Η πανδημία COVID-19, με κρούσματα σε 168 χώρες του κόσμου και δεκάδες χιλιάδες νεκρών θα ήταν αδύνατο να μην επηρεάσει τις θρησκευτικές συνήθειες και πρακτικές. Τα περιοριστικά μέτρα των κρατών για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του ιού όχι μόνο μετέβαλαν την σχέση μεταξύ θρησκευτικών ηγεσιών και πιστών ή τον τρόπο με το οποίο εκδηλώνεται η θρησκευτική πίστη, αλλά και την ίδια την έννοια της θρησκευτικότητας.
Η πανδημία στους χώρους λατρείας
Σε αρκετές περιπτώσεις χωρών η διάδοση του ιού συνδέθηκε με θρησκευτικού χαρακτήρα συναθροίσεις. Τα μισά κρούσματα στη Νότιο Κορέα έχουν την προέλευσή τους σε συγκεντρώσεις της Εκκλησίας Σιντσεονζί του Ιησού, μιας ευαγγελικής χριστιανικής αίρεσης με μεσσιανικά χαρακτηριστικά, που έλαβαν χώρα στην πόλη της Νταεγού. Ο ηγέτης της θρησκευτικής ομάδας Λι Μαν-χι, ο οποίος διατείνεται πως είναι ο μόνος αυθεντικός ερμηνευτής της Βίβλου και υπόσχεται να οδηγήσει την Ημέρα της Κρίσης 144000 πιστούς στον Παράδεισο, μαζί με άλλα 11 ηγετικά στελέχη κατηγορούνται από τον Δήμο της Σεούλ για ανθρωποκτονία και παραβιάσεις της νομοθεσίας περί ελέγχου των μολυσματικών ασθενειών, με το σκεπτικό πως όχι μόνο δεν πήραν προληπτικά μέτρα για να εμποδίσουν την εξάπλωση της νόσου, αλλά και πως δεν συνεργάστηκαν με τις αρχές.
Στην πρωτεύουσα της Μαλαισίας, Κουάλα Λουμπούρ αρκετές εκατοντάδες Μουσουλμάνων που παρευρέθησαν σε πολυπληθές προσκύνημα που είχε οργανώσει ισλαμιστικό κίνημα αναβίωσης ανέπτυξαν τον ιό, ενώ μέλη της αποστολής από τη Σιγκαπούρη, τη Μαλαισία και το Μπρουνέι που βρέθηκαν θετικοί στον ιό μετέφεραν άθελά τους τη νόσο στις χώρες προέλευσής τους.
Αλλά και στην Ουάσιγκτον, ο εφημέριος της Επισκοπαλιανής Εκκλησίας του Χριστού που βρέθηκε θετικός στον ιό στάθηκε αφορμή για να τεθούν σε οικειοθελή καραντίνα (κατόπιν συστάσεως της Υπηρεσίας Υγείας του Δήμου) 550 άνθρωποι οι οποίοι συμμετείχαν στις λειτουργίες που τέλεσε ο ιερέας.
Κατόπιν όλων αυτών των περιστατικών, οι κρατικές αρχές πολλών χωρών σε συνεννόηση και με τις θρησκευτικές ηγεσίες προχώρησαν αρχικά σε συστάσεις προς τους πιστούς για κατ’οίκον προσευχή και οικειοθελή καραντίνα, συνεχίζοντας προϊούσης της κρίσεως με περιορισμό ή και απαγόρευση συναθροίσεων.
Η Σαουδική Αραβία απαγόρευσε τις αφίξεις από το εξωτερικό, ανακοίνωσε το κλείσιμο όλων των τεμενών και ανέστειλε τις προσευχές της Παρασκευής καθώς και τις επισκέψεις σε Μέκκα και Μεδίνα για το προσκύνημα της Ούμρα, στο οποίο οι Μουσουλμάνοι μπορούν να συμμετέχουν οποιαδήποτε εποχή του χρόνου.
Οι βουδιστικοί εορτασμοί της νέας χρονιάς, που συνοδεύονται από μαζικές συγκεντρώσεις στους δρόμους που περιλαμβάνουν χορό και μπουγελώματα απαγορεύτηκαν πρώτα από τη Μιανμάρ, για να ακολουθήσουν Ταϊλάνδη, Λάος και Καμπότζη, με τις κυβερνήσεις τους να απευθύνουν έκκληση στους πολίτες για αποφυγή μεγάλων δημόσιων συγκεντρώσεων.
Σε χώρες όπως το Κουβέιτ και η Μαλαισία το κάλεσμα του μουεζίνη για προσευχή στο τζαμί άλλαξε σε κάλεσμα για προσευχή από το σπίτι, προσαρμοζόμενο στις περιστάσεις και ευθυγραμμιζόμενο με τις κυβερνητικής οδηγίες.
Ακόμη και στο Ιράν το Υπουργείο Εσωτερικών αποφάσισε να κλείσει τα ιερά σε Μασχάντ, Κομ και Τεχεράνη, όπου παρουσιάστηκαν τα πρώτα μαζικά κρούσματα του ιού, σε μια προσπάθεια να καθυστερήσει η μετάδοσή του. Δεν έλειψαν μάλιστα και οι προσωπικές εκκλήσεις επιφανών προσωπικοτήτων. Ο θρησκευτικός ηγέτης των Σιιτών του Ιράκ Άλι αλ-Σιστάνι ζήτησε στήριξη των προσπαθειών του ιατρικού προσωπικού, των οποίων το έργο συνέκρινε με εκείνο “όσων μάχονται για τα σύνορα της χώρας” και εξέδωσε φετφά που προωθεί την κοινωνική απομόνωση και την αποφυγή μαζικών συγκεντρώσεων, ενώ προέτρεψε τους πιστούς να αποφεύγουν αντιεπιστημονικές προσεγγίσεις και να βοηθούν τους πάσχοντες του νέου ιού ανεξαρτήτως θρησκείας. Ο ιμάμης του τεμένους Ιστικλάλ στην Τζακάρτα, του μεγαλύτερου στη Νοτιοανατολική Ασία, παρέπεμψε σε απόφαση του θρησκευτικού συμβουλίου της χώρας, που συνιστά την αποφυγή μαζικών συναθροίσεων.
Αλλά και ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι δήλωσε πως δεν θα πάρει μέρος σε θρησκευτικές συναθροίσεις ενόψει της γιορτής Χόλι (ή “φεστιβάλ των χρωμάτων”, όπως ονομάζεται αλλιώς), κατά τη διάρκεια της οποίας οι πιστοί ζωγραφίζουν ο ένας τον άλλον με μπογιές, σε ένα συμβολισμό του θριάμβου του καλού έναντι του κακού, και συμβούλευσε τον κόσμο να περιοριστεί σε κατ’ οίκον εορτασμούς.
Όσον αφορά τον Χριστιανισμό, ο Πάπας Φραγκίσκος ανακοίνωσε ήδη από τις 7 Φεβρουαρίου πως η παραδοσιακή κυριακάτικη προσευχή Angelus που παρακολουθούν χιλιάδες πιστών δεν θα εκφωνηθεί από το παράθυρο του Αποστολικού Ανακτόρου που βλέπει προς την Πλατεία του Αγίου Πέτρου, αλλά από την Αποστολική Βιβλιοθήκη του Βατικανού και σε ζωντανή μετάδοση. Ακολούθησε η (Ρωμαιοκαθολική) Επισκοπική Συνέλευση Ισπανίας, αποφασίζοντας πως οι δημόσιες και ανοικτές λειτουργίες θα αναβληθούν και προτρέποντας στην παρακολούθηση από τηλεοράσεως και ραδιοφώνου των λατρευτικών εκδηλώσεων. Ο Ελληνορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος συνέστησε να τηρούνται οι οδηγίες των κρατικών υπηρεσιών σχετικά με τον κορονοϊό, καλώντας σε προσευχή από το σπίτι, με τις ενορίες να συνεχίζουν τις ακολουθίες παρουσία μόνο ιερέα και ιεροψάλτη.
Σε μια πιο μετριοπαθή παρέμβαση, η Σύνοδος Ευρωπαίων Ραβίνων συμβούλευσε τον κόσμο να ακολουθεί τις οδηγίες και να μην πανικοβάλλεται. Τέλος, ο επικεφαλής των Βουδιστικών Εκκλησιών Αμερικής ακύρωσε κάθε είδους τελετή και παρέπεμψε σε παρακολούθηση από το διαδίκτυο.
Αντιδράσεις και Αλληλεγγύη
Αν όμως η πλειονότητα των απανταχού θρησκευτικών ηγεσιών πήρε την επιλογή της ευθυγράμμισης με τις κυβερνητικές εντολές, δεν συμμορφώθηκαν όλοι με τους περιορισμούς.
Στην Ινδία χιλιάδες πιστών αποφάσισαν να συμμετάσχουν στους εορτασμούς του Χόλι, παρά τις συστάσεις της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού Μόντι.
