ΑΘΗΝΑ
00:21
|
22.11.2024
Η ένταση απειλεί ενδεχομένως τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του Ισραήλ και βλάπτει την παγκόσμια επιρροή των ΗΠΑ.
Η συνεχιζόμενη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή έχει φέρει στο προσκήνιο αρκετές στρατηγικές λανθασμένες εκτιμήσεις
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η συνεχιζόμενη σύγκρουση στη Δυτική Ασία (οριενταλιστί «Μέση Ανατολή») έχει φέρει στο προσκήνιο αρκετές στρατηγικές λανθασμένες εκτιμήσεις του πρόσφατου παρελθόντος, με συνέπειες που εκτείνονται πολύ πέρα από την άμεση περιοχή. Τα ζητήματα αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη επανεκτίμησης της στρατιωτικής στρατηγικής, της διπλωματικής πολιτικής και των γεωπολιτικών στόχων, ιδίως για το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ένταση, η οποία συνεχίζει να εξελίσσεται εκθετικά χωρίς σαφή προοπτική αποκλιμάκωσης, ενέχει σημαντικούς κινδύνους και για τις δύο χώρες, απειλώντας ενδεχομένως τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του Ισραήλ και βλάπτοντας την παγκόσμια επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών.

Οι αρχικές στρατηγικές προοπτικές του Ισραήλ και των Ηνωμένων Πολιτειών βασίζονταν σε λανθασμένη εκτίμηση της περιφερειακής αντίδρασης στη σύγκρουση. Η αρχική προσδοκία ήταν ότι τα περισσότερα έθνη της Δυτικής Ασίας, που ιστορικά βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τη Χαμάς, θα υποστήριζαν σιωπηρά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ. Η προσδοκία αυτή βασίστηκε στην υπόθεση ότι η έλλειψη ευρείας περιφερειακής δημοτικότητας της Χαμάς θα μεταφραζόταν σε περιφερειακή διπλωματική υποστήριξη των ισραηλινών ενεργειών. Ωστόσο, το αντίθετο συνέβη -ακόμα κι αν τα αραβικά κράτη δεν προσέτρεξαν στη Γάζα.

Τα κράτη της περιοχής, αντί να συσπειρωθούν γύρω από το Ισραήλ, συν τω χρόνω προχώρησαν στο να αποκαταστήσουν ή έστω να ενισχύσουν τους δεσμούς τους με το Ιράν (εξομάλυνση με Σαουδική Αραβία) και τη Συρία (επανεισδοχή στον Αραβικό Σύνδεσμο), χώρες που παραδοσιακά θεωρούνταν αντίπαλες προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Αυτή η μετατόπιση έχει αλλάξει σημαντικά την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή, υπονομεύοντας τις προσπάθειες διπλωματικής απομόνωσης του Ιράν και ενισχύοντας εν τέλει τη θέση του. Επιπλέον, η αδυναμία να συγκεντρώσει περιφερειακή υποστήριξη έχει βαθύνει τη διπλωματική απομόνωση του Ισραήλ, περιπλέκοντας περαιτέρω τους στρατηγικούς υπολογισμούς του.

Το κόστος των λανθασμένων εκτιμήσεων

Ένα σημαντικό σφάλμα στον στρατηγικό σχεδιασμό ήταν η υπόθεση ότι η σύγκρουση στη Γάζα θα μπορούσε να ολοκληρωθεί γρήγορα. Η πεποίθηση ότι ένας ισχυρός στρατός θα μπορούσε να υποτάξει με ταχύτητα μια δύναμη ανταρτών υποτίμησε την ανθεκτικότητα και τις τακτικές της Χαμάς και άλλων ομάδων. Η παρατεταμένη σύγκρουση οδήγησε σε πρωτοφανείς απώλειες αμάχων (που πανδήμως αναμένεται να καταδικαστούν κι επισήμως ως γενοκτονία από το Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ, IJC, στην ολοκλήρωση της δικαστικής διαδικασίας) και γιγαντιαίες καταστροφές υποδομών, στρέφοντας την παγκόσμια κοινή γνώμη κατά των στρατιωτικών ενεργειών του Ισραήλ και διαβρώνοντας το ηθικό και διπλωματικό του κύρος.

