Η επίσκεψη Μητσοτάκη στο Ισραήλ παρουσιάστηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, από το σύνολο σχεδόν των εγχώριων μέσων ενημέρωσης ως μια μεγάλη επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και ως κρίσιμος κρίκος στην αλυσίδα διαμόρφωσης ενός αντί-τουρκικού μετώπου στην Ανατολική Μεσόγειο Μεσόγειο (και) με συμμετοχή του Ισραήλ. Βεβαίως η πραγματικότητα, όπως καταγράφεται στα επίσημα ανακοινωθέντα, απέχει από τις μιντιακές περιγραφές.
(Παρεμπιπτόντως, δεν είναι τυχαίο ότι η σχέση Ισραήλ- Ελλάδας ξεκινά από τον Μητσοτάκη πατέρα. Ωστόσο ακόμα και εκείνος θα εντυπωσιαζόταν από τη δουλοπρέπεια των μελλοντικών ελληνικών κυβερνήσεων. Δουλοπρέπεια η οποία ανταμείβεται με τον δέοντα κυνισμό).
Η συνάντηση των δύο πρωθυπουργών υποτίθεται ότι ανέδειξε τη συναντίληψη των κρατών σε σχέση με την τουρκική πολιτική έναντι της πατρίδας μας. Ωστόσο, όταν διαβάζει κανείς το ανακοινωθέν της επίσκεψης εντυπωσιάζεται από κάποιες χτυπητές ελλείψεις: βεβαίως εντοπίζεται μια γενική αναφορά στην ανάγκη σεβασμού του διεθνούς δικαίου της θάλασσας αλλά πού ακριβώς γίνεται μνεία της Τουρκίας ως παραβατικού δρώντος της περιοχής σε αυτό το πεδίο; Πουθενά.
Δεν βλέπει κανείς γιατί ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών δεν θα μπορούσε να υπογράψει την ίδια διακήρυξη.
Αντίθετα, υπάρχει σαφής μνεία στην “ασφάλεια” του κράτους του Ισραήλ και στους Παλαιστινίους, με τους τελευταίους να εννοούνται σαφώς ως μια τέτοια απειλή. Πέραν του γελοίου, του τελευταίου αυτού ισχυρισμού του ανακοινωθέντος (ως “ασφάλεια” του Ισραήλ περιγράφεται η πολιτική απαρτχάιντ) είναι προφανής η ανισομέρεια της συνάντησης: η Ελλάδα, η οποία αντιμετωπίζει πραγματικό ζήτημα ασφάλειας, έλαβε γενικόλογες αναφορές, ενώ το Ισραήλ δέσμευσε για άλλη μια φορά τη χώρα μας, με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, στο σύνολο της παράνομης (βάσει του διεθνούς δικαίου) πολιτικής του. Και μάλιστα σε μία συγκυρία κατά την οποία προκαλεί διεθνή αναστάτωση η σχεδιαζόμενη προσάρτηση της Κοιλάδας του Ιορδάνη από το εβραϊκό κράτος και η ολομέτωπη επίθεση που αυτό έχει εξαπολύσει, από κοινού με τις ΗΠΑ, εναντίον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική εδώ και χρόνια έπαψε να είναι έστω και εν μέρει ελληνοκεντρική και ελληνική. Δομείται γύρω από τα συμφέροντα ξένων κρατών και δεν αποφασίζεται μέσα στην Ελλάδα και από την Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά στις διεθνείς σχέσεις, οι δύο αντιπροσωπείες αναφέρονται σε συζητήσεις για τη Συρία (όπου το Ισραήλ πολεμάει στο πλευρό της Τουρκίας), για τον Λίβανο (όπου και πάλι το Ισραήλ παίζει το παιχνίδι της Τουρκίας), τη Λιβύη, το Ιράκ, την Υεμένη, τον πυρηνικό αφοπλισμό (το Ισραήλ διατηρεί το πυρηνικά του φυσικά) αλλά (τι έκπληξη) λείπει το όνομα ενός κράτους: της Τουρκίας.
Η ελληνική διπλωματία εντυπωσιάζει με την ανικανότητά της: απέτυχε να εξασφαλίσει έστω και μια απλή αναφορά περί τουρκικής απειλής στην Ελλάδα. Τα έχει δώσει όλα στο Ισραήλ, ατιμάζει την πατρίδα μας καθιστώντας την ενεργό σύμμαχο της ισραηλινής κατοχής, εθνοκάθαρσης, εποικισμού και απαρτχάιντ και όλα αυτά για να λάβει μια αναφορά στην ανάγκη σεβασμού της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και στην αλληλεγγύη του Ισραήλ προς την αντίθεση της χώρας μας απέναντι στις παραβιάσεις των δικαιωμάτων της. Προσοχή: εμείς δορυφοριοποιούμαστε (και) από το Ισραήλ σε ό,τι αφορά στη στάση μας στη Μέση Ανατολή και το Ισραήλ μας εκφράζει την αλληλεγγύη του στην αντίθεσή μας (γενικώς και αορίστως) σε κάποιες παραβιάσεις που προέρχονται από κάποιον. Αέρας κοπανιστός.
Στην παράγραφο περί αμυντικής συνεργασίας διατυπώνεται η κοινή βούληση συνεργασίας εναντίον των απειλών στην Ανατολική Μεσόγειο. Ποιες απειλές; Γιατί για το κράτος του Ισραήλ απειλή είναι η Συρία, το Ιράν και η Χεζμπολάχ. Για εμάς, ποιες είναι;
Και φυσικά δε θα μπορούσε να λείπει η αναφορά του ανακοινωθέντος στον EastMed δηλαδή σε ένα έργο που καρκινοβατεί λόγω της μη βιωσιμότητάς του από οικονομικής άποψης.
Κοινώς, το Ισραήλ πήρε ό,τι ήθελε από τη συνάντηση αυτή, ενώ η χώρα μας “ανταμείφτηκε” με ένα γενικόλογο ανακοινωθέν, την ώρα που κυκλοφορούν ευρέως πια οι επαφές Ισραήλ και Τουρκίας προκειμένου να αναθερμάνουν τις σχέσεις τους.
Πάνω στο μύθο μιας υποτιθέμενης αντιτουρκικής συμμαχίας, η δραστήρια πρεσβεία του Ισραήλ στην Ελλάδα προώθησε με κάθε είδους μέσα, τον δραματικό επαναπροσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, μετατρέποντας την Ελλάδα σε χώρο στρατηγικού βάθους του Ισραήλ. Πρόκειται για πολύπλευρα καταστροφική πολιτική: έκοψε τους ελληνικούς δεσμούς με παραδοσιακούς φίλους στην περιοχή και με δυνάμεις που αναστέλλουν τον τουρκικό αναθεωρητισμό, ενώ καθιστά τη χώρα μας (η οποία κατά τα άλλα διακηρύσσει το σεβασμό της στο διεθνές δίκαιο) υποστηρικτή μερικών από τα σοβαρότερα διεθνή εγκλήματα.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική εδώ και χρόνια έπαψε να είναι έστω και εν μέρει ελληνοκεντρική και ελληνική. Δομείται γύρω από τα συμφέροντα ξένων κρατών και δεν αποφασίζεται μέσα στην Ελλάδα και από την Ελλάδα. Το εγχώριο κατεστημένο προσαρμόζει την εξωτερική πολιτική, όπως είναι αναμενόμενο άλλωστε για τέτοιες αστικές τάξεις, στα συμφέροντα της πατρωνίας του.
Η πρεσβεία του Ισραήλ κάνει τη δουλειά της και την κάνει καλά. Οι δικές μας κυβερνήσεις και εν προκειμένω η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όχι. Πίσω από φανφάρες και από ταξίδια προσπαθεί να κρύψει ότι δεν έχει πολιτική ούτε για την ειρήνη, ούτε για τον πόλεμο με την Τουρκία – συνθήκη την οποία θα πληρώσει άσχημα η χώρα μας.
Φωτογραφία: @PrimeMinister.gr.