Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τζίμι Κάρτερ το είπε το 2015 με τον πλέον εύγλωττο τρόπο: «Τώρα είναι απλώς μια ολιγαρχία με απεριόριστη πολιτική δωροδοκία. Αυτή είναι η ουσία για να είναι κανείς υποψήφιος πρόεδρος ή για να εκλεγεί πρόεδρος. Και το ίδιο ισχύει και για τους κυβερνήτες, τους γερουσιαστές και τα μέλη του Κογκρέσου των ΗΠΑ …». Αναφερόταν στο πολιτικό σύστημα στις ΗΠΑ. Τα παραπάνω δεν ισχύουν μόνο στις ΗΠΑ αλλά ισχύουν κατεξοχήν στις ΗΠΑ. Στην τρέχουσα συζήτηση διόλου τυχαία συγχέονται συχνά οι εκλογές με τη δημοκρατία. Σε μια δημοκρατία υπάρχουν εκλογές αλλά όπου λαμβάνουν χώρα εκλογές δεν υπάρχει απαραιτήτως δημοκρατία.
Εν προκειμένω όμως δε θέλουμε να σταθούμε μόνο στη δήλωση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ αλλά σε μια ακόμα υπόθεση η οποία αποδεικνύει πόσο διεφθαρμένο είναι το σύστημα εξουσίας στις ΗΠΑ αλλά και πώς αυτή η διαφθορά διαμορφώνει τις επιλογές των ΗΠΑ στην εξωτερική τους πολιτική. Πριν από λίγες ημέρες, στον ιστότοπο The Intercept δημοσιεύτηκε ένα άρθρο με τίτλο «Πώς διαμορφώνει η AIPAC την Ουάσιγκτον; Παρακολουθήσαμε κάθε δολάριο».
Η AIPAC ή αλλιώς «American Israel Public Affairs Committee» αποτελεί το πιο ισχυρό ή τουλάχιστον το πιο γνωστό Ισραηλινό, δηλαδή σιωνιστικό λόμπι στις ΗΠΑ. Εν μέσω πολέμου και γενοκτονίας εναντίον των Παλαιστινίων, η σημασία του καθίσταται παραπάνω από προφανής. Η AIPAC λοιπόν από τις ενδιάμεσες εκλογές του 2022 και έπειτα αποφάσισε χάρη στον πακτωλό χρημάτων που λαμβάνει από μεγιστάνες του πλούτου και λογής «ευαγή ιδρύματα» να αρχίσει να «επενδύει» χρήματα απευθείας σε πολιτικές καμπάνιες. Με άλλα λόγια από την κάπως πιο καλυμμένη δουλειά να περάσει στη μετωπική. Η λογική της AIPAC είναι να χρησιμοποιήσει τα κεφάλαιά της προκειμένου να ηττηθούν τα μέλη του Κογκρέσου που έχουν επικρίνει το Ισραήλ και τη στρατιωτική χρηματοδότηση των ΗΠΑ προς το Ισραήλ. Έτσι, μέσα σε μόλις δύο χρόνια, έχει γίνει ένα από τα ισχυρότερα λόμπι συγκεκριμένα για τις εκλογές του Κογκρέσου με βάση τα κεφάλαια που δίνει και τις επιτυχίες που σημειώνει.
Και αν νομίζετε ότι η AIPAC προσπαθεί να κρυφτεί ως προς τον ρόλο της, κάνετε λάθος: όπως το Ισραήλ διαφημίζει τις γενοκτονικές πολιτικές του (ασχέτως του αν απαιτεί να μην αποκαλούνται έτσι και να δικαιολογούνται) έτσι και η AIPAC διαφημίζει όσο μπορεί τα «κέρδη» από το να είναι κανείς άνθρωπός της. Μετά από κάθε νίκη υποψηφίου της αναρτά στο X: «Being pro-Israel is good policy and good politics!»
Η AIPAC σημειώνει όντως τη μια επιτυχία μετά την άλλη. Με τόσα λεφτά δεν είναι και δύσκολο σε μια ολιγαρχία του πλούτου άλλωστε. Χαρακτηριστικό είναι ότι μαζί με μια ακόμα οργάνωση του σιωνιστικού λόμπι, τη Δημοκρατική Πλειοψηφία για το Ισραήλ, νίκησαν τους Άντι Λέβιν, D-Mich., και Μαρί Νιούμαν, οι οποίοι είχαν ασκήσει κριτική στην άνευ όρων στρατιωτική ενίσχυση του Ισραήλ από τις ΗΠΑ. Μάλιστα με την εκστρατεία για την ήττα του Λέβιν η AIPAC ενίσχυσε την εκστρατεία φίμωσης της κριτικής προς το Ισραήλ, ακόμη και από Εβραίους που είναι μέλη του Κογκρέσου. Εν μέσω γενοκτονίας και αυξανόμενης κατακραυγής, η AIPAC ανακοίνωσε ότι μέσω του United Democracy Project και του AIPAC PAC, θα ξοδέψει 100 εκατομμύρια δολάρια για τις εκλογές, περίπου δηλαδή το ένα έκτο αυτού που είχαν ξοδέψει όλα τα λόμπι μαζί, για τις προεδρικές εκλογές του 2020.
Από τις 469 έδρες που κρίνονται σε επανεκλογή φέτος, η AIPAC έχει «επενδύσει» σε περισσότερο από το 80%: 389 συνολικά. Πρόκειται για 363 έδρες στη Βουλή των Αντιπροσώπων και 26 στη Γερουσία.
Φυσικά, για όλους έχει ο «μπαχτσές»: Ρεπουμπλικανούς, Δημοκρατικούς και Ανεξάρτητους. 233, 152 και 3 αντιστοίχως. Εκατοντάδες οι υποψήφιοι που προστρέχουν στο ταμείο της.
Μάλιστα, ενώ η AIPAC υποστήριξε περισσότερους Ρεπουμπλικανούς παρά Δημοκρατικούς, ξόδεψε περισσότερα για τους «δικούς της» Δημοκρατικούς υποψηφίους. Η AIPAC έχει πετύχει να συρρικνώσει τον αριθμό όσων ασκούν κριτική στο Ισραήλ και συνεχίζει.
Η λίστα με τα χρήματα που δίνει προκαλεί ζάλη. Το ζήτημα στον πυρήνα του είναι κολοσσιαίο και εξηγεί πώς και γιατί οι ΗΠΑ δεν είναι δημοκρατία. Δεν φταίνε ούτε οι Ρώσοι, ούτε οι Κινέζοι, ούτε οι Ιρανοί, όπως τα συστημικά ΜΜΕ διακηρύσσουν: η κυριαρχία του χρήματος, η απροκάλυπτη διαφθορά που βρίσκεται στην καρδιά του αμερικανικού συστήματος εξουσίας κατάπιε την (όποια) φιλοδοξία για δημοκρατία στις ΗΠΑ εδώ και πολύ καιρό, με αποτέλεσμα (μεταξύ άλλων) μια οργάνωση που καταφανώς υπηρετεί τα συμφέροντα ενός άλλου κράτους, του Ισραήλ, να ρυθμίζει σε μεγάλο βαθμό τις εκλογές στη νομοθετική λειτουργία των ΗΠΑ, ενώ ταυτοχρόνως διαδραματίζει μείζονα ρόλο και στις προεδρικές εκλογές. Η πολιτική των ΗΠΑ είναι η πολιτική που αγοράζουν τα ισχυρότερα εταιρικά συμφέροντα.
Φυσικά δεν πρόκειται μόνο για την AIPAC. Όπως ήδη υπονοήσαμε πιο πριν, τα λόμπι έδωσαν περίπου 600 εκ. δολάρια στις προεδρικές εκλογές του 2020. Μάλλον με κάτι τέτοια ποσά στο τραπέζι (πάνω ή κάτω, δεν κάνει πολύ μεγάλη διαφορά) καταλαβαίνει κανείς γιατί το σύστημα στις ΗΠΑ είναι σαφώς ολιγαρχία. Είναι απλώς αδύνατο να ανταγωνιστείς εντός αυτού του συστήματος και μάλιστα σε βάθος χρόνου εκείνες και εκείνους που μπορούν να αγοράσουν μέσα ενημέρωσης, σελέμπριτις, ειδικούς κάθε είδους, αξιωματούχους κλπ.
Στις ΗΠΑ λοιπόν θα έχουν εκλογές και μάλιστα σημαντικές. Θα έχουν πολύ σόου γύρω από αυτές τις εκλογές. Μπορεί να έχουν ακόμα και εσωτερικές συγκρούσεις. Αλλά δημοκρατία δεν έχουν και χωρίς αλλαγή συστήματος ούτε θα έχουν στο μέλλον.