Οι προκλήσεις που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει το Ισραήλ τόσο στη Γάζα όσο και στο Λίβανο αποκάλυψαν τρωτά σημεία στη στρατιωτική στρατηγική του Ισραήλ. Παρά την κατοχή προηγμένων αμυντικών συστημάτων όπως το Iron Dome, η φήμη του ανίκητου και απρόσβλητου διαψεύστηκε στην πράξη, αν μη τι άλλο ήδη από τις 14 Απριλίου -και η επικοινωνιακή διαχείριση περί του αντιθέτου έχει τα αντικειμενικά όριά της. Είναι ενδεικτική η αλληλουχία της «γραμμής» μετά την πρόσφατη πυραυλική επίθεση του Ιράν: Τρίτη 1 Οκτωβρίου, «η επίθεση απέτυχε, οι πύραυλοι αναχαιτίστηκαν»∙ Τετάρτη 2 Οκτωβρίου, ομοβροντία πολλών δεκάδων βίντεο Ισραηλινών στο διαδίκτυο με τους ιρανικούς πυραύλους να προσκρούουν σε στόχους∙ Πέμπτη 3 Οκτωβρίου, «χτυπήθηκαν κάποιες στρατιωτικές υποδομές»∙ Παρασκευή 4 Οκτωβρίου, «χτυπήθηκε αριθμός ισραηλινών στρατιωτικών βάσεων, συμπεριλαμβανομένων όσων στεγάζουν F-35, τα οποία όμως σας διαβεβαιώνουμε πως είναι άθικτα» -και ο αυτο-αναθεωρητικός λόγος επικοινωνιακής διαχείρισης συνεχίζεται γραμμικά στις μέρες μας. Οι δε προσπάθειες του Ισραήλ για χερσαία εισβολή στο Λίβανο συνάντησαν σθεναρή αντίσταση, εξ ου και ο περιορισμός σε αεροεπιδρομές, η απειλή ναυτικού αποκλεισμού, και οι τηλεοπτικές εκκλήσεις Νετανιάχου στον λαό του Λιβάνου να… ξεκινήσει εμφύλιο πόλεμο -είναι κι αυτό ένα Plan B. Αυτά όχι μόνο έβλαψαν την εικόνα του Ισραήλ ως κυρίαρχης στρατιωτικής δύναμης, αλλά αποκάλυψαν επίσης ότι ο μηχανισμός ασφαλείας του δεν είναι τόσο άτρωτος όσο πίστευαν προηγουμένως. Τέτοιες αποκαλύψεις είναι στρατηγικά επιζήμιες, καθώς ενθαρρύνουν τους αντιπάλους και υποβαθμίζουν την αποτρεπτική αξία των στρατιωτικών δυνατοτήτων του Ισραήλ. Τόσο η αποτροπή όσο και η κυριαρχία κλιμάκωσης επαναπλαισιώνονται ριζικά.

Συμμετοχή των ΗΠΑ και στρατηγικοί περιορισμοί

Η ακλόνητη υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών προς το Ισραήλ, η οποία καθοδηγείται σε μεγάλο βαθμό από την ισχυρή επιρροή του ισραηλινού λόμπι στην Ουάσιγκτον, έχει φέρει τις ΗΠΑ σε επισφαλή -και προεκλογική…-θέση. Ως αποτέλεσμα, οι ΗΠΑ θεωρούνται συνυπεύθυνες για την κλιμάκωση της σύγκρουσης και την επακόλουθη ανθρωπιστική κρίση. Η ισχυρή συμμαχία εμπόδισε την Αμερική να υιοθετήσει μια πιο ισορροπημένη στάση, αντίστοιχη της επίσημης θέσης της στον ΟΗΕ για λύση δυο κρατών (στην οποία, επί της ουσίας, επιφυλάσσει παράλληλα επανειλημμένως βέτο), αποξενώνοντας βασικούς περιφερειακούς παράγοντες και υπονομεύοντας το ρόλο της ως δυνητικού διαμεσολαβητή στη σύγκρουση.

Η κατάσταση έχει επίσης αναδείξει τις εσωτερικές διαιρέσεις εντός της αμερικανικής κυβέρνησης. Υπάρχουν εμφανείς εντάσεις μεταξύ του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου, το οποίο παραμένει σαφώς επιφυλακτικό ως προς τη βαθύτερη στρατιωτική εμπλοκή. Οι διαφωνίες αυτές αντανακλούν την έλλειψη συνοχής στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, περιπλέκοντας περαιτέρω τη διαχείριση της κατάστασης. Οι ΗΠΑ βρέθηκαν αναγκασμένες να κινηθούν μεταξύ της υποστήριξης ενός στενού συμμάχου και της διατήρησης των δικών τους στρατηγικών συμφερόντων, τα οποία δεν ευθυγραμμίζονται απαραίτητα με τις στρατιωτικές ενέργειες του Ισραήλ, για να το θέσουμε με έναν ευφημισμό.

Ο ρόλος της πολιτικής ρητορικής

Η πολιτική ρητορική εντός των ΗΠΑ έχει περιπλέξει και δυσχεράνει περαιτέρω την εξίσωση. Δηλώσεις πολιτικών, με επιρροή, που ζητούν άμεση στρατιωτική δράση κατά του Ιράν -εν αγνοία του τι συνεπάγεται αυτή για τις ΗΠΑ, μετά από την εμπειρία του Ιράκ και του Αφγανιστάν τα οποία τυγχάνουν όλως άλλα μεγέθη -έχουν κλιμακώσει τις εντάσεις και έχουν περιορίσει τις διπλωματικές επιλογές. Μια τέτοια ρητορική, αν και δεν μεταφράζεται πάντα σε πολιτική, ενθαρρύνει τους ισραηλινούς ηγέτες οι οποίοι μπορεί να την παρερμηνεύσουν ως ένδειξη άνευ όρων αμερικανικής υποστήριξης, κάτι το οποίο πάντοτε μένει να φανεί στην πράξη παρά τα προγνωστικά.

Η πεποίθηση ότι η αμερικανική υποστήριξη παρέχει άνευ όρων ασπίδα προστασίας έναντι όλων των πιθανών κι απίθανων συνεπειών μιας κλιμάκωσης χωρίς δικλίδες ασφαλείας μπορεί να οδηγήσει σε «ύβριν» ηγέτες όπως ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, του οποίου η πολιτική επιβίωση συνδέεται όλο και περισσότερο με τη συνέχιση και κλιμάκωση της σύγκρουσης, ιδίως δε με το ενδεχόμενο αμερικανικής στρατιωτικής εμπλοκής. Η αντίληψη ότι το Ισραήλ μπορεί να ενεργεί ανεξέλεγκτα, βασιζόμενο στη δεδομένη υποστήριξη των ΗΠΑ, παραβλέπει το γεγονός ότι οι προτεραιότητες των ΗΠΑ καθοδηγούνται τελικά από τα δικά τους συμφέροντα, τα οποία μπορεί να μην ευθυγραμμίζονται πάντα με τη συνεχή κλιμάκωση. Η προεκλογική περίοδος δεν διαρκεί για πάντα…

Όχι, τα πράγματα δεν είναι πάντοτε «υπό έλεγχο»: Απρόβλεπτες συνέπειες λανθασμένων υπολογισμών

Η σύγκρουση έχει επίσης επιφέρει αρκετές απρόβλεπτες συνέπειες, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι η αναζωπύρωση περιφερειακών δυνάμεων που προηγουμένως είχαν περιθωριοποιηθεί. Οι στρατιωτικές δυνατότητες του Ιράν, συμπεριλαμβανομένης της προηγμένης υπερ-υπερηχητικής (hypersonic) πυραυλικής του τεχνολογίας χωρίς δυνατότητα ανάσχεσης, έχουν ήδη επιδειχθεί, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα σχετικά με την αποτρεπτική του ικανότητα. Η εμπλοκή των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, αλλά και της σποραδικής στόχευσης του ίδιου του Ισραήλ άμεσα, έχει περιπλέξει περαιτέρω τα πράγματα, αποκαλύπτοντας τη διασυνδεδεμένη φύση των περιφερειακών συγκρούσεων και τη δυσκολία περιορισμού τους.

Μια άλλη κρίσιμη παράλειψη ήταν η μη αναγνώριση των περιορισμών των παρατεταμένων στρατιωτικών εκστρατειών. Οι απόπειρες του ισραηλινού στρατού στον χερσαίο πόλεμο με τη Χεζμπολάχ και η ικανότητα των Χούθι να μπλοκάρουν τις υδάτινες οδούς υπογραμμίζουν τη δυσκολία επίτευξης στρατιωτικών στόχων σε πολύπλοκες περιφερειακές συγκρούσεις. Η εξάρτηση από τη φερόμενη ισχύ, χωρίς αντίστοιχη διπλωματική στρατηγική, άφησε το Ισραήλ εκτεθειμένο σε μακροπρόθεσμες στρατηγικές αδυναμίες και περιόρισε την ικανότητά του να διαχειριστεί αποτελεσματικά τη σύγκρουση.

Η τρέχουσα πορεία της σύγκρουσης παρουσιάζει υπαρξιακούς κινδύνους για το Ισραήλ. Η διπλωματική απομόνωση, οι στρατιωτικές οπισθοδρομήσεις και οι εσωτερικές διαιρέσεις έχουν αποδυναμώσει συλλογικά τη στρατηγική του θέση. Η πιθανή διάβρωση της υποστήριξης των ΗΠΑ αποτελεί μια διαφαινόμενη απειλή, καθώς ακόμη και οι ισχυροί σύμμαχοι της Αμερικής δεν μπορούν να αντέξουν να στηρίζουν επ’ αόριστον πολιτικές που οδηγούν σε εκτεταμένες απώλειες αμάχων και ανθρωπιστικές κρίσεις. Ακόμη και ο υποσχόμενος γην, ύδωρ, και εν πολλοίς Μείζον Ισραήλ Ντόναλντ Τραμπ φέρεται ενημερωμένος, επί προεδρίας του, για το τι συνεπάγεται οποιοδήποτε σοβαρό αμερικανικό εγχείρημα εναντίον του Ιράν. Εάν η σύγκρουση συνεχιστεί χωρίς επίλυση, το Ισραήλ μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπο με ένα σενάριο όπου η μακροπρόθεσμη ασφάλεια και σταθερότητά του κινδυνεύουν.

«Ναι, αλλά έχουμε πυρηνικά»;

Ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται το Ισραήλ την «αυτοάμυνα» (ως… «αποκλιμάκωση δια της κλιμάκωσης», που λέγανε και οι ίδιοι) έχει τη δυναμική να προκαλέσει πραγματικό υπαρξιακό κίνδυνο για το ίδιο -κίνδυνο τον οποίο, όπως εν πολλοίς περιγράφουν οι Jeffrey Sachs και Sybil Fares, προκαλεί διαχρονικά το ίδιο στον εαυτό του, αρνούμενο οποιαδήποτε συζήτηση για τα θέσμια του ΟΗΕ: λύση δύο κρατών, αποχώρηση από τα κατά τη διεθνή κοινότητα κατεχόμενα εδάφη. Ακόμα κι αν μοιάζει ασύλληπτο, δεν είναι εκτός πραγματικότητας το ενδεχόμενο να φτάσει το Ισραήλ να αναλογιστεί πως ο πυρηνικός του οπλισμός δεν έχει ως αποκλειστική χρήση το φόβητρο και την αποτροπή. Πρόκειται για σενάριο επέκεινα κάθε φρίκης καθώς ανοίγει έναν ταχύτατο και εξ ορισμού δυνητικά ανεξέλεγκτο δρόμο για γενίκευση θερμοπυρηνικών ανταλλαγών (ας μελετηθεί το βιβλίο Nuclear War: A Scenario της Annie Jacobsen). Μαζί με την πολιτική στήριξη σε ό,τι το Διεθνές Δικαστήριο εξετάζει ως γενοκτονία, η κανονικοποίηση της συζήτησης για πυρηνικά, είτε στη Δυτική Ασία είτε στην Ανατολική Ευρώπη είτε οπουδήποτε, αποτελεί ένα ακόμα τεκμήριο της προϊούσας συλλογικής μας αποκτήνωσης. Μολαταύτα, αξίζει να σημειωθεί πως η ιδέα της προσφυγής στην πυρηνική επιλογή, που συχνά αναφέρεται ως η τελευταία γραμμή άμυνας του Ισραήλ, μοιάζει στρατηγικά ανέφικτη -αν υποθέσουμε ότι μιλάμε για κάπως ορθολογικούς δρώντες. Οποιαδήποτε τέτοια κλιμάκωση όχι μόνο δεν θα εξασφάλιζε τη νίκη, αλλά πιθανότατα θα επιτάχυνε την παρακμή του Ισραήλ ως βιώσιμης κρατικής οντότητας. 

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Βραζιλία: Κατηγορίες για απόπειρα δολοφονίας του προέδρου Λούλα στον προκάτοχό του Ζαΐρ Μπολσονάρου

Σε αποχώρηση αναγκάστηκε ο Ματ Γκάετς-Δεν θα γίνει υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ

Παγκόσμια διάσταση στον πόλεμο της Ουκρανίας βλέπει ο Πούτιν-Παρουσίασε το υπερόπλο Oreshnik (video)

Συγκέντρωση αλληλεγγύης στον Νίκο Ρωμανό στην πλατεία Συντάγματος

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα