ΑΘΗΝΑ
11:31
|
22.11.2024
«Τα σχέδιά μας δεν περιλαμβάνουν την κατοχή ουκρανικών εδαφών. Δεν σκοπεύουμε να επιβάλουμε τίποτα σε κανέναν με τη βία».
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η δικαιολόγηση της έναρξης των επιχειρήσεων ευρείας κλίμακας του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν καταγράφεται αναλυτικά στο βαρυσήμαντο βιντεοσκοπημένο διάγγελμα που προβλήθηκε σήμερα, 24/2/22 στις 5.00 το πρωί. Εκεί ο Ρώσος πρόεδρος αναλύει τους λόγους που τον έκαναν να επιλέξει την οδό της στρατιωτικής κλιμάκωσης απλώνοντας την ατζέντα των διαφορών του με τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και άλλες χώρες της Δύσης.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ανεπίσημης μετάφρασης του διαγγέλματος του Ρώσου προέδρου.

Το διάγγελμα του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν:

«Αγαπητοί πολίτες της Ρωσίας! Αγαπητοί φίλοι!

Σήμερα, πιστεύω ότι είναι και πάλι απαραίτητο να επιστρέψουμε στα τραγικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στο Ντονμπάς και στα βασικά ζητήματα της διασφάλισης της ασφάλειας της ίδιας της Ρωσίας.

Θα ξεκινήσω με αυτό που είχα αναφέρει στην ομιλία μου στις 21 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για ένα θέμα που μας απασχολεί και μας ανησυχεί ιδιαίτερα, σχετικά με τις θεμελιώδεις απειλές που, βήμα προς βήμα, δημιουργούνται ωμά και απροκάλυπτα χρόνο με το χρόνο από τους ανεύθυνους πολιτικούς της Δύσης εναντίον της χώρας μας. Αναφέρομαι στην επέκταση του συνασπισμού του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, φέρνοντας τις στρατιωτικές υποδομές του ολοένα και πιο κοντά στα σύνορα της Ρωσίας.

Είναι γνωστό ότι εδώ και 30 χρόνια προσπαθούμε επίμονα και υπομονετικά να διαπραγματευτούμε τις αρχές της ισότιμης και αδιαίρετης ασφάλειας στην Ευρώπη με τις ηγετικές χώρες του ΝΑΤΟ. Ως απάντηση στις προτάσεις μας, αντιμετωπίζουμε συνεχώς είτε κυνική εξαπάτηση και ψέματα είτε απόπειρες πίεσης και εκβιασμού, ενώ η βορειοατλαντική συμμαχία, παρά τις διαμαρτυρίες και τις ανησυχίες μας, εξακολουθεί σταθερά να διευρύνεται. Η πολεμική μηχανή κινείται και, επαναλαμβάνω, πλησιάζει πολύ κοντά στα σύνορά μας.

Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Από πού προέρχεται αυτός ο αυθάδης τρόπος ρητορικής από μια θέση αποκλειστικότητας, αλάθητου και ασυδοσίας; Από πού προέρχεται αυτή η αδιάφορη, απαξιωτική στάση απέναντι στα συμφέροντα και τα απολύτως νόμιμα αιτήματά μας;

Η απάντηση είναι ξεκάθαρη, ξεκάθαρη και προφανής. Η Σοβιετική Ένωση αποδυναμώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια κατέρρευσε εντελώς. Η όλη πορεία των γεγονότων της εποχής εκείνης αποτελεί ένα σπουδαίο μάθημα για εμάς ακόμη και σήμερα, αφού απέδειξε πειστικά ότι η παράλυση της δύναμης και της βούλησης είναι το πρώτο βήμα προς την πλήρη υποβάθμιση και τη λήθη. Μόλις χάσαμε έστω και για λίγο την αυτοπεποίθησή μας, η παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων διαταράχθηκε.

Οι προσπάθειες πειθούς και οι εκκλήσεις δεν βοηθούν. Οτιδήποτε δεν ταιριάζει στον κρατούντα ηγεμόνα κηρύσσεται αρχαϊκό, παρωχημένο και περιττό. Και το αντίστροφο: Οτιδήποτε κρίνεται από αυτούς ως συμφέρον παρουσιάζεται ως η απόλυτη αλήθεια, που επιβάλλεται με κάθε κόστος, με ωμότητα, με κάθε μέσο. Οι διαφωνούντες λυγίζουν τα γόνατά τους.

Το θέμα στο οποίο αναφέρομαι σήμερα δεν αφορά μόνο τη Ρωσία και δεν αφορά μόνο τις ανησυχίες μας. Αφορά ολόκληρο το σύστημα των διεθνών σχέσεων και ενίοτε ακόμη και τους ίδιους τους συμμάχους των ΗΠΑ. Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, ξεκίνησε μια εκ των πραγμάτων ανακατανομή του κόσμου, και οι καθιερωμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου -οι θεμελιώδεις, οι βασικότεροι από τους οποίους υιοθετήθηκαν στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και με πολλούς τρόπους εδραίωσαν τα αποτελέσματά του- άρχισαν να αποτελούν εμπόδιο για όσους αυτοανακηρύχθηκαν νικητές στον Ψυχρό Πόλεμο.

Φυσικά, στην πρακτική ζωή, στις διεθνείς σχέσεις, στους κανόνες που τις διέπουν, έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές στην παγκόσμια συγκυρία και στην ίδια την ισορροπία δυνάμεων. Ωστόσο, αυτό έπρεπε να γίνει με συνέπεια, ομαλά και υπομονετικά, λαμβάνοντας υπόψη και σεβόμενοι τα συμφέροντα όλων των χωρών και με κατανόηση των ευθυνών τους. Αντίθετα, επικράτησε μια κατάσταση ευφορίας για την απόλυτη υπεροχή, ένα είδος σύγχρονης απολυταρχίας, και μάλιστα σε ένα φόντο χαμηλού επιπέδου γενικής κουλτούρας και αλαζονείας εκείνων που προετοίμαζαν, έπαιρναν και προωθούσαν αποφάσεις που ήταν επωφελείς μόνο για τους ίδιους. Η κατάσταση άρχισε να εξελίσσεται σύμφωνα με ένα διαφορετικό σενάριο.

Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά για να βρούμε παραδείγματα. Πρώτον, χωρίς καμία εξουσιοδότηση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, πραγματοποίησαν μια αιματηρή στρατιωτική επιχείρηση εναντίον του Βελιγραδίου, χρησιμοποιώντας αεροπορικές επιδρομές και πυραύλους στην καρδιά της Ευρώπης. Επί πολλές εβδομάδες συνεχίζονταν οι βομβαρδισμοί των αστικών πόλεων και των υποδομών που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της ζωής. Πρέπει να υπενθυμίσουμε αυτά τα γεγονότα, διότι ορισμένοι δυτικοί συνάδελφοι δεν θέλουν να τα θυμούνται και όταν μιλάμε γι’ αυτά, προτιμούν να μην παραπέμπουν στο διεθνές δίκαιο, αλλά σε περιστάσεις που οι ίδιοι ερμηνεύουν κατά το δοκούν.

Στη συνέχεια ακολούθησαν το Ιράκ, η Λιβύη, η Συρία. Η παράνομη χρήση στρατιωτικής βίας κατά της Λιβύης, η διαστρέβλωση όλων των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το Λιβυκό ζήτημα, οδήγησε στην ολοκληρωτική καταστροφή αυτού του κράτους, στην ανάδυση μιας τεράστιας εστίας διεθνούς τρομοκρατίας και στη βύθιση της χώρας αυτής σε μια ανθρωπιστική καταστροφή και στην άβυσσο ενός μακροχρόνιου εμφυλίου πολέμου που εξακολουθεί να μαίνεται. Η τραγωδία που καταδίκασε εκατοντάδες χιλιάδες, εκατομμύρια ανθρώπους όχι μόνο στη Λιβύη, αλλά σε ολόκληρη την περιοχή, δημιούργησε μια μαζική μεταναστευτική έξοδο από τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη.

Παρόμοια μοίρα προβλέπονταν και για τη Συρία. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του δυτικού συνασπισμού στη χώρα αυτή, χωρίς τη συγκατάθεση της συριακής κυβέρνησης και την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δεν είναι τίποτα λιγότερο από επιθετικότητα, από επέμβαση.

Ωστόσο, ιδιαίτερη θέση κατέχει και η εισβολή στο Ιράκ, η οποία βέβαια έγινε χωρίς να έχει καμία νομική βάση. Το πρόσχημα που χρησιμοποιήθηκε ήταν ότι οι ΗΠΑ υποτίθεται ότι είχαν αξιόπιστες πληροφορίες για την ύπαρξη όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ. Ως απόδειξη αυτού, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ ανακίνησε δημόσια, μπροστά σε όλο τον κόσμο, κάποια λευκή σκόνη, διαβεβαιώνοντας τους πάντες ότι επρόκειτο υλικό από τα χημικά όπλα που αναπτύσσονταν στο Ιράκ. Και εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι επρόκειτο για μια επινόηση, μια μπλόφα: δεν υπήρχαν χημικά όπλα στο Ιράκ. Απίστευτο, εκπληκτικό, ωστόσο το γεγονός παραμένει. Υπήρξαν ψέματα σε ανώτατο κρατικό επίπεδο και από το ανώτατο βήμα του ΟΗΕ. Το αποτέλεσμα ήταν τεράστιες απώλειες, καταστροφές και ένα απίστευτο κύμα τρομοκρατίας.

Σε γενικές γραμμές, φαίνεται ότι σχεδόν παντού, σε πολλές περιοχές του κόσμου, όπου η Δύση έρχεται να επιβάλει τη δική της τάξη πραγμάτων, η κατάσταση καταλήγει σε αιματηρές, ανεπούλωτες πληγές, πληγές της διεθνούς τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού. Τούτων λεχθέντων, αυτά τα παραδείγματα είναι τα πιο κραυγαλέα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι τα μόνα όσον την περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου.

Σε αυτό το πλαίσιο περιλαμβάνονται και οι υποσχέσεις προς τη χώρα μας να μην επεκτείνει το ΝΑΤΟ ούτε μια ίντσα ανατολικότερα. Θα το επαναλάβω: μας παραπλάνησαν, ή, κατά τη λαϊκή ορολογία, απλώς μας εξαπάτησαν. Πράγματι, ακούγεται συχνά ότι η πολιτική είναι μια βρώμικη υπόθεση. Ίσως, αλλά όχι τόσο πολύ, όχι σε τέτοιο βαθμό. Στο κάτω-κάτω, μια τέτοια απατεωνίστικη συμπεριφορά δεν είναι μόνο αντίθετη με τις αρχές των διεθνών σχέσεων, αλλά κυρίως με τους γενικά αποδεκτούς κανόνες της ηθικής και της δεοντολογίας. Πού βρίσκεται εν προκειμένω η δικαιοσύνη και η αλήθεια; Μόνο ψέματα και υποκρισία.

Παρεμπιπτόντως, οι ίδιοι οι Αμερικανοί πολιτικοί, οι πολιτικοί αναλυτές και οι δημοσιογράφοι γράφουν και λένε ότι τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί στις ΗΠΑ μια πραγματική «αυτοκρατορία του ψεύδους». Είναι δύσκολο να μη συμφωνήσει κανείς με αυτό, γιατί άλλωστε είναι αλήθεια. Επομένως, δεν χρειάζεται να είμαστε μετριοπαθείς: οι ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι μια μεγάλη χώρα, μια δύναμη που διαμορφώνει συστήματα. Όλοι οι δορυφόροι της όχι μόνο την αποδέχονται με πραότητα και υπακοή, συνάδουν μαζί της σε κάθε ευκαιρία, αλλά και αντιγράφουν τη συμπεριφορά της και υιοθετούν με ενθουσιασμό τους κανόνες που τους προσφέρονται. Ως εκ τούτου, είναι ασφαλές να πούμε ότι ολόκληρος ο αποκαλούμενος Δυτικός συνασπισμός, που σχηματίστηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες κατ’ εικόνα τους, είναι εξ ολοκλήρου αυτή η «αυτοκρατορία του ψεύδους».

Όσον αφορά τη χώρα μας, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, παρόλο το πρωτοφανές άνοιγμα της νέας σύγχρονης Ρωσίας, την προθυμία της να συνεργαστεί ειλικρινά με τις ΗΠΑ και άλλους δυτικούς εταίρους και σε συνθήκες σχεδόν μονομερούς αφοπλισμού, προσπάθησαν αμέσως να μας συντρίψουν, να μας αποτελειώσουν και να μας καταστρέψουν οριστικά. Αυτό ακριβώς συνέβη στη δεκαετία του ’90, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν η λεγόμενη συλλογική Δύση υποστήριξε πιο ενεργά τον αυτονομισμό και τις μισθοφορικές συμμορίες στη νότια Ρωσία. Πόσες θυσίες και απώλειες μας στοίχισε, τι δοκιμασίες έπρεπε να περάσουμε μέχρι να σπάσουμε επιτέλους τη σπονδυλική στήλη της διεθνούς τρομοκρατίας στον Καύκασο. Το θυμόμαστε αυτό και δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ.

Στην πραγματικότητα, ακόμη και μέχρι πρόσφατα, δεν έχουν σταματήσει οι προσπάθειες να μας εκμεταλλευθούν προς όφελος των συμφερόντων τους, να καταστρέψουν τις παραδοσιακές μας αξίες και να μας επιβάλουν τις ψευτο-αξίες τους, οι οποίες θα  μπορούσαν να διαβρώσουν εμάς, τον λαό μας εκ των έσω, τις συμπεριφορές εκείνες που ήδη επιβάλλουν με τρόπο επιθετικό στις χώρες τους και οι οποίες οδηγούν άμεσα στην παρακμή και τον εκφυλισμό, δεδομένου ότι είναι αντίθετες με την ίδια την ανθρώπινη φύση. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, δεν έχει επιτύχει ποτέ σε κανέναν. Ούτε σήμερα θα μπορέσει να λειτουργήσει.

Σε πείσμα όλων αυτών, τον Δεκέμβριο του 2021 προσπαθήσαμε για άλλη μια φορά να καταλήξουμε σε συμφωνία με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους σχετικά με τις αρχές της ασφάλειας στην Ευρώπη και τη μη επέκταση του ΝΑΤΟ. Όλα όμως απέβησαν μάταια. Η θέση των ΗΠΑ δεν έχει αλλάξει. Δεν θεωρούν απαραίτητη τη διαπραγμάτευση με τη Ρωσία σε αυτό το καίριο για εμάς ζήτημα, επιδιώκουν τους δικούς τους στόχους και αδιαφορούν για τα συμφέροντά μας.

Και φυσικά, μπροστά σε αυτή την κατάσταση προκύπτει το ερώτημα: τι πρέπει να κάνουμε στη συνέχεια, τι μπορούμε να περιμένουμε; Γνωρίζουμε καλά από την ιστορία πώς το 1940 και στις αρχές του 41, η Σοβιετική Ένωση προσπάθησε με κάθε τρόπο να αποτρέψει ή τουλάχιστον να καθυστερήσει το ξέσπασμα του πολέμου. Προκειμένου να το πετύχει αυτό, προσπάθησε κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία στιγμή να μην προκαλέσει έναν εν δυνάμει επιτιθέμενο, να μην εφαρμόσει ή να αναβάλει τις πιο αναγκαίες, προφανείς ενέργειες για την προετοιμασία της απόκρουσης της αναπόφευκτης επίθεσης. Τα μέτρα που τελικά ελήφθησαν ήταν καταστροφικά καθυστερημένα.

Ως αποτέλεσμα, η χώρα δεν ήταν προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει πλήρως την εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας, η οποία επιτέθηκε στην πατρίδα μας χωρίς να είχε προηγηθεί κήρυξη πολέμου στις 22 Ιουνίου 1941. Ο εχθρός σταμάτησε και στη συνέχεια συντρίφθηκε, αλλά με κολοσσιαίο κόστος. Η προσπάθεια κατευνασμού του επιτιθέμενου την παραμονή του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου αποδείχθηκε λάθος που κόστισε ακριβά στο λαό μας. Κατά τους πρώτους μήνες των μαχών χάσαμε τεράστια, στρατηγικής σημασίας εδάφη και εκατομμύρια ανθρώπους. Δεν θα κάνουμε τέτοιο λάθος για δεύτερη φορά, δεν έχουμε αυτό το δικαίωμα.

Αυτοί που διεκδικούν την παγκόσμια κυριαρχία δηλώνουν δημοσίως, ανενδοίαστα και, πρέπει να τονίσω, χωρίς καμία δικαιολογία, ότι εμείς, η Ρωσία, είμαστε ο εχθρός τους. Πράγματι, σήμερα έχουν πράγματι στη διάθεσή τους μεγάλες οικονομικές, επιστημονικές, τεχνολογικές και στρατιωτικές δυνατότητες. Το γνωρίζουμε αυτό και αξιολογούμε αντικειμενικά τις συνεχείς απειλές εναντίον μας στον οικονομικό τομέα, καθώς και την ικανότητά μας να αντισταθούμε σε αυτόν τον θρασύ και διαρκή εκβιασμό. Επαναλαμβάνω, τις αξιολογούμε χωρίς αυταπάτες, με πολύ ρεαλιστικό τρόπο.

Στον στρατιωτικό τομέα, η σύγχρονη Ρωσία, ακόμη και μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και την απώλεια μεγάλου μέρους του δυναμικού της, είναι σήμερα μια από τις ισχυρότερες πυρηνικές δυνάμεις στον κόσμο και, επιπλέον, διαθέτει ορισμένα πλεονεκτήματα σε ορισμένα σύγχρονα οπλικά συστήματα. Επομένως, δεν θα πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία στο μυαλό κανενός ότι μια άμεση επίθεση στη χώρα μας θα οδηγούσε σε ήττα και τρομερές συνέπειες για κάθε πιθανό επιτιθέμενο.

Ωστόσο, η τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένης της αμυντικής τεχνολογίας, αλλάζει με ταχείς ρυθμούς. Η ηγεσία σε αυτόν τον τομέα έχει αλλάξει και θα αλλάξει χέρια, αλλά η στρατιωτική ανάπτυξη των εδαφών που γειτνιάζουν με τα σύνορά μας, αν την επιτρέψουμε, θα παραμείνει για τις επόμενες δεκαετίες, ίσως και για πάντα, να αποτελεί μια συνεχώς αυξανόμενη, εντελώς απαράδεκτη απειλή για τη Ρωσία.

Ακόμη και σήμερα, καθώς το ΝΑΤΟ επεκτείνεται προς τα ανατολικά, η κατάσταση για τη χώρα μας γίνεται κάθε χρόνο χειρότερη και πιο επικίνδυνη. Επιπλέον, τις τελευταίες ημέρες οι ηγέτες του ΝΑΤΟ μιλούν ρητά για την ανάγκη να επιταχυνθεί, να προωθηθεί η υποδομή της Συμμαχίας προς τα σύνορα της Ρωσίας. Με άλλα λόγια, σκληραίνουν τη στάση τους. Το να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε απλώς τι συμβαίνει δεν είναι πλέον δυνατό για εμάς. Αυτό θα ήταν εντελώς ανεύθυνο εκ μέρους μας.

Η περαιτέρω επέκταση των υποδομών της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας και η στρατιωτική εκμετάλλευση των εδαφών της Ουκρανίας είναι απαράδεκτη για εμάς. Φυσικά, αυτό δεν αφορά τον ίδιο τον οργανισμό του ΝΑΤΟ. Είναι απλώς ένα εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Το πρόβλημα είναι ότι στα εδάφη που γειτνιάζουν με τα δικά μας – επισημαίνω, στα δικά μας ιστορικά εδάφη – δημιουργείται μια «αντι-Ρωσία», η οποία έχει τεθεί υπό πλήρη εξωτερικό έλεγχο, έχει εξοπλισθεί σε μεγάλο βαθμό από τις ένοπλες δυνάμεις των χωρών του ΝΑΤΟ και έχει γεμίσει με τον πιο σύγχρονο οπλισμό.

Για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, πρόκειται για τη λεγόμενη πολιτική ανάσχεσης της Ρωσίας, ένα προφανές γεωπολιτικό έπαθλο. Για τη χώρα μας, ωστόσο, είναι τελικά ένα ζήτημα ζωής και θανάτου, το ζήτημα του ιστορικού μας μέλλοντος ως έθνος. Και αυτό δεν είναι υπερβολή, είναι αλήθεια. Αυτό αποτελεί πραγματική απειλή όχι μόνο για τα συμφέροντά μας, αλλά και για την ίδια την ύπαρξη του κράτους μας, την κυριαρχία του. Αυτή είναι η κόκκινη γραμμή για την οποία έχει γίνει επανειλημμένα λόγος. Την έχουν υπερβεί.

Στο πλαίσιο αυτό, εξελίσσεται και η κατάσταση στο Ντονμπάς. Βλέπουμε ότι οι δυνάμεις που πραγματοποίησαν πραξικόπημα στην Ουκρανία το 2014, κατέλαβαν την εξουσία και την κράτησαν με ουσιαστικά διακοσμητικές εκλογικές διαδικασίες, αρνήθηκαν οριστικά να επιλύσουν τη σύγκρουση με ειρηνικά μέσα. Επί οκτώ χρόνια, μια απείρως μακρά οκταετία, κάναμε ό,τι ήταν δυνατόν για να διασφαλίσουμε ότι η κατάσταση θα επιλυθεί με ειρηνικά, πολιτικά μέσα. Όλα όμως απέβησαν μάταια.

Όπως είπα και στην προηγούμενη ομιλία μου, είναι αδύνατο να δούμε τι συμβαίνει εκεί χωρίς συμπόνοια. Ήταν απλά αδύνατο να τα ανεχτώ όλα αυτά. Ήταν απαραίτητο να σταματήσει αμέσως αυτός ο εφιάλτης – η γενοκτονία κατά των εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν εκεί και ελπίζουν μόνο στη Ρωσία, μόνο σε εσάς και σε μένα. Αυτές οι προσδοκίες, τα συναισθήματα και ο πόνος του λαού ήταν το κύριο κίνητρο για την απόφασή μας να αναγνωρίσουμε τις λαϊκές δημοκρατίες του Ντονμπάς.

Αυτό πιστεύω ότι είναι σημαντικό και πρέπει να το τονίσουμε. Οι ηγετικές χώρες του ΝΑΤΟ, προκειμένου να επιτύχουν τους δικούς τους στόχους, υποστηρίζουν ακραίους εθνικιστές και νεοναζί στην Ουκρανία, οι οποίοι με τη σειρά τους δεν θα συγχωρήσουν ποτέ τους κατοίκους της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης για την ελεύθερη επιλογή τους να επανενωθούν με τη Ρωσία.

Φυσικά, θα προχωρήσουν στην Κριμαία, όπως ακριβώς έκαναν στο Ντονμπάς, για να ξεκινήσουν πόλεμο και να σκοτώσουν, όπως ακριβώς οι συμμορίες των τιμωρών Ουκρανών εθνικιστών, οι συνεργάτες του Χίτλερ κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, σκότωναν ανυπεράσπιστους ανθρώπους. Δηλώνουν επίσης ανοιχτά ότι διεκδικούν μια σειρά κι από άλλα ρωσικά εδάφη.

Η όλη πορεία των γεγονότων και η ανάλυση των πληροφοριών που έρχονται δείχνει ότι η σύγκρουση της Ρωσίας με αυτές τις δυνάμεις είναι αναπόφευκτη. Είναι μόνο θέμα χρόνου: προετοιμάζονται, περιμένουν την κατάλληλη στιγμή. Σήμερα διεκδικούν επιπλέον την κατοχή πυρηνικών όπλων. Δεν θα επιτρέψουμε να συμβεί αυτό.

Όπως ανέφερα προηγουμένως, η Ρωσία έχει αποδεχθεί τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Σεβόμαστε και θα συνεχίσουμε να σεβόμαστε όλες τις νεοσύστατες χώρες του μετα-Σοβιετικού χώρου. Σεβόμαστε και θα συνεχίσουμε να σεβόμαστε την κυριαρχία τους, και ένα παράδειγμα αυτού είναι η βοήθεια που έχουμε παράσχει στο Καζακστάν, το οποίο αντιμετώπισε τραγικά γεγονότα και προκλήσεις για την κρατική του υπόσταση και ακεραιότητα. Ωστόσο, η Ρωσία δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής, δεν μπορεί να εξελίσσεται, δεν μπορεί να υφίσταται με μια συνεχή απειλή που προέρχεται από το έδαφος της σημερινής Ουκρανίας.

Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ότι το 2000-2005 αποκρούσαμε με στρατιωτικά μέσα τους τρομοκράτες στον Καύκασο, υπερασπιστήκαμε την ακεραιότητα του κράτους μας και διαφυλάξαμε τη Ρωσία. Το 2014, υποστηρίξαμε τον λαό της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης. Το 2015, χρησιμοποιήσαμε τις Ένοπλες Δυνάμεις για να δημιουργήσουμε ένα αξιόπιστο εμπόδιο στη διείσδυση τρομοκρατών από τη Συρία στη Ρωσία. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να προστατευτούμε.

Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Εσείς και εγώ απλά δεν έχουμε άλλη ευκαιρία να υπερασπιστούμε τη Ρωσία, το λαό μας, από αυτή που θα αναγκαστούμε να χρησιμοποιήσουμε σήμερα. Οι περιστάσεις απαιτούν από εμάς να δράσουμε αποφασιστικά και άμεσα. Οι Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονμπάς ζήτησαν βοήθεια από τη Ρωσία.

Εν προκειμένω, σύμφωνα με το άρθρο 51 του κεφαλαίου 7 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, με την εξουσιοδότηση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου της Ρωσίας και σύμφωνα με τις συνθήκες φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας με τις Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονιέτσκ και του Λουγκάνσκ που επικυρώθηκαν από την Ομοσπονδιακή Συνέλευση στις 22 Φεβρουαρίου του τρέχοντος έτους, έλαβα την απόφαση για τη διεξαγωγή μιας ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης.

Στόχος της είναι να προστατεύσει τους ανθρώπους που έχουν υποστεί κακοποιήσεις και γενοκτονία από το καθεστώς του Κιέβου εδώ και οκτώ χρόνια. Και προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, θα επιδιώξουμε την αποστρατιωτικοποίηση και την αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας, καθώς και την παραπομπή στη δικαιοσύνη όσων διέπραξαν πολυάριθμα, αιματηρά εγκλήματα κατά αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των πολιτών της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Ταυτόχρονα, τα σχέδιά μας δεν περιλαμβάνουν την κατοχή ουκρανικών εδαφών. Δεν σκοπεύουμε να επιβάλουμε τίποτα σε κανέναν με τη βία. Παράλληλα, μαθαίνουμε ότι πρόσφατα έχουν πληθύνει οι δηλώσεις στη Δύση ότι τα έγγραφα που υπέγραψε το σοβιετικό ολοκληρωτικό καθεστώς, τα οποία παγιώνουν τα αποτελέσματα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, δεν πρέπει πλέον να εφαρμοστούν. Ποια, λοιπόν, θα πρέπει να είναι η απάντηση σε αυτό;

Η έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως και οι θυσίες του λαού μας στο βωμό της νίκης κατά του ναζισμού, πρέπει να θεωρείται ότι έχει ιερή αξία. Αυτό όμως δεν έρχεται σε αντίθεση με τις υψηλές αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, με βάση τις μέχρι τώρα πραγματικότητες, ως αποτέλεσμα των μεταπολεμικών δεκαετιών. Ούτε παρακάμπτει το δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση που κατοχυρώνεται στο άρθρο 1 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω ότι ούτε κατά την ίδρυση της ΕΣΣΔ ούτε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κανείς δεν ρώτησε ποτέ τους ανθρώπους που ζούσαν στα εδάφη που αποτελούν τη σημερινή Ουκρανία πώς θα ήθελαν οι ίδιοι να οργανώσουν τη ζωή τους. Η πολιτική μας βασίζεται στην ελευθερία, την ελευθερία επιλογής για όλους να καθορίζουν το μέλλον τους και το μέλλον των παιδιών τους. Και πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό, αυτό το δικαίωμα – το δικαίωμα της επιλογής – να μπορεί να ασκηθεί από όλους τους λαούς που ζουν στο έδαφος της σημερινής Ουκρανίας, από όλους εκείνους που το επιθυμούν.

Στο πλαίσιο αυτό, απευθύνω έκκληση και στους πολίτες της Ουκρανίας. Το 2014, η Ρωσία είχε την υποχρέωση να προστατεύσει τους κατοίκους της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης από εκείνους που εσείς οι ίδιοι αποκαλείτε «ναζί». Οι κάτοικοι της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης έκαναν την επιλογή τους να παραμείνουν με την ιστορική τους πατρίδα, με τη Ρωσία, και εμείς υποστηρίξαμε αυτή την επιλογή τους. Ωστόσο, και πάλι, δεν θα μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά.

Τα σημερινά γεγονότα δεν έχουν καμία σχέση με την δήθεν επιδίωξη να θιγούν τα συμφέροντα της Ουκρανίας και του Ουκρανικού λαού. Έχουν να κάνουν με την προστασία της ίδιας της Ρωσίας από εκείνους που έχουν θέσει σε ομηρία την Ουκρανία και προσπαθούν να τη χρησιμοποιήσουν εναντίον της χώρας μας και του λαού της.

Και πάλι, οι ενέργειές μας συνιστούν αυτοάμυνα απέναντι στις απειλές που μας περιβάλλουν και απέναντι σε μια ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή από αυτή που συμβαίνει σήμερα. Όσο δύσκολο κι αν είναι, σας ζητώ να το συνειδητοποιήσετε και σας καλώ να εργαστούμε από κοινού για να γυρίσουμε αυτή την τραγική σελίδα το συντομότερο δυνατό και να προχωρήσουμε μαζί, να μην αφήσουμε κανέναν να παρεμβαίνει στις υποθέσεις μας, στις σχέσεις μας, αλλά να τις οικοδομήσουμε ανεξάρτητα – έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να ξεπεράσουμε όλα τα προβλήματα και, παρά τα εθνικά σύνορα, να ενισχυθούμε εκ των έσω ως μία οντότητα. Πιστεύω σε αυτό. Αυτό είναι το μέλλον μας.

Πρέπει επίσης να απευθύνω έκκληση στα μέλη των Ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων.

Αγαπητοί σύντροφοι!

Οι πατεράδες σας, οι παππούδες σας, οι προπάπποι σας δεν πολέμησαν εναντίον των Ναζί, υπερασπιζόμενοι την κοινή μας πατρίδα, για να μπορέσουν οι σημερινοί νεοναζί να καταλάβουν την εξουσία στην Ουκρανία. Ορκιστήκατε πίστη στον Ουκρανικό λαό και όχι στην αντιλαϊκή χούντα, η οποία καταληστεύει και τρομοκρατεί την Ουκρανία.

Μην υπακούσετε στις εγκληματικές εντολές της. Σας προτρέπω να αφήσετε τα όπλα σας και να επιστρέψετε αμέσως στα σπίτια σας. Επιτρέψτε μου να το ξεκαθαρίσω: όλο το προσωπικό του Ουκρανικού στρατού που θα συμμορφωθεί με αυτή την απαίτηση θα μπορεί να εγκαταλείψει ανεμπόδιστα την εμπόλεμη ζώνη και να επιστρέψει στις οικογένειές του.

Για άλλη μια φορά, θα επισημάνω ότι όλη η ευθύνη για την ενδεχόμενη αιματοχυσία θα βαρύνει εξ ολοκλήρου τη συνείδηση του καθεστώτος που κατέχει την εξουσία στην Ουκρανία. Όποιος προσπαθεί να μας εμποδίσει, πόσο μάλλον να απειλήσει τη χώρα μας, το λαό μας, πρέπει να γνωρίζει ότι η απάντηση της Ρωσίας θα είναι άμεση και θα σας οδηγήσει σε συνέπειες που δεν έχετε αντιμετωπίσει ποτέ ξανά στο παρελθόν στην ιστορία σας. Είμαστε προετοιμασμένοι για οποιαδήποτε εξέλιξη. Έχουν ληφθεί όλες οι απαραίτητες αποφάσεις για το σκοπό αυτό. Ευελπιστώ ότι θα εισακουστώ.

Αγαπητοί πολίτες της Ρωσίας!

Η ευημερία, η ίδια η ύπαρξη ολόκληρων εθνών και λαών, η επιτυχία τους και η βιωσιμότητά τους πηγάζουν πάντοτε από το βαθειά ριζωμένο σύστημα του πολιτισμού και των αξιών τους, την εμπειρία και τις παραδόσεις των προγόνων τους και, φυσικά, εξαρτώνται άμεσα από την ικανότητά τους να προσαρμόζονται γρήγορα σε μια ζωντανή πραγματικότητα που αλλάζει διαρκώς. εξαρτώνται από τη συνοχή της κοινωνίας, την προθυμία της να εδραιωθεί, να συσπειρώσει όλες τις δυνάμεις της, προκειμένου να προχωρήσει μπροστά.

Η ισχύς είναι πάντα απαραίτητη – πάντοτε – όμως μπορεί να έχει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Η πολιτική της «αυτοκρατορίας του ψεύδους», στην οποία αναφέρθηκα στην αρχή της ομιλίας μου, βασίζεται κυρίως στην ωμή, στην άμεση βία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι όπως λέμε: «Έχεις δύναμη, δεν χρειάζεσαι εξυπνάδα».

Και εσείς και εγώ γνωρίζουμε ότι η πραγματική δύναμη βρίσκεται στη δικαιοσύνη και την αλήθεια, η οποία είναι με το μέρος μας. Και εν προκειμένω, είναι δύσκολο να διαφωνήσει κανείς στο γεγονός ότι η δύναμη και η ετοιμότητα για αγώνα είναι η βάση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας, το απαραίτητο θεμέλιο, που μόνο επάνω σε αυτό μπορεί κανείς να οικοδομήσει με αξιοπιστία το μέλλον του, το σπίτι του, την οικογένειά του και την πατρίδα του.

Αγαπητοί συμπατριώτες!

Είμαι βέβαιος ότι οι αφοσιωμένοι στρατιώτες και αξιωματικοί των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων θα εκτελέσουν το καθήκον τους με θάρρος και επαγγελματισμό. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι όλα τα κυβερνητικά επίπεδα, οι ειδικοί που είναι υπεύθυνοι για τη σταθερότητα της οικονομίας μας, του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της κοινωνικής ζωής, οι ηγέτες των εταιρειών μας και όλες οι ρωσικές επιχειρήσεις θα ενεργήσουν με συνοχή και αποτελεσματικότητα. Βασίζομαι στην ενιαία, πατριωτική στάση όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων και των κοινωνικών δυνάμεων.

Εν τέλει, όπως άλλωστε συνέβαινε πάντα στην ιστορία, η μοίρα της Ρωσίας βρίσκεται στα ικανά χέρια του πολυεθνικού μας λαού. Αυτό σημαίνει ότι οι αποφάσεις θα εφαρμοστούν, οι στόχοι θα επιτευχθούν και η ασφάλεια της πατρίδας μας θα κατοχυρωθεί με τρόπο αξιόπιστο.

Πιστεύω στην υποστήριξή σας, στην ακατανίκητη δύναμη που μας εξασφαλίζει η αγάπη μας για την πατρίδα».

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Παμ Μπόντι: Η νέα «εκλεκτή» του Τραμπ για το υπουργείο Δικαιοσύνης μετά το «ναυάγιο» του Γκέιτς

Εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: Οδηγίες για τις κάλπες της 24ης Νοεμβρίου

Ημερίδα για τις νομικές και πολιτικές όψεις του κινήματος Αντίστασης και Αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ: Να μπει τέλος στους διωγμούς πιστών στην Ουκρανία

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα