Ανταπόκριση από Μπουένος Άιρες
Το Σάββατο 4 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε στο κέντρο του Μπουένος Άιρες η Παρέλαση Υπερηφάνειας (Marcha del Orgullo), η μαζικότερη της Λατινικής Αμερικής. Εκατοντάδες χιλιάδες συγκεντρώθηκαν γύρω από την Πλατεία de Mayo σε αναμονή της έναρξης της παρέλασης, χρονικό σημείο όπου συνήθως εκφωνούνται και κάποιοι λόγοι τους οποίους παραδοσιακά δεν ακούει κανένας: η Αργεντινή έχει καθιερώσει όλα τα σχετικά δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ εδώ και χρόνια, οπότε μια μπίρα ή μια ενδιαφέρουσα γνωριμία ήταν στις προτεραιότητες του κοινού. Μέχρι που ένας από τους ομιλητές έριξε το σύνθημα: «No a Milei» (Όχι στον Μιλέι). Το κλίμα άλλαξε μεμιάς, και χιλιάδες άνθρωποι με πάθος διατράνωσαν την αντίθεσή τους στον κύριο Μιλέι. Και αυτό γιατί ο κύριος Μιλέι, ένας ακροδεξιός, αυτοπροσδιοριζόμενος ως «αναρχοκαπιταλιστής», πέρασε στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του Οκτωβρίου και στις 19 Νοεμβρίου ενδέχεται να γίνει ο νέος πρόεδρος της Αργεντινής.
Την αμέσως προηγούμενη ημέρα πραγματοποιήθηκε μπροστά από το Καπιτώλιο μια συγκέντρωση για την Παλαιστίνη με αποτέλεσμα πολλές από τις μεγάλες λεωφόρους για τις οποίες φημίζεται η πόλη να κλείσουν. Λίγες γωνίες πιο κάτω όμως, βρίσκεται υποκατάστημα της Τράπεζας της Αργεντινής και οι τεράστιες ουρές οι οποίες έκαναν το γύρο του τετραγώνου ερχόντουσαν σε αντίθεση με τον άδειο δρόμο δίπλα. Ο λόγος της ατέλειωτης αναμονής είναι η φρενίτιδα που ακούει στο όνομα «δολάριο».
Μια οικονομική κρίση δεκαετιών
Το ζήτημα το έχει θέσει πολύ χαριτωμένα ο Νομπελίστας οικονομολόγος Σάιμον Κούζνετς: «Υπάρχουν 4 τύποι χωρών: οι αναπτυγμένες, οι υπανάπτυκτες, η Ιαπωνία και η Αργεντινή». Πράγματι η Αργεντινή είναι μια ιδιόμορφη περίπτωση. Στις αρχές του 20ου αιώνα η χώρα ήταν ανάμεσα στις πλουσιότερες του πλανήτη και το ΑΕΠ ανά κεφαλή ήταν συγκρίσιμο με αυτά της Γαλλίας και της Γερμανίας. Παρά την επιτυχία όμως, η χώρα σε μεγάλο βαθμό στηρίζονταν στον πρωτογενή τομέα και τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και δεν είχε μπει σε φάση εκβιομηχάνισης. Μια απόπειρα μετά τη Μεγάλη Ύφεση (η οποία δεν επηρέασε ιδιαιτέρως τη χώρα) σταμάτησε από τις λόγχες του στρατού, που με πραξικόπημα ανέτρεψε την κυβέρνηση, εγκαινιάζοντας μια περίοδο πολιτικής αστάθειας και πραξικοπημάτων. Σημαντικό να σημειώσουμε πως η αποτυχία της Αργεντινής να «σπάσει» τα μεγάλα λατιφούντια (όπως έκανε η Αυστραλία και ο Καναδάς) και να δημιουργήσει μια βάση μικρών και μεσαίων καλλιεργητών ήταν καθοριστικής σημασίας, ιδίως όταν ξεκίνησαν τα προβλήματα και έπαψε η μαζική μετανάστευση.
Το 1946 ο Περόν γίνεται πρόεδρος και εγκαινιάζει την εκβιομηχάνιση και μια προστατευτική οικονομική πολιτική με το πρώτο Πενταετές Πλάνο. Εθνικοποιεί τους σιδηροδρόμους, μειώνει οριακά στο μηδέν τις εισαγωγές, ενώ το μακροοικονομικό του πλάνο στοχεύει σε ριζική αναδιανομή του πλούτου. Η οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται (αν και με αργούς ρυθμούς), αλλά η αυξημένη ζήτηση σε αγροτικά προϊόντα οδηγεί σε ένα δεύτερο Πενταετές Πλάνο, το οποίο αυτή τη φορά στοχεύει στην ενίσχυση της αγροτικής παραγωγής. Ο πληθωρισμός έχει κάνει την εμφάνισή του, αλλά ο Περόν κερδίζει και τις εκλογές του ‘52. Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία. Η Εβίτα χαιρετάει στα μπαλκόνια και ο λαός τη λατρεύει (το ‘52 μάλιστα παραλίγο να ήταν υποψήφια αντιπρόεδρος), αλλά η πολιτική του Περόν βυθίζεται στο αίμα με τα δύο πραξικοπήματα του ‘55. Διαδοχικά πραξικοπήματα προσπαθούν να αναιρέσουν τις μεταρρυθμίσεις Περόν, ενώ η επιστροφή του από την εξορία το 1973 σημαδεύτηκε με έκρηξη του πληθωρισμού, όταν προσπάθησε να χρηματοδοτήσει τις πολιτικές του μέσω της υποτίμησης του νομίσματος. Το εγχείρημα έλαβε τέλος όταν ο Περόν πέθανε το 1974 και η Ισαβέλλα Περόν, τρίτη σύζυγός του και διάδοχος του στην προεδρία ανατράπηκε το 1976 από τον Βιδέλα με το αμερικανικής στήριξης πραξικόπημά του.
Η δικτατορία Βιντέλα πέρα από κοινωνική καταστροφή ήταν και οικονομική καταδίκη. Αλλοπρόσαλλες και αλληλοσυγκρουόμενες οικονομικές πολιτικές οδήγησαν σε πληθωρισμό μέσο όρο 300% και αυξήσεις τιμών 20 δισεκατομμύρια φορές (!) στο διάστημα μέχρι το 1991. Εκείνη τη χρονιά ο πρόεδρος Μενέμ, από το κεντροδεξιό τμήμα του Περονισμού, εισαγάγει νεοφιλελεύθερες πολιτικές και ιδιωτικοποιεί σχεδόν όλες τις κρατικές επιχειρήσεις με ευρεία μάλιστα κοινωνική νομιμοποίηση (καθόλου παράδοξο αν σκεφτεί κανείς πως για μια τηλεφωνική σύνδεση από τον αντίστοιχο κρατικό ΟΤΕ, ο καταναλωτής έπρεπε να περιμένει έως και δέκα χρόνια).
Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή. Το 1998 η οικονομία καταρρέει, καθώς δεν μπορεί να διαχειριστεί εξωτερικές κρίσεις, bank run, προγράμματα διάσωσης του ΔΝΤ, λιτότητα, άδειες κατσαρόλες, μια μαγική νύχτα στην Πλατεία de Mayo και ένα ελικόπτερο. Ο γίγαντας λαός απαίτησε ένα τέλος σε αυτόν τον κατήφορο και από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 αρχίζει μια σταδιακή επανεθνικοποίηση υπηρεσιών (π.χ. ταχυδρομεία, υπηρεσία ύδρευσης, αεροδρόμια). Με τη μεγάλη οικονομική κρίση, η Αργεντινή υπό την κεντροαριστερή περονίστρια Κίρχνερ επέστρεψε σε πολιτικές λιτότητας και επιβλήθηκαν εγκαίρως capital controls, που όμως οδήγησαν σε μια παράλληλη αγορά ισοτιμίας δολαρίου (blue rate), αγορά όπου υπάρχει έως και σήμερα.
Στο σήμερα λοιπόν, η Αργεντινή είναι φορτωμένη με υπέρογκο χρέος στο ΔΝΤ και έναν πληθωρισμό που αγγίζει το 133%. Με την αξία του πέσο να κατρακυλά διαρκώς, τις τιμές να ανεβαίνουν, αλλά τους μισθούς να μην τις ακολουθούν, οι πολίτες καταφεύγουν στο δολάριο για να διασφαλίσουν τις αποταμιεύσεις τους. Η χειμαζόμενη οικονομία δέχτηκε και ένα ισχυρό πλήγμα από την κλιματική αλλαγή λόγω υψηλών θερμοκρασιών και ανομβρίας, με τη βασική εξαγωγή της χωράς, τη σόγια, να επηρεάζεται εντόνως. Η δραστική μείωση των εξαγωγών οδήγησε και σε δραστική μείωση στην εισροή ξένου συναλλάγματος, με το διαθέσιμο να καταλήγει κάτω από στρώματα προς διασφάλιση του μέλλοντος των πολιτών. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στο «Κοσμοδρόμιο» η Σίλβια, φοιτήτρια και σερβιτόρα στο ακριβό και τουριστικό Παλέρμο: «Πολλές φορές ζητάω από τους ξένους πελάτες να μου αφήσουν φιλοδώρημα σε δολάρια – το πέσο έχει πιά μηδαμινή αξία. Λίγα ή πολλά, τα δολάρια που μαζεύω είναι τα μόνα που με κάνουν να νιώθω ασφάλεια».
Παράλληλο πρόβλημα είναι η αποφυγή πληρωμής με κάρτα, ενώ το μεγαλύτερο χαρτονόμισμα σε κυκλοφορία είναι τα 1000 πέσο. Αποτέλεσμα: μια αγορά προϊόντος εισαγωγής (π.χ. ρούχα ή ηλεκτρονικά) να κοστίζει πολλές φορές εκατοντάδες χιλιάδες πέσο και ο καταναλωτής να πρέπει να κυκλοφορεί με μικρά τουβλάκια χαρτονομισμάτων.
Θυμός, αγανάκτηση και στο βάθος εκλογές
Όπως καταλαβαίνουμε, η καθημερινότητα είναι υψηλών απαιτήσεων για τους κατοίκους της Αργεντινής. Οι οικονομικές πιέσεις αρχίζουν και συνοδεύονται από κοινωνικές, με τα φτωχά προάστια του Μπουένος Άιρες, όπως και μεγάλες περιοχές της ομώνυμης αχανούς πολιτείας γύρω από την πρωτεύουσα, να γίνονται πεδίο συγκρούσεων συμμοριών και εστίας εγκληματικότητας. Σε αυτές τις περιοχές από νωρίς το απόγευμα οι κάτοικοι κλείνονται στα σπίτια τους ενώ τα καταστήματα, προς διαφύλαξη του ταμείου, λειτουργούν με κατεβασμένα ρολά και εξυπηρετούν από παραθυράκια τους πελάτες τους.
Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, η Αργεντινή καλείται στις κάλπες στις 19 Νοεμβρίου να εκλέξει έναν πρόεδρο που θα βγάλει τη χώρα από το χάος. Η πολιτική αυτή μάχη συνήθως αφορούσε τις δύο πτέρυγες με αναφορές στον Περονισμό, την κεντροδεξιά και την κεντροαριστερή. Η αγανάκτηση του κόσμου, όμως, έφερε ανατροπές στις προκριματικές εκλογές του Οκτωβρίου.
Η κεντροδεξιά υποψήφια Πατρίσια Μπούλριχ, του Juntos por el Cambio (Μαζί για την Αλλαγή), κατέβηκε με μήνυμα την ασφάλεια και την τάξη, με γιγάντιες μαρκίζες να ορθώνονται πάνω από τις φαβέλες πέριξ της πρωτεύουσας φέρουσες το σύνθημα «Για μια χώρα σε τάξη»: μήνυμα που τελικά δεν έπεισε και η υποψήφια έμεινε στην τρίτη θέση με ποσοστό 23,81%. Η ανατροπή ήταν ιστορική, αλλά είχε προβλεφθεί από όλες τις δημοσκοπήσεις. Η μάχη πλέον θα δοθεί ανάμεσα στον περονιστή κεντροαριστερό, πρώην υπουργό Οικονομικών, Σέργιο Μάσα (ο οποίος έχει την υποστήριξη της πρώην προέδρου Κίρχνερ) και το νέο αστέρι της αργεντίνικης πολιτικής σκηνής, οικονομολόγο και τηλεπαρουσιαστή Χαβιέρ Μιλέι.
O Σέργιο Μάσα, υποψήφιος με το Frente de Todos (Μέτωπο Όλων) είναι παλιός γνώριμος των Αργεντινών και μάλλον μια άνευρη προσωπικότητα. Ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ως δήμαρχος του Τίγρε, μεταπήδησε στην κεντρική πολιτική σκηνή ως βουλευτής, αλλά από το 2015 δεν τα πάει καλά με τις εκλογές. Εκείνη τη χρονιά διεκδίκησε ανεπιτυχώς το προεδρικό χρίσμα, ενώ το 2017 απέτυχε να εκλεγεί γερουσιαστής στην περιφέρεια στην οποία είχε διατελέσει δήμαρχος. Παρόλα αυτά, επειδή κανείς δεν πάει χαμένος, διορίστηκε σε διάφορες κυβερνητικές θέσεις μέχρι που το 2022 έγινε υπουργός Οικονομικών. Με την υποστήριξη των περονιστών και της Κίρχνερ, πέτυχε να είναι υποψήφιος πρόεδρος στις τωρινές εκλογές, στον πρώτο γύρο των οποίων κατάφερε να συγκεντρώσει το 37% των ψήφων και την πρώτη θέση. Ο Μάσα εκπροσωπεί μια συνέχεια των πολιτικών επιλογών της Κίρχνερ, προσβλέπει στον θετικό αντίκτυπο της συμμετοχής της Αργεντινής στους BRICS, αλλά ταυτόχρονα εκπροσωπεί το κατεστημένο πολιτικό σύστημα, με μια ακατάσχετη προεκλογική παροχολογία και γενναιόδωρες επεκτάσεις και αυξήσεις επιδομάτων σε ευάλωτους πληθυσμούς.
Στον αντίποδα, ο Χαβιέρ Μιλέι εκπροσωπεί μια τάση στα πολιτικά τεκταινόμενα της Δύσης: τη τάση του Τραμπισμού. Ακραία νεοφιλελεύθερος, αναρχοκαπιταλιστής, προσβλέπει σε πλήρη ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων και υπηρεσιών, αναγνωρίζοντας πως μόνο η ασφάλεια και η δικαιοσύνη πρέπει να μείνουν υπό κρατικό έλεγχο. Κάθε δημόσια τοποθέτησή του είναι κυριολεκτικά παραληρηματική και ένα σφοδρό «κατηγορώ» στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Αποκαλεί το αργεντίνικο πέσο «σκουπίδι», καθότι δημιούργημα των πολιτικών, και πριμοδοτεί τη δολαριοποίηση, δηλαδή τη σύνδεση πέσο-δολαρίου με ισοτιμία 1-1. Η πρόταση αυτή είναι που έχει κερδίσει τον κόσμο και την επιβράβευσε με ποσοστό 30% στις εκλογές του Οκτωβρίου και τη δυνατότητα να διεκδικήσει την προεδρία. Πρόταση όμως που προκαλεί τρόμο στους οικονομολόγους, με 170 να εξηγούν γιατί αυτό δεν είναι καλή ιδέα, καθώς θα αφαιρούσε τη δυνατότητα ευέλικτης δημοσιονομικής πολιτικής και τα αποτελέσματα σε άλλες χώρες που το δοκίμασαν δεν είναι ακριβώς θετικά. Ταυτόχρονα ο Μιλέι τίθεται κατά του δικαιώματος των αμβλώσεων, ενώ (και εξαιρετικά σημαντικό για την Αργεντινή) έχει ανοίξει πόλεμο με τον πάπα Φραγκίσκο και την Καθολική Εκκλησία (η οποία έχει μεγάλη επιρροή ειδικά στις φαβέλες αλλά και στον γενικό πληθυσμό), στολίζοντας τον λεγόμενο «Πάπα των φτωχών» ως «βρωμερό κομμουνιστή».
Ο κύριος Μιλέι δεν σταματά εκεί όμως. Προτείνει τη δημιουργία αγοράς ανθρωπίνων οργάνων, καλοβλέπει ως υποθετικό σενάριο την αγοραπωλησία παιδιών ενώ, καθόλου απροσδόκητα, έχει υπάρξει απολογητής της δικτατορίας Βιδέλα, υποστηρίζοντας πως οι αναφερόμενοι αριθμοί των θυμάτων της είναι υπερβολικοί. Τέλος, αλλά πολύ σημαντικό, ο Μιλέι είναι αντίθετος με τη συμμετοχή της Αργεντινής στους BRICS, αυτό το τόσο σημαντικό εγχείρημα, το οποίο θα μπορούσε να συμβάλλει αποφασιστικά στην ανακούφιση της αργεντίνικης οικονομίας.
Οι εμφανίσεις του Χαβιέρ Μιλέι, οι οποίες και θυμίζουν επικίνδυνα ψυχωτικά επεισόδια, μαζί με τις ακραίες θέσεις του, δεν φαίνεται να προβληματίζουν τους ψηφοφόρους, οι οποίοι θέλουν να τιμωρήσουν το πολιτικό κατεστημένο, σε μια ανάλογη συμπεριφορά με τους Αμερικανούς και τους Βραζιλιάνους. Σημαντική η διαφορά όμως είναι πως την περίπτωση Μιλέι την αγκαλιάζουν και τμήματα του πολιτικού συστήματος, όπως και διάφορα κέντρα των ΗΠΑ. Ήδη η κεντροδεξιά Μπούλριχ έχει δηλώσει την υποστήριξη της στον Αργεντινό Τραμπίσκο, καθώς «η χώρα έχει ανάγκη αλλαγής και ανανέωσης». Στην υποστήριξη Μπούλριχ πρέπει να προσθέσουμε και τη στήριξη από τον πρώην κεντροδεξιό πρόεδρο Μαουρίσιο Μάκρι, χρίσματα που επιτρέπουν στον Χαβιέρ να μπεί με αξιώσεις στον δεύτερο γύρο της 19ης Νοεμβρίου. Ο υποψήφιος πρόεδρος υποστηρίζει πως «δεν υπάρχουν ανταλλάγματα» και πως «η υποστήριξη τους ήταν αυθόρμητη». Ήδη, οι δημοσκοπήσεις μέχρι την Κυριακή 5 Νοεμβρίου δίνουν στον Μιλέι προβάδισμα 1% ενώ η AtlasIntel το ανεβάζει στο 4%. Δεν είναι ακόμη ξεκάθαρη ποια θα είναι η στάση του κόμματος της Αριστεράς FIT-U (συνασπισμός τριών τροτσκιστικών κομμάτων, με μεγάλη απεύθυνση στους αυτόχθονες πληθυσμούς), το οποίο και έλαβε 2,7% στις τελευταίες εκλογές.
Αν και η Αργεντινή είναι αρκετά μακριά από τη γειτονιά μας, στη χώρα αυτή θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε πολλά δικά μας προβλήματα και να διδαχθούμε από αυτήν. Ταυτόχρονα, μια επικράτηση του Μιλέι θα σήμανε και μια ανακατάταξη για τους BRICS – ανακατάταξη που κάποια από τα μέλη ίσως και να έβλεπαν θετικά, καθώς η Αργεντινή δεν είχε και πολλά να συνεισφέρει στο εγχείρημα. Σε κάθε περίπτωση όμως, το γόητρο των BRICS θα μειωνόταν, καθώς ο λαός της Αργεντινής θα απέρριπτε αυτή τη διέξοδο. Τέλος, κάθε νίκη νεοφιλελεύθερων καθαρμάτων, του διανοητικού μάλιστα επιπέδου του Μιλέι, αποτελεί και ήττα για όλους μας και επιβάρυνση των παγκόσμιων συσχετισμών. Το δίλημμα «Περονισμός ή χάος» όσο υπαρκτό και αν είναι σήμερα, είναι από αυτά με τα οποία κανένας λαός δεν θα έπρεπε να βρίσκεται αντιμέτωπος.