Τον χορό των πράξεων αλληλεγγύης άνοιξαν οι οργανωμένοι οπαδοί της Παρί Σεν Ζερμαίν με το γιγαντοπανό αλληλεγγύης που ανάρτησαν στο πέταλο κατά την έναρξη του αγώνα ενάντια στην Ατλέτικο Μαδρίτης. Τη σκυτάλη πήραν κάτοικοι του Άμστερνταμ, όχι μόνο αραβικής καταγωγής και πιθανώς ετερόκλητων οπαδικών προτιμήσεων (αν αυτές έπαιξαν κάποιο ρόλο) που αντέδρασαν σε αυτό που αντιλήφθηκαν ως επιδρομή στην πόλη τους όταν χιλιάδες οπαδοί της Μακάμπι Τελ Αβίβ κατέβαζαν σημαίες της Παλαιστίνης από ιδιωτικές κατοικίες και φώναζαν εμετικά συνθήματα ενάντια στους Άραβες και την ολοσχερή καταστροφή της Γάζας. Τελευταίος σταθμός προσωρινά, η Αθήνα και η ανάρτηση πανό αλληλεγγύης και σημαιών της Παλαιστίνης από τους οργανωμένους οπαδούς του Παναθηναϊκού στο ΟΑΚΑ κατά την διάρκεια της αναμέτρησης με το μπασκετικό τμήμα της Μακάμπι Τελ Αβίβ.
Ιδιαίτερα μετά την πρώτη Ιντιφάντα, η ανάρτηση μηνυμάτων αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη από ομάδες που αγωνίζονται σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις είναι σύνηθες φαινόμενο. Τις περισσότερες φορές μάλιστα περνούσαν απαρατήρητες αν εξαιρεθεί ένα περιορισμένο κοινό που ενδιαφερόταν να μάθει και να τοποθετηθεί γύρω από το ζήτημα. Ακόμα και οι αντιδράσεις των κατά τόπους πρεσβειών του Ισραήλ ήταν σχεδόν χλιαρές. Όλα αυτά όμως έχουν μπει σε εντελώς νέα φάση μετά την εθνοκάθαρση που διαπράττει το Ισραήλ στην Γάζα, τη βάρβαρη επιθετικότητα απέναντι στον Λίβανο και την απειλή να τινάξει την ευρύτερη περιοχή στον αέρα με την σειρά προκλήσεων ενάντια στο Ιράν.
Η αγωνιώδης προσπάθεια του φίλο-Ισραηλινού μπλοκ να εμποδίσει και να δυσφημίσει τέτοια φαινόμενα οφείλεται στην καρδιά της διαρκούς εκστρατείας διεθνούς νομιμοποίησης που διεξάγει το εβραϊκό κράτος από την αυγή της ύπαρξης του. Αθλητικές διοργανώσεις που παρακολουθούν εκατομμύρια άνθρωποι προσφέρονται για μορφές άσκησης soft power από κράτη που επιδιώκουν διπλωματική νομιμοποίηση και σύσφιξη σχέσεων με εταίρους σε όλο τον πλανήτη. Για το Ισραήλ, η συμμετοχη των ομάδων του στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις αποτελεί σημαντικό στοίχημα πολιτισμικής κατοχύρωσης του ως ευρωπαϊκού συνομιλητή που πλαισιώνει την ευρύτερη γεωπολιτική ατζέντα διατήρησης των στενών συμμαχιών του με τα κράτη της γηραιάς ηπείρου.
Απόδειξη της ένταξης του αθλητισμού στο διπλωματικό ρεπερτόριο του Ισραήλ είναι και η απόπειρα εξαγοράς της Μπεϊτάρ Ιερουσαλήμ από τον Σεΐχη Χαμάντ Μπιν Χαλίφα, μέλους της βασιλικής οικογένειας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Πίσω στο 2020, όταν οι συμφωνίες του Αβραάμ επιχειρούσαν μια νομιμοποιητική τομή στις σχέσεις του Ισραήλ με τον αραβικό κόσμο, η εξαγορά μιας ισραηλινής ομάδας από έναν άραβα πολιτικό ηγέτη και η υπόσχεση για επενδύσεις δεκάδων εκατομμυρίων σε μια ομάδα που έχει έδρα την Ιερουσαλήμ ήταν άλλη μια πτυχή στην απόπειρα κανονικοποίησης των σχέσεων του Τελ Αβιβ με τις μοναρχίες του Κόλπου. Η Μπεϊτάρ, άλλωστε, δεν ήταν μια τυχαία ομάδα του Ισραήλ. Οι οργανωμένοι οπαδοί της είναι γνωστοί για τις σχέσεις της με την ακροδεξιά και το ίδιο το Λικούντ, το κόμμα του Μπέντζαμιν Νετανιάχου που συχνά έβρισκε χρόνο για να βρίσκεται στο γήπεδο στο πλευρό της αγαπημένης του ομάδας. Μία ημέρα πριν την επίσημη μεταφορά της Αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ το 2018, η Μπεϊτάρ ανακοίνωνε την μετονομασία της σε Μπεϊτάρ Τραμπ Ιερουσαλήμ, προς τιμήν του αμερικανού προέδρου που « σε μια θαρραλέα κίνηση αναγνώρισε μετά από 70 χρόνια την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ».
Ποδόσφαιρο και πολιτική συμβάδισαν ακόμα μία φορά σε μια απόπειρα ιστορικού συμβιβασμού που θα είχε καθοριστική επίδραση στην εικόνα ολόκληρης της Μέσης Ανατολής. Μπορεί το πολυαναμενόμενο ντιλ για την εξαγορά της Μπεϊτάρ να μην ολοκληρώθηκε, καθώς προέκυψαν έρευνες για την νομιμότητα των χρημάτων που θα διοχετεύονταν στην ομάδα και ένας εκ των ιδιοκτητών της κατηγορήθηκε για σεξουαλικά παραπτώματα και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, η επιμονή όμως του Ισραήλ να χρησιμοποιεί τον αθλητισμό ως διπλωματικό χαρτί συνεχίστηκε με ανανεωμένη ένταση στο νέο περιβάλλον που δημιούργησε η 7η Οκτώβρη του 2023.
Αυτή η επιμονή ευθύνεται για τις καταδικαστικές δηλώσεις του Γάλλου υπουργού Εσωτερικών ενάντια στους οπαδούς της Παρί που ανάρτησαν το γιγαντοπανό με το μήνυμα «Free Palestine» και το συνοδευτικό μήνυμα «Πόλεμος στο Γήπεδο- Ειρήνη στον Κόσμο». Ο Τζο Μπάιντεν και μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου στηλίτευσαν αυτό που ερμήνευσαν ως «αντισημιτικές εκδηλώσεις βίας» αναφορικά με την ένταση στο Άμστερνταμ μετά την επιδρομή των χούλιγκανς της Μακάμπι Τελ Αβιβ στην πόλη. Στην Ελλάδα, δεκάδες μέσα ενημέρωσης με πανομοιότυπα ρεπορτάζ εξέφραζαν τους φόβους της αστυνομίας και της πρεσβείας του Ισραήλ για «ταραχές» ενόψει της αναμέτρησης του Παναθηναϊκού με την Μακάμπι στο ΟΑΚΑ, παρά το γεγονός ότι δεν είχαν δοθεί εισιτήρια στους οπαδούς της Μακάμπι και δεν αναμενόταν καμία οργανωμένη παρουσία τους στην Αθήνα ή στο γήπεδο. Κάτι που έμοιαζε σαν συντονισμένη προσπάθεια εκφοβισμού όποιου ήθελε να προβεί σε πράξεις αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη απέτυχε παταγωδώς με την έναρξη του αγώνα και την ανάρτηση πανό που απαιτούσε τον τερματισμό της γενοκτονίας. Η απόπειρα του Ισραήλ και των απολογητών του να πείσουν τον κόσμο ότι αυτό που βλέπει με τα ίδια του τα μάτια δεν είναι αλήθεια ηττήθηκε και στα γήπεδα.
– – – – – – – –
ΥΓ. Τα τελευταία χρόνια η προοδευτική αρθρογραφία καταδίκασε συλλήβδην τους οργανωμένους οπαδούς στην χώρα με πολλές αφορμές. Πράγματι, τα βίαια επεισόδια (με ανησυχητική αναβάθμιση της βίας και όλο και πιο συχνά θανατηφόρους τραυματισμούς) μεταξύ ανθρώπων που απλώς υποστηρίζουν διαφορετική ομάδα, η ευθυγράμμιση με τα συμφέροντα μεγαλοπαραγόντων και η αναπαραγωγή μιας ιεραρχικής κουλτούρας που βασίζεται στην επιβολή και την δύναμη δεν μπορεί παρά να προκαλεί προβληματισμό. Οφείλουμε όμως να σκεφτούμε και διαφορετικά. Τα νέα υπερσύγχρονα γήπεδα, οι επενδύσεις δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ εμπορευματοποιούν περαιτέρω μια δραστηριότητα που κατα βάση αφορά τις λαϊκές τάξεις, οι οποίες όμως αποκλείονται από τα γήπεδα ως αποτέλεσμα της διαδικασίας “αναβάθμισης του αθλητικού προϊόντος” και εκτίναξης του κόστους των εισιτηρίων. Στα νέα, αποστειρωμένα γήπεδα οι μόνες πιθανότητες να εκφραστούν λαϊκά αισθήματα συμπάθειας προς έναν λαό που σφαγιάζεται είναι να πάρουν την πρωτοβουλία οι οπαδοί στις θύρες των οργανωμένων. Είναι οι ίδιοι οπαδοί που πρόθυμα καταδικάζουμε, συχνά σε πλήρη σύμπνοια με τα ΜΜΕ, τις κυβερνήσεις και την αστυνομία.