«Χώρα της χρονιάς» για το 2023 για τις οικονομίες «του πλούσιου κόσμου» ανέδειξε το βρετανικό περιοδικό The Economist την Ελλάδα, με το «επιχείρημα» πως από το χείλος της κατάρρευσης που βρισκόταν πριν περίπου μία δεκαετία, κατάφερε να θεσπίσει «σκληρές, λογικές, οικονομικές μεταρρυθμίσεις» και να ανασυγκροτηθεί το κοινωνικό «συμβόλαιο», προσπερνώντας πιθανώς ως μικρή ενοχλητική «λεπτομέρεια» την φτωχοποίηση του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού λαού και τις συνεχείς εκπτώσεις στην ποιότητα ζωής, στις κοινωνικές υπηρεσίες υγείας και παιδείας, στις υποδομές πρόνοιας και στην πλήρη εγκατάλειψη των σκληρά εργαζόμενων Ελλήνων στα «αρπακτικά» της «ελεύθερης αγοράς».
Οι ευφάνταστοι συντάκτες του άρθρου επιχειρούν στη συνέχεια να εξηγήσουν τα κριτήρια βάσει των οποίων αναγορεύουν μία «πλούσια χώρα» σε χώρα της χρονιάς:
«Από τότε που αρχίσαμε να ονομάζουμε τις χώρες της χρονιάς το 2013, επιδιώξαμε να αναγνωρίσουμε κάτι διαφορετικό: τον τόπο που έχει βελτιωθεί περισσότερο. Η αναζήτηση ενός φωτεινού σημείου σε έναν ζοφερό κόσμο οδήγησε κάποιους από το προσωπικό μας σε απόγνωση και πρότεινε τη Χώρα της Μπάρμπι, τη φανταστική ροζ ουτοπία ενός χολιγουντιανού blockbuster. Αλλά στην πραγματική ζωή, υπάρχουν δύο σύνολα χωρών που αξίζουν αναγνώριση το 2023».
Στην πρώτη ομάδα χωρών βάζει χώρες όπως η Ουκρανία που εκτιμά πως «συνέχισε γενναία των αγώνα» ενάντια στη Ρωσία «παρά τις ταλαντεύσεις των δυτικών υποστηρικτών της».
Στη δεύτερη ομάδα βάζει χώρες που υπερασπίστηκαν τη δημοκρατία ή τις φιλελεύθερες αξίες στο εσωτερικό της, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτές την «εύθραυστη, πληγωμένη από τον πόλεμο Λιβερία» που κατάφερε μια «ειρηνική μεταβίβαση» εξουσίας και το Ανατολικό Τιμόρ, που διατηρεί τη φήμη του «για το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ελευθερία του Τύπου».
Αναλύοντας την περίπτωση της Βραζιλίας ως πιθανής «χώρας της χρονιάς» για το 2023, ο Economist αναγνωρίζει πως επέστρεψε «στη μετριοπάθεια μετά από έναν περίπατο στην άγρια πλευρά», ορκίζοντας έναν κεντροαριστερό πρόεδρο, τον Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, μετά από τέσσερα χρόνια ψεύτικου λαϊκισμού υπό τον Ζαΐρ Μπολσονάρου». Μολονότι αναγνώρισε πως ο νέος Πρόεδρος της Βραζιλίας αποκατέστησε γρήγορα την κανονικότητα στη χώρα και σταμάτησε το ρυθμό αποψίλωσης των δασών του Αμαζονίου κατά 50% «εντούτοις αμαυρώθηκε το εντυπωσιακό ρεκόρ» από τη συνήθεια «του Λούλα να καλοπιάνει τον κύριο Πούτην και τον δεσπότη της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο».
Και μετά από όλα αυτά αναγορεύει την Ελλάδα «χώρα της χρονιάς» εξηγώντας γιατί:
«Έτσι μένει ο νικητής μας, η Ελλάδα. Δέκα χρόνια πριν, ήταν σακατεμένη από μια κρίση χρέους και γελοιοποιήθηκε από τη Wall Street. Τα εισοδήματα είχαν καταρρεύσει, το κοινωνικό συμβόλαιο είχε φθαρεί και τα εξτρεμιστικά κόμματα της αριστεράς και της δεξιάς οργίαζαν. Η κυβέρνηση έγινε τόσο απελπισμένη που αγκαλιάστηκε με την Κίνα και αργότερα πούλησε το κύριο λιμάνι της, τον Πειραιά, σε κινεζική εταιρεία. Σήμερα η Ελλάδα απέχει πολύ από το να είναι τέλεια. Ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα τον Φεβρουάριο αποκάλυψε τη διαφθορά και τις κακοτεχνίες στις υποδομές- ένα σκάνδαλο υποκλοπών και η κακομεταχείριση των μεταναστών έδειξαν ότι οι πολιτικές ελευθερίες μπορούν να βελτιωθούν.
Αλλά μετά από χρόνια επώδυνης αναδιάρθρωσης, η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή της ετήσιας κατάταξής μας για τις οικονομίες του πλούσιου κόσμου το 2023. Η κεντροδεξιά κυβέρνησή της επανεξελέγη τον Ιούνιο. Η εξωτερική της πολιτική είναι φιλοαμερικανική, φιλοευρωπαϊκή και επιφυλακτική απέναντι στη Ρωσία. Η Ελλάδα δείχνει ότι από το χείλος της κατάρρευσης είναι δυνατόν να θεσπιστούν σκληρές, λογικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, να ανασυγκροτηθεί το κοινωνικό συμβόλαιο, να επιδειχθεί συγκρατημένος πατριωτισμός – και να κερδίσει και τις εκλογές. Με τον μισό Κόσμο να πρόκειται να ψηφίσει το 2024, οι απανταχού δημοκράτες θα πρέπει να δώσουν προσοχή».
Πώς αντέδρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Το άρθρο του περιοδικού έγινε «βούτυρο στο ψωμί» του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με το που αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο, κάνοντας λόγο για «αναγνώριση των προσπαθειών του ελληνικού λαού».
«Πριν από μερικά χρόνια, ποιος θα περίμενε ότι η Ελλάδα θα αναδεικνυόταν @TheEconomist ως χώρα της χρονιάς; Κι όμως αυτό ακριβώς συνέβη. Μια αναγνώριση των προσπαθειών του ελληνικού λαού, των συνεχιζόμενων μεταρρυθμίσεων και της προόδου της χώρας μας», σχολίασε ο πρωθυπουργός.