ΑΘΗΝΑ
17:22
|
27.04.2024
Ο πρωταγωνιστής της «Σκέψης» μίλησε για τη θεατρική διαπραγμάτευση με την ανθρώπινη υπόσταση και το γεμάτο αμφιβολίες φίδι της γνώσης.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ο πρωταγωνιστής της παράστασης «Η Σκέψη» του Λεονίντ Αντρέγεφ, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, μετά από μια ερμηνεία-σταθμό στο θέατρο Σφενδόνη μιλάει στο Κοσμοδρόμιο για την θεατρική του διαπραγμάτευση με την ανθρώπινη υπόσταση, τα αδιέξοδά της και το γεμάτο αμφιβολίες φίδι της γνώσης.

Τι σου δημιούργησε την ανάγκη της επαφής με τον ρόλο και της συμμετοχής στην παράσταση;

Είναι η σύλληψη του συγγραφέα για το πως η σκέψη με έναν τρόπο καθορίζει σχεδόν τα πάντα στον άνθρωπο και κατά πόσον ο άνθρωπος είναι αιχμάλωτος αυτής της λειτουργίας. Στην παράσταση βλέπουμε έναν άνθρωπο που ξεκινάει ομολογώντας ότι έχει σκοτώσει τον καλύτερό του φίλο, οδηγούμενος από την απλή σκέψη «γιατί να μην το κάνω;», εν είδει Αδάμ και μήλου. Με τράβηξε το πως αυτός ο άνθρωπος που φαινομενικά γράφει έναν ύμνο για τη σκέψη γράφει το αντίθετο, για τον εγκλωβισμό του ανθρώπου της Δύσης στη σκέψη, στη γνώση και την ανάγκη που του έχει καλλιεργηθεί ότι όλα πρέπει να ερμηνευτούν και να γίνουν χρηστικά.

Και η κατάληξη αυτής της αγωνίας του συγγραφέα, το ότι οδηγεί όλη αυτή η αναζήτηση στο τίποτα. Είναι σαν κάθε φορά που δημιουργείς ή παίζεις και νομίζεις ότι εκφράζεσαι να συνειδητοποιείς ότι πέφτεις σε μια παγίδα και ξεγελιέσαι, ενώ αν δεν κάνεις ή δεν πεις τίποτα είναι σαν να μην δίνει χώρο σε αυτό το τέρας, είναι πάντα εκεί. Είναι αυτό που λέει στο κείμενο ότι εσύ νομίζεις πως έχεις όλο το σπίτι ενώ εσύ έχεις ένα δωμάτιο και στα υπόλοιπα ζουν άλλα πλάσματα, από τον Αγαμέμνονα και την Κλυταιμνήστρα μέχρι τους δεινοσαύρους που προανέφερα και τον προπάππου σου ή ένας κόκκος από ένα αστέρι.

Όλα αυτά που διαπερνούν τη σχέση με το έγκλημα και την τρέλα, με το τι είναι καλό ή κακό, τι επιτρέπεται ή όχι. Ένας άνθρωπος κάνει σπουδαία πράγματα ή ποταπά υπακούοντας στο «γιατί όχι», είτε φτιάχνει ένα αεροπλάνο είτε μια ατομική βόμβα.

Το έργο αναδεικνύει μέσα από την ιστορία του χαρακτήρα το δυσερμήνευτο κάποιων περιοχών του μυαλού. Μήπως παράλληλα είναι και μια κραυγή για την ανάγκη να γνωρίσουμε αυτά τα «δωμάτια του μυαλού» καλύτερα;

Η σκέψη μοιάζει με μαριονέτα. Υπάρχει κάτι που μας παγιδεύει σε μια διαδικασία, μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι εμείς σκεφτόμαστε αλλά είναι σαν να σκέφτονται πίσω από εμάς εκατομμύρια χρόνια ανθρωπότητας, εκατομμύρια χρόνια δεινοσαύρων και σύμπαντος. Ο άνθρωπος νομίζει πως η σκέψη ξεκινά με αυτόν αλλά παραβλέπει ένα παρελθόν με εκατομμύρια χρόνια ζωής.

