Καθώς τα πρώτα κρούσματα του Covid-19 έκαναν την εμφάνισή τους στη Λευκορωσία, υπήρχε έντονη ανησυχία για την επιλογή της χώρας να αποφύγει την εφαρμογή πάσης φύσεως περιοριστικών μέτρων, από τους κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης μέχρι ό,τι αφορά την παύση λειτουργίας τομέων της οικονομίας. Ορισμένοι μάλιστα διέβλεψαν πέρα από την πιθανή υπερφόρτωση του συστήματος υγείας (με τις οδυνηρές συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης), τον κίνδυνο της πολιτικής αβεβαιότητας και της έκθεσης της χώρας στην υπέρμετρη επιρροή του ξένου παράγοντα. Όπως αποδείχθηκε, υπολόγιζαν δίχως το πολιτικό ζώο που κυβερνά τη μικρή αδερφή της Ρωσίας, τον πρόεδρο Αλεξάντερ Λουκασένκο.
Η απάντηση της Λευκορωσίας στον ιό
Η χώρα παρέμεινε μια από τις ελάχιστες που δεν κατέφυγαν σε περιοριστικά μέτρα ή στην προτροπή για εφαρμογή οικειοθελούς καραντίνας. Η λειτουργία της οικονομίας δεν διαταράχθηκε και κάθε τομέας της παραγωγής συνέχισε όπως πριν, με την μάσκα προσώπου να αποτελεί σπάνιο θέαμα.
Ούτε οι αθλητικές διοργανώσεις διακόπηκαν, με το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου να είναι το μοναδικό από τα ευρωπαϊκά εν εξελίξει , παρά την επιλογή δύο συνδέσμων φιλάθλων να σταματήσουν να πηγαίνουν στο γήπεδο έως ότου βελτιωθεί η επιδημιολογική κατάσταση, προτρέποντας την Εθνική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου “να βρεί το κουράγιο να σταματήσει το πρωτάθλημα’’.
Όσο για τους εορτασμούς του Πάσχα, τίποτα δεν άλλαξε, με τις εκκλησίες για ορθόδοξους και καθολικούς να παραμένουν ανοικτές στο κοινό (αν και υπήρξε σύσταση οι λειτουργίες να λαμβάνουν χώρα στον αύλιο χώρο των ναών). Το Υπουργείο Υγείας απέρριψε εξ αρχής την ιδέα των περιορισμών των μετακινήσεων και των επαφών, θεωρώντας πιο αποτελεσματική την διεξαγωγή διαγνωστικών τεστ, την θεραπεία των ασθενών και την παρακολούθηση των επαφών τους. Μόνη εξαίρεση στον κανόνα υπήρξε η παράταση των σχολικών διακοπών για μια εβδομάδα αρχικά και η επέκταση της για άλλη μια εβδομάδα.
Σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας, ο Υπουργός Εξωτερικών Βλάντιμιρ Μακί, σε συνέντευξή του στην ιστοσελίδα Tut.By στις 10 Απριλίου εξέφρασε τον προβληματισμό του για την ανάγκη να υιοθετηθεί μια αυστηρή πολιτική καραντίνας πανεθνικής κλίμακας ως απάντηση στην θανατηφόρο νόσο, δηλώνοντας πως “ντρέπεται να φορέσει μάσκα”. Μια ημέρα αργότερα ο Υπουργός Άμυνας, Σεργκέι Ποταπένκο, διαβεβαίωσε για την κανονική διεξαγωγή της παρέλασης της 9ης Μάη, Ημέρας της Αντιφασιστικής Νίκης, αφού όπως δήλωσε, χάρη σε ένα μείγμα αντιεπιδημιολογικών μέτρων η υγεία των στρατιωτών είναι σε καλό επίπεδο. Την εθνική στρατηγική όμως δεν θα μπορούσε να συνοψίσει καλύτερα από κανέναν ο (από το 1994 πρόεδρος) Λουκασένκο.
Σπεύδοντας από τις πρώτες μέρες της πανδημικής κρίσης να επιβεβαιώσει τη φήμη του σκληρού και αγέρωχου ηγέτη, προέκρινε την εργασία στα χωράφια και την οδήγηση τρακτέρ ως αντίδοτο σε κάθε ιό και λίγες μέρες αργότερα, αν και συμβούλευσε τους πολίτες να επιδείξουν ατομική ευθύνη, μένοντας σπίτι αν αισθάνονται ασθενείς και φροντίζοντας τους γύρω τους, χαρακτήρισε την κατάσταση με τον ιό “ψύχωση”. Στο πλαίσιο αγώνα χόκεϊ στις 28 Μάρτη μάλιστα υποστήριξε πως “είναι καλύτερα να πεθαίνεις στα πόδια σου, παρά να ζεις γονατιστός“. Και όταν στις 21 Απριλίου επισκέφθηκε το εργοστάσιο παρασκευής ρούχων Slavyanka, το οποίο είχε αλλάξει την αλυσίδα παραγωγής με σκοπό να φτιάξει ιατρικές μάσκες, κατηγόρησε τη λήψη προστατευτικών μέτρων στα σχολεία λέγοντας πως τα παιδιά δεν μπορούν να τις φορέσουν και αντιτείνοντας τον αερισμό των χώρων ως αποτελεσματικότερη μέθοδο.
Και όμως, παρά τις εκκεντρικές δηλώσεις του (μονίμως βλοσυρού) Λουκασένκο και το αμφιλεγόμενο της στρατηγικής που ακολουθείται, η Λευκορωσία σήμερα δεν απέχει πολύ από το να θεωρείται success story. Έως τις 14 Μάη ο αριθμός των καταγεγραμμένων περιπτώσεων ανερχόταν στις 24.873, αλλά ο αριθμός των νεκρών σε 142, με τον ποσοστιαίο δείκτη θνητότητας να βρίσκεται μόλις στο 0,6% . Προσπαθώντας πολλοί να ερμηνεύσουν την επιτυχία ενός κράτους και μιας ηγεσίας πλήρως απείθαρχης απέναντι στην διεθνή πεπατημένη, παρέπεμψαν αρχικά στα αυστηρά υγειονομικά πρωτόκολλα της εποχής της ΕΣΣΔ και την εξαιρετική επίδοση ως προς τον αριθμό διαθέσιμων κλινών.
Πράγματι, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2013, αντιστοιχούν 11 νοσοκομειακά κρεβάτια σε 1000 άτομα, πραγματικό επίτευγμα αν αναλογιστεί κανείς τη δεινή θέση πολύ πλουσιοτέρων χωρών, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο ή η Ιρλανδία. Η υψηλή σε αριθμό διαθεσιμότητα κλινών έχει την εξήγησή της και στην πρόσφατη ιστορία της χώρας, με τη Λευκορωσία να μην ακολουθεί τον καταστρεπτικό δρόμο της θεραπείας-σοκ άλλων κρατών της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά (σε συνθήκες πάντα καπιταλιστικής παλινόρθωσης) να κρατάει ζωντανό σε μεγάλο βαθμό το υψηλού επιπέδου σύστημα κρατικής πρόνοιας που κληροδοτήθηκε από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης.
Ένα επιπλέον στοιχείο που θα μπορούσε να ερμηνεύσει το γιατί μια σειρά κοινωνικών ομάδων, όπως οι συνταξιούχοι, οι εργάτες γης, οι μαθητές και οι αυτοαπασχολούμενοι είναι λιγότερο εκτεθειμένοι στον ιό έχει να κάνει με τον οικιστικό θεσμό της ντάτσας, της εξοχικής κατοικίας που έχεις τις ρίζες της στην τσαρική εποχή αλλά έγινε λαϊκή υπόθεση την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν διανεμήθηκαν ευρέως μικρά κομμάτια γης (600 τετραγωνικά μέτρα), κοινώς γνωστά ως ‘εξακοσάρια’.
Η ξένη βοήθεια θα πρέπει να συνυπολογιστεί και αυτή ως παράγοντας, με την Κίνα και την Πολωνία να συνεισφέρουν η καθεμία το δικό της μερίδιο όσον αφορά την διανομή υλικού (μάσκες, αντισηπτικά σκευάσματα).
Άλλοι πάλι αποδίδουν τα καλά αποτελέσματα στην αντιπολιτευτική δράση και συγκεκριμένα στην καμπάνια της αντιπολίτευσης, με το όνομα ‘Καραντίνα του λαού‘. Μεταξύ 23ης Μάρτη και 30ης Απρίλη, ηγέτες της αντιπολίτευσης (ή όπως θα παρατηρούσε κάποιος κακόπιστος αποτυχημένοι πρώην προεδρικοί υποψήφιοι) και διάφορα επιφανή πρόσωπα της δημόσιας ζωής κάλεσαν σε οικειοθελή περιορισμό των μετακινήσεων και των φυσικών επαφών, ως απαραίτητο μέτρο για την ελάττωση της διασπορά του ιού, ενώ εγκαλούν τη κυβέρνηση για εγκλήματα κατά της ανθρώπινης ζωής. Άλλοι, όπως o καθηγητής πολιτικής επιστήμης και συγγραφέας Βίκτορ Μαρτινόβιτς προχώρησαν σε ευθεία αμφισβήτηση και των ποσοτικών στοιχείων, αποδίδοντας την καλή εικόνα της χώρας στον πλήρη έλεγχο των μέσων ενημέρωσης και της στατιστικής υπηρεσίας.
Πέραν όμως της εγχώριας κριτικής υπάρχει μια δεύτερη πηγή επικρίσεων για τον χειρισμό της κρίσης και αυτή δεν είναι άλλη από τα (υπό έντονη κρατική επιρροή) ρωσικά μέσα ενημέρωσης. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως στην συνέντευξη του στο Tut.By ο Μακί, αν και ευχαρίστησε την Κίνα, συνέστησε στην ρωσική πλευρά να ασχοληθεί περισσότερο με τα του οίκου της, αναφερόμενος ευθέως στο περιστατικό με τους 15 Ρώσους εργάτες, οι οποίοι βρέθηκαν θετικοί σε λευκορωσικό έδαφος, ενώ η πόλη Νίζνι Ταγκίλ από την οποία προέρχονταν δεν είχε καταγράψει ούτε ένα κρούσμα κορονοϊού. Αυτή η ένταση όσο και αν εκφράζεται έμμεσα και με αφορμή την πανδημία, δεν θα πρέπει να ιδωθεί ως τυχαία και συγκυριακή, αλλά ως απότοκο της κρίσης που ταλανίζει τις σχέσεις των δύο χωρών από τα τέλη του 2018.
Μια ξεχασμένη συμφωνία
Οι σχέσεις Μινσκ και Μόσχας επιδεινώθηκαν ραγδαία τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, με το θέμα της Συνθήκης Ένωσης που υπογράφηκε το 1999 μεταξύ των δύο χωρών να βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Η συμφωνία, που υπογράφηκε μεταξύ του Λευκορώσου ηγέτη και του τότε προέδρου της Ρωσίας, Μπόρις Γέλτσιν, προέβλεπε αρχικά τον συντονισμό ή την ενοποίηση των οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών και τη στενή συνεργασία στους τομείς άμυνας και εξωτερικής πολιτικής και μακροπρόθεσμα την ένταξη σε κοινό νόμισμα και ενιαίο κοινοβούλιο, θέτοντας τα δύο κράτη σε πορεία ενοποίησης. Υπήρχε έκτοτε η εντύπωση πως ο Λουκασένκο υπέγραψε ελπίζοντας ότι θα μπορούσε μια μέρα να αντικαταστήσει τον Γέλτσιν και να κυβερνήσει μια ενιαία χώρα, ελπίδα που εξανεμίστηκε με την άνοδο Πούτιν στην εξουσία.
Αυτή η (μισοξεχασμένη) συμφωνία ήρθε πάλι στην επιφάνεια με πρωτοβουλία του Κρεμλίνου, το οποίο θεωρεί πως πρέπει να επαναδιαπραγματευθεί τη σχέση με τον μικρότερο γείτονα, κρίνοντας πως το αντάλλαγμα για την οικονομική βοήθεια ύψους 10 δισ. δολαρίων με τη μορφή επιδοτήσεων, εκπτώσεων στην προμήθεια πετρελαίου και φυσικού αερίου και προνομιακής πρόσβασης στην ρωσική αγορά δεν ανταποκρίνεται στην γενναιοδωρία της Μόσχας. Αν και οι συζητήσεις συνεχίζονταν καθ’όλη τη διάρκεια του έτους όχι δίχως εντάσεις, τον περασμένο Δεκέμβρη, ο τότε πρωθυπουργός της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ απείλησε, θέλοντας να αυξήσει την πίεση, με παύση κάθε οικονομικού προνομίου και εξάρτησε την οικονομική συνεργασία με την αποδοχή των 30 οδικών χαρτών ενσωμάτωσης, προτείνοντας μάλιστα τη συζήτηση ενός ακόμη που θα περιλάμβανε τη δημιουργία κοινού νομίσματος και υπερεθνικών οργανισμών. Ήταν αυτή ακριβώς η εξέλιξη που σήμανε συναγερμό στο Μινσκ και ενέτεινε την προϋπάρχουσα προσπάθεια της λευκορωσικής ηγεσίας να μειώσει την εξάρτηση από τη Ρωσία.
Τα προηγούμενα χρόνια εξάλλου, η Λευκορωσία είχε καταστήσει σαφές πως, αν και έχει αποδεχθεί την επιρροή της Μόσχας μέχρι ενός σημείου, δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ούτε είναι πρόθυμη να εγκαταλείψει την εθνική κυριαρχία της. Ο Λουκασένκο, νιώθοντας την ρωσική πίεση να μεγαλώνει, δεν δίστασε να κάνει ανοίγματα προς τη Δύση, συμμετέχοντας στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας (European Neighborhood Policy) και την Ανατολική Συνεργασία (Eastern Partnership) της Ε.Ε. και το φόρουμ διαλόγου περί πολιτικής μεταξύ των δύο πλευρών. Η διάθεση της Ε.Ε. για παροχή οικονομικής βοήθειας στη Λευκορωσία, μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, η οποία επένδυσε 433 εκ. δολάρια το 2019, και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, της οποίας το χαρτοφυλάκιο αυξήθηκε πρόσφατα στα 550 εκ. ευρώ, θα πρέπει να ερμηνευθεί ακριβώς ως μια στήριξη του Λουκασένκο, στον οποίο κύκλοι της Ε.Ε. βλέπουν ένα προμαχώνα εθνικής κυριαρχίας ικανό να εμποδίσει την μετατροπή της χώρας σε ρωσική επαρχία. Δεν θα πρέπει να λησμονηθεί επίσης και η προθυμία των λευκορωσικών αρχών τα προηγούμενα χρόνια να βοηθήσουν Ευρωπαίους βιομηχάνους να παρακάμψουν τις ρωσικές αντισταθμιστικές κυρώσεις για τα Δυτικά αγαθά αναβαπτίζοντας τα ευρωπαϊκά προϊόντα ως ‘made in Belarus’ πριν τα μεταφέρουν στην Ρωσία.
Ακόμη εμφατικότερη κίνηση, όμως, αποτέλεσε η επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο στις αρχές Φεβρουαρίου – η πρώτη υψηλόβαθμου Αμερικανού αξιωματούχου στο Μινσκ από το 1994. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης του με τον Λουκασένκο (τον οποίο κάποτε η πρώην Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κοντολίζα Ράις μνημειωδώς είχε αποκαλέσει “τελευταίο δικτάτορα της Ευρώπης”) ο Πομπέο τόνισε πως αν και οι ΗΠΑ επιδιώκουν καλύτερες σχέσεις με την Λευκορωσία, δεν τίθεται θέμα επιλογής μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας. Είχε προηγηθεί την προηγούμενη μέρα η αφαίρεση της Λευκορωσίας από την λίστα των χωρών στις οποίες είχε επιβληθεί ταξιδιωτική απαγόρευση και ακολούθησε στην συνάντηση Πομπέο και Μακί η πρόταση του Αμερικανού υπουργού για την τροφοδοσία της Λευκορωσίας με αμερικανικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο σε ανταγωνιστικές τιμές.
Κίνηση με αποδέκτη τη Μόσχα θεωρήθηκε και η απρόσκοπτη διεξαγωγή της παρέλασης της 9ης Μάη και η αναφορά Λουκασένκο στους νεκρούς παρτιζάνους του πολέμου, με τον ίδιο να διεκδικεί ρόλο αυθεντικού εκφραστή του νοήματος της επετείου. Ο βετεράνος αντιπολιτευόμενος δημοσιογράφος Αλεξάντερ Κλασκόφκι συνόψισε την εικόνα που φιλοδοξεί να προβάλει ο Λευκορώσος Πρόεδρος στο άρθρο του με τίτλο ‘Ο Πούτιν στο καταφύγιο, ο Λουκασένκο έφιππος‘.
Η επόμενη μέρα και μια δύσκολη ισορροπία
Είναι βέβαιο πως ο Λουκασένκο γνωρίζει πως οι ΗΠΑ είναι πολύ μακριά για να εγγυηθούν την ενεργειακή τροφοδοσία της χώρας του και πως η Ρωσία αντιπροσωπεύει έναν πολύτιμο εμπορικό και ενεργειακό εταίρο με την οποία οι Λευκορώσοι συνδέονται έντονα και σε πολιτιστικό επίπεδο (η ρωσική γλώσσα είναι μητρική του 41% του πληθυσμού). Ο παλαίμαχος πολιτικός, όμως, έχει μεγάλη πείρα διαπραγματεύσεων με το Κρεμλίνο και μια μοναδική ικανότητα να εκμεταλλεύεται τη νοοτροπία του αουτσάιντερ. Αξιοποιώντας τις διαδηλώσεις εναντίον της ρωσικής παρέμβασης ως διαπραγματευτικό όπλο, ουσιαστικά εξουδετέρωσε τον (ήδη αδύναμο) εγχώριο πολιτικό ανταγωνισμό, καθιστώντας εαυτόν τον μοναδικό και απαραίτητο συνομιλητή του Ρώσου ομολόγου του. Κατανοεί επίσης πως η ρωσική πίεση έχει κι αυτή όρια. Η Μόσχα θέλει να παρουσιάσει τη διαδικασία ενσωμάτωσης μεταξύ των δύο χωρών ως συναινετική και το προηγούμενο της ουκρανικής κρίσης του 2014, με το πραξικόπημα κατά του Γιανουκόβιτς και τον πόλεμο που ακολούθησε, λειτουργεί αποτρεπτικά στην επιβολή κυρώσεων που θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τη Λευκορωσία.
Αυτού του είδους οι διαπιστώσεις επιτρέπουν στον Λουκασένκο να καθυστερήσει τις διαπραγματεύσεις, όσο από τη μία πλευρά διακηρύττει την πίστη του στην συμφωνία προσδοκώντας σε ένα καλύτερο τελικό αποτέλεσμα, ενώ από την άλλη προσπαθεί να απαγκιστρωθεί από τη ρωσική επιρροή αναζητώντας εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης και ενέργειας.
Ορισμένοι αναλυτές αμφισβητούν την ειλικρινή δέσμευση του Λουκασένκο στην υπόθεση της εθνικής κυριαρχίας και του καταλογίζουν πως προσπαθεί απλά να διαπραγματευτεί μια καλύτερη συμφωνία ενόψει των προεδρικών εκλογών. Όμως μια τέτοια προσέγγιση παραβλέπει (ίσως) ηθελημένα πως ο Λουκασένκο, παρότι τέχνεργο ο ίδιος του σοβιετικού πολιτικού και εθνοτικά συμπεριληπτικού πατριωτισμού δεν έχει καμία διάθεση να καταστήσει τη Λευκορωσία φτωχό συγγενή της Μόσχας. Το απέδειξε και στο παρελθόν, μη συντασσόμενος με την αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας και εμποδίζοντας τους Ρώσους ολιγάρχες να αποκτήσουν μεγάλη επιρροή στην λευκορωσική οικονομία.
Μένει να αποδειχθεί ωστόσο αν εν τω μέσω της πανδημικής κρίσης και με τον φόβο της οικονομικής κατάρρευσης ο Λουκασένκο, γνωστός στους Λευκορώσους και με το προσωνύμιο ‘Batka’, τουτέστιν ‘μπαμπάς’, θα κατορθώσει να εκτελέσει αυτή την περίτεχνη πιρουέτα διατηρώντας την λευκορωσική οικονομία ζωντανή.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης σε συνέντευξή του στα τέλη Απριλίου γνωστοποίησε πως η χώρα θα ζητήσει από το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων δανειοδότηση ύψους 2,5 δις. δολαρίων που θα κατευθυνθούν στην υγειονομική περίθαλψη και τη στήριξη των χαμηλόμισθων και των ανέργων. Δημοσκόπηση που κυκλοφόρησε τα τέλη Απριλίου αποτυπώνει την απαισιοδοξία των πολιτών για την οικονομική τους κατάσταση το αμέσως επόμενο διάστημα και η πτώση των οικονομικών δεικτών που διαφαινόταν από την αρχή του χρόνου εκτιμάται ότι θα ακολουθηθεί από ύφεση, που στο αισιόδοξο σενάριο θα φτάσει το 3,5%. Όλα αυτά με την προϋπόθεση πως η κρίση του κορονοϊού θα ακολουθήσει φθίνουσα πορεία.
Προς το παρόν ο Αλεξάντερ Λουκασένκο μπορεί να υπερηφανεύεται πως έχει να επιδείξει νίκες και μόνο νίκες, έστω και μικρές, έναντι των αντιπάλων του. Ίσως να μη διστάσει να ισχυριστεί πως νίκησε και τον κορονοϊό τον ίδιο.