Το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών ήταν από τις λίγες εκπλήξεις στην πολιτική ζωή της Ε.Ε. των τελευταίων ετών. Όχι τόσο μεγάλη έκπληξη όσο το «Όχι» στο δημοψήφισμα του 2015 αλλά σίγουρα ένα πολύ θετικό ξάφνιασμα.
Όπως κάθε έκπληξη, όπως κάθε απρόσμενο γεγονός προκαλεί πολωτικές αντιδράσεις. Από τη μια υπάρχει όλο το φάσμα απαισιοδοξίας, με χαρακτηριστικά παραδείγματα στην Ελλάδα το ΚΚΕ και ένα τμήμα του αριστερισμού. Κινούμενοι από το ότι τίποτα δεν αλλάζει μέχρι το ότι θα αλλάξουν ελάχιστα, οι απαισιόδοξοι έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να επιβεβαιωθούν στατιστικώς (συνήθως τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως θα θέλαμε) αλλά ταυτοχρόνως η ανάλυσή τους είναι η πλέον λανθασμένη με όρους οποιασδήποτε σχεδόν εκδοχής αριστερής ανάλυσης.
Αυτό που συνέβη στη Γαλλία είναι μια ευμεγέθης ρωγμή στην «κανονικότητα» του συστήματος εξουσίας. Η Γαλλία αποτελεί εδώ και καιρό το κατεξοχήν πρότυπο της παγίδευσης του λαού στο δίπολο μεταξύ αυταρχικής, νεοφιλελεύθερης δεξιάς με φιλελεύθερη καταγωγή που εμφανίζεται ως κέντρο και αυταρχικής, νεοφιλελεύθερης δεξιάς με πιο παραδοσιοκρατική (έως και φασιστική) καταγωγή που εμφανίζεται ως ακροδεξιά. Κάτω από μια κοινή ομπρέλα Αμερικανοκρατίας (η Λεπέν ενόψει κυβέρνησης είχε ήδη αρχίσει τις κυβιστήσεις) και νεοφιλελευθερισμού (με την προοπτική της νεοφιλελεύθερης πολεμικής οικονομίας να διανοίγεται) για τον γαλλικό λαό η πρόβλεψη ήταν να βρίσκεται σε έναν διαρκή εγκλωβισμό, έως ότου η ακροδεξιά να καταστεί η αναπόφευκτη λύση όπως συνέβη και στην Ιταλία.
Το γεγονός λοιπόν ότι μια εκδοχή (κέντρο)αριστερού μετώπου έκανε την έκπληξη και αναίρεσε το συστημικό δίπολο σε μια χώρα μάλιστα όπως η Γαλλία και εν μέσω παγκοσμίου πολέμου έχει εν δυνάμει πολύ μεγαλύτερες θετικές επιπτώσεις από όσες συλλαμβάνουμε σήμερα.
Αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έδωσε ελπίδες σε λαούς σε όλο τον κόσμο (τις οποίες με χυδαίο τρόπο διέψευσε μετά) η νίκη του νέου λαϊκού μετώπου έχει διαπεράσει κόμματα, κινήσεις, επιχειρηματικούς κύκλους και το βαθύ κράτος της Ουάσιγκτον σαν ηλεκτρικό ρεύμα. Όχι διότι αγνοούν πως κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος του αποτελείται από εντελώς συστημικές δυνάμεις, εξίσου ελεγχόμενες από τις ΗΠΑ και σχεδόν εξίσου νεοφιλελεύθερες με τον Μακρόν αλλά γιατί δεν αποτελείται μόνο από τέτοιες δυνάμεις και επειδή το σύστημα εξουσίας απεχθάνεται τον απρόβλεπτο παράγοντα και την αστάθεια, ιδίως εν μέσω πολέμου.
Η ίδια η κυβερνητική αστάθεια την οποία προσπαθεί να αποσοβήσει ο Μακρόν, η ανάγκη του να προβεί σε τακτικισμούς (οι οποίοι δεν πρέπει να εκπλαγούμε αν λάβουν ακόμα και πολιτικώς πραξικοπηματικά χαρακτηριστικά) η ανασφάλεια των Ουκρανών και των Ισραηλινών (ιδίως οι τελευταίοι μισούν τον Μελανσόν), η ταραχή των Βρυξελλών, η ανοιχτή εχθρότητα της γαλλικής μεγαλοαστικής τάξης αποτελούν μερικές από τις απτές αποδείξεις ότι το σύστημα εξουσίας στη Γαλλία δεν περίμενε αυτήν την εξέλιξη και (το κυριότερο) ότι η κοινωνική αστάθεια που σοβεί εδώ και δεκαετίες διεισδύει και στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Αυτό ακριβώς ως θετική δυνατότητα (μαζί με την αρνητική, δηλαδή την παρεμπόδιση της Λεπέν και την αναίρεση του διπόλου στο οποίο αναφερθήκαμε) διείδε ο γαλλικός λαός και συμμετείχε πιο μαζικά από ό,τι άλλες φορές στις εκλογές αυτές. Ναι, δεν τρέμει το σύστημα εξουσίας στη Γαλλία από αυτήν την εξέλιξη. Αλλά έχει υποστεί ρωγμές. Κανένα σύστημα εξουσίας δεν πέφτει χωρίς να έχουν προηγηθεί ρωγμές αποσταθεροποίησής του. Όποιος μέχρι να το δει να γκρεμίζεται κάνει ότι δεν βλέπει αυτές τις ρωγμές και δεν τις επιβραβεύει είναι αναλυτικώς ανεπαρκής (για να το θέσουμε πολύ ευγενικώς).
Από την άλλη υπάρχει η αφελής εκδοχή. Μια ακατάσχετη θριαμβολογία και κυρίως μια (όπως πάντα εύκολη) αντιγραφολογία. Το νέο λαϊκό μέτωπο (όπως και το παλιό) είναι γεμάτο από εσωτερικές αντιθέσεις ακόμα και αντιφάσεις. Δεν θα μπορούσε να είναι και αλλιώς καθότι όχι μόνο οι ιδεολογικές και προγραμματικές διαφορές στο εσωτερικό του είναι μεγάλες αλλά επιπλέον μετράει λίγες εβδομάδες ζωής μόνο.
Στην πραγματικότητα, στο εσωτερικό του ορισμένες δυνάμεις βρίσκονται ιδεολογικώς πιο κοντά στον Μακρόν παρά στον Μελανσόν. Επιπλέον, ενώ από τη μια είναι θετικό ότι η πλέον ριζοσπαστική δύναμη στο εσωτερικό του είναι και η πλειοψηφική, από την άλλη, θεοί και δαίμονες θα πέσουν πάνω του προκειμένου ο πρωθυπουργός που θα προκύψει να μην είναι ο Μελανσόν αλλά και να περιοριστεί ο ρόλος του και η επιρροή του όσο το δυνατόν περισσότερο. Θα δούμε πολλά παιχνίδια από τον Μακρόν, τις Βρυξέλλες, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ, την ολιγαρχία και το διεθνές κεφάλαιο προκειμένου να υπάρξουν εσωτερικές διασπάσεις ακόμα και αποστασίες ούτως ώστε να απομονωθούν οι πλέον ριζοσπαστικές εκδοχές.
Τα σχέδια είναι πολλά και έχουν δοκιμαστεί πολλές φορές: κυβερνήσεις αποστατών με την επίσημη δεξιά, κυβέρνηση της πρώτης παράταξης αλλά με αδυναμία να ασκήσει την πολιτική της με αποτέλεσμα την παράλυση και την απαξίωσή της, αλλοίωση της κυβερνητικής πολιτικής ώστε να αποδειχτεί εξίσου δεξιά με τους προκατόχους της προκειμένου να απογοητευθεί η εκλογική και κοινωνική της βάση. Όλα θα τα δοκιμάσουν, όλα θα αποπειραθούν να τα κάνουν. Κάποιες από αυτές τις μεθοδεύσεις μάλλον θα βρουν ευήκοα ώτα σε τμήματα της κυβερνητικής παράταξης. Ο ίδιος ο Μακρόν θα ασκεί με όσο πιο αυταρχικό τρόπο τα προεδρικά του προνόμια ενώ τα δύο ακανθώδη ζητήματα είναι εδώ: τι θα κάνει μια κυβέρνηση του νέου λαϊκού μετώπου ως προς τη Ρωσία και τι θα κάνει ως προς τη γαλλική ολιγαρχία σε ό,τι αφορά τον πλούτο της και τα μέσα παραγωγής. Σε τέτοια ζητήματα μπορεί κανείς να αναμένει σύγκρουση της Ανυπότακτης Γαλλίας με εταίρους της, όπως είναι το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνούμε και κάτι άλλο: σε επίπεδο ποσοστών επί των ψήφων, το κόμμα της Λεπέν ήρθε πρώτο με 37,1% και με πάνω από 10 μονάδες διαφορά από το νέο λαϊκό μέτωπο. Είναι το εκλογικό σύστημα εκείνο που της την στέρησε στη Βουλή. Είναι και εξ αυτού του λόγου που η ίδια δεν έδειξε ιδιαιτέρως να πτοείται, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι δεν υπέστη πλήγμα (παρότι κατά μία έννοια γλύτωσε από έναν επόμενο εσωκομματικό της αντίπαλο).
Η αριστερά κέρδισε πλειοψηφία στη Βουλή αλλά όχι στο εκλογικό σώμα. Η υπόνοια δε, ότι το ίδιο μπορεί να γίνει στην Ελλάδα και μάλιστα μέσα από μια άθροιση ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ συνιστά αφέλεια. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει το αντίστοιχο του Μελανσόν και του κόμματός του. Δεν υπάρχει καν άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ στις αριστερές τους πτέρυγες οι οποίες έφυγαν λόγω μνημονίων μέχρι και σήμερα που γράφονται αυτές οι γραμμές.
Επιπλέον η ίδια η θέση της Ελλάδας και του Ελληνισμού είναι διαφορετική. Η Γαλλία είναι μια καπιταλιστική μητρόπολη σε υποχώρηση αλλά διατηρεί κάποια στοιχεία εθνικής κυριαρχίας. Εξ ου και το «Όχι» του λαού της στο προτεινόμενο τότε Ευρωσύνταγμα είχε γίνει σεβαστό. Η Ελλάδα αποτελεί μια ιδιότυπη αποικία και επομένως οι αστικοδημοκρατικοί θεσμοί είναι πολύ πιο αδύναμοι, επομένως και τα ίδια τα κόμματα. Το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ που τίθεται σε εκκαθάριση περίπου εν λειτουργία είναι χαρακτηριστικό. Το ΚΚΕ είναι σταθερά εναντίον κάθε τέτοιου είδους συνεργασίας και η υπόλοιπη αριστερά βρίσκεται βυθισμένη σε βαθιά αδιέξοδα. Με άλλα λόγια οι ρωγμές σήμερα στο ελληνικό πολιτικό τοπίο ανοίγουν περισσότερα μέσα από την κρίση των ίδιων των παραδοσιακών κομμάτων παρά μέσα από τη συνεργασία τους. Επίσης το πρόταγμα της εθνικής και λαϊκής απελευθέρωσης είναι το πρωτεύον και όχι η μάχη κατά της ακροδεξιάς.
Σε κάθε περίπτωση μπορούμε να είμαστε πιο αισιόδοξοι. Όχι αφελείς. Οι ρωγμές ανοίγουν. Φυσικά μπορεί να δούμε τον Μακρόν να βάζει στο χέρι την αριστερά. Μπορεί να δούμε την αριστερά να ταπεινώνεται. Μπορεί να δούμε λίγες ρήξεις. Μπορεί όμως η ίδια η εντροπία του συστήματος εξουσίας να μας εκπλήξει. Το τι θα γίνει με τις ρωγμές που ανοίγουν είναι αμφίβολο. Αλλά και αυτό από μόνο του αποτελεί λόγο να αισιοδοξούμε και να αγωνιστούμε.