Η πολωτική εικόνα στην αναμέτρηση των δύο βασικών υποψηφίων στις αμερικανικές εκλογές, στην προσπάθεια να πεισθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι ψηφοφόροι να τους προτιμήσουν, ως έναν βαθμό είχε στραφεί και στο στρατόπεδο των ανεξαρτήτων υποψηφίων για την προεδρία των ΗΠΑ. Η ανησυχία (ιδίως από το στρατόπεδο της Κάμαλα Χάρις) ότι η ψήφος στο όνομά τους ενδεχομένως να τους στερήσει ποσοστά σε κρίσιμες Πολιτείες και εκλέκτορες, τα οποία ενδέχεται να κρίνουν και την προεδρία, κατόρθωσε να πολώσει το κλίμα και προς τα κάτω.
Μπορεί τελικά το αποτέλεσμα να ήταν καθαρό, ως προς την αποστροφή της λαϊκής ψήφου απέναντι στη Χάρις, όμως το «Τρίτο Κόμμα», όπως ονομάζεται το σύνολο των «άλλων» υποψηφίων προέδρων, τουλάχιστον ίσαμε τις εκλογές, κατόρθωσε να προσελκύσει το ενδιαφέρον πολλών μέσων ενημέρωσης.
Οι αναμνήσεις από τη σημασία που είχε για τους Δημοκρατικούς η κάθοδος του Ραλφ Νέιντερ το 2000 και οι «οικολογικές» ψήφοι που στέρησε από τον Αλ Γκορ ή τα αποτελέσματα (1,4 εκατ. ψήφοι-1,1%) της Τζιλ Στάιν και του «Πράσινου Κόμματος» το 2016, που θεωρήθηκε πως ουσιαστικά έδωσαν την προεδρία στον Τραμπ απέναντι στην Χίλαρι Κλίντον, προκαλούσαν ανατριχίλα στο στρατόπεδο της Χάρις, αλλά και στον φιλικό της Τύπο, που είχαν αμφότεροι αποδυθεί σε μία σταυροφορία να πείσουν τους δύο κύριους «εξ αριστερών» υποψηφίους, τη Τζιλ Στάιν πάλι και τον ριζοσπάστη φιλόσοφο Κορνέλ Γουέστ, να αποσυρθούν από την κούρσα για το «καλό του Έθνους».
Γεγονός είναι ότι η Χάρις, κατόρθωσε να αποξενώσει πολλά κρίσιμα για τους Δημοκρατικούς κοινωνικά στρώματα στις ΗΠΑ: φεμινίστριες, οικολόγοι, οργανώσεις υπέρ των μεταναστών. Η φανερή προσκόλλησή της στην πολιτική του Τζο Μπάιντεν -ιδίως σε ό,τι αφορά τα πολεμικά μέτωπα, τον οικονομικό πόλεμο στην Κίνα και κυρίως στη γενοκτονία στη Γάζα- δεν κατόρθωσε να πείσει για την προοδευτικότητά της, ενώ φάνηκε να απομακρύνει μαζικά την μουσουλμανική κοινότητα των ΗΠΑ από τους Δημοκρατικούς. Ιδίως, μάλιστα στο μεταναστευτικό, όπου επανειλημμένως φάνηκε πως αντιγράφει στο μεταναστευτικό τον Τραμπ, η Χάρις άφηνε πολλά ερωτηματικά ιδίως στους μη λευκούς ψηφοφόρους. Μη λησμονούμε πως το νομοσχέδιό της για την απέλαση μεταναστών, προκάλεσε μεγάλες διαμαρτυρίες εναντίον της τον περασμένο Δεκέμβριο κι ευτυχώς σταμάτησε στο Κογκρέσο.
Αλλά και από το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών, αγκαλά και πιο μικρή, ανησυχία προκαλούσε η κάθοδος του ανεξάρτητου (πρώην Δημοκρατικού) αντι-εμβολιαστή Ρόμπερτ Κένεντι Τζ. με το σύνθημα «Να κάνουμε την Αμερική υγιή ξανά» και του υποψήφιου με το Ελευθεριακό (Φιλελεύθερο) Κόμμα (Libertarian Party) -το τρίτο μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα στη χώρα Τσέις Όλιβερ, ανοικτά ομοφυλόφιλο και θιασώτη της ειρήνης (τέλος στη γενοκτονία στη Γάζα και τερματισμός του πολέμου στην Ουκρανία).
Τα τελικά αποτελέσματα όμως δεν δικαίωσαν τους φόβους του δημοκρατικού επιτελείου, καθώς η Χάρις κατόρθωσε μόνη της να μην πείσει το εκλογικό σώμα. Η Τζιλ Στάιν έμεινε στις μισές ψήφους (731.000) του 2016 και στο 0,5%, συγκεντρώνοντας στις 38 Πολιτείες που κατέβηκε, μόλις 27.000 περισσότερες από τον Ρόμπερτ Κένεντι Τζ (706,000 και 0,5%). Ενώ ο Κορνέλ Γουέστ έλαβε τόσες ψήφους, που το όνομά του συμπεριλαμβάνεται στην κατηγορία του «Άλλος υποψήφιος» – του 0,2% και των 380.000 ψήφων. Από την πλευρά του ο Όλιβερ Τσέις με 621.000 (0,4%), μπορεί να είναι ευχαριστημένος ότι δεν τα πήγε κι άσχημα.
Σε μία τόσο κρίσιμη καμπή στην αμερικανική και παγκόσμια Ιστορία, η κάθοδος τόσων ανεξάρτητων υποψηφίων απετέλεσε ένδειξη για το πόσο η κοινωνία κι ιδίως το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι της αποζητά μια διαφορετική πολιτική για το μέλλον της χώρας και του πλανήτη ίσως. Το σύνθημα, τόσο της Στάιν, όσο και του Γουέστ ήταν να μην πάει η ψήφος στο «μη χείρον βέλτιστον». Να μην παγιδευτεί η ψήφος του Έθνους και η μοίρα της ανθρωπότητας, γιατί -όπως υπενθύμιζε η μεγάλη φιλόσοφος Χάνα Άρεντ- «όποιος επιλέγει το μικρότερο από τα δύο κακά, λησμονά πως πάντοτε στο τέλος επιλέγει το κακό».