Στο Ιράν, η απόφαση να κλείσουν τα προσκυνήματα του 8ου Ιμάμη των Σιιτών, Αλί ιμπν Μούσα Ρεζά στη Μασχάντ και της αδελφής του, Φατίμα μπιντ Μούσα στην ιερή πόλη Κομ (στο πλαίσιο της απόφασης του Υπουργείου Εσωτερικών) προκάλεσαν άγριες αντιδράσεις σε μερίδα σκληροπυρηνικών πιστών. Βίντεο που κυκλοφόρησαν δείχνουν ομάδες πιστών έξω από τα ιερά να σπάνε τους μεταλλικούς φράκτες, ορμώντας εντός των προσκυνημάτων.
Στην Ιταλία, πολλοί πιστοί κατέκριναν την απόφαση του Βικάριου Ρώμης, καρδινάλιου Άντζελο ντε Ντονάτις να κλείσει όλες τις εκκλησίες έως τις 3 Απριλίου, κατηγορώντας τον για ενδοτισμό απέναντι στην κυβέρνηση, γεγονός που οδήγησε στην ανατροπή της αρχικής οδηγίας, με αποτέλεσμα το κλείσιμο να αφορά μόνο τους μη ενοριακούς ναούς (σχεδόν 300 σε σύνολο 750).
H σύγκρουση δεν περιορίστηκε στους απλούς πιστούς, με διαπρεπείς Καθολικούς, όπως ο εκκλησιαστικός ιστορικός Αλμπέρτο Μελόνι ή ο διεθνούς ακτινοβολίας ηγούμενος της μονής του Μπόζε, Έντσο Μπιάνκι, να εναντιώνονται στην απόφαση της Ιταλικής Επισκοπικής Συνέλευσης να ακυρώσει την τέλεση της Θείας Λειτουργίας έως τον Απρίλιο. Αλλά και ο Πάπας Φραγκίσκος, ο οποίος τελώντας εκτάκτως την προσευχή Urbi et Orbi σε μια άδεια από πιστούς πλατεία του Αγίου Πέτρου έδωσε μία από τις πιο εμβληματικές εικόνες της παρούσας παγκόσμιας κρίσης, φέρεται να ανήκει σε όσους δυσανασχετούν με το καθολικό κλείσιμο των χώρων λατρείας.
Την ίδια ώρα, στο Λονδίνο η ηγεσία της εβραϊκής κοινότητας εκφράζει ανησυχίες για την αντίδραση υπερσυντηρητικών ορθόδοξων κύκλων, που εξακολουθούν να λειτουργούν κάποιες συναγωγές στο βορειοανατολικό άκρο της πόλης,, ενώ στην Κεράλα της Ινδίας Χριστιανός ιερέας συνελήφθη για τη διεξαγωγή Θείας Λειτουργίας παρά τις απαγορεύσεις μαζικών συγκεντρώσεων από την πολιτεία.
Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, συγκεκριμένες πολιτικές ηγεσίες εμφανίστηκαν δέσμιες των στενών δεσμών τους με συντηρητικές θρησκευτικές ομάδες. Στην Τουρκία, η Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων, το ανώτατο θρησκευτικό σώμα της χώρας, θεωρείται πως λόγω της προνομιακής σχέσης που διατηρεί με την κυβέρνηση και τον Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν διαδραμάτισε αρνητικό ρόλο σε ό,τι αφορά την μάχη κατά του κορονοϊού, αφού ενέκρινε την μετάβαση χιλιάδων προσκυνητών στη Μέκκα, παρά τις συμβουλές του Ιατρικού Συλλόγου και κράτησε ανοικτά τα τεμένη μέχρι την κυβερνητική απόφαση της 16ης Μαρτίου που επέβαλε το κλείσιμό τους.
Στις ΗΠΑ, η σφοδρή κριτική που δέχεται ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ οφείλεται και στην στενή του σχέση με την οργανωμένη θρησκευτική Δεξιά μέρος της οποίας υπονομεύει την αντίδραση της κυβέρνησης απέναντι στην επικίνδυνη νόσο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τηλε-ευαγγελιστής, πάστορας και αυτοανακηρυγμένος απόστολος Γκιγιέρμο Μαλντονάδο (ο οποίος υποδέχθηκε τον Πρόεδρο Τραμπ κατά τη διάρκεια πρόσφατης περιοδείας του στο Μαϊάμι) που προέτρεψε τους πιστούς του να πηγαίνουν όπως πριν στην εκκλησία, αγνοώντας τον κίνδυνο, αφού “είτε ζήσουμε είτε πεθάνουμε, θα ζήσουμε με τον Χριστό”.
Παράλληλα όμως με τις εντάσεις που προέκυψαν από τα περιοριστικά μέτρα που πάρθηκαν για τον έλεγχο της διασποράς, η πανδημία στάθηκε αφορμή για την εκδήλωση πρωτοβουλιών αλληλεγγύης. Πολλές θρησκευτικές ομάδες έδειξαν πρόθυμες να προσφέρουν σε επίπεδο φιλανθρωπίας.
Στην Κίνα επτά (παράνομες) προτεσταντικές εκκλησίες συγκέντρωσαν 10000 δολάρια στις αρχές του Φεβρουαρίου για μάσκες και απολυμαντικά για την πολύπαθη πόλη της Βουχάν. Αν και το Πεκίνο είδε με καχυποψία την κίνηση και ζήτησε από τους ηγέτες των εκκλησιών να σταματήσουν κάθε περαιτέρω δραστηριότητα, δεν αρνήθηκε τις προσφορές των αναγνωρισμένων θρησκευτικών Ενώσεων. Η Βουδιστική Ένωση προσέφερε 14 εκατ. δολάρια, η Ισλαμική 4,5 εκατ. δολάρια, η Προτεσταντική 10 εκατ., η Ταοϊστική 1,9 εκατ. και η Καθολική 1,5 εκατ.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η Ομοσπονδία της Εβραϊκής Κοινότητας του Σαν Φρανσίσκο ανακοίνωσε τη δημιουργία ειδικού ταμείου για τον COVID-19, δημιουργώντας ηλεκτρονική πλατφόρμα δωρεών για την ανακούφιση απομονωμένων ηλικιωμένων, οικογενειών χαμηλού εισοδήματος και μεταναστών.
Στην Ιταλία το δίκτυο φιλανθρωπίας της Caritas στο Μιλάνο φρόντισε για διαθέσιμα καταλύματα και την παροχή συσσιτίου στους απόρους, ενώ στη Ρώμη η Κοινότητα του Αγίου Αιγιδίου προσέφερε εθελοντές για διανομή φαγητού και αντισηπτικών σε άστεγους και απόρους.
Ο ιός και το θρησκευτικό βίωμα
Με το Πάσχα Χριστιανών και Εβραίων και το Ραμαζάνι να διαδέχονται το ένα το άλλο κατά τη διάρκεια του Απρίλη και τις εκτιμήσεις της επιστημονικής κοινότητας αβέβαιες ως προς το πότε η πανδημία θα μπεί σε φάση επιδημιολογικής ύφεσης, θεωρείται απίθανο το σενάριο της επαναλειτουργίας των ναών και των τόπων λατρείας. Οι πολιτικές κοινωνικές αποστασιοποίησης που προτάσσουν οι απανταχού κυβερνήσεις και εν πολλοίς ακολουθούνται από τις θρησκευτικές αρχές φαίνεται πως διαταράσσουν την σχέση ανάμεσα στις οργανωμένες θρησκείες και τους πιστούς τους.
Το πνεύμα της κοινότητας που ενυπάρχει σε κάθε θρησκευτική τελετουργία, από τη χριστιανική Θεία Λειτουργία ως το Ιφτάρ των Μουσουλμάνων και τις αντίστοιχες τελετουργίες κάθε δόγματος και πίστης, δέχεται ισχυρό πλήγμα από την έκπτωσή του (τουλάχιστον σύμφωνα με ορισμένους πιστούς) σε τηλεοπτικό θέαμα. Το ενδεχόμενο ο ιός να συνεχίσει την εξάπλωσή του για μακρύ χρονικό διάστημα, καθιστά πιθανό να εξελιχθεί η οθόνη της τηλεόρασης ή του κινητού στο προσφορότερο μέσο βίωσης της θρησκευτικής εμπειρίας, περιορίζοντας παράλληλα την κοινωνική αλληλεπίδραση στο ελάχιστο και εισβάλλοντας στον απόλυτα προσωπικό χώρο.
Όπως όμως η συμπεριφορική επιστήμη μας θυμίζει, το επίπεδο δέσμευσης σε οποιαδήποτε δραστηριότητα σχετίζεται άμεσα με τον βαθμό της προσπάθειας που κατατίθεται σε αυτήν. Υπό αυτή την έννοια η υποβίβαση της επαφής με το θείο σε κοινό οπτικό θέαμα (που δεν απαιτεί καμία ιδιαίτερη δέσμευση ως γεγονός) δεν ακούγεται καλή είδηση για το μέλλον της οργανωμένης θρησκείας.