητικότητά του απέναντι στον ΟΗΕ, για τις ιερεμιάδες του ενάντια στη γενοκτονία της Γάζας και τώρα του Λιβάνου, δεν απέκλεισε ούτε και τους Ιταλούς κυανόκρανους της FINUL. Οι αγαστότατες σχέσεις της Μελόνι με τον ακροδεξιό ομόλογό της Μπέντζαμιν Νετανιάχου δεν μέτρησαν για τα πυρά που δέχθηκε η ιταλική ειρηνευτική δύναμη στον Λίβανο.

Τουτέστιν, η  ουσιαστική ακύρωση της χρήσης των δομών στην ένθεν πλευρά της Αδριατικής, συνιστά casus belli για τη Μελόνι. Η οποία προχώρησε στην αήθη κοινοποίηση του mail ενός δικαστή που την χαρακτήριζε ως «πιο επικίνδυνη και από τον Μπερλουσκόνι», γνωστό διώκτη της δικαιοσύνης ένεκα των προσωπικών του συμφερόντων και των διώξεων για τις επιχειρηματικές και πολιτικές του απάτες. Μόνο που για τις δικές της επιδιώξεις «μόνταρε» το περιεχόμενό του, καθώς ο δικαστικός αυτός  εν κατακλείδι αναφερόταν στο ότι «δεν πρέπει να κάνουμε πολιτική αντιπαράθεση», παρά μόνο να παραθέτουμε νομικά επιχειρήματα. Κάτι που φυσικά διόγκωσε ο σύμμαχός της Ματέο Σαλβίνι της ξενοφοβικής Λέγκας (και έχων επίσης  την αντιμεταναστευτική του πολιτική) τη σιγοντάρισε,  με δριμύτατες δημόσιες επιθέσεις στη δικαστική εξουσία παρομοιάζοντάς την με καταληψίες στα κοινωνικά κέντρα αλληλεγγύης. Αλλά και ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός Δικαιοσύνης Νόρντιο επιτέθηκε ανοικτά στους δικαστές, κατηγορώντας  τους πρώην συναδέλφους του πως είχαν υπερβεί τον ρόλο τους και πως «δεν μπορούν εκείνοι να αποφασίζουν για το ποιά χώρα είναι ασφαλής ή όχι».

Γιατί σε τι συνίσταται η κατά Νόρντιο «ανώμαλη» απόφαση του δικαστηρίου της Ρώμης, την οποία και θα ανατρέψει; Τίποτε άλλο παρά να κυρώσει η Ιταλία την απόφαση της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπως έπρεπε να κάνει η ίδια η κυβέρνηση αμέσως μετά την ανακοίνωσή της στις 4 Οκτωβρίου. Η οποία απεναντίας  προτίμησε να την αγνοήσει και στη συνέχεια να κατηγορήσει τους δικαστές. Οι 12 μετανάστες του κέντρου κράτησης στο Gjader της Αλβανίας ήσαν όλοι πολίτες της Αιγύπτου και Μπαγκλαντές: χώρες που περιλαμβάνονται εξάλλου στον κατάλογο της κυβέρνησης με τις εξαιρέσεις για την έκδοση σε μη ασφαλή κράτη.

Μάλιστα, η ίδια η κυβέρνηση της Μελόνι μοιάζει να αντιφάσκει ακριβώς στο σημείο τούτο: γιατί στις ανακοινώσεις του Μεγάρου της Φαρνεζίνα (ΥΠΕΞ) σημειώνεται πως τα κράτη αυτά (όπως και η Αλβανία)  δεν θεωρούνται ασφαλή, πρώτον «για τους πολιτικούς αντιπάλους, τους διαφωνούντες, τους ακτιβιστές και τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή για εκείνους που ενδέχεται να εμπίπτουν στους λόγους δίωξης που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο ε) του Νομοθετικό Διάταγμα 19 Νοεμβρίου 2007, αρ. 251». Και κατά δεύτερον για «άτομα LGBTQI+ , θύματα έμφυλης βίας, συμπεριλαμβανομένου του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, άτομα που κατηγορούνται για εγκλήματα πολιτικής φύσης και καταδικασθέντες σε θάνατο». Ας σημειωθεί εδώ, ότι πολλοί από τους παράνομους μετανάστες είναι πλέον θύματα των αυτόβουλων εκτοπισμών λόγω της κλιματικής αλλαγής, που βαθμηδόν αρχίζει να αναγνωρίζεται επίσημα κι ως άλλη μία αιτία για τη φτώχεια και την συνακόλουθη αύξηση των μεταναστευτικών ροών -βλέπε Αίγυπτο.

Έτσι λοιπόν, εφαρμόζοντας την οδηγία της Ε.Ε., όπως θα έπρεπε να γίνει σύμφωνα με το μοναδικό δικαστήριο που δικαιούται να το πράξει, οι δύο χώρες δεν μπορούν να θεωρηθούν ασφαλείς και οι πολίτες τους δεν μπορούν να υποβληθούν στις επισπεύδουσες διαδικασίες συνοριακής εξέτασης του αιτήματος ασύλου, πράγμα  για το οποίο ακυρώθηκε και  η κράτησή τους. Για άλλη μια φορά, οι Ιταλοί δικαστές δεν είχαν άλλη επιλογή, καθώς οι κανονισμοί του ευρωπαϊκού νομικού συστήματος έχουν προτεραιότητα επί του εθνικού συστήματος κι επιπλέον αυτή η υπεροχή τους έχει ενσωματωθεί και στα εθνικά Συντάγματα των χωρών μελών. Κι υπερτερούν φυσικά και επί των κυβερνητικών αποφάσεων, οι οποίες στην περίπτωση της Ιταλίας  και της μεταφοράς των ανθρώπων αυτών στην Αλβανία αποτελούν κατάφωρη παραβίαση. Εάν κάποιον θα πρέπει να μέμφεται ο Νόρντιο κι οι κυβερνητικοί σύμμαχοι της Μελόνι, είναι μάλλον η δική τους πλημμέλεια στις νομοθετικές αποφάσεις και τα κείμενά τους που αποδείχθηκαν ευάλωτα κιόλας από την πρώτη εφαρμογή τους.

Εκ των υστέρων η Μελόνι σπεύδει να συγκαλέσει έκτακτο υπουργικό συμβούλιο για να «γεννήσει» ένα νέο νομικό διάταγμα, με στόχο να αποδυναμώσει τις δύο πιο λεπτές πτυχές του μέτρου, που αποτελούν τον πυρήνα της δικαστικής ακυρωτικής απόφασης: αφ’ ενός να επαναπροσδιορισθεί ο κατάλογος των «ασφαλών» χωρών και, αφ’ ετέρου, να κινηθούν οι προσφυγές κατά της δυσμενούς δικαστικής απόφασης.

Μένει να αποδειχθεί εάν αυτές οι κινήσεις θα αρκέσουν για να διασώσει η Μελόνι το γόητρό της. Γιατί εάν αποτύχουν, τότε η αδιαμφισβήτητη σήμερα αξιοπιστία της μέσα στον κυβερνητικό συνασπισμό της θα διακυβευθεί, κινδυνεύοντας επιπλέον με διάσπαση εάν ενταθεί η αντιπαράθεση με τη δικαιοσύνη -κυρίως όσον αφορά τη στάση του μετριοπαθέστερου κόμματος της Forza Italia, που δε συμμερίζεται τον αντιδικαστικό ήμερο των «Αδελφών της Ιταλίας» και της Λέγκας και τις ακραίες θέσεις τους για τους μετανάστες. Άλλωστε ανοικτή παραμένει ακόμη και η αντιπαράθεση του ηγέτη της FI Αντόνιο Ταγιάνι με τον Σλαβίνι για το Ius Scholae -την απόδοση ιθαγένειας σε παιδια μεταναστών μετά την εκπλήρωση των εγκύκλιων σπουδών τους στην Ιταλία. 

Αλλά και για την αντιπολίτευση, η υπονόμευση του σχεδίου της Αλβανίας θα αποτελούσε μία δικαίωση και νίκη, όσον αφορά τις προσφυγές της στο Ελεγκτικό Συνέδριο για τα 800 εκατομμύρια που επενδύθηκαν σε μια υποτιθέμενη λύση, στην οποία  μάλιστα έχει εμμέσως ή άμεσα παρέμβει και η μισή Ευρώπη. Για διαφορετικούς λόγους βέβαια. Από τη μία έχουμε τον ρητό έπαινο από την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν, φίλης της Μελόνι και εμμέσου συμμάχου της σε πολλές αντιλαϊκές πτυχές της ευρωπαϊκής πολιτικής και μελλοντικής συγκατοίκου της στο ΕΛΚ, εάν ευοδωθεί η πρόθεση της Ιταλίας νεοφασίστριας να εντάξει το κόμμα της. Κι από κοντά έχουμε το ενδιαφέρον από χώρες, όπως η Ολλανδία, η Γερμανία, η Δανία (και η Μεγάλη Βρετανία εκτός Ε.Ε.) να διαπιστώσουν εάν θα είναι επιτυχημένο το πρόγραμμα της Ιταλίας για να το «ξεπατικώσουν». Από την άλλη, υπάρχει η δυσπιστία της Γαλλίας και της Ισπανίας, αλλά και του υπόλοιπου ευρωπαϊκού Νότου μην τυχόν αποτελέσει τον «φυσικό» χώρο κράτησης όλων των εισροών.

 Όλα τα μάτια στην Ευρώπη πλέον είναι στραμμένα στην Ιταλία, αναμένοντας το πώς θα τελειώσει η υπόθεση. Για να γνωρίζουν εάν η ιταλική μέθοδος θα ισχύσει ή όχι. Μάλλον, η όλη υπόθεση θα κριθεί τελικά στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, μιας κι οι ιταλοί δικαστές αυτό επικαλέσθηκαν και στη νομική μάχη τους με την κυβέρνηση θα χρειασθεί να προσφύγουν στον φυσικό τους ευρωπαίο διαμεσολαβητή. Και πιθανώς σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα.

Είναι λοιπόν σαφές ότι το παιχνίδι που ξεκίνησε να παίζει η Μελόνι ξεπερνά τα εθνικά σύνορα της Ιταλίας και εξαπλώνεται σε ολάκερη την ήπειρο και θα έχει επιπτώσεις στη ζωή των πολιτών της. Γιατί εάν δικαιωθεί, τότε το ιταλικό μοντέλο ανοίγει ένα τεράστιο ρήγμα στη δικαιϊκή παράδοση της Ευρώπης, συγκρούεται άμεσα με τις  θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης και τη διακήρυξη των δικαιωμάτων, ενώ θα καταστήσει αναγκαίο να ξαναγραφτεί από την αρχή ολάκερη η μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε..

Ένα τιτάνιο εγχείρημα και μάλιστα σε ένα χρονικό και νομικό πλαίσιο που καθιστά αναγκαίο, όχι να χώνουμε κάτω από το χαλί τους μετανάστες, αλλά κυρίως να αναθεωρήσουμε πλήρως και πιο δικαιοκρατικά και δημοκρατικά τις εντελώς  αναχρονιστικές αρχές που καθιερώθηκαν στο Δουβλίνο πριν από ένα τέταρτο του αιώνα. Εκείνες που στανικώς εναποθέτουν όλο το βάρος των μεταναστευτικών κυμάτων στους ώμους των χωρών πρώτης άφιξης. Η ιταλική πρόταση θα αποτελέσει ένα πολιτικό πρόβλημα μεγάλου μεγέθους ακόμη και για τη φον ντερ Λάιεν, ενώ θα απειλήσει άμεσα και τη συνοχή της Ε.Ε., εγκαθιδρύοντας έναν εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στις χώρες άφιξης και τα μισαλλόδοξα και ξενοφοβικά κράτη. Παράλληλα, θα νομιμοποιούσε τις αήθεις κι αντιδημοκρατικές πολιτικές ενός κράτους εξαίρεσης κι εκφοβισμού (ιδίως για την αλληλεγγύη προς τον αδύναμο και τον συνάνθρωπο), που ήδη δρομολογείται μέσα από την σταθερή ακροδεξιά στροφή που διατυπώνεται στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις στην ήπειρο και βαραίνουν και στις εθνικές πολιτικές και τις υπερεθνικές αποφάσεις των Βρυξελλών. Για τούτο, η μάχη με την ιταλική δικαιοσύνη της Μελόνι για τα κέντρα κράτησης αποτελεί μία ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση, απ’ όσο φαίνεται να είναι.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Αλβανική τσαμουριά και λεβαντίνοι Έλληνες: Η ιταλική προπαγάνδα για την εισβολή του ’40

H επιχείρηση για την κατάκτηση της Ελλάδας το 1940 θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα τακτικά και στρατιωτικά λάθη του φασίστα δικτάτορα της Ιταλίας Μπενίτο Μουσολίνι.
ΣΥΝΑΦΗ

Αγωγή του Τραμπ στο CBS για τη συνέντευξη της Χάρις στο δίκτυο

Ξυλοκόπησαν και προσήγαγαν δημοσιογράφο του Ριζοσπάστη

Γνωστή στις Αρχές η γυναίκα από την έκρηξη στους Αμπελόκηπους

Συγκέντρωση εποχικών πυροσβεστών έξω από τη Βουλή

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα