Ενώ μεγαλο μέρος της Καλιφόρνιας έκλεισε λόγω κορονοϊου αυτή την άνοιξη, η Ρόμπι Χολ έραβε μάσκες για 12 ώρες τη μέρα σ’ ένα εργοστάσιο ραψίματος στη γυναικεία φυλακή του Τσίνο. Γι ααρκετές βδομάδες, είπαν η Χολ και άλλες γυναίκες, έφτιαχναν χιλιάδες μάσκες ενώ τους απαγορεύονταν να τις φοράνε.
Οι φυλακισμένες που εργάζονται ως μοδίστρες στο σοφρωνιστικό Ίδρυμα Γυναικών της Καλιφόρνιας ανησυχούσαν όλο και περισσότερο: Το ύφασμα που χρησιμοποίησαν προερχόταν από τη γειτονική ανδρική φυλακή, όπου ένα ξέσπασμα κατέληξε να σκοτώσει 23 κρατούμενους. Και το αφεντικό τους επισκέπτονταν τακτικά και τα δύο ιδρύματα.
“Είμαστε ασφαλείς, αμα πηγαινοέρχεται εδώ και κει;” θυμάται να ρωτά η Χολ τις συναδέλφους της καθώς έραβαν.
Και τότε συνέβη.
Στις αρχές Μαίου, η πανδημία ξέσπασε στο εργοστάσιο ραψίματος, και αρρώστησαν τουλάχιστον τέσσερις φυλακισμένες εργάτριες, συμπεριλαμβανομένης της Χολ. Πέρασε εβδομάδες στο νοσοκομείο αναπνέοντας με δυσκολία.
Το σύστημα φυλακών της Καλιφόρνια έχει πάρει δραστικά μέτρα για να καταπολεμήσει τον κορονοϊό, σταματώντας προγράμματα αποκατάστασης, θρησκευτικές υπηρεσίες και εκπαιδευτικές τάξεις. Αλλά οι σωφρονιστικές αρχές κράτησαν έναν πρόγραμμα να δουλεύει για όλο αυτό το διάστημα έξι μηνών: τα εργοστάσια των φυλακών.
Η Χολ ήταν μια από τους χιλιάδες φυλακισμένους εργαζομένους που παρέμειναν στη δουλειά, σε θέσεις υψηλού κινδύνου κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με μισθούς που κυμαίνονταν από οκτώ σεντ έως ένα δολάριο την ώρα. Μαγείρευαν το φαγητό. Περπατούσαν από κελί σε κελί, μοιράζοντας γεύματα. Καθάριζαν τα πάντα, από κοινόχρηστα ντους έως μονάδες COVID-19 στα νοσοκομεία των φυλακών. Και εργάζονταν σε εργοστάσια φυλακών που κατασκευάζουν προϊόντα, όπως μάσκες, απολυμαντικά χεριών και έπιπλα, που πωλούνταν σε κρατικές υπηρεσίες για εκατομμύρια δολάρια.
Ήταν “εργοστάσιο σκλάβων. Όσο περισσότερα τους δίνεις, τόσο περισσότερα θέλουν” Ρόμπι Χολ
Εν μέσω της ανάγκης για μεγαλύτερη παραγωγή, τα εργοστάσια συνέχισαν να λειτουργούν ακόμα και όσο οι μολύνσεις αυξάνονταν μέσα στα τείχη των φυλακών, σύμφωνα με συνεντεύξεις με πάνω από 30 κρατούμενους στις γυναικείες φυλακές στο Τσίνο και την αντρική φυλακή της περιφέρειας Άβελαν, συμπεριλαμβανομένων και κάποιων που μολύνθηκαν με τον κορονοϊό. Τα εργοστάσια έβαζαν μαζί κρατούμενους που στεγάζονταν σε διαφορετικές μονάδες, αυξάνοντας το ρίσκο εξάπλωσης του ιού σε άλλες μονάδες των φυλακών, όπως αποκάλυψαν οι Tάιμς του Λος Άντζελες.
Το προσωπικό των φυλακών προειδοποίησε, είπαν, ότι οι εργάτες θα χάσουν τις δουλειές τους – την μόνη τους πηγή εισοδήματος – αν έχαναν έστω μια μέρα. Κάποιοι είπαν οτι απειλήθηκαν με πειθαρχικές πυρώσεις, που θα μπορούσαν να θέσει σε κίνδυνο τις πιθανότητές τους να βγουν από τη φυλακή αν αρνούνταν να δουλέψουν λόγω φόβων για την πανδημία.
Στη φυλακή του Τσίνο, ανέφεραν οι εργαζόμενοι, οι επόπτες συνέχισαν να αυξάνουν την ημερήσια παραγωγή, από 2.000 σε 3.000 και μετά σε 3.500 μάσκες. Επτά ημέρες την εβδομάδα, οι γυναίκες έφτιαχναν μάσκες μέχρι που το σώμα τους πόναγε, και το μόνο που μπορούσαν να κάνουν τη νύχτα ήταν να καταρρέουν, για ύπνο, στα κελιά τους.
Ήταν “σαν εργοστάσιο σκλάβων. Όσο περισσότερα τους δίνεις, τόσο περισσότερα θέλουν”.
Οι Tάιμς έστειλαν λεπτομερείς ερωτήσεις και ζήτησαν συνεντεύξεις με τους επικεφαλής των κρατικών υπηρεσιών που είναι υπεύθυνοι για τις συνθήκες φυλάκισης, αλλά οι αξιωματούχοι απάντησαν μέσω εκπροσώπων.
Η Μισέλ Κέιν, εκπρόσωπος της Αρχής Βιομηχανίας Φυλακών της Καλιφόρνιας, η οποία επιβλέπει τα εργοστάσια, δήλωσε ότι “βασικές κρίσιμες επιχειρήσεις”, όπως τρόφιμα, πλυντήρια και κατασκευή μασκών και απολυμαντικών χεριών, συνέχισαν να λειτουργούν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το πρακτορείο αναγνώρισε ότι προϊόντα όπως έπιπλα κατασκευάζονταν “όταν κρίνονταν ασφαλές”, αλλά αρνήθηκε να πει ποιά άλλα εργοστάσια παρέμειναν ανοιχτά.
Η Κέιν δήλωσε ότι η υπηρεσία μείωσε το προσωπικό των κρατουμένων σε εργοστάσια, επέβαλε κοινωνική απόσταση και αποφάσισε πότε θα κλείσει ή θα ανοίξει εκ νέου τη λειτουργία τους σε συνεννόηση με το σωφρονιστικό τμήμα και τον ομοσπονδιακό διαχειριστή, που έχει διοριστεί από το δικαστήριο, ο οποίος επιβλέπει την υγειονομική περίθαλψη εντός των φυλακών της Καλιφόρνια.
Η Ντέινα Σίμας, εκπρόσωπος του Υπουργείου Σωφρονισμού και Αποκατάστασης της Καλιφόρνιας, δήλωσε ότι η υπηρεσία ακολουθεί πρωτόκολλα απομόνωσης και καραντίνας που έχουν εγκριθεί από τον ομοσπονδιακό διαχειριστή. Η δήλωση ανέφερε ότι η υπηρεσία έχει λάβει “έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση του COVID-19” στις φυλακές, όπως η παροχή προστατευτικού εξοπλισμού στο προσωπικό και τους κρατουμένους.
Αλλά οι συνεντεύξεις με φυλακισμένους εργαζόμενους αναδεικνύουν μια ανησυχητική εικόνα της εργασίας στις φυλακές κατά τη διάρκεια της πανδημίας: πενιχροί μισθοί, αμφισβητήσιμος έλεγχος των λοιμώξεων και η απειλή περισσότερου χρόνου στη φυλακή να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια των κρατουμένων.
Οι υποστηρικτές της εργασίας των φυλακών λένε ότι η πρακτική αυτή βοηθά στην κάλυψη του κόστους φυλάκισης, παρέχει επαγγελματικές δεξιότητες και μειώνει τα ποσοστά υποτροπής. Όμως οι νομικοί μελετητές και οι υπερασπιστές των πολιτικών δικαιωμάτων έχουν επικρίνει εδώ και καιρό την εργασία στις φυλακές ως εκμετάλλευση και μέρος της ιστορικής κληρονομιάς της δουλείας – μια βαθιά αδικία, όπως λένε, που μόνο ενισχύθηκε από το COVID-19.
“Είναι μια γραφειοκρατική απόφαση να διατηρούμε στην εργασία τους ανθρώπους να εργάζονται για σεντ την ώρα κατά τη διάρκεια μιας πανδημίας”, δήλωσε η Κέιτ Τσάτφιλντ, διευθύντρια πολιτικής στη Justice Collaborative, μια εθνική οργάνωση που υποστηρίζει τη μεταρρύθμιση της ποινικής δικαιοσύνης. “Αυτό θα’ πρεπε να τρομάζει όλους όσους θέλουν να ζουν σε μια πολιτισμένη κοινωνία”.
“Γιατί τα λεφτά είναι πιο σημαντικά από ανθρώπινες ζωές; Οι κρατούμενοι είναι απλά μια επιχείρηση”. Ντέιβιντ Μπερκ, κρατούμενος στην πολιτειακή φυλακή Αβερτον
Η Βιομηχανική Αρχή των Φυλακών της Καλιφόρνια, μια κρατική υπηρεσία γνωστή ως CALPIA, επιβλέπει περίπου 7.000 φυλακισμένους εργαζομένους σε όλη τη χώρα. Μέσω της CALPIA, οι εργάτες των φυλακών φτιάχνουν τα πάντα, από σημαίες των ΗΠΑ, πινακίδες κυκλοφορίας και συσκευασμένα μπισκότα έως έπιπλα που βρίσκονται στα γραφεία σχεδόν κάθε κρατικής υπηρεσίας.
Τα υφάσματα είναι η μεγαλύτερη πηγή εισοδήματος της CALPIA στην παραγωγή, με έσοδα 23,7 εκατομμυρίων δολαρίων το 2019, με τα έπιπλα να ακολουθούν στα 16,9 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με ένα πρόσφατο έλεγχο. Το σύστημα κρατικών φυλακών είναι ο μεγαλύτερος πελάτης της CALPIA, αντιπροσωπεύοντας περίπου τα δύο τρίτα των πωλήσεων. Άλλοι σημαντικοί πελάτες περιλαμβάνουν το Υπουργείο Δασών και Πυροπροστασίας της Καλιφόρνια και το Τμήμα Υπηρεσιών Υγείας.
Την 1η Απριλίου, το 11μελές Συμβούλιο Βιομηχανίας Φυλακών συναντήθηκε και συμφώνησε να πληρώσει υπερωρίες στους εργαζόμενους στις φυλακές – αν και ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου ανησυχούσε ότι οι κρατούμενοι θα επιβράδυναν την παραγωγή “μόνο και μόνο για να πάρουν υπερωρίες”.
Ο Γενικός Διευθυντής της CALPIA, Σκοτ Γουόκερ, αναγνώρισε στη συνάντηση ότι δεν μπορούσε να δικαιολογήσει τη διατήρηση ανοιχτών εργοστασίων για την παραγωγή “μη κρίσιμων” αγαθών, όπως παπούτσια, έπιπλα ή εκχιονιστικά μηχανήματα για την Caltrans. Ο Γουόκερ είπε ότι “δυσκολευόταν με αυτό για μέρες”.
Ο Γουόκερ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η υπηρεσία ίσως θα έπρεπε να “πάει με την πλευρά της ιατρικής και να πει, “‘Ωπα, σταματήστε. Σταματήστε όλή αυτή την άσκοπη μετακίνηση γύρω από την αυλή, μπείτε σε ένα εργοστάσιο και απλώς κάντε τα απαραίτητα πράγματα”, σύμφωνα με ένα αντίγραφο της συνάντησης.
Το εργοστάσιο επίπλων στην πολιτειακή φυλακή Άβεναλ στην κομητεία Κινγκς έκλεισε την επόμενη μέρα.
Αλλά όχι για πολύ. Το εργοστάσιο ήταν πάλι σε λειτουργία μόλις 27 μέρες μετά, στις 29 Απριλίου.
Οι πρώτοι κρατούμενοι και προσωπικό στην πολιτειακή φυλακή Άβεναλ βρέθηκαν θετικοί για κορονοϊό στα μέσα Μαΐου.
Γύρω στην τρίτη εβδομάδα του Μαΐου, ένας φυλακισμένος εργαζόμενος στο εργοστάσιο επίπλων βρέθηκε θετικός και τέθηκε σε απομόνωση, σύμφωνα με δύο εργαζόμενους που μίλησαν υπό την προϋπόθεση να παραμείνουν ανωνυμοι, λόγω φόβων για αντίποινα. Οι εργάτες ανέφεραν ότι όλοι τους είχαν εκτεθεί στον άντρα αυτό. Ωστόσο, ένας επόπτης ανακοίνωσε ότι αν δεν παρουσίαζονταν στο εργοστάσιο την επόμενη μέρα, θα τους έκαναν αναφορά – μια σοβαρή πειθαρχική ποινή, που είναι κρίσιμη όταν υποβάλλει κανείς αίτηση για αποφυλάκιση.
“Μας εμποδίζει απ’ το να τελειώσουμε νωρίς”, εξήγησε κάποιος. “Πολλοί από εμάς επέστρεψαν στη δουλειά. Και πολλοί από εμάς μολύνθηκαν από τον ιό”. Είπε ότι ο ίδιος αρρώστησε πολύ σοβαρά με το COVID-19.
Η Κέιν, η εκπρόσωπος της CALPIA, δήλωσε ότι η υπηρεσία δεν είχε λάβει καταγγελίες που να ισχυρίζονται ότι οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο επίπλων απειλήθηκαν με πειθαρχικά μέτρα επειδή αρνήθηκαν να εργαστούν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Το εργοστάσιο δεν έκλεισε παρα στις 28 Μαΐου, σύμφωνα με την CALPIA. Το κλείσιμο πραγματοποιήθηκε για να αντιμετωπίσει την εξάπλωση του ιού στο εργοστάσιο, ανέφεραν οι εργαζόμενοι. Το εργοστάσιο ξανάνοιξε στις 18 Ιουνίου, είπε η Κέιν, αλλά στη συνέχεια έκλεισε για δύο εβδομάδες τον Ιούλιο. Αυτό συνέβη μετά από άλλο ένα ξέσπασμα της πανδημίας, ανέφεραν οι εργαζόμενοι.
Μέχρι το τέλος Ιουλίου, τα κρούσματα κορονοϊού στην φυλακή είχαν ξεπεράσει τα 1.400 και πέντε κρατούμενοι είχαν πεθάνει.
“Γιατί είναι πιο σημαντικά τα χρήματα από ανθρώπινες ζωές; διερωτάται ο Ντέιβιντ Μπερκ, που είναι φυλακισμένους στην πολιτειακή φυλακή Άβεναλ. “Οι κρατούμενοι είναι απλά μια επιχείρηση”.
Ως πρόεδρος του συμβουλίου των κρατουμένων της φυλακής του, ο Μπερκ λαμβάνει εσωτερικές εκθέσεις σχετικά με επιχειρήσεις των φυλακών, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων κορονοϊού. Είπε ότι, μέχρι τα μέσα Αυγούστου, το 83% των κρατουμένων είχαν μολυνθεί με κορονοϊό στην αυλή που στελεχώνει το εργοστάσιο επίπλων. Ο Μπερκ δήλωσε ότι η φυλακή είχε αυξήσει τον κίνδυνο εξάπλωσης του ιού τον Μάιο, επιτρέποντας σε εργαζόμενους από τέσσερις διαφορετικές στεγαστικές μονάδες να πάνε στο εργοστάσιο επίπλων, όταν ένας από αυτούς είχε βρεθεί θετικός.
Ακόμα και λειτουργώντας με ένα υποτυπώδες εργατικό δυναμικό για το μισό Ιούλιο, το εργοστάσιο παρήγαγε έπιπλα αξίας άνω των 300.000 δολαρίων εκείνο τον μήνα, δήλωσαν οι κρατούμενοι.
Η Κέιν είπε ότι το εργοστάσιο επίπλων Άβεναλ εργάζεται σε μια παραγγελία για ένα πρόγραμμα κατάχρησης ουσιών που ελπίζουν να ξεκινήσουν οι αξιωματούχοι της φυλακής. Είπε ότι η CALPIA χρησιμοποιεί επί του παρόντος μόνο τρόφιμους από μονάδες όπου οι μολύνσεις “θεωρήθηκαν επιλυμένες και εργαζόμενους από τις ίδιες ομάδες που ήδη ζουν, τρώνε και ψυχαγωγούνται μαζί”.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου, δύο ακόμη τρόφιμοι της φυλακής Αμπενάλ πέθαναν σε εξωτερικά νοσοκομεία, φέρνοντας το συνολικό αριθμό σε επτά. Μέχρι την Παρασκευή που μας πέρασε, 296 μέλη του προσωπικού και 2.931 τρόφιμοι στη φυλακή είχαν προσβληθεί.
Προσπαθώ απλά να βγω από δω ζωντανή. Δεν καταδικάστηκα σε θάνατο”. Σέρι Χιούζ, εργάτρια στην κουζίνα της φυλακής του Τσίνο
Πολλοί νομικοί μελετητές και υποστηρικτές των πολιτικών δικαιωμάτων υποστηρίζουν ότι η σύγχρονη εργασία στις φυλακές είναι μια μορφή δουλείας που επιτρέπεται από την 13η τροπολογία του αμερικανικού συντάγματος, η οποία απαγόρευσε τη δουλεία και την ακούσια δουλεία “εκτός αν πρόκειται για την τιμωρία ενός εγκλήματος”. Ηταν ένας συμβιβασμός – ένας τρόπος για να διατηρηθεί η δουλεία σε διαφορετική διαμόρφωση, αναφέρει η Μισέλ Γκούντγουιν, καθηγήτρια νομικής και πρύτανις στο πανεπιστήμιο της Καλοφόρνιας στο Ιρβάιν.
“Αυτή η τροπολογία λέει, ‘Κάν’το! Είναι εντάξει!’ Έχουμε δώσει στο κράτος την εξουσία να λειτουργεί με αυτή τη μορφή δουλείας [στην οποία] οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν μη αμειβόμενη ή ελάχιστα αμειβόμενη εργασία”, δήλωσε η Γκούντγουιν.
Τις δεκαετίες μετά τον εμφύλιο πόλεμο, οι νότιες πολιτείες εξέδωσαν νόμους που στοχεύουν τους μαύρους, για επιπόλαια εγκλήματα όπως η επαιτία. Φυλακισμένοι σαν κοπάδια, αναγκάστηκαν να εργαστούν για την ιδιωτική βιομηχανία σε ανθρακωρυχεία, στην πλινθοποιία, σε φυτείες και αλλού – ένα σύστημα “μίσθωσης καταδίκων” βάσει του οποίου οι αξιωματούχοι της φυλακής συχνά αποκόμιζαν τα κέρδη.
Σήμερα, οι φυλετικές ανισότητες πίσω από τα κάγκελα παραμένουν έντονες. Οι μαύροι αποτελούσαν περισσότερο από το 28% των κρατουμένων στο τέλος του 2018, την πιο πρόσφατη ημερομηνία για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.
Σύμφωνα με το νόμο, “οποιοσδήποτε αρτιμελής τρόφιμος” μπορεί να απαιτείται να “εκτελεί οποιαδήποτε εργασία κρίνεται απαραίτητη” για τη λειτουργία της φυλακής. Αν και η φυλακή μπορεί να λάβει υπόψη τις ατομικές επιθυμίες – για παράδειγμα, μια προτίμηση για ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα αντί για εργασία – δεν χρειάζεται. Μόλις βρεθούν στη δουλειά, εκείνοι που αρνούνται τη δουλειά ή αποτυγχάνουν να αποδώσουν “εντός των ικανοτήτων του τρόφιμου” αντιμετωπίζουν πειθαρχική ποινή, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε άρνηση αποφυλάκισης υπό όρους.
Αρκετοί καθαριστές φυλακών και προσωπικό κουζίνας είπαν στους Τάιμς του Λος Άντζελες ότι φοβούνταν μήπως μολυνθούν στην δουλειά, αλλά δεν μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την αποφυλάκισή τους.
“Απλώς προσπαθώ να βγω από δω ζωντανή”, είπε η Σέρι Χιούζ, εργαζόμενη στην κουζίνα της φυλακής Τσίνο, όπου οι τρόφιμοι προέρχονται από διαφορετικές μονάδες στέγασης και αρκετοί έχουν μολυνθεί με τον κορονοϊό. “Δεν καταδικάστηκα σε θάνατο, στη φυλακή.”
Οι φυλακισμένοι εργαζόμενοι στην Καλιφόρνια και σε άλλες πολιτείες δεν ταξινομούνται ως υπάλληλοι. Δεν μπορούν να πάρουν επίδομα ανεργίας, αναρρωτική άδεια ή άδεια μετ’ αποδοχών. Η κλίμακα των αμοιβών καθορίζεται από τον κρατικό νόμο, με πολλές θέσεις εργασίας να πληρώνουν οκτώ σεντ την ώρα και τις δουλειές της CALPIA να πληρώνουν περισσότερα – από 35 σεντ έως ένα δολάριο την ώρα.
Λόγω της ελαφρώς υψηλότερης αρχικής αμοιβής, οι εργοστασιακές δουλειές έχουν ζήτηση, και οι εργαζόμενοι υποβάλλουν αίτηση για θέσεις. Παρόλα αυτά, οι χαμηλοί μισθοί καθιστούν αδύνατη την υποστήριξη οικογενειακών μελών ή την αύξηση των αποταμιεύσεων. Πολλοί βγαίνουν απ’ τη φυλακή βαθιά χρεωμένοι από τα δικαστικά τέλη.
Η εργασία για το μαγείρεμα, τον καθαρισμό και την παραγωγή επίπλων είναι απαραίτητη για τη λειτουργία των κρατικών φυλακών, οι οποίες σήμερα εγκλείουν περίπου 100.000 άτομα με ετήσιο κόστος 81.000 δολάρια το καθένα. Εάν οι φυλακισμένοι εργαζόμενοι πληρώνονταν τον βασικό μισθό, το σύστημα όπως υπάρχει σήμερα θα κατέρρεε, δήλωσε η Τσάτφιλντ, διευθύντρια πολιτικής στο Justice Collaborative.
“Αν η τιμή γινόταν τόσο ακριβή”, δήλωσε, “θα έπρεπε όντως να αναθεωρήσουμε πόσα άτομα φυλακίζουμε”.
Η Χολ, 58, μεγάλωσε στο νότιο Λος Άντζελες και βρίσκεται στη φυλακή εδώ και 35 χρόνια.
Εκτίει ποινή 15 ετών-με-ισόβια για τη δολοφονία ενός άνδρα που λέει ότι τη βίασε και προσπάθησε να τη σκοτώσει όταν ήταν 23 ετών. Από το 1994, της έχει επανειλημμένα απαγορευτεί η απελευθέρωση υπό όρους. Η Χολ θα ήθελε να προσλάβει έναν δικηγόρο για να παρουσιάσει εκ νέου την υπόθεση της λέγοντας ότι το έγκλημά της ήταν αυτοάμυνα, αλλά δεν μπορεί να το αντέξει οικονομικά.
Ως παιδί, είπε η Χολ, κακοποιήθηκε σωματικά και σεξουαλικά. Στις κρατικές φυλακές της Καλιφόρνιας, το 25% των γυναικών είναι μαύρες, όπως η Χολ, σύμφωνα με το σωφρονιστικό τμήμα, και το 92% έχουν υποστεί κακοποίηση, σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών.
Πριν από την πανδημία, η Χολ ήταν γνωστή στη φυλακή ως σύμβουλος των ομοίων της και χορεύτρια της εκκλησίας, περνώντας τις Κυριακές της υψώνοντας τα χέρια της στον ουρανό, οδηγώντας τους πιστούς με τραγούδια που υπόσχονται ένα λαμπρότερο αύριο.
Είναι περήφανη γιαγιά οκτώ παιδιών και προγιαγιά τεσσάρων, οπότε η επικοινωνία με την οικογένειά της είναι ζωτικής σημασίας. Αλλά δεν ήταν εύκολο να την κρατήσει. Η αποστολή ενός μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κοστίζει περίπου 26 σεντ για να αγοράσει ένα “γραμματόσημο” από την JPay, την εταιρεία που διαχειρίζεται το σύστημα. Στηρίζεται επίσης στους μισθούς της των 60 σεντ την ώρα για να πληρώσει για βασικές ανάγκες όπως σαπούνι και τρόφιμα, τα οποία πωλούνται στην καντίνα της φυλακής σε υψηλές τιμές.
Η Χολ έχει κάνει πολλές δουλειές στη φυλακή, συμπεριλαμβανομένων αυτών του προσωπικού κουζίνας, της οδηγού ασθενοφόρου και της βαφέως.
Όταν οι ώρες στο εργοστάσιο ραψίματος γίνοταν όλο και περισσότερες, δεν είχε αντίρρηση. Εκείνη και οι άλλοι εργαζόμενοι ένιωσαν ότι δεν είχαν πολλές επιλογές. Οι επόπτες τους είπαν ότι θα αντικατασταθούν εάν αρνούνται τις υπερωρίες, είπε η Χολ.
Όταν ο Μάρτιος πέρασε και μπήκαν στον Απρίλιο, τα εργοστάσια ραπτικής των φυλακών σε όλη την πολιτεία έφτιαξαν περισσότερες από 1,4 εκατομμύρια μάσκες. Πήγαν κυρίως σε φυλακές για χρήση από τρόφιμους και υπαλλήλους, αλλά και σε δεκάδες κρατικές υπηρεσίες, που έκαναν παραγγελίες. Στο Εργαστήριο Διορθωτικής Εκπαίδευσης κοντά στο Σαλίνας, το εργοστάσιο ραπτικής δούλευε 14 ώρες την ημέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα, σύμφωνα με τα σωφρονιστικά αρχεία.
Ορισμένες γυναίκες που έραβαν μάσκες στο εργοστάσιο του Τσίνο δήλωσαν ότι ένιωθαν ότι έκαναν σημαντική δουλειά για να σώσουν ζωές. Ήταν περήφανες για τη σκληρή δουλειά τους, ακόμη και όταν επέκριναν τις συνθήκες.
Παρόλο που η CALPIA επέμενε ότι η υπηρεσία εξέδιδε προστατευτικό εξοπλισμό από την αρχή, επτά φυλακισμένοι εργαζόμενοι δήλωσαν ότι οι επόπτες τους τους είπαν τις πρώτες εβδομάδες ότι θα είχαν πρόβλημα αν φορέσούν τις μάσκες που έφτιαχναν. Μόλις στα μέσα Απριλίου, ολόκληρη η φυλακή, συμπεριλαμβανομένου του εργοστασίου, έλαβε μάσκες, ανέφεραν οι εργαζόμενοι.
Οι 40 γυναίκες που εργάζονταν στο εργοστάσιο τρομοκρατήθηκαν όταν έμαθαν για την μεγάλη εξάπλωση του ιού, που ξεκίνησε τον Μάρτιο στο κοντινό Ανδρικό Ίδρυμα της Καλιφόρνια. Μεταξύ της ομάδας ήταν μια 70χρονη γυναίκα που χρησιμοποιούσε πι για να περπατά.
Κάθε φορά που το φορτηγό από τη ανδρική φυλακή έφτανε με περισσότερο ύφασμα, οι επόπτες δεν ήθελαν να πλησιάσουν τον οδηγό “επειδή είχε εκτεθεί εκεί”, δήλωσε η Κίλι Σιβρέλ, η κόπτρια υφασμάτων στο εργοστάσιο.
Και έτσι το ξεφόρτωμα του βαριού υφασματος έπεσε στη Σιβρέλ. Είπε ότι ο οδηγός, μια υπάλληλος της CALPIA στη ανδρική φυλακή, δεν φορούσε ποτέ μάσκα και είπε στη Σιβρέλ ότι δεν της δόθηκε ποτέ καμία. Δεν πέρασε πολύς καιρός για να βρεθεί θετική στον κορονοϊό η Σιβρέλ, που πέρασε εβδομάδες στο ιατρείο της φυλακής.
Κάποια στιγμή, είπε η Σιβρέλ, η φυλακή μπέρδεψε τα αποτελέσματα του τεστ της, δίνοντάς της κατά λάθος αρνητικό αποτέλεσμα και βγάζοντάς την από την απομόνωση. Είπε ότι πέρασε 24 ώρες κυκλοφορώντας στον γενικό πληθυσμό προτού το προσωπικό της φυλακής να συνειδητοποιήσει το σφάλμα του. (Ένας εκπρόσωπος του σωφρονιστικού τμήματος αρνήθηκε να σχολιάσει, επικαλούμενος το απόρρητο της ασθενούς.)
Απαντώντας σε λεπτομερείς ερωτήσεις από την εφημερίδα του Λος Άντζελες, ένας εκπρόσωπος της CALPIA δήλωσε ότι οι υπερωρίες ήταν εθελοντικές. Ο εκπρόσωπος αναγνώρισε ότι εμπορεύματα μεταφέρονταν μεταξύ των φυλακών και ότι δύο διευθυντές είχαν επισκεφτεί και τα δύο ιδρύματα τον Απρίλιο για να παρέχουν “κριτική υποστήριξη”, αλλά ο οργανισμός αρνήθηκε “τη γενίκευση ότι είχαμε προσωπικό να πηγαινοέρχεται συνεχώς”.
Η νόσος στη γυναικεία φυλακή του Τσίνο – η οποία στοίχησε τη ζωή μίας τρόφιμου και ενός υπαλλήλου – δεν μπορεί να αποδοθεί σε καμία συγκεκριμένη αιτία. Οι γυναίκες στη φυλακή και οι υποστηρικτές τους έχουν επικρίνει τους αξιωματούχους που περίμεναν μέχρι τον Μάιο για να κάνουν μαζικά τεστ, καθώς και την αποτυχία των φρουρών να συμμορφωθούν με την απαίτηση για μάσκα σε όλη τη χώρα.
“Φορέστε τη μάσκα σας, κύριε!” φώναξε η Χολ σε έναν αξιωματικό κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνέντευξης.
Όποιος κι αν είναι ο λόγος, το εργοστάσιο ραπτικής αποδείχθηκε εύφορο έδαφος για τον ιό. Από εκεί, δήλωσαν οι εργαζόμενοι, το COVID-19 εξαπλώθηκε στη φυλακή.
Ήταν μια γειτόνισσα που βρήκε την Χολ να κοίτεται στο πάτωμα στο κελί της, αναπνέοντας με δυσκολία και χωρίς να μπορεί να μιλήσει. Είπε ότι κούνησε τα χέρια της προσπαθώντας να σηματοδοτήσει “222” – τον κωδικό της φυλακής για έκτακτη ανάγκη.
Στις 8 Μαΐου, οι διασώστες εισήγαγαν γρήγορα την Χολ στο Κοινοτικό Νοσοκομείο του Ρίβερσαϊντ. Πέρασε εβδομάδες χάνοντας και ξαναβρίσκοντας τις αισθήσεις της, καταπολεμώντας την πνευμονία που σχετίζεται με το COVID-19.
Όταν η Χολ πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο, επέστρεψε στη φυλακή με μια δεξαμενή οξυγόνου. Είχε επίσης αναπτύξει οδυνηρό έρπη και χρειαζόταν ένα πι για να περπατά.
Συνολικά, 352 τρόφιμες και 85 εργαζόμενοι έχουν μολυνθεί από κορονοϊό στη γυναικεία φυλακή του Τσίνο. Σε όλη τη χώρα, οι αρχές των φυλακών λένε ότι δεν παρακολουθούν τις μολύνσεις των φυλακισμένων εργαζομένων ξέχωρα από τον γενικό πληθυσμό, οπότε δεν είναι σαφές πόσοι από τους 15.121 κρατούμενους που έχουν βρεθεί θετικοί εργάζονταν σε εργοστάσια ή άλλες δουλειές.
Σίγουρα, υπάρχουν πολλοί παράγοντες στην εξάπλωση του COVID-19 στις φυλακές. Οι κρατικές φυλακές έχουν υπερβεί τη χωρητικότητα τους, και γεμάτοι κοιτώνες και κελιά καθιστούν αδύνατη την κοινωνική αποστασιωποίηση.
“Τι κρατά τις φυλακές πιο ασφαλείς; Το να έχουν λιγότερα άτομα σε αυτές”, δήλωσε ο Δρ. Στέφανο Μπερτότζι, καθηγητής πολιτικής και διαχείρισης υγείας στην Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϋ. “Πρέπει να επιταχύνουμε τις αποφυλακίσεις”.
Παρόλο που εξακολουθούσε να δυσκολεύεται να αναπνέει και φοβόταν την επαναμόλυνση, η Χολ χρειάστηκε χρήματα για οδοντόκρεμα και σαμπουάν και μια μέρα προσπάθησε να επιστρέψει στη δουλειά. Αλλά ένιωθε πολύ αδύναμη και εγκατέλειψε.
Καθώς οι θερμοκρασίες ανέβηκαν αυτό το καλοκαίρι μέσα στη μη κλιματιζόμενη φυλακή, η Χολ χρησιμοποίησε τα τελευταία από τα χρήματά της για να αγοράσει έναν ανεμιστήρα 49 δολαρίων, ο οποίος χάλασε σχεδόν αμέσως. Χωρίς δουλειά, δεν μπορεί να αγοράσει άλλο.
Το εργοστάσιο σταμάτησε να κατασκευάζει μάσκες την άνοιξη, ανέφεραν οι εργαζόμενοι. Τον τελευταίο καιρό, οι γυναίκες ράβουν τα πορτοκαλί παντελόνια και πουκάμισα που φορούν οι φυλακισμένοι πυροσβέστες της Καλιφόρνια.
Κατά την Χολ, η πανδημία εμβάθυνε περισσότερο την κατανόησή της για το πως έχουν τα πράγματα. Το σύστημα φυλακών, είπε, “μας κρατά ως λεφτόδεντρα”.
Πηγή: LA Times