Το θέμα είναι επίσης πως ερμηνεύουμε αυτές τις ασαφείς περιοχές στις οποίες αναφέρθηκες. Απευθυνόμαστε σε ειδικούς διαρκώς και το έργο θίγει εξαρχής αυτή την διαρκή απεύθυνση και προσμονή για γνώση προς τους ειδικούς κρατώντας ζωντανό τον γιατρό και φονεύοντας τον λογοτέχνη. Υπάρχει κάτι όμως που πάντα θα μας διαφεύγει. Ένας ποιητής για παράδειγμα μέσα από τις λέξεις προσπαθεί να καταλάβει πράγματα αλλά είναι κι αυτός αναγκασμένος να πηγαίνει προς τη σιωπή. Σκεφτόμουν για παράδειγμα τον Σολωμό που εκτός του εθνικού ύμνου δεν έχει ολοκληρώσει τίποτα. Ίσως γιατί για κάποιο λόγο ένιωθε ότι αυτό που του διέφευγε ήταν το ανείπωτο.

Photo: Φίλιππος Πανούλης

Αναφέρθηκες μιλώντας για το έργο σε μια λογική εγκλωβισμού γνώσης που διέπει τον Δυτικό άνθρωπο. Είναι θεωρείς ίδιον του πολιτισμού της Δύσης αυτή η τάση;

Αναφερόμουν περισσότερο σε έναν τρόπον σκέψης που άρχισε να αναπτύσσει ο λεγόμενος κόσμος της Δύσης μετά την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό, όταν ο άνθρωπος άρχισε να απομακρύνεται από τα πνευματικά. Ο Θεός γίνεται taboo, σε αντίθεση με πριν, όταν το κάτι ανώτερο για το οποίο δημιουργώ αναγόταν σε κάτι υπερβατικό. Πχ ο Ρουμί γράφει τον αγαπημένο για τον Θεό, όχι σαν εραστή, και αυτό δηλώνει ότι έχεις μετακινηθεί σε μια άλλη περιοχή από όπου αλλιώς βλέπεις εσένα και τους υπόλοιπους ανθρώπους. Εμείς σήμερα είμαστε σε μια ανάγνωση του υλικού, ότι πχ αυτό είναι καρέκλα, είμαστε απομακρυσμένοι από τα δεδομένα της τύχης και της φαντασίας. Είμαστε εμμονικοί με το να γνωρίσουμε το δέντρο της γνώσης τόσο πολύ που χάνουμε τον παράδεισο. Στο μεταξύ το φίδι είναι εκεί και μεγαλώνει, οι άνθρωποι είναι μεθυσμένοι για το Εγώ. Είναι αναπόφευκτη η καταστροφή και το έργο θίγει αυτή την αναρώτηση για αυτό το φίδι της γνώσης, που σε τρώει από τα μέσα.

Δεν είναι απλό πάντως να κινείσαι με μεγαλύτερη άνεση στους χώρους της τύχης και της φαντασίας, είναι επαναστατική κίνηση, είναι η ίδρυση ενός νέου πολιτισμού. Και απαιτεί συνέπεια, είναι δύσκολο πράγμα, πρέπει να δει ο άνθρωπος ότι είναι μια μαριονέτα που δεν μπορεί να ελέγξει πολλά πράγματα.

Photo: Φίλιππος Πανούλης

Σε αυτή τη διαδικασία της επαφής με το άρρητο ή και το μάταιο της γνώσης με την οποία σε φέρνει αντιμέτωπο το κείμενο ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι;

Ανακαλύπτω ακόμη τον μηχανισμό του κειμένου, που είναι αρκετά απαιτητικός, διαρκώς στήνει παγίδες. Με το που ξεκινάει η παράσταση για μένα έχω κάνει λάθος και νομίζω ότι βρίσκεται πάνω στη σκηνή ένα φίδι και μόνο αν συνεχίζω να ενεργώ μπορεί να μείνει ακίνητο. Όσο εμβαθύνουμε στη δουλειά ίσως είναι ακόμη πιο επικίνδυνο, αυτό το παιχνίδι του όλα είναι ή δεν είναι ως έχουν δίνει πάντα χώρο στην αμφιβολία, στο φίδι το οποίο προανέφερα, να κάνει τη δουλειά του ερήμην σου. Υπάρχει μετά το τέλος της παράστασης λοιπόν η έγνοια μήπως τα νερά που πατάμε είναι επικίνδυνα, μήπως η άβυσσος βαθαίνει.

Υπάρχει σε αυτή την άβυσσο που βαθαίνει κάποιο νοηματικό διακύβευμα, κάποιος σκοπός;

Είναι το να ειπωθεί η τελευταία ιστορία με το κοριτσάκι που φοβάται ένα σκυλάκι. Η νταντά το προτρέπει να μη φοβάται, πρόκειται για ένα αστείο. Γιατί είναι αστείο; Γιατί σου διαφεύγει ότι ο ήλιος λάμπει και ένα κοριτσάκι με ένα σκυλάκι κάνουν ότι φοβούνται. Πως να σκεφτείς όλη αυτή την απλότητα και να τη συλλάβεις, να την ερμηνεύσεις; Αν το κατορθώσεις να καταλάβεις όλο αυτό το θαύμα σημαίνει πως έχεις γίνει άστρο, θα εξαυλωθείς. Αν κατορθώναμε να το κοιτάξουμε στα μάτια όλο αυτό θα έσπαγε κάθε μηχανισμός εξουσίας και καταπίεσης, που βασίζεται στον φόβο. Θα έσπαγε όλο αυτό το matrix των σχέσεων αν καταλαβαίναμε ότι όλα αυτά είναι σε βάθος χρόνου και χώρου αστεία και συνεπώς θα βλέπαμε πως οι μικρές αρπαγές στις οποίες καταφεύγουμε ως κοινωνία–από το να πάρουμε το σπίτι κάποιου για να αναφερθώ σε ένα απλό παράδειγμα- είναι μάταιες, γιατί όλος ο μηχανισμός, όλο το οικοδόμημα είναι αστείο.

Για αυτό η τραγωδία, με όλες αυτές τις υπάρξεις που παριστάνουν τους θεούς εντός της, σου δείχνει κι αυτή με τον τρόπο της, δείχνοντας τον μηχανισμό της ζωής, ότι αυτό που ζούμε είναι ένα αστείο. Όπως και η φάρσα αντίστοιχα αλλά με έναν άλλο κώδικα. Για αυτό ο ηθοποιός είναι δυνάμει ένα επικίνδυνο ον, γιατί σου δείχνει στον καθρέφτη αυτό που πραγματικά είσαι, ότι κι εσύ συντίθεσαι από ρόλους. Υπό αυτή την έννοια ο ηθοποιός είναι ο μόνος που επί σκηνής δεν παίζει ρόλο, δεν κρύβεται πίσω από κάτι. Εγώ όταν παίζω δεν έχω στο μυαλό μου κάποιον Ρώσο γιατρό Κερζέντσεφ, ρωτάω εσάς στο κοινό αν είμαι ή όχι τρελός. Δεν πάω σαν εξυπνάκιας να διδάξω, είμαστε εξάλλου μπροστά σε μια σύλληψη δαιμονικά μεγαλειώδη από τον Αντρέγεφ, ο οποίος καταλήγει στο τίποτα, αφότου έχει εμμέσως σκοτώσει τον εαυτό του ως λογοτέχνη.

Info:

«Η Σκέψη», μια παράσταση βασισμένη στο έργο η Σκέψη του Λεονίντ Αντρέγιεφ

Θέατρο Σφενδόνη
Μακρή 4, Αθήνα

Παραστάσεις:
02.02.2024 – 10.03.2024

Παρασκευή στις 21.00
Σάββατο στις 21.00
Κυριακή στις 20.00

Διάρκεια:
105 λεπτά

Τιμές εισιτήριων:
16€ κανονικό
13€ μειωμένο (*)

(*) το μειωμένο εισιτήριο εκδίδεται για φοιτητές, ανέργους, άνω των 65, Αμεα, ατέλεια.
Εισιτήρια:
TICKET SERVICES
– online: www.ticketservices.gr
– τηλεφωνικά: 2107234567
– εκδοτήριο: Πανεπιστημίου 39, Αθήνα

Συντελεστές:

Σκηνοθεσία – Δραματουργία: Χάρης Φραγκούλης

Ερμηνεία: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Μάρω Γκόρτσου, Κατερίνα Γκιβάλου

Απόδοση από τα Γαλλικά: Βικτώρια Λέκκα

Βοηθός Σκηνοθέτη: Μάρω Γκόρτσου

Σκηνικά: Κωνσταντίνος Λαμπρίδης

Μουσική: Κορνήλιος Σελαμσής

Φωτισμοί: Skia Lighting

Οργάνωση και Εκτέλεση Παραγωγής: Φοίβος Πετρόπουλος

Συνεργάτιδα Παραγωγής: Σέτα Αστραίου Καρύδη

Βοηθοί Παραγωγής: Κατερίνα Γκιβάλου, Παναγιώτης Ρενιέρης

Social Media: Δήμητρα Ρίζου

Επικοινωνία: Κατερίνα Π. Τριχιά

Αφίσα: Ιωάννης Χαριτίδης

Φωτογραφίες: Φίλιππος Πανούλης

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Πασχαλινή έκθεση στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο

Disiecta Membra #10: Ας μιλήσουμε για κβαντική βαρύτητα

Νέος γύρος ελληνοτουρκικών συνομιλιών στην Κωνσταντινούπολη

The Old Oak: A symbol of endurance

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα